Η Διεθνής Διαφάνεια- Ελλάς εφέτος, στο ετήσιο συνέδριό της, επικεντρώθηκε στο θέμα «Κράτος και Διαφθορά». Παρουσιάστηκε η έρευνα της Public Issue σε δείγμα ελληνικών οικογενειών, με ερώτημα αν συνάντησαν φαινόμενα διαφθοράς στις συναλλαγές τους με τον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Ακολούθησαν εισηγήσεις σχετικές με την ακεραιότητα στην πολιτική και στις επιχειρήσεις, καθώς και με τις προσπάθειες για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
Η Ελλάδα θεωρείται χώρα με υψηλό ποσοστό διαφθοράς· επίκαιρη έννοια για την οποία, όμως, δεν υπάρχει κοινός ορισμός, οροθέτηση ή κατηγοριοποίηση. Όταν ένας επιτηδευματίας αποφεύγει να εκδώσει απόδειξη είναι ένοχος διαφθοράς; Η μελέτη της Public Issue έδειξε ότι μεγάλο μέρος των ερωτωμένων αυτό πιστεύει. Η πελατειακή συμπεριφορά των πολιτικών πρέπει να θεωρηθεί διαφθορά; η εκλογική επιβράβευσή τους σημαίνει ότι η πλειονότητα των πολιτών καθίσταται συνεργός ; Μήπως μια τέτοια θέση οδηγεί σε αντιδημοκρατικά συμπεράσματα ; Είναι, τέλος, θεμιτό να εξισώνεται η συμμετοχή σε διεθνή δίκτυα, τα οποία δωροδοκούν ανώτατους κρατικούς λειτουργούς, με ευρύτατα διαδεδομένες πρακτικές, όπως το «γρηγορόσημο» ή το «φακελάκι»;
Συντελούνται σήμερα βαρύτατα εγκλήματα τα οποία, λόγω της παγκοσμιοποίησης, έχουν διαμορφώσει μια διεθνή της διαφθοράς, με ισχυρά κυκλώματα επαγγελματιών ενδιαμέσων· δηλαδή, μια παγκόσμια εγκληματική σφαίρα. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ, τα διεθνή αυτά δίκτυα διακινούν τεράστια ποσά. Καταλήγουν κατά 80% σε υψηλόβαθμους αξιωματούχους· οι Υπουργοί και οι Αρχηγοί Κρατών απορροφούν το 11%. Η διαφθορά αυτή θίγει εξίσου αναπτυσσόμενες και ανεπτυγμένες χώρες- αντίθετα από την κυρίαρχη εντύπωση ότι αφορά κυρίως τις λιγότερο εξελιγμένες κοινωνίες.
Η διεθνοποιημένη διαφθορά απειλεί την ευημερία των λαών και την ανάπτυξη της καινοτομίας, όπως επισημαίνει η μελέτη του ΟΟΣΑ. Τι εμποδίζει, όμως, τα διεθνή εγκληματικά δίκτυα, τα οποία κρατούν και εκβιάζουν διεφθαρμένους αξιωματούχους με κρίσιμο ρόλο στις εθνικές αποφάσεις, να επεκτείνουν την δράση τους και στην κατασκοπία; Η συμμετοχή στην διεθνοποιημένη διαφθορά συνιστά δυνάμει προδοτική δραστηριότητα, υπό την στενή έννοια του όρου.
Στην ελληνική οικονομία, η οικογενειακή και η επιχειρηματική επιβίωση είναι δύσκολη, χωρίς κάποιους, μεγαλύτερους ή μικρότερους, συμβιβασμούς με παράνομες ή παράτυπες πρακτικές. Η έξοδος από την θλιβερή αυτή πραγματικότητα δεν επιτυγχάνεται ούτε με την δαιμονοποίηση ούτε με την καταστολή. Πώς να ελέγξουν οι αρμόδιες αρχές καταστάσεις οι οποίες απλώνονται στο μέγιστο τμήμα του πληθυσμού; Όποτε το Κράτος επεδίωξε να περιστείλει μαζικές παρανομίες, κατέληξε να εξευτελιστεί, όπως έγινε με την παράνομη δόμηση· συχνά, επίσης, στιγμάτισε αδιακρίτως μια επαγγελματική ομάδα, επί παραδείγματι τους « φοροφυγάδες μεγαλογιατρούς».
Η ορθή προσέγγιση συνεπάγεται αλλαγή στην λειτουργία της κρατικής μηχανής: περιορισμός της προσωπικής επικοινωνίας ανάμεσα στον δημόσιο υπάλληλο και τον πολίτη διά της τεχνολογίας· απλούστευση ή κατάργηση διαδικασιών· μείωση του αριθμού και καλύτερη αμοιβή των δημοσίων υπαλλήλων. Για την « μαζική διαφθορά» η λύση αναζητείται στην Διοικητική Μεταρρύθμιση και την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση, όπως υπεγράμμισε ο αρμόδιος Υπουργός.
Εάν ως διαφθορά οριστούν οι εγκληματικές συμπεριφορές, με έμφαση στις διεθνοποιημένες, η Κοινή Γνώμη και η Πολιτεία μπορούν να εστιάσουν στο ουσιώδες. Οι ολίγοι εμπλεκόμενοι στην ουσιαστική διαφθορά επιδιώκουν την διεύρυνση του ορισμού, καθώς η αοριστία της « μαζικής διαφθοράς», εξισώνει τα σοβαρά εγκλήματα με τις μικρο-παρανομίες. Οι πολίτες αισθάνονται απειλούμενοι από τον γενικόλογο καταγγελτικό λόγο, με συνέπεια να καθίστανται ψυχολογικά αλληλλέγγυοι των μεγαλοδιεφθαρμένων- και μεγαλοδιαφθορέων. Έτσι συγκροτείται μια αποτελεσματική κοινωνική ασπίδα για τους εγκληματίες. Όπως επεσήμαναν πολλοί ομιλητές, η στάση της κοινής γνώμης αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την επιτυχή καταστολή.
Η εννοιολογική ακρίβεια δεν συνιστά απλή ακαδημαϊκή απαίτηση. Η ασάφεια, η σύγχυση, η έλλειψη διακρίσεων οδηγούν τις καλύτερες προθέσεις στα χειρότερα αποτελέσματα. Η κοινή αντίληψη για την διαφθορά πρέπει να διαφοροποιεί τους μεγαλόσχημους διεφθαρμένους από τους καθημερινούς παραβάτες, θύτες και θύματα ταυτοχρόνως, μιας κοινωνίας η οποία επί δεκαετίες διανύει ολισθηρούς δρόμους. Χρειάζεται, δηλαδή, να σταματήσουν να εξομοιώνονται οι παραβάσεις με τα εγκλήματα. Πρόκειται για αναγκαία, έστω και όχι ικανή, προϋπόθεση δικαιοσύνης και αποτελεσματικότητας.
Γιώργος Πρεβελάκης
Την περασμένη εβδομάδα το Παρίσι βρέθηκε στο επίκεντρο του ελληνικού ενδιαφέροντος: Τρίτη και Τετάρτη, οι διαπραγματεύσεις με την Tρόικα επανα-διεξήχθησαν στην προστατευμένη Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία στον ΟΟΣΑ. Η στάση των εκπροσώπων των δανειστών δεν βοήθησε, δεν υποστήριξε την ελληνική προσπάθεια· ίσως, μάλιστα, και να εξώθησε τα πράγματα στα άκρα (Εστία, κύριο άρθρο, 29-11-14). Οι εξελίξεις αυτές μονοπώλησαν την προσοχή και το ενδιαφέρον στα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης.
Έτσι, όμως, επισκιάστηκαν άλλα σημαντικά, ως προς την Ελλάδα, γεγονότα στην ευρύτερη περίμετρο του ΟΟΣΑ. Δυό ημέρες μετά την διαπραγμάτευση, την περασμένη Παρασκευή, ο Κώστας Σκρέκας, ο νέος Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, συναντήθηκε με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΟΣΑ Angel Gourria. Το ίδιο βράδυ, στο κτίριο της Γενικής Γραμματείας του ΟΟΣΑ, στην αίθουσα τελετών, η Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία οργάνωσε μια μεγάλη εκδήλωση για τα 40 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Στην επίκαιρη ομιλία του Γενικού Γραμματέα κατά την εκδήλωση αυτή, καθώς και στην ανακοίνωση την οποία συνυπέγραψε με τον Έλληνα Υπουργό, δεν επικρίνεται, δεν καταδικάζεται η Ελλάδα ως «αποδιοπομπαίος τράγος». Αντιθέτως, προβάλλεται ως πρωτοπόρος των μεταρρυθμίσεων, ως χώρα η οποία «πρέπει να επιδοκιμαστεί για την τεράστια μεταρρυθμιστική της προσπάθεια κατά τα τελευταία χρόνια» (δήλωση του Gourria στο κοινό ανακοινωθέν).
Στην ομιλία του την Παρασκευή το βράδυ, ο Γενικός Γραμματεύς ενέταξε την τρέχουσα ελληνική κρίση στην ελληνική ιστορία του εικοστού αιώνα. Τόνισε ότι το ΟΧΙ στον Φασισμό και η ανατροπή της Δικτατορίας μαρτυρούν την ελληνική ικανότητα για επιβίωση μέσα στις δυσκολίες· και για αναγέννηση. Θεμελιώνουν την βεβαιότητα ότι και η τρέχουσα κρίση θα ξεπεραστεί. Ήδη, κατά τον Γενικό Γραμματέα, έχει καλυφθεί σημαντικός δρόμος: «Οι μεγάλες προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης και του ελληνικού λαού έχουν αποδώσει καρπούς. Η πρόοδος πραγματοποιείται αργά, αλλά σταθερά. Η Ελλάδα υπήρξε ο μεγαλύτερος μεταρρυθμιστής ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ κατά τα τελευταία χρόνια και ξεπέρασε το πρόβλημα του τεραστίου ελλείμματος μέσα σε ένα δραματικά δύσκολο οικονομικό περιβάλλον, επιτυγχάνοντας το 2013 πρωτογενές πλεόνασμα. Μετά από έξι χρόνια βαθειάς ύφεσης, η οικονομία αναπτύσσεται και πάλι· ηγείται στην Ευρωζώνη ως η ταχύτερα αναπτυσσόμενη κατά το τελευταίο τετράμηνο». Επικαλέστηκε την «Αναφορά στον Γκρέκο» του Νίκου Καζαντζάκη για να υπογραμμίσει το αήττητο ελληνικό πνεύμα και κατέληξε: «Όπως ούτε ο Φασισμός, ούτε η Δικτατορία, ούτε και η Κρίση θα εμποδίσει την χώρα αυτή να ανθίσει ξανά». Υποσχέθηκε την συνεχή, ουσιαστική βοήθεια από τον ΟΟΣΑ.
Συνυπάρχουν, λοιπόν, δύο αλληλοσυγκρουόμενες εικόνες από την ίδια πόλη, την ίδια εβδομάδα. Η πρώτη, από την Τρόικα, στατική, χωρίς ιστορική προοπτική, χωρίς πολιτισμική ευαισθησία, μίζερη: είναι η εικόνα την οποία εκπέμπουν οι, από την φύση τους δυσάρεστοι και απαιτητικοί, δανειστές. Η δεύτερη έρχεται από ένα εμπνευσμένο ηγέτη, με καθοριστικό ρόλο στην οικονομική διάσωση της χώρας του, το Μεξικό, και με συνεχώς ενισχυόμενη επιρροή στην διεθνή σκηνή.
Ήδη από το 1990, οι διεθνολόγοι επικεντρώνονται στην έννοια soft power, την οποία εισήγαγε ο Joseph Nye στο βιβλίο του « Bound to Lead ». Από αυτή την αφετηρία, η σημερινή ηγεσία του γαλλικού Υπουργείου Εξωτερικών κινείται και επενδύει στην «Πολιτική της Επιρροής». Πολλές άλλες χώρες ακολουθούν μια συνειδητή στρατηγική, ώστε να διαμορφώνουν οι ίδιες την εικόνα τους. Έχουν κατανοήσει ότι η εικόνα συνιστά καθοριστικό παράγοντα για την ισχύ μιας χώρας.
Την περασμένη εβδομάδα, από τις δύο διασταυρούμενες παρισινές εικόνες, κυριάρχησε η αρνητική, η εντύπωση από την Τρόικα. Η εικόνα αυτή, με καταλυτική επίδραση, εκπέμπει απαισιοδοξία και βαθειά ανησυχία για το μέλλον. Όμως, υπάρχει και η άλλη. Στις προσπάθειες να αναστραφεί η τάση, να προβληθεί μια αντικειμενική όψη της Ελλάδας, ο ΟΟΣΑ αποδεικνύεται ένας σημαντικός σύμμαχος. Σε μια κρίσιμη στιγμή, όταν διακυβεύεται το αν η Ελλάδα θα αναγεννηθεί ή αν θα καταποντιστεί όπου την κατευθύνουν εχθρικές ωθήσεις, η θαρραλέα παρέμβαση του Γενικού Γραμματέα αποκτά σημαίνον βάρος.
Η ανταπόκριση στις νέες προκλήσεις θεμελιώνεται στην συλλογική πνευματική επεξεργασία του παρελθόντος, στην ιστορική γνώση. Η 41η επέτειος του Πολυτεχνείου γεννά, από την άποψη αυτή, θλιβερές σκέψεις. Σαράντα χρόνια μετά, δηλαδή με επαρκή χρονική απόσταση για μια νηφάλια αποτίμηση, τι έχει απομείνει; Οι μαρτυρίες όσων εβίωσαν τα γεγονότα, δηλαδή φοιτητές, στρατιωτικοί, αστυνομικοί, πολιτικοί, διπλωμάτες, αντιστασιακές οργανώσεις, δεν έχουν αξιοποιηθεί- ούτε καν καταγραφεί συστηματικά. Επίσης, οι τοποθετήσεις των κομμάτων και των οργανώσεων πριν, κατά και μετά τα γεγονότα, δεν έχουν δημοσιοποιηθεί, ούτε αναλυθεί.
Το 1931, ο Σέρτζιο Μαλαπάρτε παρουσίασε τους επαναστατικούς/πραξικοπηματικούς μηχανισμούς στην «Τεχνική του Πραξικοπήματος»: κάθε εξέγερση συνιστά ένα αντιφατικό σύνολο, την συνισταμένη από ανταγωνιστικές και συγκλίνουσες πολιτικές επιδιώξεις και ιδεολογικές επιλογές. Το τελικό αποτέλεσμα από την έκλυση συσσωρευμένης πολιτικής ενεργείας εξαρτάται από την τεχνική δυνατότητα κάποιου ή κάποιων παραγόντων να την διοχετεύσουν προς την κατεύθυνση που επιθυμούν.
Ποιοι παράγοντες, λοιπόν, καθοδήγησαν το απελευθερωτικό δυναμικό το οποίο είχε οικοδομήσει, ριψοκίνδυνα, αλλά και μεθοδικά, το φοιτητικό κίνημα; Πώς ο αδιαμφισβήτητος, μεταδοτικός ηρωϊσμός του Πολυτεχνείου οδήγησε στην ανεγκέφαλη, τυχοδιωκτική και προδοτική κυβέρνηση της επομένης ημέρας; Πώς σχετίζεται αυτή η «αλλαγή φρουράς» με τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, το Ισραήλ και την Κύπρο; Πώς συνδέεται η εξέγερση του Πολυτεχνείου με την τότε εξωτερική πολιτική; Τα ερωτήματα έχουν συγκαλυφθεί πίσω από μια στερεότυπη «αφήγηση», διά της οποίας καταργήθηκε η συζήτηση. Oι ευθύνες προσώπων και οργανώσεων εξαφανίστηκαν πίσω από μια μονολιθική καταγγελία για την «Δεξιά» και την « αμερικανοκίνητη χούντα».
Το φοιτητικό κίνημα χαρακτηριζόταν από ιδεαλισμό. Στο Πολυτεχνείο, όπως και στις προγενέστερες κινητοποιήσεις, η έμπρακτη διαμαρτυρία δεν απαξίωνε τον χώρο, ούτε τα σύμβολα, ούτε τα μέσα διδασκαλίας. Οι φοιτητές αγωνίζονταν να συμμετάσχουν στο διεθνές ρεύμα απελευθέρωσης, το οποίο παρακολουθούσαν πεισματικά, παρακάμπτοντας την δικτατορική λογοκρισία. Η ανάγκη για ανοικτή κοινωνία, για ελεύθερη σκέψη, για επαφή με τον έξω κόσμο, για κριτική πολιτική αντιμετώπιση τους έστρεφαν προς την Ευρώπη ή, έστω, προς μια εξιδανικευμένη εικόνα του κομμουνιστικού κόσμου.
Τι σχέση έχει η φιλελεύθερη αυτή ατμόσφαιρα με τους δογματισμούς και τις ανομίες των περίκλειστων κινημάτων τα οποία αυτο-ορίζονται ως «συνέχεια του Πολυτεχνείου»; Πώς ερμηνεύεται η υπεξαίρεση της ημερομηνίας «17 Νοέμβρη» ως ονομασία μιας τρομοκρατικής οργάνωσης για να νοηματοδοτηθούν εγκληματικές ενέργειες; Ειρωνεία της Ιστορίας: η τρέχουσα ανελευθερία της σκέψης και της έκφρασης στον πανεπιστημιακό χώρο, η ασκούμενη βία στους «αντιφρονούντες», η οποία στους παλαιοτέρους ανακαλεί τους τραμπούκους της Επταετίας, εγκαταστάθηκαν και δρουν εν ονόματι του Πολυτεχνείου.
Η πρώτη προδοσία του φοιτητικού κινήματος οδήγησε στην δικτατορία του Ιωαννίδη. Η δεύτερη προδοσία έχει συντελεσθεί σταδιακά, ακουσίως ή εκουσίως, από τους αυτο-αποκαλούμενους συνεχιστές του. Οι ανελεύθερες δυνάμεις της κοινωνίας, δεξιόστροφες ή αριστερόστροφες, αλλά με κοινό ανθρωπολογικό υπόβαθρο, κατέστειλαν την φιλελεύθερη δυναμική, χαρακτηριστική του φοιτητικού κινήματος. Η δεύτερη προδοσία οδήγησε στην αποσιώπηση, ακόμη και στην αλλοίωση της Ιστορίας. Η διαδικασία της αμνησίας σκηνοθετήθηκε ως μνήμη. Στέρησε την κοινωνία από την ιστορική εμπειρία και τα διδάγματά της. Στο παρελθόν, εγγύς και απώτερο, η έξωθεν ασφάλεια άφηνε περιθώρια για αδιαφορία και επιπόλαιες θεωρήσεις οι οποίες εξαφάνισαν τις αντιστάσεις. Στο σημερινό ασταθές, εντός και εκτός, περιβάλλον η αμέλεια αυτή θα κοστίσει ακριβά.
Η Ελλάδα έζησε τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες υπό συνθήκες ασφαλείας, πρωτόγνωρες για την ιστορία της. Η περίοδος αυτή έληξε τον Δεκέμβριο του 2008, όταν πυρπολήθηκε το κέντρο της Αθήνας. Ένα χρόνο μετά ακολούθησε η κρίση, η απώλεια της οικονομικής ασφαλείας. Σήμερα, η ρευστότητα του γεω-οικονομικού και γεωπολιτικού περιβάλλοντος επιβάλλει γνώση, ευθυκρισία, επαγρύπνηση και ενότητα- δηλαδή, μια συλλογική προσπάθεια για εθνική ανόρθωση. Στον αγώνα αυτόν συγκαταλέγεται και η μεθοδική αντικειμενική ανάλυση της κρίσιμης περιόδου 1973-1974, η οποία, υπό συνθήκες ελευθερίας λόγου και σκέψης, μπορεί να αναδείξει τις απωθημένες αλήθειες, μπορεί να αναστείλει τους κινδύνους που ελλοχεύουν. Είναι η μόνη αληθής τιμή και αναγνώριση στους αγωνιστές του Πολυτεχνείου.
Πηγή, Εστία