Εχουν μείνει μόνο οκτώ ημέρες μέχρι να ανοίξουν οι κάλπες και η φετινή κουτσουρεμένη προεκλογική περίοδος πλησιάζει στο τέλος της χωρίς να έχει ούτε στο ελάχιστο το φολκλόρ που έζησαν προηγούμενες γενιές ψηφοφόρων.
Αν ένας σημερινός εικοσιπεντάρης ταξιδέψει με μια μηχανή του χρόνου στο -όχι και τόσο μακρινό- παρελθόν, αρκεί να φτάσει μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990, θα μείνει με ανοιχτό το στόμα βλέποντας τα προεκλογικά ήθη και έθιμα της εποχής.
Την εποχή εκείνη, στην οποία κανένας δεν ήξερε τι είναι το Internet και τα social media αποτελούσαν έννοια της πιο προχωρημένης επιστημονικής φαντασίας, η προεκλογική συμπεριφορά των ψηφοφόρων ήταν εντελώς διαφορετική. Σήμερα μπορούμε να την αποκαλέσουμε «κιτς» χωρίς κανένα δισταγμό αλλά τότε η υπερβολή ήταν όχι μόνο αναμενόμενη αλλά και επιθυμητή.
Με βασική ευθύνη κυρίως του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, κάθε προεκλογική περίοδος ήταν θορυβώδης, ακαλαίσθητη και επιβαρυντική για το περιβάλλον, με τα κόμματα και τους υποψηφίους να ανταγωνίζονται για το ποιος θα κατασκευάσει το πιο φαραωνικό εκλογικό κέντρο, ποιανού τα μεγάφωνα θα ακούγονται δυνατότερα και φυσικά ποιος θα δώσει περισσότερες αφίσες και πλαστικές σημαίες στους οπαδούς του.
Η ρίζα του κακού εντοπιζόταν στα εκλογικά κέντρα των κομμάτων και των υποψηφίων βουλευτών, τα οποία ήταν συχνά μνημεία μεγαλομανίας. Ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα, πολυώροφα κτίρια και προσωρινές κυκλώπειες κατασκευές ντύνονταν από πάνω έως κάτω με τα χρώματα του κόμματος και άνοιγαν τις πόρτες τους στους ψηφοφόρους.
Τα εκλογικά κέντρα και περίπτερα, ακόμα και τα περιφερειακά, δεν ήταν μόνο χώροι πολιτικών συζητήσεων αλλά και διάθεσης κάθε είδους προεκλογικού υλικού, από αυτοκόλλητα έως γιγάντιες αφίσες. Ο νέος πολίτης του σήμερα με τις οικολογικές ευαισθησίες θα έφριττε από την αλόγιστη σπατάλη τόνων χαρτιού, το περισσότερο από το οποίο κατέληγε μετά τις εκλογές στη χωματερή.
Οσο δε πλησίαζαν οι μέρες μέχρι τις εκλογές τα εκλογικά κέντρα μετατρέπονταν σε κέντρα διασκέδασης, με τους οπαδούς των κομμάτων να στήνουν τσιμπούσια και να χορεύουν στα πεζοδρόμια έως το πρωί.
Στις προεκλογικές περιόδους του παρελθόντος ο κόσμος μάθαινε θέλοντας και μη τι ψηφίζουν οι γείτονες αφού η διακόσμηση του αυτοκινήτου έδειχνε ξεκάθαρα τις προτιμήσεις τους.
Ολο αυτό το προεκλογικό καρναβάλι άρχισε να εγκαταλείπεται στις αρχές της χιλιετίας. Τα κόμματα κατάλαβαν έστω και καθυστερημένα ότι η αλόγιστη σπατάλη πόρων προκαλεί μόνο αρνητικά σχόλια ενώ μεγάλο ποσοστό της καμπάνιας μπορεί να γίνει φθηνότερα και αποδοτικότερα στο Διαδίκτυο και στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Το γεγονός ότι, λίγες μέρες πριν από τις εκλογές, τα κόμματα δεν βιάζονταν καθόλου να στήσουν τα κεντρικά τους περίπτερα, το αποδεικνύει περίτρανα.
Χοροί, τραγούδια και βόλτες με το ΙΧ
Η μεγάλη στιγμή για τον ψηφοφόρο που έτρεξε στις τοπικές οργανώσεις και κούνησε σημαίες σε όλες τις μεγάλες συγκεντρώσεις ήταν η βραδιά της εκλογικής νίκης. Εκείνη τη νύχτα κάθε γειτονιά και κεντρικός δρόμος των πόλεων ανήκε στους νικητές. Δεν ήταν μόνο οι χοροί και τα τραγούδια στα εκλογικά κέντρα.
Οπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα όταν μια ομάδα κερδίζει έναν ευρωπαϊκό τίτλο, έτσι και τότε οι οπαδοί των κομμάτων θεωρούσαν υποχρέωση να οδηγήσουν μέχρι την Ομόνοια και το Σύνταγμα για να πανηγυρίσουν, προκαλώντας κυκλοφοριακά εμφράγματα σε όλη την πόλη.
Οι εκλογικές νίκες του Ανδρέα Παπανδρέου δεν προκαλούσαν κυκλοφοριακή ασφυξία μόνο στο κέντρο αλλά και στα, συνήθως, ήσυχα βόρεια προάστια. Οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ ήταν διατεθειμένοι να μείνουν κολλημένοι στην κίνηση για ώρες προκειμένου να φτάσουν μέχρι το Καστρί και, αργότερα, την Εκάλη για να τον δουν να τους χαιρετάει από το μπαλκόνι του σπιτιού του.
Η ούρα εκείνες τις νύχτες ήταν τεράστια και έφτανε μέχρι τον Τροχονόμο στην Κηφισιά.
Οσο για τους χαμένους; Η απογοήτευσή τους ήταν μεγάλη. Με την οριστικοποίηση της ήττας κλείνονταν στα εκλογικά κέντρα της γειτονιάς τους και προσπαθούσαν να καταλάβουν τι έφταιξε. Το χειρότερο ήταν ότι έβλεπαν χιλιάδες «αντιπάλους» να περνούν απ’ έξω κορνάροντας και τραγουδώντας.
Στέλιος Βογιατζάκης