Οι εμβληματικές κάψουλες του φράγματος στον Τάμεση και οι περιοχές του Λονδίνου που “κινδυνεύουν”
Ο κατάλογος των περιοχών του Λονδίνου που βρίσκονται “σε κίνδυνο” εξαιτίας του ενδεχομένου να ανέβουν τα νερά του Τάμεση και να προκληθεί σοβαρό πρόβλημα στις όχθες περιλαμβάνει το Κοινοβούλιο, το Canary Wharf, 86 σιδηροδρομικούς σταθμούς και σταθμούς του μετρό, 16 νοσοκομεία και πάνω από μισό εκατομμύριο σπίτια. Και οι εμβληματικές ασημένιες κάψουλες του περίφημου φράγματος του ποταμού δεν μπορούν να κρατήσουν την άνοδο της παλίρροιας για πάντα μακριά.
Όταν οι Ρωμαίοι έχτισαν το Λονδίνο γύρω στο 50 μ.Χ., επέλεξαν ένα καλό μέρος για να ξεκινήσουν. Η γη στη βόρεια πλευρά του ποταμού, που αργότερα έγινε γνωστός ως Τάμεσης, είχε κλίση προς τα πάνω. Η απειλή των πλημμυρών φαίνεται ότι δεν είχε χαθεί από τους “αυτοκρατορικούς τυχοδιώκτες”, τους οποίους μια μέρα ο Μπόρις Τζόνσον αποκάλεσε “ένα μάτσο πιεστικούς Ιταλούς”.
Σήμερα, η περιοχή όπου είναι κτισμένο το City του Λονδίνου δεν θα πλημμύριζε αν υποθέσουμε ότι υπερχείλιζε ο ποταμός και αλλοιώνονταν οι όχθες του. ‘Ομως πολλά άλλα σημεία της πρωτεύουσας κοντά στην υδάτινη σπονδυλική στήλη της θα πλήττονταν και μάλιστα άσχημα.
Ο κατάλογος “σε κίνδυνο” της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος περιλαμβάνει τα οικοδομήματα του Κοινοβουλίου, το Whitehall, το City Hall, το Canary Wharf, το Αβαείο του Westminster, τον Πύργο του Λονδίνου, τους Κήπους Kew, την O2 Arena, 51 σιδηροδρομικούς σταθμούς, 35 σταθμούς του μετρό, οκτώ σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, περισσότερους από 1.000 υποσταθμούς ηλεκτρικής ενέργειας, 400 σχολεία, 16 νοσοκομεία και πάνω από μισό εκατομμύριο από τα περίπου 3,3 εκατομμύρια σπίτια του ευρύτερου Λονδίνου – για να μην αναφέρουμε το 1,5 εκατομμύριο των κατοίκων του. Μεγάλες περιοχές του Southwark, του Lambeth, του Tower Hamlets, του Hammersmith, του Fulham, του Wandsworth, του Barking, του Dagenham, του Woolwich και του Newham θα μπορούσαν να βρεθούν κάτω από το νερό, μαζί με πολλούς οικισμούς κατά μήκος των εκβολών του Essex και του Kent.
Προ ετών, από τις αρχές Δεκεμβρίου του 2013 έως τα τέλη Φεβρουαρίου, οι ατσάλινες πύλες του Τάμεση έκλεισαν 50 φορές, αριθμός ρεκόρ, εμποδίζοντας το ποτάμι να ξεσπάσει. Προηγουμένως, το φράγμα είχε κλείσει μόνο 124 φορές από τότε που άρχισε να λειτουργεί το 1982. Η υπηρεσία περιέγραψε αυτή την απότομη αύξηση της ζήτησης ως “έκρηξη” και, εκτός από δοκιμές ρουτίνας, το φράγμα δεν έχει κλείσει έκτοτε. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της ζωής του υπήρξε μια ισχυρή, συνολικά ανοδική τάση: έκλεισε τέσσερις φορές τη δεκαετία του 1980, 35 φορές τη δεκαετία του ’90 και 75 φορές τη δεκαετία του 2000. Από το 2010 έχουν γίνει 65 κλεισίματα, γεγονός που υποδηλώνει ότι η άνοδος αυτή συνεχίζεται.
Μήπως πλησιάζει το τέλος του; Όχι στο ορατό μέλλον, λέει ο οργανισμός – αλλά η ανάγκη να κοιτάξουμε μακριά στο μέλλον αναγνωρίστηκε στις αρχές του αιώνα με ένα έργο με τίτλο Thames Estuary 2100, το οποίο δημιουργήθηκε για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμύρας μέχρι το 2100.
Ένα σχέδιο που εκπονήθηκε τον Νοέμβριο του 2012 ασχολήθηκε κυρίως με τη μεγαλύτερη απειλή: τα κύματα στις παλίρροιες της Βόρειας Θάλασσας που σημειώνονται δύο φορές την ημέρα και οδηγούν το νερό στο Σάουθεντ και το Σίρνες, μέσα από το κέντρο του Λονδίνου και από την άλλη πλευρά μέχρι το Τέντινγκτον στα νοτιοδυτικά προάστια.
Στο σχέδιο περιγράφονται επιλογές για ένα νέο φράγμα πλημμύρας, με την πιο υποσχόμενη θέση να βρίσκεται ανατολικότερα, πέρα από τα όρια του Λονδίνου, στο Long Reach, Dartford. Προβλέπεται όμως ότι το σημερινό φράγμα θα συνεχίσει να κάνει τη δουλειά του μέχρι το 2070, τέσσερις δεκαετίες περισσότερο απ’ ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί, χάρη στη βελτιωμένη συντήρηση και τις αναθεωρημένες προβλέψεις για τη στάθμη της θάλασσας.
Ο ήπιος χειμώνας του 2013/14 ώθησε τον οργανισμό να επανεξετάσει τις επιπτώσεις του στις μελλοντικές λειτουργίες του φράγματος. Μια έκθεση που συντάχθηκε τον Αύγουστο εκείνης της χρονιάς ανέφερε ότι το πρώτο κλείσιμο της περιόδου, που ολοκληρώθηκε κατά το πρώτο μισάωρο της 6ης Δεκεμβρίου, προστάτεψε το Λονδίνο από “την υψηλότερη παλίρροια που έχει παρατηρηθεί στο Σάουθεντ σε πάνω από 30 χρόνια λειτουργίας”.
Στην έκθεση για τις επιπτώσεις μιας μεγάλης παλίρροιας ανερόταν ότι, ενώ οι ζωτικής σημασίας εργασίες συντήρησης του φράγματος μπορούσαν να συνεχιστούν καθ’ όλη τη διάρκεια των τριών απαιτητικών μηνών, “αν 50 κλεισίματα των φραγμάτων γίνονταν ο κανόνας, αυτό θα επηρέαζε τελικά την αξιοπιστία του φράγματος”. Στην έκθεση αναφέρεται τέλος ότι μια επανάληψη ήταν απίθανη, σημειώνοντας ότι οι ηλιακές και σεληνιακές συνθήκες που συμβάλλουν σε υψηλότερες παλίρροιες δεν θα επαναληφθούν πριν από το 2032 “και στη συνέχεια όχι ξανά πριν από το 3182”. Αλλά υπογραμμίστηκε επίσης ότι το φράγμα θα πρέπει να κλείνει συχνότερα κατά τις παλίρροιες.
Οι σχεδιαστές έχουν θέσει στο επίκεντρο την άμβλυνση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Αναμένουν ότι θα προκαλέσει αύξηση της μέσης στάθμης της θάλασσας, των επιπέδων της παλίρροιας και του ύψους των κυμάτων τις επόμενες δεκαετίες, αν και λιγότερο από ό,τι θεωρούνταν προηγουμένως. Εν τω μεταξύ, η στάθμη της γης στη νοτιοανατολική Αγγλία πέφτει – μόνο κατά περίπου 1,5 χιλιοστό το χρόνο, αλλά κατά τη διάρκεια ενός αιώνα όλα αυτά αθροίζονται.
Ολόκληρο το άρθρο του Guardian με ενδιαφέρουσες φωτογραφίες αρχείου εδώ