Φωτεινή Τσαλίκογλου: Από τη μεριά της ζωής. Κόντρα στο θάνατο

   Συνέντευξη στην Ελένη Γουρνέλου

H Φωτεινή Τσαλίκογλου σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης και ειδικεύτηκε στην Κλινική Ψυχολογία. Είναι συγγραφέας και ομότιμη  καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι συγγραφέας πολλών επιστημονικών βιβλίων και δοκιμίων, όπως “Σχιζοφρένεια και φόνος (Αναζητώντας τον χαμένο παράδεισο)”, “Μυθολογίες βίας και καταστολής”, “Ο μύθος του επικίνδυνου ψυχασθενή”, “Ψυχο-λογικά (Οι παγίδες του αυτονόητου)”, “Ψυχολογία της καθημερινής ζωής (H κουλτούρα του εφήμερου)”, “Η ψυχή στη χώρα των πραγμάτων”, “Το μέλλον ανήκει στην έκπληξη”. Έχει γράψει το διαλογικό βιβλίο ”Μήπως;” (μαζί με την Μαργαρίτα Καραπάνου), το ”Δε μ’ αγαπάς, μ’ αγαπάς: Tα παράξενα της μητρικής αγάπης”, τα γράμματα της Μαργαρίτας Λυμπεράκη προς την κόρη της Μαργαρίτα Καραπάνου, καθώς και το παραμύθι “Η νεράιδα της γης” (με εικονογράφηση του Αλέξη Κυριτσόπουλου). Είναι συγγραφέας των μυθιστορημάτων “Η κόρη της Ανθής Αλκαίου”, “Εγώ, η Μάρθα Φρόιντ”, “Έρως φαρμακοποιός”, “Ονειρεύτηκα πως είμαι καλά”, “Το χάρισμα της Βέρθας”, “Όλα τα ναι του κόσμου”, “Το Ευτυχισμένο Νησί”, “8 ώρες και 35 λεπτά”, “Η μετακόμιση”.. To 2019 κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ «Οι παράξενες Ιστορίες της κας ΦΙ» και επανεκδρόθηκε το διαλογικό βιβλίο με τη Μαργαρίτα Καραπάνου «Μήπως;» ενώ το το 2020 εν μέσω πανδημίας η αλληλογραφία της με την δημοσιογράφο Τασούλα Επτακοίλη με τίτλο: «Με βλέπεις;»

Τα βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες όπως αγγλικά, ιταλικά, γερμανικά, τούρκικα και κυκλοφορούν σε Ευρώπη και Αμερική. Το μυθιστόρημα “8 ώρες και 35 λεπτά” (The Secret Sister), που κυκλοφορεί στην Ευρώπη και την Αμερική, διακρίθηκε από το World Literature Today ως ένα από τα πιο αξιοπρόσεκτα μεταφρασμένα βιβλία του 2015. Η ιταλική του μετάφραση (Sorella segreta) από τον Maurizio de Rosa, τιμήθηκε με το Κρατικό βραβείο μετάφρασης έργου ελληνικής λογοτεχνίας σε ξένη γλώσσα. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.

Η συνέντευξη παραχωρήθηκε για τον ραδιοφωνικό σταθμό empneusi.gr στη Σύρο και μπορείτε να την ακούσετε κι εδώ: https://www.empneusi.gr/podcast/eleni-gournelou-foteini-tsalikoglou/

Ε. Γ.: Κα Τσαλίκογλου, σας ευχαριστώ πολύ για την αποδοχή της πρόσκλησης να μιλήσετε μαζί μας. Δεν μπορώ να μη σας ρωτήσω γι’ αυτό που ζούμε αυτή τη περίοδο με την πανδημία αλλά και νωρίτερα γι’ αυτό ονομάσαμε ‘κρίση’ και η οποία ενδεχομένως να μην έχει παρέλθει. Είναι κάτι, άλλωστε, που θα φανεί και μετά το τέλος της πανδημίας. Και τα δυο -πανδημία και οικονομική κρίση- έρχονται να μας θυμίσουν ότι στην ζωή δεν υπάρχουν βεβαιότητες. Ζούμε σε μια ρευστή εποχή όπου η αμφιβολία της  κάθε ημέρας μας απασχολεί, όχι μόνο για το θέμα της υγείας αλλά και της επιτήρησης.

Φ. Τ.: Είναι πραγματικά χαρά μου να μιλώ στην εκπομπή σας. Πράγματι είναι πάρα πολλά που μας απασχολούν αυτή τη περίοδο. Κι εκεί που βγαίναμε σιγά σιγά από τη δεκαετή οικονομική κρίση, ήλθε η πανδημία να δοκιμάσει τις αντοχές μας. Μπορεί αρκετοί να ζούσαν με την αγωνία της ανέχειας αλλά εδώ τώρα, ζούμε με την αγωνία του θανάτου. Ανέτοιμοι άνθρωποι σε  ολόκληρο τον  πλανήτη καλούνται να διαχειριστούν το ενδεχόμενο του θανάτου και , μάλιστα όχι  έναν οιονδήποτε θάνατο. Έναν φρικτό θάνατο με τον οποίο τα μέσα μαζικής δικτύωσης και η τηλεόραση μας έφερε σε επαφή. Έναν θάνατο ασυντρόφευτο, σκληρό, μοναχικό. Όλα αυτά, προφανώς, κάθε άλλο παρά έτοιμος ήταν ο ψυχισμός μας να τα δεχτεί και εξακολουθεί να είναι. Φυσικά υπάρχει η μεγάλη ελπίδα του εμβολίου αλλά όλα αυτά έχουν κι ένα μεγάλο ερωτηματικό για το πότε και το πώς.

Ε. Γ.: Στην πρώτη περίοδο της πανδημίας γράψατε ένα βιβλίο μαζί με τη Τασούλα Επτακοίλη με τίτλο: «Με βλέπεις;». Μια αλληλογραφία μεταξύ σας. Πώς ζήσατε εσείς αυτή την αλληλογραφία;

Φ. Τ.: Ήταν στην πρώτη καραντίνα. Εδώ στην πόλη της Αθήνας όλα αίφνης άλλαξαν. Εξαφανίστηκαν  οι γνώριμοι θόρυβοι, το καθημερινό βουητό,  ερημώσανε τα πάντα και ήταν σαν να ήμασταν  μικρά παιδιά που τα έβαζαν σ’ έναν άγνωστο κόσμο. ‘Η σαν εξωγήινοι που προσγειωθήκαμε σε έναν ανοίκειο πλανήτη. Ούτε ξέραμε που οδηγούν όλα αυτά και ακόμα δεν ξέρουμε την επόμενη ημέρα πώς θα είναι. Τότε, λοιπόν, γεννήθηκε αυθόρμητα, όπως πολλά πράγματα στη ζωή μας γίνονται αυθόρμητα και τυχαία, η ιδέα με την Τασούλα να καταγράφουμε και να μοιραζόμαστε τα βιώματα μας.  Το έναυσμα ήταν αναπάντεχο. Είχα ακούσει ένα ρεπορτάζ στην τηλεόραση για έναν ζωολογικό κήπο στο Λονδίνο που είχε ερημώσει κι αυτός και όπου ένας φύλακας εκεί ένοιωσε  ότι για πρώτη φορά τα ζώα τον παρατηρούσαν. ‘’Πριν δεν μου έδινε κανείς σημασία αλλά τώρα έγινα γι’ αυτά υπαρκτός’’ είπε. Αυτή ήταν η σπίθα να σκεφτούμε  ότι αυτή η πανδημία  κουβαλάει,  και κάποιες πολύ κρυφές προκλήσεις, ας μη πω δώρα. Έχω την αίσθηση ότι μέσα στην πανδημία  δεν έγινε μόνο ο φύλακας υπαρκτός στα ζώα αλλά και για εκείνον το κάθε ζώο έγινε μια ξεχωριστή ύπαρξη, μια μοναδικότητα. Η Τασούλα εμπνεύστηκε τον τίτλο, κυρίως το ερωτηματικό στον τίτλο. Όπως και το εξώφυλλο.  Η κατάδυση μέσα μας που είναι λίγο πριν την ανάδυση. Κατάδυση, ανάδυση, και πάλι κατάδυση. Μια αέναη κίνηση. Κάπως έτσι δεν είναι και η ζωή μας; To ‘’Mε βλέπεις; ‘’ υπήρξε ιαματικό για το μυαλό και για την καρδιά μας στην διάρκεια της πρώτης καραντίνας.

Ε. Γ.: Επομένως  η πρώτη καραντίνα μας ανάγκασε να ρίξουμε τους ρυθμούς. Βλέπω δε στο εξώφυλλο του βιβλίου σας και μια κολυμβήτρια να βουτάει στα βαθιά. Ίσως, αρκετός κόσμος να στράφηκε προς την αυτογνωσία.

Φ. Τ.: Θεωρώ ότι όσοι το έκαναν πραγματικά ήταν προνομιούχοι. Άλλοι πάλι δεν κατάφεραν να το κάνουν γιατί, ξέρετε, δεν είναι εύκολο πράγμα. Δεν είναι εύκολο ν’ αντέχουμε τον εαυτό μας και τη μοναξιά μας. Η μοναξιά στην εποχή μας  έχει ένα αρνητικό πρόσημο, γεννά φόβο, αμηχανία, παραξενιά.  Παραπέμπει για μερικούς ανθρώπους ακόμα και σε αρρώστια.  Είναι κρίμα γιατί έτσι υπονομεύεται  το ιαματικό, ευεργετικό κομμάτι που μπορεί να έχει η εμπειρία του ‘’είμαι μόνος’’. Υπονομεύεται  δηλαδή η  διεύρυνση του μυαλού, του στοχασμού μας, η ένταση των συναισθημάτων μας….….Εάν απομονώσουμε τη μελαγχολία από την ψυχοπαθολογία και δεν τη θεωρήσουμε από μόνη της, όπως και τη λύπη, κάτι το αρνητικό, κάτι που πρέπει οπωσδήποτε να αποφύγουμε, έχουμε να μάθουμε πάρα πολλά από αυτά τα συναισθήματα. Μας ξανασυστήνουν τον εαυτό μας και μας φανερώνουν έναν εαυτό που δεν πιστεύαμε ότι τον είχαμε.

Ε.Γ. Αυτά τα ευεργετήματα της μοναχικότητας αλλά και της επεξεργασίας των συναισθημάτων μας αλλά και το έλλειμμα αγκαλιάς και συντροφικότητας που ζήσαμε στην  δεύτερη πανδημία μάς έκαναν ν’ αναθεωρήσουμε, ίσως και να εκτιμήσουμε καλύτερα αυτά που χάσαμε…

Ε.Γ. Ενδεχομένως ένα από αυτά να είναι η συντροφικότητα, η αγκαλιά κ.α. που είναι απαγορευτικά λόγω της πανδημίας.

Φ. Τ.: Η συντροφικότητα είναι κι ένα ιδεώδες. Πώς, όμως, εξηγείται ότι μέσα στην πανδημία είδαμε έξαρση της ενδοοικογενειακής βίας; Όχι μόνο στη χώρα μας αλλά σε όλο τον κόσμο! Μιλάνε για ένα ποσοστό άσκησης της βίας γύρω στο 30%, το οποίο είναι τρομακτικό αλλά σκεφτείτε και πόσα περιστατικά δεν γίνονται γνωστά. Είναι ένας σκοτεινός αριθμός κρουσμάτων, τα οποία μένουν αθέατα. Δεν τα  γνωρίζει κανείς.  Η πανδημία φέρνει στο προσκήνιο  κι ένα πολύ σκοτεινό κομμάτι των ανθρώπων. Ελλοχεύει μια βία που στρέφεται προς τον άλλον αλλά και μια βία που στρέφεται προς τον ίδιο μας τον εαυτό.  Όλα αυτά δεν προοιωνίζουν μια καλή επόμενη ημέρα.

Ε. Γ.: Έχετε σκεφθεί, κα Τσαλίκογλου, ποια μπορεί να είναι η επόμενη ημέρα αν συνυπολογίσει κάποιος και το θέμα της ανεργίας και της οικονομικής ένδειας;

Φ. Τ.: Είναι πράγματα που μάς ξεπερνούν. Και είναι ανατριχιαστικό να σκεφθούμε τα εκατομμύρια των ανέργων που θα υπάρξουν σε όλη την υφήλιο. Πέρα από την υπαρξιακή κρίση πλανάται και το φάντασμα της οικονομίας. Οπότε, όταν είσαι συγγραφέας και μιλάς για τη δουλειά σου  νοιώθεις και λίγο άνθρωπος πολυτελείας. Ασχολείσαι με τα βάσανα του ψυχισμού, με τους ήρωες του μυθιστορήματός σου, παίρνεις θάρρος από αυτούς και απ΄ όσα φαντάζεσαι…Σε κάθε περίπτωση είσαι εσύ που τους πλάθεις, είσαι  ο δημιουργός τους. Η  δυστυχία τους, η δυσφορία τους, τα δεινά της ζωής τους ακόμα κι αν είναι αυτοβιογραφικές καταγραφές δεν παύουν να   είναι επινοημένα από εσένα. Με άλλα λόγια είναι μια δυστυχία χάρτινη όσο κι αν θυμίζει την πραγματική ζωή. Ο συγγραφέας έχει πάντα με το μέρος του το προνόμιο της κατασκευής και της επινόησης των δεινών που καταγράφει.

Ε. Γ.: Παρ’ όλα αυτά η τέχνη ήταν πάντα μια παρηγοριά. Διαβάζοντας, μάλιστα, το βιβλίο σας «Οι παράξενες ιστορίες της κας ΦΙ» διαπιστώνουμε ότι αυτή η γυναίκα – η κα ΦΙ- επιδιώκει το θαύμα κάθε μέρα. Ξεπερνάει τις δυσκολίες….

Φ. Τ.: Έτσι είναι αλλά ποιητική αδεία…συμβαίνουν όλα αυτά. Και για εμένα πράγματι ήταν μεγάλο στήριγμα στη διάρκεια της πανδημίας η κυρία Φι,  η γυναίκα που έπλασα στο   βιβλίο μου λίγο πριν ξεκινήσει η πανδημία. Είναι ένα πρόσωπο παράξενο και αλλόκοτο. Διακατέχεται από ενσυναίσθηση και συμπόνια για τον άλλον αλλά είναι και ειρωνική, αυτοσαρκαστική,  έχει μια λοξή ματιά προς τη ζωή. Επιτρέπει στον εαυτό της να πιστεύει στο θαύμα. Έχει ένα γιό που πάσχει από μελαγχολία αλλά για την κυρία Φι η παρατεταμένη θλίψη του γιου της  είναι μια  κατάσταση ψυχής που, σε κάποια στιγμή, θα οδηγήσει τον γιο της σε ένα αναπάντεχο φωτεινό ξέφωτο. Σε μια ίαση που θα  είναι και η σωτηρία του. Εκεί, στο ξέφωτο, θα τον περιμένει η χαρά της ζωής. Μια χαρά της ζωής αστείρευτη που στηρίζεται και σε μια διαρκή συνομιλία με το τραύμα με τη ρωγμή. Η κυρία ΦΙ ενδίδει στο χιούμορ. Η κυρία Φι πιστεύει στο θαύμα. Η κυρία Φι υπήρξε για μένα ένα μεγάλο στήριγμα στη διάρκεια της πανδημίας.

Ε. Γ.: Και για εμάς το ίδιο, διαβάζοντας το βιβλίο! Πείτε μας, κα Τσαλίκογλου, δυο λόγια για την ακαδημαϊκή σας πορεία.

Φ. Τ.: Σπούδασα ψυχολογία με ειδίκευση στην κλινική ψυχολογία. Είχα την τύχη να σπουδάσω στην Ελβετία, στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης  και να έχω Καθηγητή τον Jean Piaget. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα είχα πάλι την τύχη να βρεθώ στην Πάντειο ως βοηθός στην αλησμόνητη καθηγήτρια εγκληματολογίας Αλίκη Γιωτοπούλου- Μαραγκοπούλου που ήταν σπουδαία γυναίκα και μοναδική υπερασπίστρια των γυναικείων δικαιωμάτων. Πίστευε πολύ στην επιστήμη της ψυχολογίας και σε αυτήν οφείλω την αρχή της πανεπιστημιακής μου πορείας.

Ε. Γ.: Πάντως στα βιβλία σας, σάς απασχολεί πολύ η ψυχή του ανθρώπου (πώς αλλιώς)  κι ένα διαρκές ‘άναψε-σβήσε’ που έχει ο ίδιος ο άνθρωπος και η ζωή του. Ειδικά, θα έλεγα, μέσα από το σβήσε εσείς βλέπετε τη ψυχή των ηρώων σας.

Φ. Τ.: Μου αρέσει πολύ αυτό που είπατε και θα το κρατήσω στο μυαλό μου γιατί πράγματι μού γεννά το ερώτημα γιατί να έχω αυτή τη τάση προς τα ακραία θέματα.  Ας πούμε τώρα που με πήγατε τόσα πολλά χρόνια πίσω,  βλέπω ότι το θέμα της διατριβής μου.  Αφορούσε στη μελέτη γονεοκτόνων ψυχικά ασθενών.  Μια έρευνα  για το πιο ακραίο έγκλημα που είναι ο φόνος και, όχι ο οποιοσδήποτε φόνος, αλλά ο φόνος του γονιού. Της μητέρας ή του πατέρα. Και της πιο σοβαρής διαταραχής που είναι η σχιζοφρένεια. Ο τίτλος της διατριβής μου ήταν «Η σχιζοφρένεια και ο φόνος».  Έχεις την αίσθηση ότι  αυτοί οι άνθρωποι, οι δράστες,  προφανώς και δεν  έχουν κανένα  κοινό χαρακτηριστικό μ’ εμάς και τη ζωή μας….. Κι όμως! Το σβήσιμο που λέγαμε ήταν η εξοικείωση που προσπάθησα να βρω μέσα από αυτό το ακραίο και να φωτίσω πράγματα που αφορούν κι εμάς, τους υγιείς, ας πούμε. Και το συνέχισα στη λογοτεχνία γιατί έχω την αίσθηση ότι  το ακραίο, η τρέλα, η διαταραχή έχει να μας μάθει πράγματα για τον εαυτό μας. Είναι ένας μεγεθυντικός καθρέφτης που βλέπουμε εκεί μέσα αθέατα πράγματα για εμάς. Τη σκιά, τη σκοτεινιά που επιμελώς κρύβεται μέσα στην φυσιολογικότητα μας.

Ε. Γ.: Γιατί οι άνθρωποι συνηθίζουν να κατηγοριοποιούν τα πράγματα; Το κάνουμε για λόγους επιβίωσης;

Φ. Τ.:  Είναι η ανάγκη μας να βάζουμε μια τάξη στο χάος. Το διαφορετικό μας απειλεί.

Ε. Γ.: Σήμερα, πάντως, ακούμε περισσότερο συχνά το θέμα της ψυχοθεραπείας και της ψυχανάλυσης αλλά και τη λέξη τρελός μ’ ένα είδος στίγματος.

Φ. Τ.: Είναι κι αυτός ένας άλλος τρόπος να στήνονται οδοφράγματα. Είναι σαν να περιφρουρούμε την δική μας εντός πολλών εισαγωγικών ‘κανονικότητα’.

Ε. Γ.: Διαχωρίζουμε δε και τον ψυχικά ασθενή από τον πολιτισμό, την κοινωνία και την οικονομία. Ενώ, στην πραγματικότητα, κι αυτά συνδέονται με τον άνθρωπο, ακόμα και με τις ιδιαιτερότητές του.

Φ. Τ.: Η πανδημία φανέρωσε πόσο η ευαλωτότητα είναι η κοινή μας μοίρα.. Βλέπουμε πόσο πιο εύθραυστο είναι το σύνορο που μας χωρίζει από τους άλλους . Μακάρι αυτή η περίοδος να μας κάνει να αποκτήσουμε μεγαλύτερη συμπόνοια απέναντι στον άλλον,  αλλά και στον εαυτό μας.

Ε. Γ.: Εσάς τι σας έχει δώσει η συναναστροφή σας με ανθρώπους  ψυχικά ευάλωτους;

Φ. Τ.: Τους χρωστάω τα πάντα!

Ε. Γ.: Τέτοια ήταν και η σχέση σας με τη Μαργαρίτα Καραπάνου;

Φ. Τ.:  Μια σπουδαία γυναίκα, ένα σπουδαίο ανθρώπινο πλάσμα, μια φοβερά σημαντική συγγραφέας επίσης. Επιπλέον, μια γυναίκα που έζησε την οδύνη της διπολικής διαταραχής, όπως η ίδια, άλλωστε,  είχε τη γενναιότητα να δηλώσει. Μεταμόρφωσε την οδύνη της σε σπουδαίο έργο.

Ε. Γ.: Ένας γενναιόδωρος άνθρωπος που έδωσε διδάγματα με τη στάση της και τις εξομολογήσεις της και, προφανώς, με τα βιβλία της.

Φ. Τ.: Μια από τις πιο δυνατές αναμνήσεις μου ήταν όταν είχε έλθει στο μάθημά μου στο Πανεπιστήμιο …μια ανάμνηση που συνοδεύει ακόμα τους φοιτητές εκείνης της εποχής….…Πόσα χρόνια τώρα..! Η Μαργαρίτα πέθανε το 2008 και αυτό συνέβη δέκα χρόνια πριν τον θάνατό της. Μίλησε με τα παιδιά και για την ασθένειά της και για τη γραφή, τη λογοτεχνία και ήταν μοναδική εμπειρία για τους φοιτητές.  «Θα ήθελα να είμαι κι εγώ καθηγήτρια και να μαθαίνω από εσάς τα νέα  παιδιά» τούς είχε δηλώσει.

Ε. Γ.: Τι είναι αυτό που μας εμποδίζει να δεχόμαστε το διαφορετικό; Βλέπουμε ότι σήμερα γίνεται μεγάλος αγώνας για την αποδοχή του διαφορετικού στο φύλο, τη φυλή, το χρώμα, τον ανέστιο, τον πρόσφυγα ή ακόμα κι αυτόν που έχει εστία …. Τελικά, κα Τσαλίκογλου, τι είναι αυτό που μας κάνει ξένους απέναντι στα ανθρώπινα;

Φ. Τ.: Όσο δυσκολεύεται η ζωή μας τόσο χρήσιμος γίνεται κι ένας αποδιοπομπαίος τράγος που θα προβάλλουμε επάνω του όλη τη δυσκολία της ύπαρξής μας.  Ο διαφορετικός, ο άλλος επάξια αναλαμβάνει και σήμερα αυτόν τον ρόλο.

Ε. Γ.: Κα Τσαλίκογλου βλέπετε φως το τούνελ; Υπάρχει κάποια ελπίδα να ξεφύγουμε από αυτά που, το τελευταίο διάστημα, έχουν περιορίσει τον τρόπο που ζούμε;

Φ. Τ.: Αλλοίμονο αν μέσα στην καταστροφή δεν υπήρχε η δυνατότητα υπέρβασης. Η ίδια η ιστορία έχει αποδείξει ότι,  αν είμαστε τώρα σε θέση να μιλάμε, είναι γιατί η ανθρωπότητα έχει ξεπεράσει πλήθος  δύσκολων καταστάσεων, πανδημιών, καταστροφών, πολέμων κ.λ.π Παρ’ όλα αυτά, ο Άνθρωπος είναι το ΟΝ τη έλλειψης και της υπέρβασης. Οι δυσκολίες δεν σε διαλύουν μόνο. Μπορούν και να ενεργοποιήσουν ένα σθένος, μια ανθεκτικότητα. Αλλοίμονο αν δεν εμφορούμαστε από μια τέτοια δυνατότητα.  Αξίζει  να στοιχηματίσουμε σε αυτό ακόμα κι αν χάσουμε το στοίχημα. Αξίζει να πιστέψουμε σε αυτό. Ότι, δηλαδή, υπάρχει κάτι που είναι ΜΑΖΙ  με και όχι ΕΝΑΝΤΙΑ στον άνθρωπο.  Αυτό το ‘’Μαζί με’’ είναι ο Έρως. Ικανός εσαεί να αντιστρατεύεται τη δύναμη του Θανάτου.

Ε. Γ.: Πείτε μου σας παρακαλώ μια δική σας αλήθεια, έναν μπούσουλα που πάντοτε τον ακολουθείτε γιατί τον πιστεύετε ως στάση ζωής. Κάτι δικό σας που το ακούτε όταν σας μιλάει.

Φ. Τ.: Υπάρχει κάτι που προσπαθώ πάντα να σώσω μέσα μου. Μια πίστη γι’ αυτό που δεν γνωρίζουμε. Το μέλλον ανήκει στην έκπληξη. Κι αυτή η έκπληξη έχει τη δυνατότητα να είναι από τη μεριά μας. Την ανθρώπινη μεριά.

Ε. Γ.: Σας ευχαριστώ πολύ!

Φ. Τ.: Κι εγώ πολύ!

*Η ΕΛΕΝΗ ΓΟΥΡΝΕΛΟΥ γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Στη συνέχεια μετακινήθηκε στη Λέσβο εξαιτίας του Ο. Ελύτη και του Ασημάκη Πανσέληνου και από το 1994 εργάζεται στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Οι βασικές σπουδές της είναι στο αντικείμενο «Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό» της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του ΕΑΠ και το Msc της στη «Κοινωνική Ανθρωπολογία και Ιστορία του Πανεπιστημίου Αιγαίου». Έχει συνεργαστεί με το ραδιοφωνικό σταθμό ΑΙΟΛΟΣ της Μυτιλήνης και τον ΕΜΠΝΕΥΣΗ της Σύρου σε εκπομπές με συνεντεύξεις με ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων. Έχει εκδώσει μια ποιητική συλλογή με τίτλο: «Αστρολάβος» και αρθρογραφεί  σε εφημερίδες της Λέσβου και της Σύρου. Από το 2018 διαμένει μόνιμα στην Ερμούπολη όπου συνεχίζει να εργάζεται στο Πανεπιστήμιο. Μόνιμο ενδιαφέρον και συνοδοιπόρος στη ζωή ο πολιτισμός και η τέχνη, όχι σαν εξαίρεση, αλλά σαν καθημερινότητα.