Ο ίδιος ο Saville έλεγε πως ο συμφοιτητής του Malcolm Garett είχε ένα αντίγραφο του βιβλίου «Pionneers of Μodern Τypography» του Herbert Spencer και πως το κεφάλαιο «New Typography» του Tschichold ήταν «cool και πειθαρχημένο» και του κέντρισε το ενδιαφέρον. Πίστευε ότι αυτό το στυλ ταίριαζε με το New Wave που ήταν η εξέλιξη του punk. Χαρακτηριστικό της δουλειάς του Saville εκείνη την εποχή ήταν πως έπαιρνε το δείγμα της Τέχνης μιας εποχής και το κολλούσε σε ένα τελείως διαφορετικό context. Μετά τη μετακόμιση του στο Λονδίνο του 1979 σχεδίασε τα εξώφυλλα από τις πιο σημαντικές μπάντες (αλλά και καλλιτέχνες) της εποχής του: Roxy Music, Duran-Duran, Wham!, Peter Gabriel ήταν μερικοί από τους καλλιτέχνες με τους οποίους συνεργάστηκε. Αργότερα, στις αρχές των 90’s μετακόμισε στο Λος Άντζελες, ως σταρ πλέον του graphic design. Δούλεψε επίσης, για πολύ σημαντικά fashion brands από Christian Dior μέχρι Cacharel ενώ μερικά χρόνια αργότερα, το 2010, σχεδίασε τις φανέλες της εθνικής Αγγλίας. Ο Saville είχε γίνει και παραμένει, πρεσβευτής του βρεταννικού graphic design.
Θανάσης Διαμαντόπουλος HOMME – O Peter Saville δεν είναι μόνο υπεύθυνος για την αισθητική της Factory Records, μίας από τις πιο σημαντικές δισκογραφικές εταιρείες της Βρετανίας. Eίναι πλέον από τους πιο σημαντικούς graphic designers του κόσμου. Μέσα από τη δουλειά του, ο Peter Saville,απέδωσε τιμή στη γενέτειρα του, το Mάντσεστερ. Εκεί σπούδασε γραφικές τέχνες και γνώρισε τον Tony Wilson, δημοσιογράφο και τηλεοπτικό παρουσιαστή. Αυτός τον έβαλε να σχεδιάσει τα εξώφυλλα των συγκροτημάτων της Factory records. Εκεί, ο Saville έγινε συνέταιρος με τους Wilson, τον Martin Hannett, Rob Gretton και Alan Erasmus. Μία από τις βασικότερες επιρροές του Saville ήταν ο Ελβετός τυπογράφος, σχεδιαστής βιβλίων και υπέρμαχος της «νέας τυπογραφίας», Jan Tschichold.