Ψυχοκοινωνική καρδιολογία: Διεπιστημονικές παρεμβάσεις στην αντιμετώπιση των καρδιαγγειακών νοσημάτων
Η σύνδεση μεταξύ καρδιάς και νου (heart-mind), η επιστημονική δραστηριότητα και οι σημαντικοί «Άλλοι» της ζωής μας
Παράγοντες ψυχοκοινωνικού κινδύνου, όπως η κατάθλιψη, το στρες και η κοινωνικο-οικονομική κατάσταση όχι μόνο επηρεάζουν την κλινική έκβαση αλλά επίσης τη συμμόρφωση του ασθενούς, τους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου και την ποιότητα ζωής. Για παράδειγμα, η μελέτη INTERHEART (Study of Risk Factors for First Myocardial Infarction σε 52 χώρες και πάνω από 27.000 άτομα) έδειξε αποδιδόμενο κίνδυνο σε ψυχοκοινωνικούς παράγοντες στην πρωτογενή πρόληψη του εμφράγματος του μυοκαρδίου 25% σε ηλικιωμένους ασθενείς (άνδρες >55 ετών και γυναίκες >65 ετών) και 44% σε νεότερους ασθενείς. Μια επίσης πρόσφατη μετα-ανάλυση αποκάλυψε επίσης ότι η κατάθλιψη ή τα καταθλιπτικά συμπτώματα σχετίζονται με 24% αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας επίσης σε ασθενείς με περιφερική αρτηριακή νόσο.
Η σύνδεση μεταξύ καρδιάς και νου (heart-mind) έχει μελετηθεί με μεγάλο ενδιαφέρον ανά τους αιώνες και έχει απασχολήσει το επιστημονικό πεδίο της ιατρικής αλλά και της ψυχολογίας. Μάλιστα διαφορετικοί ορισμοί έχουν αποδοθεί στην περιγραφή του συγκεκριμένου αντικειμένου μελέτης σε κλινικό και ερευνητικό επίπεδο, όπως η Ψυχοκαρδιολογία (Psychocardiology), η Καρδιολογία της Συμπεριφοράς (Behavioral Cardiology), η Καρδιακή Ψυχολογία (Cardiac Psychology). Έχουν καταγραφεί αρκετοί παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωση αθηρωματικής στεφανιαίας νόσου που μπορούν να ενταχθούν σε δύο αδρά διακριτές κατηγορίες οι οποίες περιλαμβάνουν αφενός μη τροποποιήσιμους παράγοντες (ηλικία, φύλο, οικογενειακό ιστορικό) αφετέρου τροποποιήσιμους παράγοντες (αυξημένη χοληστερόλη, διαβήτης, υπέρταση, κάπνισμα, παχυσαρκία, τύπος προσωπικότητας, κατάθλιψη, χρόνιο στρες, έλλειψη φυσικής δραστηριότητας).
Εξωτερικοί στρεσογόνοι παράγοντες που δεν αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά έχουν άμεση αντανάκλαση στην καρδιαγγειακή θνητότητα και νοσηρότητα. Σε μια σχετικά πρόσφατη δημοσίευση μελέτης πολυετούς παρακολούθησης 136 χιλιάδων ανδρών και γυναικών στη Σουηδία (Swedish National Patient Register) βρέθηκε ότι ιστορικό διαταραχών που σχετίζονται με το στρες, όπως το σύνδρομο μετατραυματικού στρες (post traumatic stress disorder, PTSD) αύξησε σημαντικά τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, περισσότερο μάλιστα από 60% κατά το πρώτο έτος της διάγνωσης (Huan Song και συν. BMJ 2019).
Μια άλλη καρδιαγγειακή οντότητα η οποία έχει σχετισθεί με οξεία ψυχική φόρτιση είναι η καρδιομυοπάθεια Takotsubo (αποκαλούμενη και ως broken heart σύνδρομο) η οποία πήρε το όνομά της από το ιαπωνικό δοχείο που παγιδεύει χταπόδι και με το οποίο μοιάζει στην περίπτωση αυτή η μορφολογία της καρδιάς. Μπορεί να εμφανιστεί μετά από αιφνίδια καταστροφικά συμβάματα (π.χ. απώλεια αγαπημένου προσώπου) και σχετίζεται με μειωμένη κινητικότητα τμημάτων του μυοκαρδίου της αριστερής κοιλίας. Η επίλυση της συναισθηματικής κρίσης σε συνδυασμό με φαρμακευτική και ψυχοθεραπευτική αγωγή οδηγεί σε αρκετές περιπτώσεις, αλλά όχι πάντα, στην αποκατάσταση της καρδιακής λειτουργίας. Σχετικά πρόσφατα έχουμε αρχίσει να κατανοούμε τις νευροχημικές διεργασίες που σχετίζονται με τη γένεση της αθηρωματικής νόσου των αρτηριών. Περιλαμβάνουν μια στενή επικοινωνία μεταξύ του εγκεφάλου, της καρδιάς, των επινεφριδίων και των νεφρών που εμπλέκονται στην ενεργοποίηση και απελευθέρωση των ορμονών του στρες. Σε ένα δεύτερο επίπεδο αντιλαμβανόμαστε πλέον ότι το χρόνιο ψυχοκοινωνικό στρες συνεισφέρει στην πρόοδο της αθηρωματικής νόσου προάγοντας τη φλεγμονή, το οξειδωτικό στρες και τη δυσλειτουργία του ενδοθηλίου, μιας προστατευτικής εσωτερικής επένδυσης των αγγείων.
Στο Αθηναϊκό Κέντρο Μελέτης του Ανθρώπου* (ΑΚΜΑ) στην Ελλάδα έχει πρωτοποριακά ξεκινήσει (2023) η Ομάδα Καρδιά-Νους (Ομάδα Θεραπευτικού και Εκπαιδευτικού Προσανατολισμού) η οποία απευθύνεται σε ενήλικες άνδρες και γυναίκες, που τους απασχολούν ζητήματα υγείας τα οποία σχετίζονται με καρδιαγγειακές παθήσεις ή με προδιαθεσικούς παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη καρδιαγγειακών νοσημάτων (π.χ. υπέρταση, διαβήτη, παχυσαρκία, κάπνισμα).
Επιπλέον, μια διεπιστημονική προσέγγιση που περιλαμβάνει επαγγελματίες υγείας συμπεριφοράς και ειδικούς στον τομέα των καρδιαγγειακών μπορεί να οδηγήσει σε βελτιωμένη παροχή φροντίδας για αυτούς τους ασθενείς. Αξιοποιώντας τη σύγχρονη έρευνα για τη σύνδεση νου και σώματος, μια σύγχρονη διεπιστημονική προσέγγιση παρεμβαίνει στους παράγοντες κινδύνου, μέσα από την αύξηση της ενημερότητας για τον τρόπο που συνδεόμαστε με τους σημαντικούς «Άλλους» της ζωής μας. Η ψυχοκοινωνική παρέμβαση μέσα από συνειδητές αλλαγές του τρόπου ζωής προσπαθεί να αυξήσει τον βαθμό ικανοποίησης από την καθημερινή πρακτική, προσβλέποντας σε μια νέα νοηματοδότηση επιλογών.
(*) Αθηναϊκό Κέντρο Μελέτης του Ανθρώπου (ΑΚΜΑ), Δεληγιάννη 6, Αθήνα (όπισθεν Αρχαιολογικού Μουσείου Αθηνών), ιστοσελίδα www.akma.gr