Καθαρή ψυχή, καθαρή ζωή! Ρένα Κυριακού / 25 Φεβρουαρίου 1917- 26 Αυγούστου 1994.

ΓΡΑΦΕΙ Η ΠΙΑΝΙΣΤΑ ΕΦΗ ΑΓΡΑΦΙΩΤΗ
Στις  10 Μαϊου η Εφη Αγραφιώτη περιμένει τους φίλους της στο Μέγαρο Μουσικής να την απολαύσουν στο πιάνο τιμώντας τη μεγάλη Ρένα Κυριακού. 

Από το 1973, για αρκετά χρόνια ήμουν ανάμεσα στους νέους μουσικούς που τα «Μουσικά Νιάτα», (μουσικός οργανισμός εδρεύων στο Βέλγιο), είχαν επιλέξει, για συναυλίες εντός-εκτός χώρας, με κύρια αρχή την φιλοξενία στα προγράμματα μας έργων και από την πατρίδα του καθενός μας. 

Η παραγωγός εκπομπών του Τρίτου Προγράμματος Ειρήνη Σαλονικιού ήταν η επίσημη εκπρόσωπος μας στα Μουσικά Νιάτα. Κάποια μέρα, στον διάδρομο του Τρίτου προγράμματος της ΕΡΤ όπου εργαζόταν, μου προσφέρει μια κριτική συναυλίας μου που είχε φτάσει στην ΕΡΤ και μου προτείνει να επισκεφθούμε την καλή της φίλη Ρένα Κυριακού για να τη γνωρίσω και να ακούσω τις συμβουλές της. Ενθουσιάστηκα αλλά και φοβήθηκα συγχρόνως. Μου υπογράμμισε ότι η Κυριακού είναι μεν αυστηρή, δύσκολη, αλλά έχει μεγάλη καρδιά. Θα πάμε!!!

Η συνάντηση δεν άργησε. Ξεκινώντας από αναμνήσεις της , φτάσαμε στον ωδειακό μου δάσκαλο Χαράλαμπο Κρητικό, έναν εξαιρετικό πιανίστα και δάσκαλο, παιδικό φίλο της από τα χρόνια που σπούδαζαν στο Παρίσι, η Κυριακού με δάσκαλο τον Ισιντόρ Φιλίπ κι ο Κρητικός με τον Αλφρέντ Ντενί Κορτό. 

Ο Ισιντόρ Φιλιπ  βλέποντας την ωριμότητα της, αν και η Κυριακού ήταν μικρό κοριτσάκι, της δίδαξε ακόμα και τον ιμπρεσιονισμό με έναν καθαρό, φυσικό τρόπο, ως ένα σύστημα με το οποίο εκφράζουμε διαθέσεις και φωτοσκιάσεις μέσα από τις ισορροπίες των ήχων.

Δεν είμαι βέβαιη ότι υπάρχει στην ελληνική ιστορία του πιάνου άλλος σολίστ που να γνώρισε τον ιμπρεσιονισμό τόσο καλά και εξ επαφής με τους συνθέτες και τα έργα, όσο η Ρένα Κυριακού, χάρη στον Ισιντόρ Φιλίπ. Γι αυτόν όλα πρώτα θα έπρεπε να εξηγούνται. Στη συνέχεια πήγαιναν πιο κάτω, έλεγε η Κυριακού. Την έπεισε να ερευνήσει τον κόσμο των συνθετών και των συνθέσεων με αποκλειστικό κριτήριο την ποιότητα και όχι την δημοφιλία του δημιουργού.

Κάθε φορά που μιλούσε για τα παιδικά της χρόνια στο Παρίσι, η μελωδική φωνή της γινόταν γλυκύτερη. Νομίζω ακόμα σήμερα, ότι το είχε ανάγκη.

Της ανέφερα ότι ο δάσκαλός μου μιλούσε με θαυμασμό για τον ώριμο χαρακτήρα της και την εντυπωσιακή προσωπικότητα της, συνθετική και πιανιστική. Το ύφος της σκλήρυνε: Με συγκινεί πάντα ο Χαράλαμπος, αλλά δεν υπάρχουν μεγάλες και μικρές προσωπικότητες. Όλοι κάτι κάνουμε καλύτερα και κάτι χειρότερα από τον διπλανό μας. Όσο για τα έργα μου, είναι νεανικά…παλιές ιστορίες!Τελειώσαμε με αυτό.

‘Εκανε το πρώτο βήμα, πηγαίνοντας στο πιάνο, νομίζω ότι δεν ήθελε να το συζητήσουμε περισσότερο. Μου ζήτησε να την ακολουθήσω. Άρχισε να παίζει κι εγώ να ανακαλύπτω μέσα σε λίγα λεπτά έναν άλλο κόσμο. Δεν μου είπε όμως τι έπαιξε. Μου είπε «να το πείσεις το έργο να σε ακουμπήσει». Χρόνια πέρασαν για να καταλάβω ότι ήταν ένα πρελούδιο, δικό της.

Ευτυχώς, είχα από τότε  τη συνήθεια να σημειώνω τι μου έλεγαν οι σημαντικοί άνθρωποι, γιατί είπαμε πολλά χρήσιμα, πρωτάκουστα για εμένα εκείνη τη φορά, αλλά και τις επόμενες φορές που συναντηθήκαμε.

 

Μήνες μετά, ξαναβρεθήκαμε. Η Κυριακού είχε ζητήσει τη γνώμη του Μάνου Χατζιδάκι, όπως ο ίδιος μου είπε λίγες μέρες αργότερα, λέγοντας του ότι «η νεαρή έχει οργανωμένο μυαλό, γνώσεις , συνέπεια και είναι αυστηρή άρα θα παίξει!». 

Εκείνος της είπε το αμίμητο: «Ναι, σου μοιάζει σε όλα! Είστε δύο… αξιαγάπητες στριμμένες σε λα μείζονα».  Με αυτό γελάσαμε όντως πολύ!

Οι συναντήσεις με την Ρένα Κυριακού ήταν εξ ανάγκης απρόβλεπτες, είχαν σχεδόν ολοήμερη διάρκεια, ήταν μουσικά περιεκτικές, γεμάτες ενδιαφέρον περιεχόμενο. Συνθέτες, έργα, τεχνική, μουσικές αναμνήσεις, απόψεις, συμβουλές, όλα απαιτητικά διατυπωμένα.

Κάποια στιγμή σε μια της παρότρυνση να μη φοβάμαι τις τεράστιες συγχορδίες γιατί υπάρχουν τεχνικές για να τις παίξουν καλά και μικρά και μεγάλα δάχτυλα, ψέλισσα ένα «ααα μάλιστα» και θύμωσε:«Δεν θα λες μάλιστα, έχεις δικαίωμα στη γνώμη σου, εσύ παίζεις όχι εγώ. Να προσέχεις όμως. Το νου σου να έχεις στο να μη σε κλέψει η μετριότητα». (Ομολογώ ότι από τη δεύτερη συνάντηση άρχισα να προβάρω και το λόγο μου πριν πάω στο σπιτι της)…

Σας ευχαριστώ, ήταν σπουδαία εμπειρία αυτή μαζί σας», της είπα πριν φύγω την πρώτη φορά και ρώτησα: τι σας οφείλω; «Οφείλεις να κάνεις όσα σου είπα αν όμως συμφωνείς με αυτά!  να ξανάρθεις όποτε ξανάρθεις, θα το ήθελα , για να δούμε κι άλλους συνθέτες, για να μάθεις πώς να πηγαίνεις στην καρδιά των δημιουργών και πώς θα επικοινωνείς με τα δάχτυλα σου, πώς θα σου λένε και κυρίως πώς θα τους λες. Προϋπόθεση, όμως, είναι να φέρεις και ένα έργο του Μέντελσον την επόμενη φορά. Είμαι σίγουρη ότι δεν τον προτιμάς.» Εγώ αγαπώ και την αδελφή του, την Φάννυ, το στήριγμα του ήταν.

Ωχχχ! Πώς κατάλαβε ότι δεν είμαι μεντελσιανή; Τυχερή η Φάννυ που κι εγώ την αγαπώ αν και ελάχιστα κομμάτια της έχω δει!Συμπέσαμε στη θετική εικόνα για την αδελφή του Φέλιξ. Θρίαμβος! Ελπίζω να μην με αναγκάσει να εξηγήσω γιατί δεν έχω προτίμηση στον Φέλιξ, κυριολεκτικά, αυτό παρακαλούσα! Επέμεινα πάντως στο να μου προτείνει κάποιο έργο του . Συμπέσαμε σε ένα άγνωστο έργο του, μια από τις Φαντασίες, το έργο 15 για την οποία είπε: είναι δυνατόν να μη παίζουν αυτό το αριστούργημα; Επαναλαμβάνουμε συνεχώς όσα ξέρουμε και δεν δοκιμάζουμε αυτά που δεν ξέρουμε, συνειδητοποίησα εκείνη την ημέρα και το ότι είναι απλό να διακρίνει ένας ιδιοφυής και τόσο έμπειρος  μουσικός το τι αγαπάει ένας νέος, άπειρος, αδαής. Για μένα την αδαή έχει μέχρι τώρα, πρόσθετη σημασία το ότι μου πρόσφερε την Φαντασία του Φέλιξ για να μελετήσω.

Με διαφορά μηνών πραγματοποιούσαμε κάθε επόμενη συνάντηση, με διαφορετικά πάντα προγράμματα, αυθόρμητα επιλεγόμενα έργα που ανέλυε διδάσκοντας τα, λεπτομερείς, εξαντλητικές ασκήσεις και συζήτηση επί παντός επιστητού. Με μάλωνε, με επιβράβευε, με συμβούλευε ήπια, αλλά πολλές στιγμές με ωθούσε κυριολεκτικά στα άκρα. Αυτό το στυλ μαθήματος κρατούσε αρκετές ώρες. Τον υπόλοιπο χρόνο ήταν μια γλυκιά, συγκρατημένη, διακριτική, αξιολάτρευτη «μαμά».

Η καλή διδασκαλία είναι παιχνίδι με μικροσκοπικές λεπτομέρειες! Ικανοποίηση για τον δάσκαλο και τύχη για τον μαθητή. Ο καλός δάσκαλος λέει πράγματα που φαίνονται αυστηροί κανόνες, χωρίς να χωράει και αντίρρηση, αλλά ο μαθητής, εφαρμόζοντας κανόνες, απελευθερώνεται από τους κανόνες. Στην γλώσσα μας δεν πρέπει να εφαρμόσουμε κανόνες; γραμματική, ορθογραφία, καλλιγραφία , πολλά σύμβολα δεν έχει; Γιατί; Επειδή χωρίς όλα αυτά η επικοινωνία είναι φτωχή. 

Με συγκινεί ακόμα το να μου ζητάει να πάμε «αλλά μπρατσέτα» στα γύρω καταστήματα για να αγοράσει ό,τι χρειαζόταν, αλλά και στο Φαρμακείο, όπου πρώτη φορά άκουσα την φαρμακοποιό να την υποδέχεται με μια «καλημέρα Ρενάκι». Θυμάμαι με συγκίνηση και το σταφυλάκι που αγόραζε στο μανάβη, για μένα.

Όταν έβρισκα ευκαιρία προσπαθούσα επίμονα να την πείσω ότι με ενδιέφερε να μελετήσω κοντά της και τις συνθέσεις της. Πράγματι, η μουσική περιέργεια με ωθούσε από τότε στις συνθέτριες και στη μουσική τους.

Αντιδρούσε πάντα καθέτως, αποτρεπτικά, δεν ήθελε ούτε να ακούσει! «Θα κάνεις ό,τι πρέπει. Είναι έξυπνο να ζητάς κάτι που δεν ξέρεις αν είναι καλό; Πέντε κομμάτια έγραψα. Εσύ παίζεις οκτακόσια ελληνικά έργα, τα δικά μου θέλεις»; Δεν έγραψε, όμως, πέντε, αλλά εβδομήντα πέντε κομμάτια κι ούτε βέβαια έπαιζα 800 ελληνικές συνθέσεις. Το μόνο που υποσχέθηκε ήταν το να μου δείξει το χειρόγραφο του κοντσέρτου της. Μου είπε επίσης οτι είχε βάλει στο πεντάγραμμο ιδέες για ένα δεύτερο κοντσέρτο αλλά της ήταν πολύ βαρειά στα χέρια η κούραση του πρώτου, το οποίο εξ ολοκλήρου έγραψε όλο μόνη της νότα-νότα. 

Κάποια στιγμή, η Ειρήνη Σαλονικιού μου τηλεφώνησε για να χαρώ: η Κυριακού της ζήτησε να μου φωτοτυπήσει τρεις συνθέσεις της που ταιριάζουν πολύ στο χαρακτήρα μου αλλά να μου της δώσει σαν έργα που τα είχε (η Ειρήνη) στο σπίτι της. 

Η φωτοτυπία της εποχής ήταν είδος πολυτελείας! Η ΕΡΤ βέβαια είχε μηχάνημα, εκεί χρωστώ την καλή μου τύχη.

Κι όμως, όσο κι αν ήταν αρνητική στο να μου δώσει και να μου διδάξει τις δικές της συνθέσεις κάναμε σχεδόν τρεις ώρες δουλειά αργότερα, για να μου αναλύσει το πρώτο της κοντσέρτο που είναι και το πρώτο κοντσέρτο Ελληνίδας.

Συγκινήθηκα και για δεύτερη φορά, όταν η Ειρήνη Σαλονικιού μου έδωσε «από τη Ρένα, λίγα εργάκια για το Εφάκι». Ήταν λίγο πριν την τελευταία φορά που την επισκέφτηκα, χωρίς να έχω βέβαια λόγο για να αποφασίσω κάτι τέτοιο. Το επέλεξαν οι συνθήκες και οι αποστάσεις.

«Ξεκινήσαμε», είπε την τελευταία φορά που βρεθήκαμε, «από τα χρόνια σου της Μόσχας και φτάσαμε στα χρόνια σου της Γενεύης. Επιλογές απολύτως ποιοτικές. Μέτρησε πόση δουλειά χρειάστηκες μέχρι σήμερα και αποφάσισε αν πρόκειται να αντέξεις τη δεκαπλάσια από σήμερα, σε συνθήκες απόλυτης μοναξιάς και χωρίς αποδοχή και ψυχολογική στήριξη από κανέναν».

Η Κυριακού δεν καμωνόταν τη σπουδαία. Ήταν απλή, έλεγε, ελληνικά και γαλλικά, πάντα όμως καθαρά, ό,τι ήθελε να πει, έβαζε απαράβατους κανόνες, με στρίμωχνε αλλά εξηγούσε εκφραστικά γιατί το κάνει. Έψαχνε παντού την ουσία. 

Αυτή την δύναμη μιας προσωπικότητας που αντιστάθηκε συνειδητά σε ό,τι μίζερο και φτιαχτό, για να υπερασπίσει με κάθε κόστος την αλήθεια της, δεν την ξεχνώ. 

Θα μείνει όμως αξέχαστη και η παρότρυνση που προέκυψε από μια αναφορά της σε ένα πολύ παλαιό πέσιμο από το ποδήλατό της, που της άφησε δυσκολία στο περπάτημα: «Εφούλα, μάθε παιδί μου να στηρίζεσαι στην ψυχή, όχι στα πόδια. Εκεί γεννιούνται και πεθαίνουν όλα. Εκεί έχει το σπίτι του το θάρρος. Να θυμάσαι: Καθαρή ψυχή, καθαρή ζωή».

Η Ρένα Κυριακού, πρόσωπο διακεκριμένο παγκοσμίως αλλά άγνωστο εδώ, δεν έκρυψε ποτέ το πόσο σκληρός είναι ο κόσμος του μουσικού επαγγέλματος. Δεν καλλιεργούσε αυταπάτες, θύμωνε στη συχναπαντώμενη έννοια του «ταλέντου» που βασίλευε στα ωδεία και τότε , όπως και τώρα. Μου είχε πει: πελάτες κάνουμε τα παιδιά. Οι γονείς δεν βγάζουν εύκολα το ψωμί και το φαγητό της οικογένειας. Είναι άδικο να τους λέμε υπερβολές. Μαθαίνουμε μουσική για να μιλήσουμε με τη γλώσσα όλων των ανθρώπων, με την ομορφιά. Τι πάει να πει ταλέντο;

Η πιο σκληρή διδασκαλία για την Ρενα Κυριακού ήταν η μελέτη του ήχου. Να τρίβεις το σίδερο ένα μήνα για να ακουμπήσεις σε ένα πλήκτρο μια νότα με ωραίο ήχο, ναι! με μέτρο, με τέχνη και τεχνική. Μαζί αυτά τα τρία. Αλλιώς δεν γίνεται. Δεν υπάρχει μουσική χωρίς αυτά τα τα τρία! Την ευχαριστούσε πολύ να τη ρωτάω συνεχώς, γιατί; Απαντούσε σχεδόν αυτόματα, το ήθελε αυτό το ερώτημα.

Θα εύχομαι να γεννηθεί σύντομα το ενδιαφέρον για την προβολή του πρωτοπόρου συνθετικού της στίγματος , αλλά και ευρύτερα, των συνθετριών μας. Ρομαντικό αυτό που εύχομαι; Ισως, αλλά πολύ σημαντικό.

Ας θυμόμαστε την Ρένα Κυριακού και το χαρακτηριστικό της λόγο:

Καθαρή ψυχή , καθαρή ζωή.

Μέγαρο Μουσικής, το ελληνικό κονστέρτο για πιάνο