Είναι άραγε ο καλός γιατρός αυτός που γράφει πολλά φάρμακα και ζητάει πολλές διαγνωστικές εξετάσεις; Ποια είναι άραγε σήμερα τα χαρακτηριστικά ενός καλού γιατρού;
Σύμφωνα με την παραδοσιακή αντίληψη της ιπποκρατικής ιατρικής ο ορισμός του «καλού γιατρού» εμπεριέχει έντονα τα ηθικά στοιχεία όπως τα καθόρισε ο Ιπποκράτης, δηλαδή ο ιδανικός γιατρός οφείλει να είναι ανιδιοτελής και φιλάνθρωπος κατά την εξάσκηση των κλινικών του καθηκόντων, να παρέχει τις υπηρεσίες του ισότιμα και δίκαια σε πλούσιους και πτωχούς.
Ο Ιπποκράτης μάλιστα πίστευε ότι μεγίστη προτεραιότητα έχει το ενδιαφέρον για την αποκατάσταση του προβλήματος της υγείας του ασθενή, θεωρούσε δε ότι όσοι γιατροί τηρούν απόλυτα τον ηθικό νόμο προσπαθούν να βελτιώνονται παράλληλα και επιστημονικά, έτσι ώστε να παρέχουν καλύτερες κλινικές υπηρεσίες. Ο Ιπποκράτης δηλαδή-έμμεσα-υποδεικνύει ότι το ήθος και η αριστεία στην επιστήμη συμβαδίζουν. Δεν θεωρεί ότι οι γιατροί πρέπει να μη λαμβάνουν αμοιβή αλλά απαγορεύει ρητά την απαίτηση καθορισμένης αμοιβής πριν από την επίλυση του προβλήματος.
Επίσης στην Ιπποκρατική ηθική τονίζεται ότι ο γιατρός πρέπει αφενός να αποφεύγει τον προκλητικό πλουτισμό αφετέρου να έχει ικανοποιητικές απολαβές οι οποίες θα επιτρέπουν την αξιοπρεπή επιβίωση του, αναφέρεται χαρακτηριστικά στα Ιπποκρατικά συγγράμματα περί ηθικής ότι ο γιατρός πρέπει να κερδίζει τόσα χρήματα όσα θα του επιτρέπουν «να μην υποφέρει, να μην πεινά, να μην διψά».
Τα πράγματα έχουν αρκετά αλλάξει βέβαια σήμερα σε σχέση με τα δεδομένα της ιπποκρατικής εποχής και της ιπποκρατικής ηθικής. Η ιατρική υπερ-εξιδίκευση, η τεράστια εξέλιξη της βιοιατρικής τεχνολογίας μετά τον 19ο αιώνα και η παράλληλη ανάπτυξη πολλών συνδεδεμένων με την ιατρική επαγγελμάτων (πχ νοσηλευτική, βιοιατρική, οικονομικά της υγείας, πολιτική υγείας) περιόρισε αρκετά σήμερα την κυριαρχία (ίσως και την έμμεση εξουσία) που ασκούσε κάποτε η φιγούρα του κλινικού γιατρού. Ακόμη το καταναλωτικό-υλιστικό μοντέλο ζωής σήμερα προάγει πολύ περισσότερο τον πλουτισμό και την κοινωνική άνοδο του γιατρού σε βαθμό πλήρους ανατροπής της ιπποκρατικής ηθικής. Δεν είναι μάλιστα τυχαίος και ο πόλεμος που διεξάγεται πλέον παγκόσμια εναντίον της ιπποκρατικής ηθικής με κύριο στόχο την κατάργηση της ηθικής δέσμευσης που ασκεί ο ιπποκρατικός όρκος.
Σε μια κοινωνία όπου απόλυτος θεός είναι πλέον «το χρήμα» αυτονόητα η κοσμοθεωρία αυτή έχει επιδράσει και στην άσκηση της ιατρικής. Μάλιστα η άποψη που έχει πλέον ο μέσος ασθενής για την αποτελεσματικότητα του γιατρού σχετίζεται με την κοινωνική-οικονομική του εικόνα, ιδιαίτερα στην ελληνική πραγματικότητα. Στην ελληνική πραγματικότητα η επιλογή μάλιστα του θεράποντος γιατρού βασίζεται κυρίως στην κοινωνική του εικόνα πχ αν οδηγεί πολυτελές αυτοκίνητο, αν έχει γραμματέα, σε ποια αστική περιοχή βρίσκεται το ιατρείο του, πόσο ακριβή είναι η τιμή της επίσκεψης του και το σπουδαιότερο βέβαια αν είναι «καθηγητής». Θα μου μείνει αξέχαστη μια παλαιότερη συζήτηση με κάποιον ασθενή ο οποίος μιλούσε για προηγούμενη επίσκεψη του σε κάποιον άλλο συνάδελφο, μου είπε χαρακτηριστικά ότι «δεν πρέπει να ήταν πολύ καλός γιατρός διότι του πήρε μόνον 40 ευρώ!».
Η ηθική του χρηματισμού και του πλουτισμού προάγεται πλέον ξεκάθαρα από μεγάλες κλινικές και νοσοκομεία που επιλέγουν το ιατρικό τους προσωπικό με βάση τον αύξοντα αριθμό των πελατών, καλός γιατρός είναι αυτός που φέρνει πλέον το ζεστό χρήμα. Οι πιστοί λειτουργοί του Ιπποκράτη και της Ιπποκρατικής ηθικής παραμένουν ελάχιστοι και μάλιστα περιθωριοποιούνται από την πλειοψηφία των συναδέλφων τους ως «γραφικές προσωπικότητες».
‘Οσον αφορά το πρώτο ερώτημα, αν δηλαδή ο καλός γιατρός είναι εκείνος που συνταγογραφεί πολλά φάρμακα και διαγνωστικές εξετάσεις, βρήκα αξιόπιστες απαντήσεις σε ένα πρόσφατης έκδοσης βιβλίο με τίτλο «Overdiagnosed-Making People Sick in the Pursuit of Health», των συγγραφέων Dr. Gilbert Welch, Dr. Lisa Schwartz, Dr. Steven Woloshin, editions Beacon, USA. Από τα καλύτερα βιβλία στο είδος αυτό, τοποθετεί τα πράγματα στη θέση τους ενώ βασίζεται σε ουσιαστικά θεμελιωμένα επιστημονικά στοιχεία. Οι πολλές διαγνωστικές εξετάσεις σε ασθενείς χωρίς συμπτώματα δεν ωφελούν συχνά, ενώ για ασήμαντα ευρήματα οδηγούν τους ασθενείς σε αρνητική ψυχολογία και άγχος, ταλαιπωρούν ασθενείς και οικογένειες, οδηγούν σε περισσότερες ιατρικές παρεμβάσεις και συχνά ιατρογενείς επιπλοκές.
Ο φαύλος κύκλος των διαγνωστικών εξετάσεων ενισχύεται από τους ίδιους του γιατρούς, από τους κερδοσκοπικούς μηχανισμούς της φαρμακευτικής βιομηχανίας, από τα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, από την τηλεόραση, το σλόγκαν βασίζεται σε εκστρατείες τρομοκρατίας γύρω από ζητήματα υγείας (τύπου κάνε τώρα τη συγκεκριμένη διαγνωστική εξέταση διαφορετικά έχεις μεγάλες πιθανότητες να πεθάνεις). Τα πολλά διεξοδικά παραδείγματα του συγγραφέα αναφέρονται στην οντότητα της «υπερδιάγνωσης» πχ στον καρκίνο του προστάτη, στον καρκίνο του μαστού, σε προδιαθεσικούς παράγοντες όπως πχ ο διαβήτης, η υπέρταση, η χοληστερόλη, στην διαγνωστική αξία των γενετικών εξετάσεων.
Γίνεται απόλυτα ξεκάθαρο μέσα από το βιβλίο αυτό ότι άλλο είναι η πρόληψη και άλλο πράγμα η διαγνωστική μανία που οδηγεί σε «υπερδιάγνωση» και συχνά βλάπτει αντί να ωφελεί. Η πρόληψη έχει να κάνει με την υιοθέτηση κάποιας υγιεινής συμπεριφοράς εφόρου ζωής και υγεία δεν είναι η μη ανίχνευση ανωμαλιών μέσα από διαγνωστικές εξετάσεις, η υγεία είναι μια κατάσταση ψυχοσωματικής ευεξίας με βάση και την κοσμοθεωρίας ζωής του κάθε ανθρώπου, συχνά οι πολλές εξετάσεις και οι γιατροί δεν χαρίζουν υγεία στον ασθενή αλλά επιπλέον ασθένειες. Ένα βιβλίο που θα πρέπει να διαβάσουν όλοι οι ασκούντες κλινική ιατρική.
* Ο Θανάσης Δρίτσας είναι καρδιολόγος στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, συνθέτης και συγγραφέας.