Το τελευταίο δράμα της Ελλάδας μπορεί να μετατραπεί σε τραγωδία. Πριν από έξι μήνες, η χώρα φαινόταν να έχει ξεπεράσει τα χειρότερα και υπήρχε αισιοδοξία μεταξύ των νομοθετών και των αγορών ότι οι μεταρρυθμίσεις είχαν βάλει τα θεμέλια για ανάκαμψη που θα βασίζεται στις επενδύσεις και στις εξαγωγές.
Οι ξένοι επενδυτές έσπευσαν να αγοράσουν τα ομόλογα της πρώτης έκδοσης στην οποία προχώρησε η Ελλάδα από τότε που ξεκίνησε η κρίση, ενώ έριξαν και φρέσκα κεφάλαια στο τραπεζικό σύστημα.
Το καθυστερημένο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων προσέλκυε σοβαρό ενδιαφέρον από παγκόσμιες εταιρείες και hedge funds, ενώ όμιλοι private equity είχαν βγει στο κυνήγι ευκαιριών.
Το κλίμα σήμερα είναι μάλλον διαφορετικό. Αν μη τι άλλο, η οικονομία έχει υπεραποδώσει των εκτιμήσεων, εμφανίζοντας ρυθμό ανάπτυξης 0,7% σε ετήσια βάση το γ’ τρίμηνο -ο μεγαλύτερος ρυθμός από οποιαδήποτε άλλη χώρα της ευρωζώνης- λόγω του τουρισμού.
Το επόμενο έτος, η Αθήνα προσδοκά ανάπτυξη κοντά στο 3%. Η ανεργία επιτέλους μειώνεται και η χώρα εμφανίζει πρωτογενές πλεόνασμα και πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών.
Ωστόσο, το 10ετές ελληνικό ομόλογο είναι διαπραγματεύσιμο τώρα με απόδοση 7,12%, έναντι του 8,8%, όμως εξακολουθεί να απέχει πολύ από το καλοκαιρινό χαμηλό του 5,5%. Το ελληνικό χρηματιστήριο έχει κάνει βουτιά 12,3% έναντι του προηγούμενου έτους, οι ελληνικές τράπεζες βίωσαν μια ανησυχητική εκροή καταθέσεων τον Νοέμβριο και οι έμποροί είδαν τις πωλήσεις τους να κάνουν βουτιά τις τελευταίες εβδομάδες.
Η ζοφερή αυτή εικόνα αντανακλά την πολιτική αβεβαιότητα. Τους τελευταίους μήνες, οι Έλληνες πολιτικοί και η τρόικα έχουν φροντίσει ώστε να τεθεί εν αμφιβόλω η όποια πρόοδος έχει επιτευχθεί στην Ελλάδα. Η χώρα πλέον βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού.
Εξακολουθεί να είναι πιθανό οι αποφάσεις των επόμενων ημερών και εβδομάδων να επιστρέψουν την Ελλάδα στο σταθερό μονοπάτι στο οποίο βρισκόταν προτού το ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ κερδίσει στις ευρωεκλογές τον Ιούνιο, θέτοντας σε κίνηση την τρέχουσα αναταραχή. Όμως η πιθανότητα αυτή μειώνεται μέρα με τη μέρα.
Για την εξέλιξη αυτή, το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης βαρύνει τον επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα. Τρόμαξε τις αγορές μετατρέποντας τις επερχόμενες εκλογές για την ανάδειξη νέου Προέδρου της Δημοκρατίας σε ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, που ελπίζει ότι θα οδηγήσει σε πρόωρες εκλογές οι οποίες θα τον φέρουν στην εξουσία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί τελευταία να αλλάξει την εικόνα του στους επενδυτές της Νέας Υόρκης και του Λονδίνου, ώστε να φανεί ότι είναι ένα mainstream φιλοευρωπαϊκό κόμμα. Ωστόσο, ο κ. Τσίρπας έχει ταχθεί κατά σχεδόν οποιασδήποτε μεταρρύθμισης και περικοπής στον προϋπολογισμό, παραμένοντας στο πλευρό των συμφερόντων.
Αρνούμενος να συνεργαστεί με την κυβέρνηση ακόμα και στις μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση και στο Σύνταγμα, τις οποίες αποδέχεται ως αναγκαίες, φαίνεται να ενσωματώνει όλες τις χειρότερες πτυχές της πολιτικής κουλτούρας που λέει ότι θέλει να αλλάξει.
Η οικονομική στρατηγική του περιλαμβάνει μεγάλες αυξήσεις στις δημόσιες δαπάνες, επανακρατικοποιήσεις και αποκατάσταση των θέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα, που θα χρηματοδοτηθούν από την ελάφρυνση του χρέους από την τρόικα – πρόγραμμα που εγγυημένα θα φέρει την Ελλάδα σε νέα πορεία σύγκρουσης με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Ακούγοντας τους strategists του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι δύσκολο να συμπεράνει κανείς ότι ο κ. Τσίπρας θα ήταν ο Ούγκο Τσάβεζ των Βαλκανίων, με ένα πρόγραμμα που έχει δομηθεί με βάση αυτή του πρώην ηγέτη της Βενεζουέλας.
Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς φέρει και αυτός μέρος της ευθύνης για την απώλεια εμπιστοσύνης των αγορών. Η λανθασμένη αντίδρασή του στην απειλή του ΣΥΡΙΖΑ έχει υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και της τρόικας. Τον Ιούνιο απέλυσε ουσιαστικά τον επικεφαλής της φορολογικής διοίκησης, γεγονό που οι αξιωματούχοι της τρόικας υποψιάζονταν ότι αποτελεί απόδειξη πως η Αθήνα αρχίζει να μαλακώνει τη στάση της σε ό,τι αφορά τη φοροδιαφυγή. Προχώρησε επίσης σε ανασχηματισμό, βάζοντας σε θέσεις-κλειδιά παλαιούς λαϊκιστές.
Αυτό που προκάλεσε τη μεγαλύτερη ζημιά ήταν ότι ο κ. Σαμαράς το παραέκανε όταν δήλωσε τον Οκτώβριο πως η Ελλάδα θα βγει πρόωρα από το πρόγραμμα διάσωσης στο τέλος του τρέχοντος έτους, ρίχνοντας τον εαυτό του στο έλεος των αγορών. Οι αγορές έδωσαν γρήγορα την ετυμηγορία τους, κάνοντας βουτιά λόγω ανησυχιών ότι χωρίς τους όρους που συνοδεύουν τα επίσημα δάνεια η Ελλάδα θα εγκαταλείψει τις μεταρρυθμίσεις και τη δημοσιονομική πειθαρχία.
Πράγματι, ο κ. Σαμαράς φάνηκε να επιβεβαιώνει αυτούς τους φόβους όταν παρέκαμψε τους επίσημους δανειστές της Ελλάδας, παρουσιάζοντας κατευθείαν στη Βουλή έναν προϋπολογισμό για το 2015 που βασίζεται σε αισιόδοξες προβλέψεις. Στη συνέχεια παρέτεινε τον χρόνο αποπληρωμής οφειλών στους 100 μήνες από 12 προηγουμένως, πάλι χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της τρόικας, δημιουργώντας περαιτέρω αμφιβολίες αναφορικά με την προσήλωσή του στις μεταρρυθμίσεις. Ο προϋπολογισμός υπερψηφίστηκε τα μεσάνυχτα.
Ούτε η τρόικα, όμως, είναι άμοιρη ευθυνών. Το ΔΝΤ ιδιαίτερα συνεχίζει το «καταθλιπτικό» ιστορικό της στην Ελλάδα, μετά από χρόνια κακών προβλέψεων, λανθασμένων πολιτικών και αχρείαστων και ζημιογόνων καθυστερήσεων.
Για πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια, το ΔΝΤ καθυστερεί την κρίσιμη επιθεώρηση του προγράμματος διάσωσης, πιέζοντας για περαιτέρω βαθιές περικοπές στις δαπάνες που η Αθήνα επιμένει ότι θα αποδειχθούν τόσο αχρείαστες όσο ήταν το 2013 και το 2014. Απαιτεί επίσης βαθύτατες μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό και στο φορολογικό σύστημα με χρονοδιάγραμμα που η Αθήνα θεωρεί ότι δεν είναι πολιτικά ρεαλιστικό.
Το ΔΝΤ μπορεί να έχει δίκιο ότι αυτή μπορεί να είναι η τελευταία ευκαιρία να πιεστεί πραγματικά η Αθήνα ώστε να σεβαστεί τις δεσμεύσεις της για μεταρρυθμίσεις – ότι αν, μετά την τρέχουσα επιθεώρηση, επιτραπεί στην Ελλάδα να γυρίσει το πρόγραμμα διάσωσης σε μια προληπτική γραμμή πίστωσης, η τρόικα θα έχει λιγότερη εξουσία να επηρεάσει τη λήψη αποφάσεων στην Ελλάδα. Όμως άλλοι αξιωματούχοι της τρόικας φοβούνται όλο και περισσότερο ότι η αδιαλλαξία του ΔΝΤ μπορεί να βαθύνει την πολιτική αβεβαιότητα στη χώρα.
Μπορεί να μπει πάλι στη σωστή τροχιά η Ελλάδα; Δεδομένου του πόσος χρόνος έχει χαθεί στις διαπραγματεύσεις, θα χρειαστεί ξεκάθαρα κάποια παράταση στο τρέχον πρόγραμμα προκειμένου η χώρα να μπορέσει να ανταποκριθεί στις υφιστάμενες δεσμεύσεις της.
Η Αθήνα όμως ελπίζει πως αν εξασφαλίσει μια συμφωνία τις επόμενες ημέρες που θα επιτρέψει στην Ελλάδα να εξέλθει του προγράμματος διάσωσης με μια προληπτική γραμμή πίστωσης στις αρχές του επόμενου έτους, τότε θα μπορούσε να εξασφαλίσει τις 180 ψήφους που χρειάζεται ώστε να εκλέξει νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας και να αποφύγει τις πρόωρες εκλογές.
Μια τέτοια συμφωνία θα απαιτούσε αναπόφευκτα η τρόικα να δείξει τυφλή εμπιστοσύνη. Ο κ. Σαμαράς θα μπορούσε σίγουρα να διευκολύνει την κατάσταση λαμβάνοντας αξιόπιστες δεσμεύσεις να χρησιμοποιήσει τον πολιτικό χώρο που θα κερδίσει ώστε να δώσει νέα πνοή στις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες αντί να εμπλακεί σε περαιτέρω λαϊκιστική ψηφοθηρία. Αν η τρόικα δεν συμφωνήσει σε ικανοποιητική συμφωνία με τον κ. Σαμαρά, θα πρέπει να προετοιμάζεται για περαιτέρω πολιτική αστάθεια – την οποία θα ακολουθήσει μια κατά πολύ λιγότερο ικανοποιητική συμφωνία με τον κ. Τσίπρα.
euro2day