`Εφυγε πρόωρα σε ηλικία μόλις 42 ετών ο ποιητής Δημήτρης Ελευθεράκης. Στις 10 του Νοέμβρη του 2020, αφήνοντας συγκλονισμένη την ποιητική κοινότητα. Φίλοι και συνεργάτες του, άνθρωποι που τον αγαπούσαν και τον θαύμαζαν έγραψαν γι αυτόν ο,τι ακριβώς αισθάνονταν για έναν λόγιο όπως ακριβώς ήταν ο Ελευθεράκης. Ο Διονύσης Δαούσης,  συνεργάτης της artpointview.gr (ex – globalview.gr)  που ζει και εργάζεται στο Γιβραλτάρ και ξάδελφος του σπουδαίου ποιητή, μας έστειλε δύο κείμενα φίλων του Ελευθεράκη – και οι δύο είναι φιλόλογοι – για να τα αναρτήσουμε, κάτι το οποίο κάνουμε σήμερα στη μνήμη του. Τον ευχαριστούμε θερμά. 

——–

Ο Δημήτρης Ελευθεράκης  αφορμάται από τη συζήτηση που αναπτύχθηκε στην Ελλάδα μετά από τον σχεδιασμό ενός γκράφιτι στον τοίχο του Μετσόβιου Πολυτεχνείου και παρουσιάζει με έναν χειμαρρώδη λόγο την άποψή του για τη σύγχρονη Ελλάδα.

Ο πρωταγωνιστής, ο ανώνυμος δάσκαλος, ένας άνθρωπος με βαθιά κριτική ικανότητα δείχνει στους ακροατές με τα ξένα ονόματα την εικόνα της Ελλάδας που φάσκει και αντιφάσκει. Δίπλα στο εξαιρετικής τέχνης Πολυτεχνείο βρίσκεται ένα βρωμισμένο παγκάκι σε ένα εγκαταλελειμμένο πάρκο.  Το γκράφτι παρουσιάζεται είτε ως τέχνη είτε ως βανδαλισμός-ή απόρροια βανδαλισμού. Και με ένα χρονικό άλμα στην Κατοχή και τα συνθήματα στους τοίχους γραμμένα ξεκινάει η αναζήτηση του ορισμού της τέχνης και η κριτική στη χώρα.

Μαγικά σχεδόν ο Ελευθεράκης συνδέει την αρχαιότητα, την επαναστατική Ελλάδα του 1821 και τα δεινά της Ελλάδας του ΄40-΄44. Συνδέει την αισθητική των Εξαρχείων με την αρχιτεκτονική του νεοκλασσικισμού. Συνδέει τελικά την αρχαιολατρία με την απουσία σεβασμού στην αρχαιότητα! Δύσκολη τέχνη η Ελλάδα!

Ο δάσκαλος έχει την αυτογνωσία της άγνοιας του. Παράλληλα όμως συμβουλεύει τους ακροατές του ότι η αλλαγή του ύφους μας θα αλλάξει και την Ελλάδα! Ο Ελευθεράκης, μέσω του δασκάλου, αναγνωρίζει τις βάσεις που υπάρχουν στο ελληνικό πνεύμα οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν την Ελλάδα στην άνοιξή της. Να την απομακρύνουν από την παρεξήγηση των ίδιων των εννοιών που την ανέδειξαν. Αρκεί να απαλλαγεί από την μνησικακία!

Τελικά ο δάσκαλος, εκπρόσωπος της «κατεστραμμένης» γενιάς των μέσων της δεκαετίας του ’70, αντιπροσωπεύει όλα όσα εμείς, που ανήκουμε σε αυτήν τη γενιά, κάνουμε. Πρέπει να κάνουμε -όπως έπρεπε ο δάσκαλος να ακολουθεί κάθε μέρα την ίδια ακριβώς διαδρομή. Μία ρουτίνα που μας έχει επιβληθεί χωρίς να είναι εντελώς ξεκάθαρος ο τελικός μας στόχος. Αντιήρωες σε μία ηρωική μάχη, σε μια κοινωνία όπου το πνεύμα της Ελλάδας χάνεται σε μία μόνιμα διχαστική αντίληψη- από ένα γκράφιτι μέχρι την πολιτική και κοινωνική ιδεολογία.

Ο λόγος του Ελευθεράκη χρειάζεται υπομονή! Στην αρχή ο αναγνώστης θα δυσκολευτεί ίσως να βρει ρυθμό. Μα όταν τον βρει- και θα τον βρει τελικά- αυτός ο ρυθμός θα τον παρασύρει ώστε να διαβάσει με μια ανάσα τη «Δύσκολη Τέχνη». Και η  ολοκλήρωση της ανάγνωσης θα τον ανταμείψει.

Γιώργος Κωνσταντακάκης

 

Η ποιητική συλλογή του Δημήτρη Ελευθεράκη “Εγκώμια” δείχνει την ιστορική ευαισθησία και τη βαθειά καλλιέργεια του ποιητή. Ορμώμενος από μύθους, ιστορικά γεγονότα, πρόσωπα αλλά και τόπους που τον άγγιξαν, ζωγραφίζει με τον εύστοχο λόγο του δυνατές και ακριβείς εικόνες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα κατά τη γνώμη μου, αποτελεί η “Επιστολή του Μαρσύα στον Απόλλωνα”, ένα ποίημα βασισμένο στον αλληγορικό μύθο του αλαζόνα αυλητή Μαρσύα, τη μουσική μονομαχία του με τον Απόλλωνα και φρικτή τιμωρία που ακολούθησε την ύβρι του. Ο Ελευθεράκης αφηγείται το μύθο από τη σκοπιά του Μαρσύα παρομοιάζοντας το σώμα του με το μουσικό του όργανο και το μαρτύριο με τη μουσική σε μια συγκλονιστική εικόνα(“Οι φλέβες μου πάλλονται στον αέρα σα χορδές”) και συνομιλεί σχεδόν με το μύθο αφήνοντας και το δικό του σχόλιο (“ένα δωρικό μυαλό πίσω από ένα Φρυγίας μαρτύριο”)

Ερασμία Καβελαρά

 Ποιος ήταν ο Δημήτρης Ελευθεράκης

(Εντοπίσαμε στο ΒΗΜΑ ένα χαρακτηριστικό κείμενο) 

Γεννημένος στην Αθήνα το 1978, σπούδασε ελληνική φιλολογία και συγκριτική γραμματολογία στην Αθήνα και στο Εδιμβούργο. Διδάκτορας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με τη διατριβή «Τ. Κ. Παπατσώνης: μια εξέταση της ποιητικής του στη διακειμενική προοπτική της ποίησης των F. Hoelderlin, P. Claudel και T. S. Eliot» (2007). Από το 2014 και για τα επόμενα τέσσερα χρόνια έζησε στη Γερμανία, εκπονώντας διδακτορική έρευνα με θέμα την τύχη των ελλήνων εβραίων στο Ολοκαύτωμα στο Πανεπιστήμιο του Μπόχουμ και διδάσκοντας ελληνικά στο Πανεπιστήμιο της Βόννης.

 

Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1998 με ποιήματά του στο περιοδικό Νέα Εστία. Δημοσίευσε πέντε ποιητικές συλλογές: Το καθαυτό χειρόγραφο (Γαβριηλίδης, 2001), Προσωρινή μετάθεση (Γαβριηλίδης, 2004), Ρέκβιεμ για ένα φίλο (Ερατώ, 2005), Η στέππα (Νεφέλη, 2006), Εγκώμια (Πατάκης, 2013, βραβείο ποίησης του περιοδικού Ο Αναγνώστης). Το εκτενές γκραφίτι τον Μάρτιο του 2015 στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο τού είχε δώσει την αφορμή για τη συγγραφή της Δύσκολης τέχνης (Αντίποδες, 2015), ενός σύντομου αφηγήματος πολιτισμικού και πολιτικού προβληματισμού για τη στάση της Ελλάδας απέναντι στις ιστορικές αναφορές της, το οποίο μεταφράστηκε και στα γερμανικά.

 

Επιμελήθηκε χρηστικές εκδόσεις ποιημάτων του Κ. Γ. Καρυωτάκη (Πατάκης, 2010) και του Κ. Π. Καβάφη (Πατάκης, 2011), συμμετείχε, μαζί με τους ποιητές Δημήτρη Αγγελή και Σταμάτη Πολενάκη, στην έκδοση Με το περίστροφο του Μαγιακόφσκι: μια συζήτηση για την ποίηση (Ερατώ, 2010) ενώ ποιήματά του συμπεριλήφθηκαν σε ανθολογίες και συλλογικές εκδόσεις, και συνεργασίες του δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά (Η ΑυγήΤο ΒήμαΝέα ΕστίαΠλανόδιον κ.ά.). Συμμετείχε στη συντακτική ομάδα του περιοδικού Ποιητική. Στη μεταφραστική του δραστηριότητα συγκαταλέγονται η Κάρμεν του Bizet για την Εθνική Λυρική Σκηνή και μυθιστορήματα των Clemens Brentano, Gore Vidal, Johnston McCulley.

 

Στα πρώτα του ποιήματα, σύντομα στην έκταση, ρομαντικού ύφους, υιοθέτησε τρόπους της παραδοσιακής στιχουργίας που τους διατήρησε και σε επόμενες συλλογές του, εξελισσόμενος σταδιακά ως τα τελευταία Εγκώμια σε στοχαστικό ποιητή αφηγηματικών ποιημάτων που διερευνούν τη σχέση του Έλληνα με την Ιστορία, τη μνήμη, τα σύμβολα και στερεότυπα. Σταθερό στοιχείο της ποιητικής του η εμφάνιση αινιγματικών ή μυθικών μορφών και ο διάλογος με σοφούς ή δασκάλους του παρελθόντος.

 

Ευγενική, σεμνή παρουσία, δόκιμος ποιητής, άξιος φιλόλογος, δραστήριος ερευνητής, προσηνής άνθρωπος, χαρισματικός δάσκαλος, θα λείψει από φίλους και συνεργάτες και από τους μαθητές του στο ΙΒ της Σχολής Μωραΐτη, όπου εργαζόταν ως φιλόλογος.

 

Κατάλληλο κατευόδιο μοιάζουν δύο από τα τελευταία ανέκδοτα ποιήματά του που εντάσσονταν στην υπό έκδοση συλλογή «Άσπρα μήλα» (Πατάκης, 2021):

 

Ευχή

 

Άλλοι φεύγουν γλιστρώντας απ’ το κατάστρωμα ενός καραβιού

κι άλλοι με τα μάτια στο ταβάνι ένα ξημέρωμα μόνοι,

άλλοι την ώρα του ύπνου κι άλλοι με μια σφαίρα στο στήθος.

Όλοι γνωρίζουν πού πηγαίνουν μα όχι γιατί

δεν αναχωρήσαν νωρίτερα ή δεν στάθηκαν λίγο παραπάνω

να σκαλίζουν με το τακούνι τους τα ξερά φύλλα

ή να σχεδιάζουν αδέξιους χάρτες μ’ ένα μολύβι

σε κιτρινισμένο τετράδιο. Και τι παίρνουν μαζί τους;

Σίγουρα αυτό το σώμα που δεν θέλει να κοιτάζει κανείς

κι όλα του τα υπάρχοντα: παλιές ανάσες, ελπίδες,

δείγματα της φθοράς, δέρμα και δόντια.

Όσοι έμειναν πίσω φαντάζονται το δικό τους σενάριο

που έχει κύματα λύπης κι έναν μακρύ αποχαιρετισμό

ίσως κι έναν μισοτελειωμένο καμβά που θα ολοκληρώσει

κάποιος άλλος που ενδέχεται να κάτσει στο ίδιο παράθυρο.

Όλοι πάντως μένουν μόνοι: σε μια φωτισμένη παγόδα

ή σ’ ένα κρεβάτι που τυλίγουν οι φλόγες

κ’ ύστερα γίνεται βάρκα σ’ αμίλητα σκοτεινά νερά.

Είθε αυτή η μοναξιά να διαρκέσει μόνο για λίγο.