Αφγανιστάν: Οι Αμερικανοί φεύγουν, οι Ταλιμπάν έρχονται, οι Αφγανές φοβούνται για τις ελευθερίες τους.

Η οριστική αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν και η προέλαση των Ταλιμπάν σε βάρος του αφγανικού στρατού που επιχειρεί να υποκαταστήσει τις αμερικανικές δυνάμεις, προκαλεί φόβο για το μέλλον και τα δικαιώματα των γυναικών. Οι Ταλιμπάν εμφανίζονται, όπως και στο παρελθόν, αμείλικτοι απέναντι ακόμη και σε στοιχειώδη δικαιώματα των γυναικών, γεγονός που τα τελευταία χρόνια είχε κατά κάποιο τρόπο αμβλυνθεί. Πολλοί φοβούνται ότι αν επικρατήσουν ευρύτερα οι Ταλιμπάν, θα κόψουν το δρόμο των γυναικών προς την εκπαίδευση και θα τους επιβάλουν ξανά την ολοκληρωτική κάλυψη σώματος και προσώπου, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν.

Η Σάλμα Εχράρι, φοιτήτρια οικονομικών στο πανεπιστήμιο της Χεράτ, μίλησε στην εφημερίδα Γκάρντιαν, λέγοντας τα εξής: «Θέλω ο κόσμος να γνωρίζει ότι οι Ταλιμπάν   μας ξεγελούν, δεν αλλάζουν.  Ναι μεν χρησιμοποιούν την τεχνολογία και βρίσκονται συνεχώς στο Twitter, αλλά έχουν τις ίδιες απόψεις και θέσεις, όπως πριν από 20 χρόνια. Η τεχνολογία δεν τους έχει αλλάξει. Αντιθέτως την χρησιμοποιούν προκειμένου να περνούν τη δική τους ιδεολογία.  Φοβάμαι ότι θα χάσω τη δυνατότητά μου να φοιτώ στο πανεπιστήμιο και φυσικά υπεύθυνοι γι αυτό είναι οι Αμερικανοί, όχι οι Ταλιμπάν -οι Ταλιμπάν έτσι ήταν και έτσι είναι “

Πολίτες της επαρχίας Χεράτ, όπου οι Ταλιμπάν ελέγχουν μεγάλα τμήματά της μίλησαν ανοικτά για την επιδείνωση του κλίματος ανασφάλειας που αυτόματα οδηγεί σε περιορισμό των ελευθεριών τους. Δημοσιογράφος, η οποία ανήκει στη γενιά των Αφγανών γυναικών που μετά την συρρίκνωση το 2001 της ισχύος των Ταλιμπάν κατάφερε και σπούδασε και βρήκε δουλειά, δήλωσε ότι πολλές γυναίκες έχουν περιορίσει τις εξόδους τους και ο πατέρας της της πρότεινε να κάνει κι εκείνη το ίδιο, να σταματήσει να εργάζεται για ένα διάστημα, μέχρι να σταθεροποιηθεί η ρευστή σήμερα κατάσταση.

 Τουλάχιστον έξι γυναίκες δημοσιογράφοι έχουν σκοτωθεί στη χώρα τους τελευταίους έξι μήνες, ως αποτέλεσμα συνεχών επιθέσεων εναντίον ατόμων που εργάζονται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ακτιβιστών και προσωπικοτήτων που υπερασπίζονται τα δικαιώματα των γυναικών.

Η Μπασίρ Σαφά Τέρι, κοινωνική ακτιβίστρια, ξεκίνησε ένα σχολείο θηλέων μετάτην αμερικανική εισβολή. Σήμερα δηλώνει ότι παρακολουθεί με αγωνία τις διαπραγματεύσεις μεταξύ της εθνικής κυβέρνησης και των Ταλιμπάν, αλλά διαπιστώνει έντρομη ότι οι διαπραγματεύσεις αφορούν την εξουσία και όχι τα δικαίωματα των γυναικών, το μέλλον των οποίων βρίσκεται πλέον στον αέρα.

Η 22χρονη φοιτήτρια Ιατρικής, Μούζντα, η οποία θέλησε να μην αναφέρει το επώνυμό της για λόγους ασφαλείας, δήλωσε ότι η οικογένειά της έχει αποφασίσει να εγκαταλείψει τη χώρα λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης της ασφάλειας. Αναρωτήθηκε τι μέλλον επιφυλάσσεται για τις γυναίκες η τυχόν επιστροφή των Ταλιμπάν στην εξουσία και αυτομάτως περιορίσουν την πρόσβαση των γυναικών στην εκπαίδευση, όπως έκαναν την τελευταία φορά που οι ισλαμιστές αντάρτες βρέθηκαν στην εξουσία. «Η αποχώρηση των ξένων στρατιωτών είναι παράλογη», τόνισε. «Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι οι Αμερικανοί ήρθαν εδώ για δικούς τους σκοπούς, όχι για να βοηθήσουν και να συνεργαστούν με το Αφγανιστάν».«Είμαι πολύ λυπημένη και απογοητευμένη, είχα πολλά όνειρα που δεν θα γίνουν πραγματικότητα», είπε η 22χρονη φοιτήτρια Ιατρικής.

«Ποιο ήταν το νόημα;»: Αφγανοί αναθεματίζουν δεκαετίες πολέμου

Καθώς το σύνολο των αμερικανικών και νατοϊκών δυνάμεων εγκατέλειψαν την Παρασκευή το Μπαγκράμ, τη σημαντικότερη στρατιωτική τους βάση στο Αφγανιστάν, παραδίδοντάς την επισήμως στον αφγανικό στρατό, σηματοδοτώντας ένα συμβολικό τέλος στον μακροβιότερο πόλεμο στην ιστορία των ΗΠΑ, ντόπιοι που ζούσαν κοντά στη βάση και στην γειτονική πρωτεύουσα Καμπούλ έμειναν μετανιώνοντας πικρά για το παρελθόν, και προετοιμαζόμενοι για το τι πρόκειται να επακολουθήσει.

Η βία μαίνεται σε ολόκληρο το Αφγανιστάν από τότε που ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε την άνευ όρων αποχώρηση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από την χώρα έως τις 11 Σεπτεμβρίου.

Με τις ενδοαφγανικές ειρηνευτικές συνομιλίες στο Κατάρ να μην καταγράφουν πρόοδο και περίπου το ένα τέταρτο των περιφερειών της χώρας να έχει πέσει στον έλεγχο των Ταλιμπάν τις τελευταίες εβδομάδες σύμφωνα με μια μελέτη, πολλοί εκφράζουν φόβους ότι επίκειται χάος.

Ο Μαλέκ Μιρ, μηχανικός στο Μπαγκράμ που είδε τον Σοβιετικό Στρατό και έπειτα τους Αμερικανούς να έρχονται και να φεύγουν, είπε ότι έμεινε με μια βαθιά αίσθηση θλίψης για τη ματαιότητα της παρουσίας ξένων δυνάμεων.

«Ήρθαν βομβαρδίζοντας τους Ταλιμπάν και ξεφορτώθηκαν το καθεστώς τους – αλλά τώρα φεύγουν όταν οι Ταλιμπάν είναι τόσο ενδυναμωμένοι που θα πάρουν σύντομα τον έλεγχο», είπε.

«Ποιο ήταν το νόημα όλων των καταστροφών, των δολοφονιών και της δυστυχίας που μας έφεραν; Μακάρι να μην είχαν έρθει ποτέ».

Πάνω από 3.500 ξένοι στρατιωτικοί έχουν σκοτωθεί σε ένα 20ετή πόλεμο, ο οποίος έχει στοιχίσει τη ζωή σε πάνω από 100.000 αμάχους μόνο από το 2009, σύμφωνα με έναν απολογισμό των Ηνωμένων Εθνών.

Ορισμένοι, ωστόσο, αναφέρουν ότι η παρουσία ξένων στρατιωτικών δυνάμεων επέφερε στρεβλώσεις στην αφγανική οικονομία και ότι είναι καιρός η χώρα να ορθοποδήσει μόνη της.

«Οι Αμερικανοί αφήνουν μια κληρονομιά αποτυχίας, απέτυχαν να συγκρατήσουν τους Ταλιμπάν ή τη διαφθορά», δήλωσε ο Σάγιεντ Ναγκιμπουλάχ, ιδιοκτήτης καταστήματος στο Μπαγκράμ. «Ένα μικρό ποσοστό Αφγανών έγινε πολύ πλούσιο, ενώ η συντριπτική πλειονότητα εξακολουθεί να ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας».

«Κατά κάποιον τρόπο, είμαστε χαρούμενοι που έφυγαν… Είμαστε Αφγανοί και θα τον βρούμε τον δρόμο μας».

Στην γειτονική πρωτεύουσα, η είδηση της αποχώρησης των αμερικανικών και νατοϊκών δυνάμεων από το Μπαγκράμ ξανάφερε τον αυξανόμενο πανικό που επικρατεί σε πολλά κομμάτια της αφγανικής κοινωνίας, ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές, από τότε που ο πρόεδρος Μπάιντεν ανακοίνωσε τον Απρίλιο την απόσυρση όλων των αμερικανικών δυνάμεων.

«Όλοι ανησυχούν ότι εάν οι ξένες στρατιωτικές δυνάμεις φύγουν από το Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν θα πάρουν τον έλεγχο. Τότε τι θα κάνουμε;» διερωτήθηκε ο Ζουμαράι Ουάφα, καταστηματάρχης στην Καμπούλ.

Ο Ουάφα και άλλοι αναφέρθηκαν σε μια βουτιά της επιχειρηματικής δραστηριότητας και τόνισαν πως υπάρχουν ενδείξεις ότι πολλοί κάτοικοι πόλεων ψάχνουν τρόπους να εγκαταλείψουν τη χώρα, με εκατοντάδες να σχηματίζουν ουρές έξω από πρεσβείες επιδιώκοντας να εκδώσουν βίζα.