«Έλα να σε πάω στο τραύμα της Ελλάδας. Αυτό που συνέβη στη χώρα ήταν καταστροφικό. Οι πολιτικοί μας, η Ευρώπη, το ΔΝΤ, όλοι τους σταμάτησαν τα όνειρά μας». Τα λόγια αυτά έρχονται από τον Αντώνη, έναν Ελληνα που μιλά στη δημοσιογράφο του του Guardian Έλενα Σμιθ.
Ο Αντώνης είναι ένας φωτογράφος που ψάχνει πάντα τη λοξή ματιά της καθημερινότητας. Την οδηγεί σε έναν απόμερο δρόμο όπου χτυπάει μια άλλη καρδιά. Άνδρες και γυναίκες ψάχνουν σε σκουπίδια, τα πεζοδρόμια είναι σπασμένα, τα σπίτια εγκαταλελειμμένα, τα μαγαζιά είτε κλειστά, είτε λεηλατημένα, οι γύρω τοίχοι είναι καλυμμένοι από ένα παχύ στρώμα γκράφιτι. «Είναι η απώλεια της ελπίδας» της κατατείνει, «το βλέπω κάθε μέρα. Είναι ένα τραύμα που δεν γιατρεύεται. Να το γράψεις όπως σου το λέω ”εγώ ο Αντώνης μισώ αυτή τη χώρα. Μισώ τα πάντα σε αυτήν”». Η Έλενα Σμιθ το καταγράφει νεύοντας αόριστα.
Η οργή αυτού του 43χρονου άνδρα είναι πέραν των λέξεων, είναι ταυτισμένη με τη μοίρα. Την ίδια που όρισε τις ζωές 1,3 εκατομμυρίων Ελλήνων που ζουν κάτω από άσχημες συνθήκες λόγω της οικονομικής διάλυσης. Ο Αντώνης το 2010 δούλευε σε ένα φωτογραφικό στούντιο που δεν άντεξε την κρίση και έκλεισε.
Μέσα σε ένα βράδυ βρέθηκε από το ένα κατώφλι στο άλλο: από την αγορά εργασίας στην ανεργία. Έγινε άλλος ένας αριθμός στη γκρίζα στατιστική των ανέργων που ανέβαινε με γεωμετρική πρόοδο. Κάπου εκεί μπαίνει στην κουβέντα ένας ταξιτζής που λέει στη δημοσιογράφο: «Μόνο όποιος είναι πλούσιος ή βλάκας κάνει πλέον παιδιά στην Ελλάδα. Εγώ ήθελα ένα δεύτερο παιδί, αλλά βλέπεις η κατάσταση μου το αρνήθηκε…».
Για τους Έλληνες, λέει η Έλενα Σμιθ, τα πάντα ήρθαν με έναν απρόοπτο τρόπο. Το 2009, οπότε και ξέσπασε η κρίση. Μέχρι τότε ήταν δραπέτες μέσα σε ένα τρένο. Ζούσαν μια ευχάριστη ζωή και το τρένο κάποιες αύξανε την ταχύτητά του, άλλες φορές επιβράδυνε, αλλά ποτέ δεν υπήρχε κίνδυνος να σταματήσει. Τώρα προετοιμάζονται για εκλογές που ενδέχεται να ξεκαθαρίσουν πολλά πράγματα στην Ευρώπη, ενώ το τρένο τους είναι πλήρως ορατό και βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή. Όποια διαδρομή και αν επιλέξουν θα έχει μια ηχηρή επίδραση στην ικανότητα της Αθήνας να μείνει στην Ευρωζώνη. Για τον Αντώνη Σαμαρά, σημειώνει, υπάρχει μόνο ένας δρόμος: να κάνει ό,τι του λένε οι πιστωτές, να παραμείνει στο ευρώ και να επιβεβαιώσει πως η Ελλάδα δεν πρόκειται να γίνει κομμουνιστικό κράτος υπό τον ΣΥΡΙΖΑ.
Για τον Αλέξη Τσίπρα του οποίου οι ευχάριστες υποσχέσεις έδωσαν ώθηση στον ΣΥΡΙΖΑ, η ελπίδα εδράζεται όταν αψηφάς. Το σύνθημα είναι ότι δεν έρχεται, αλλά ότι έχει έρθει. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ο εξωτικός συγκερασμός Τροτσκιστών, Μαοϊκών, Πράσινων, Μαρξιστών και Σοσιαλιστών βρίσκεται αρκετά μπροστά. Η λογική της αντι-λιτότητας του Τσίπρα που κάνει λόγο για διαγραφή χρέους είναι σαν ένα διάλειμμα από το παρελθόν, αλλά λίγοι είναι αυτοί που ποντάρουν τι θα σημαίνει για το μέλλον.
Όπως σημειώνεται στο ρεπορτάζ υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν χρήματα ούτε καν να κηδεύσουν με αξιοπρεπή τρόπο τους οικείους τους. Μπορεί οι πλούσιοι να έμειναν ατιμώρητοι και να συνεχίσουν να ζουν στα πράσινα προάστια της Βόρειας Αθήνας, ωστόσο η συντριπτική πλειοψηφία διεξάγει έναν πόλεμο φθοράς. Η μεσαία τάξη έχει αποδεκατιστεί από τις περικοπές και τους φόρους που επιβλήθηκαν από τους δανειστές. Η ραχοκοκαλιά της ελληνικής κοινωνίας που είναι η οικογένεια προσπαθεί να κρατηθεί εν ζωή, το κράτος πρόνοιας απουσιάζει, ολοένα και περισσότερες φιλανθρωπικές οργανώσεις κάνουν την εμφάνισή τους για να καλύψουν τα κενά, σε αρκετούς δρόμους εμφανίζονται ουρές για συσσίτια και κινητές μονάδες υγείας καθώς περισσότερο από ένα εκατομμύριο άνθρωποι είναι ανασφάλιστοι.
Ο Κώστας Φούντας που διατηρεί γραφείο κηδειών λέει: «Κι όμως, υπάρχουν άνθρωποι που πλέον δεν μπορούν να αντέξουν ούτε καν τα έξοδα μιας κηδείας. Είχα πρόσφατα ένα δικηγόρο που πλήγηκε από την κρίση και όταν πέθανε η μητέρα του δεν έχει να πληρώσει τα 300 ευρώ για τα δημοτικά τέλη. Από τις 15 κηδείες κάθε μήνα, οι εννιά αφήνουν χρέος στο γραφείο».
Χωρίς ταυτότητα
Υπάρχουν άνθρωποι που καταφεύγουν σε βοήθεια κουβαλώντας ένα στίγμα. Ίσως γι’ αυτό δεν θέλουν να δώσουν κανένα στοιχείο που να πιστοποιεί την ταυτότητά τους. Το δράμα είναι αυτή ακριβώς η ταπείνωση. Ο χρυσοχόος Δημήτρης Καλατζής σπάει το ταμπού και μιλάει: «Αν συνεχίσουμε έτσι στο τέλος θα τρελαθούμε. Όλοι είναι εξαντλημένοι, δεν γίνεται να πληρωθούν άλλοι φόροι. Ξέχνα και τι λέει ο ΣΥΡΙΖΑ. Κανένας δεν πιστεύει τις υποσχέσεις του για δουλειές και μείωση φόρων, όμως πρέπει να ηρεμήσουμε. Ακόμα και αν αυτό σημαίνει πως πρέπει να παίξουμε με τις πιθανότητες. Ακόμα και αν αυτό σημαίνει πως θα καταλήξουμε στη δραχμή».
Η Έλενα Σμιθ σημειώνει πως ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε ο υποδοχέας αυτής της οργής, καθώς σχηματοποίησε μια αντίδραση στα παραδοσιακά κόμματα που τα τελευταία 40 χρόνια κυβερνούσαν την Ελλάδα και τελικά τη γονάτισαν. Φυσικά η αίσθηση της ελπίδας ακόμη παραμένει απατηλή. Η Φωτεινή Τσαλικογλου, καθηγήτρια του Πάντειου και συγγραφέας λέει, «Ο Τσίπρας προσφέρει την ελπίδα της ελπίδας. Για πέντε χρόνια η Ελλάδα ήταν σαν τον ασθενή που αιμορραγούσε σιγά σιγά. Υπάρχει τόση απώλεια ελπίδας και κανείς δεν μπορεί να ζήσει χωρίς ελπίδα».
Η Χρυσή Αυγή
Η Τσαλίκογλου ανησυχεί και για την αυξανόμενη τάση των Ελλήνων προς ακραία συναισθήματα όπως η βία και η έχθρα. Ο ένας στρέφεται εναντίον του άλλου. Οι πολιτικοί δαιμονοποιούν και πολώνουν, οι άνθρωποι μετέχουν σε αυτό το παιχνίδι πηγαίνοντας στα άκρα, ενώ την ίδια στιγμή άνθρωποι οδηγούνται στην αυτοκτονία.
«Οι ειδήσεις έχουν αποδραματοποιήσει τα γεγονότα και αυτό είναι κακό. Ο φόβος μου είναι να μην προδώσει ο ΣΥΡΙΖΑ την ελπίδα. Ανησυχώ για τη βία και το μίσος που γαλουχεί τα νέα παιδιά και τα ωθεί στη Χρυσή Αυγή», σημειώνει.
Ακολουθεί ένα κλασικό παράδειγμα: ο Μάριος Χρονόπουλος είναι συνταξιούχος που διαμαρτύρεται ότι δεν έχει θέρμανση στο σπίτι του και παραδέχεται: «Φυσικά και θα ψηφίσω Χρυσή Αυγή. Είμαι βέβαιος πως με αυτούς θα δούμε άσπρη μέρα. Ξυπνάς και δεν ξέρεις τι θα σου φέρει η υπόλοιπη ημέρα. Ίσως ένα νέο φόρο, ένα νέο νομοσχέδιο, ένα νέο μέτρο που θα αδειάσει το πορτοφόλι σου. Όλο το σόι μου, 135 άτομα, θα ψηφίζει Χρυσή Αυγή».
Τα πάντα έχουν αλλάξει στην Ελλάδα, σημειώνει η δημοσιογράφος και ουδείς επιθυμεί να επιστρέψει στην πρότερη κατάσταση της φαυλότητας και της αναξιοκρατίας. Αν έχει διδάξει κάτι η κρίση, με το καλό και το κακό, είναι ότι η χώρα πρέπει να προχωρήσει και να αντισταθεί.
Ο Αντώνης συνεχίζει να τη συνοδεύει και της λέει: «Φταίω κι εγώ που βγήκαν διεφθαρμένοι πολιτικοί. Παίρνω τη δημοκρατία πολύ σοβαρά». Θα ψηφίσει κι αυτή τη φορά, αλλά στο πίσω μέρος του μυαλού του υπάρχουν σχέδια να φύγει με την οικογένειά του για τη Νέα Ζηλανδία. Όπως έκαναν πολλοί άλλοι Έλληνες που έφυγαν για αλλού. Για εκεί που υπάρχει ακόμη ελπίδα…
Ημερησία