“Σ’ αυτή τη χώρα τη μικρή
που μοίρα δεν τη μοίρανε
ήρθανε και μ’ αφήσανε
μια παγωμένη αυγή»
Η τιμωρία – Στίχοι Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Η Ξάνθη, γενέτειρα του Μάνου Χατζηδάκι, στεγάζει τα τρυφερά του χρόνια, 1925-1932, καθώς και τον πρωτόφαντο έρωτά του για τη μουσική, ο οποίος εκδηλώνεται σε μαθήματα πιάνου, βιολιού και ακορντεόν. Μετά τον χωρισμό των γονιών του, γεγονός που τον χάραξε ανεξίτηλα, μετακομίζει με τη μητέρα του και την αδελφή του, στην Αθήνα. O θάνατος του πατέρα του σε συνδυασμό με την οικονομική λαίλαπα της εποχής υποχρεώνουν τον έφηβο Μάνο να διαγράψει τις ανέσεις της αστικής του ζωής και να εργαστεί ως φορτοεκφορτωτής ή παγοπώλης προκειμένου να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Ως παιδί της Κατοχής βίωσε την πορνογραφία του τρομαχτικού και τη δολοφονία της αθωότητας κι ίσως τότε να ορκίστηκε στον «παράδεισο». Σ’ αυτόν που, ο ίδιος, έπλασε με νότες.
«Είμαι ένα γέννημα δύο ανθρώπων που καθώς γνωρίζω δεν συνεργάστηκαν ποτέ, εκτός απ’ την στιγμή που αποφάσισαν την κατασκευή μου. Γι’ αυτό και περιέχω μέσα μου χιλιάδες αντιθέσεις κι όλες τις δυσκολίες του Θεού. Όμως η αστική μου συνείδηση, μαζί με τη θητεία μου την λεγόμενη «ευρωπαϊκή», φέραν ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα.»
Παρά τις χιλιάδες δυσκολίες κι αντιθέσεις συνεχίζει τις μουσικές του σπουδές στην ανώτερη θεωρία, φοιτά στη Φιλοσοφική Αθηνών κι έρχεται σε επαφή με διανοούμενους και καλλιτέχνες της εποχής όπως ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Τσαρούχης, ο Νίκος Γκάτσος. Ο τελευταίος θα γίνει ο μέγας δάσκαλός του και ο δια βίου φίλος του. Ως συνθέτης θα εμφανιστεί για πρώτη φορά στα ελληνικά μουσικά δρώμενα, το 1944, με τη συμμετοχή του στο θεατρικό έργο του Αλέξη Σολωμού, «Ο τελευταίος ασπροκόρακας», απαρχή της δεκαπενταετούς συνεργασίας του με το Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν. Ιδρυτικό στέλεχος και καλλιτεχνικός διευθυντής του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου, το 1950. Εννέα χρόνια μετά, έχοντας διανύσει μια σημαντική πορεία μουσικών συνθέσεων για τον κινηματογράφο και το θέατρο, θα τιμηθεί με το μουσικό βραβείο του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης στην ταινία «Ποτάμι».
«Ηθοποιός σημαίνει φως.
Είναι καημός πολύ πικρός
και στεναγμός πολύ μικρός.
Μίλησε, κλαις;
Όχι δε λες.
Μήπως πεινάς;
Και τι να φας!
Όλο γυρνάς,πες μου πού πας;
Σ’ αναζητώ στο χώρο αυτό,
γιατί είμ’ εγώ πολύ μικρός
και θλιβερός ηθοποιός.
Θα παίξεις μια, θα παίξω δυο.
Θα κλάψεις μια, θα κλάψω δυο.»
Ο ηθοποιός – Στίχοι Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Ο θρίαμβος θα έρθει, το 1960, με την απονομή του βραβείου Όσκαρ στο τραγούδι του «Τα παιδιά του Πειραιά», από την ταινία του Ζυλ Ντασέν «Ποτέ την Κυριακή». Δυο χρόνια αργότερα θα συνθέσει τα τραγούδια της παράστασης – ορόσημο στα θεατρικά δρώμενα, «Οδός Ονείρων», σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού. Το 1963, ιδρύει και διευθύνει την «Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών» και στη συνέχεια ταξιδεύει στην Αμερική για την παράσταση του διασκευασμένου έργου του, «Ilya darling». Εκεί συνθέτει και ηχογραφεί το πασίγνωστο, «Χαμόγελο της Τζοκόντα». Εκεί τον βρίσκει και η δικτατορία την οποία θα καταγγείλει με τη δημοσίευση επιστολής: « Η απόφασή μου είναι να μην ξαναπατήσω στην Ελλάδα όσο θα υπάρχουν αυτοί οι αλήτες που κυβερνάνε σήμερα. Κάθε μέρα αποκαλύπτεται μια πιο εφιαλτική πραγματικότητα, που οι “κύριοι” αυτοί ανεξέλεγκτα επιβάλλουν. Οι δίκες, οι ποινές που επιβάλλουν, τα γεγονότα της Κύπρου, η βαθιά ανηθικότητά τους, μ’ έχουν κάμει βαθιά απελπισμένο για το παρόν και το μέλλον της χώρας μας. Θα ησυχάσω μόνο σαν τους δω κρεμασμένους στο Σύνταγμα, τους σημερινούς παράγοντες και κυβερνήτες.»
«Τα πρώτα νέα κυκλοφορούν στις έκτακτες εκδόσεις.
Ο κυβερνήτης κυβερνά τους αστυνόμους.
Η αναρχία κυβερνά τον κυβερνήτη.
Ζήτω το έθνος, η πατρίδα και το σπίτι.
Αλαλαγμός.
Ο πληθυσμός είναι νεκρός.
Έγινε…
Ο τελικός συμβιβασμός.»
Ο τελικός συμβιβασμός α΄- Στίχοι Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Επιστρέφοντας στην Αθήνα, το 1972, ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο «Πολύτροπο», συμβάλλοντας καθοριστικά στον εξορκισμό της σκληρής σιωπής που επέβαλλε η χούντα. Σ’ αυτό το διάστημα ηχογραφεί τον «Μεγάλο Ερωτικό».
«Δεν είναι το τραγούδι μου απλοϊκό κι ευχάριστο σαν το τενεκεδένιο σήμα μιας πολιτικής παράταξης ή ενός αθλητικού συλλόγου. Δεν κολακεύει τις συνήθειές σας ούτε και διασκεδάζει την αμηχανία σας, την οικογενειακή σας πλήξη ή την ερωτική σας ανεπάρκεια. Δεν είναι το τραγούδι μου μονόφωνη αρτηρία ούτε μια πολυφωνική και λαϊκή υστερία. Είναι μια μυστική πηγή, μια στάση πρέπουσα και ηθική απέναντι στα ψεύδη του καιρού μας, ένα παιχνίδι ευφάνταστο μ’ απρόβλεπτους κανόνες, μια μελωδία απρόσμενη που γίνεται δική σας, δεμένη αδιάσπαστα με άφθαρτες λέξεις ποιητικές και ξαναγεννημένες», θα πει σε συνέντευξή του.
Την περίοδο 1975-1985, διευθύνει τον ραδιοφωνικό σταθμό «Τρίτο Πρόγραμμα» κι αναλαμβάνει καθήκοντα Γενικού Αναπληρωτή Διευθυντή Λυρικής Σκηνής και Διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας. Καθιερώνει τις «Μουσικές Γιορτές» στην Κρήτη και τους «Μουσικούς Αγώνες» στην Κέρκυρα. Συμμετέχει στην έκδοση του πολιστικού περιοδικού «Το Τέταρτο». Το 1989, ιδρύει την «Ορχήστρα των Χρωμάτων» την οποία και διευθύνει μέχρι και το 1994, όπου και αναχώρησε για τη γειτονιά των αγγέλων.
«Κι ο τελικός συμβιβασμός.
Ο πληθυσμός είναι νεκρός
κι ούτε ψωμί ούτε νερό,
οι νέοι τρέφονται με σκόνη.
Ο τελικός συμβιβασμός.
Στην πολιτεία κατοικούν οι δολοφόνοι,
ο πληθυσμός είναι νεκρός.
Έγινε ο τελικός συμβιβασμός.»
Ο τελικός συμβιβασμός β΄- Στίχοι Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Διανοούμενος, καλλιτέχνης λαϊκός και όχι λαϊκίζων, αναγνωρίζει την αξία του μουσικού χθες στη «Διάλεξη για το ρεμπέτικο τραγούδι», η οποία προξένησε σάλο, το 1949: «Δεν νομίζω, πως ο σνομπισμός αυτός γύρω από το ρεμπέτικο τραγούδι είναι δυνατό να μας σταθεί εμπόδιο, για να κοιτάξουμε προσεκτικά την αξία του και ν΄αγαπήσουμε την αλήθεια και τη δύναμη που περιέχει. Η εποχή μας δεν είναι ούτε ηρωική ούτε επική και το τελείωμα του Δεύτερου παγκοσμίου πολέμου άφησε σχεδόν όλα τα προβλήματα άλυτα και μετέωρα. Σκεφθείτε τώρα κάτω απ΄ αυτές τις αδυσώπητες συνθήκες την παρθενική ψυχικότητα του λαού μας – παρθενική, γιατί τα εκατό χρόνια μόνον ελεύθερης ζωής δεν ήσαν ικανά ούτε να την ωριμάσουν ούτε και ν΄ αφήσουν περιθώριο για να ριζωθούν τα τελευταία ευρωπαϊκά ρεύματα. Η ζωτικότητα καίγεται, η ψυχικότητα αρρωσταίνει, η ωραιότητα παραμένει.»
Ο Μάνος Χατζιδάκις, κορυφαίος μελωδός, κατέκτησε επάξια τη διεθνή σκηνή προσφέροντάς της ένα μουσικό διηνεκές που είναι καμωμένο από ρυθμούς τόσο τρυφερούς κι αβάσταχτους όσο τα όνειρα που όλοι κατοικούμε. Το έργο του, ένας ουρανός από νότες – διάχυτος από τη μελαγχολία της ευτυχίας, καταυγάζει στον Κεμάλ, τον κάθε Κεμάλ, ανυψώνοντας σε μια γωνιά γεμάτη αστέρια όλους αυτούς που όταν δεν ονειρεύονται, τραγουδούν.
*Η Χριστίνα Κόλλια είναι συγγραφέας, ποιήτρια, εμψυχώτρια εργαστηρίων δημιουργικής γραφής