Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές, Οι δύστυχες πουτάνες της ζωής μου
Γράφει η Λίζα Διονυσιάδου στο Περί Ου
Με τον Μαρκές, λίγο πολύ, όλοι έχουμε κάποια γνωριμία. Θεωρείται ένας από τους βασικούς εκπρόσωπους του μαγικού ρεαλισμού. Αποτύπωσε με μοναδικό τρόπο την ομορφιά αλλά και την τραγωδία της Λατινικής Αμερικής και τιμήθηκε για το έργο του με διάφορα βραβεία και το Νόμπελ λογοτεχνίας το1982.
Συνήθως, πριν ξεκινήσεις την ανάγνωση ενός βιβλίου, ρίχνεις μια ματιά στο οπισθόφυλλο. Αυτή τη φορά όμως, το κείμενο του οπισθόφυλλου, αν δεν προσπαθήσεις να κατανοήσεις το μήνυμά του, μπορεί να σε παραπλανήσει. Ακόμη και να σε αποτρέψει από την ανάγνωση. Διαβάζεις για κάποιον ενενηντάχρονο που συναντά μια έφηβη παρθένα, κατόπιν παραγγελίας σε οίκο ανοχής. Δεν είναι δύσκολο να φανταστείς μια συνέχεια, παρεξηγώντας την πρόθεση του συγγραφέα και να αισθανθείς αποστροφή για τον “πορνόγερο”.
Εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με κάτι εντελώς διαφορετικό. Με έναν βαθύ και παράφορο έρωτα. Αυτόν τον έρωτα, που ο ήρωας του βιβλίου, στερήθηκε σε όλη του τη ζωή. Όλη η ιστορία είναι μια αντιδιαστολή ανάμεσα στο σαρκικό σεξ και τον πραγματικό έρωτα.
Υπάρχουν άνδρες που, ενώ, υποτίθεται υπήρξαν μεγάλοι εραστές, δεν γνώρισαν τον πραγματικό έρωτα σε όλη τους τη ζωή. Ο Μαρκές εδώ, αναφέρεται σε έναν τέτοιο άνδρα, που λίγο πριν το τέλος, συνειδητοποιεί τι έχασε.
Συχνά, σχολιάζουμε πως ο έρωτας είναι κάτι εφήμερο, σε αντιδιαστολή με την αγάπη που μπορεί να είναι παντοτινή. Φράσεις χιλιοειπωμένες, με διάφορους τρόπους μας οδηγούν στο συμπέρασμα : ο έρωτας περνάει γρήγορα, η αγάπη είναι παντοτινή. Η ερωτική συγκίνηση όμως είναι κάτι πολύ δυνατό και δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι όλοι μπορούν να την νιώσουν. Εδώ, η αντιδιαστολή σημειώνεται ανάμεσα στον σαρκικό και τον ψυχικό έρωτα Η σχέση ανάμεσα στον έρωτα και το σεξ είναι περίπλοκη. Πολύ εύκολα μπερδεύεται η ανάγκη για σαρκική επαφή και σωματική ικανοποίηση με τον έρωτα. Μόνο τότε όμως μπορούμε να μιλάμε για ολόκληρη ευτυχία, όταν το σεξ είναι αποτέλεσμα του έρωτα. Στην προκειμένη περίπτωση, ο ήρωας είναι πολύ γέρος για να μπορέσει να ονειρεύεται το σεξ. Μπορεί όμως, με όλες του τις αισθήσεις να αισθανθεί τον έρωτα. Την ευτυχία και την δυστυχία που αυτός προκαλεί. Να δονηθεί από συγκίνηση που κανένα σεξ δεν μπορεί να προσφέρει.
H νουβέλα αυτή, πέρα από το ότι πρόκειται για αριστούργημα της αφηγηματικής τέχνης, είναι μια μαρτυρία για την θλίψη ενός γέρου ανθρώπου που στον απολογισμό της ζωής του, αντιλαμβάνεται ότι δεν γνώρισε τον έρωτα, παρα μόνο το σαρκικό σεξ. Αυτή η διαπίστωση είναι σαν την παραδοχή μιας αναπηρίας. Δεν υπάρχει ευτυχία στο απογυμνωμένο από έρωτα σεξ. Υπάρχει μόνο απόλαυση της σάρκας. Η ζωή θριαμβεύει μόνο μέσα από τον έρωτα. Μόνο τότε ολοκληρώνεται η ανθρώπινη υπόσταση.
Εξετάζοντας από αυτή την οπτική την ιστορία του Μαρκές θεωρώ «Τις δύστυχες πουτάνες της ζωής μου», ένα ύμνο στον έρωτα. Ο δε χαρακτηρισμός «δύστυχες» που δίνει στις πουτάνες, δεν είναι επίσης καθόλου τυχαίος. Η δυστυχία αυτών των γυναικών μεταφέρεται στον γερασμένο άνδρα, όταν τις ανακαλεί στην μνήμη του και τον αδράχνει ολόκληρο.
Τέλος, το αριστοτεχνικό εύρημα της ωραίας κοιμωμένης, που αναστατώνει ερωτικά τον ήρωα, (κάτι που έχει ξανασυναντηθεί στην λογοτεχνία, σ’ «Το σπίτι των κοιμισμένων κοριτσιών», του Γιασουνάρι Καβαμπάτα»), αποτελεί επίσης τον ιδανικό τρόπο για να εκφράσει ο Μαρκές την ανασφάλεια και την δυστυχία του αρσενικού, μπροστά στο θαύμα της αλήθειας του έρωτα που θα του χαρίσει την ολοκληρωτική ευτυχία.