Πώς θα εξελιχθεί ο ανταγωνισμός Πακιστάν-Κατάρ με στόχο την “προσέγγιση” των Ταλιμπάν του Αφγανιστάν;
Η κάθε μια από αυτές τις χώρες έχει δικούς λόγους που θα την οδηγήσουν στο να συνάψει σημαντικές διπλωματικές και στρατηγικής σημασίας σχέσεις με το νέο καθεστώς των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν. Πολλά θα εξαρτηθούν όμως από τη μεταμόρφωση των Ταλιμπάν όλα αυτά τα χρόνια της αμερικανικής κυριαρχίας κι αν αυτή η μεταμόρφωση έχει αμβλύνει τον τρόπο σκέψης και διοίκησης ή τον έχει περιορίσει ακόμη περισσότερο.
Καθώς οι Ταλιμπάν εγκαθίστανται για τη δεύτερη θητεία τους ως κυβερνήτες του Αφγανιστάν, η μόνη ελπίδα να αποφευχθεί η επανάληψη της πρώτης περιόδου διακυβέρνησής τους μπορεί να βασίζεται στον ανταγωνισμό για επιρροή στην Καμπούλ μεταξύ Πακιστάν και Κατάρ.
Οι περισσότεροι Αφγανοί – καθώς και ξένες κυβερνήσεις, οργανισμοί βοήθειας, χορηγοί και επενδυτές – θα προτιμούσαν τη Ντόχα έναντι του Ισλαμαμπάντ. Οι αναμνήσεις για το πώς λειτουργούσε η προηγούμενη κυβέρνηση των Ταλιμπάν υπό την κηδεμονία του Πακιστάν δεν επιτρέπουν καμία αισιοδοξία για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα αυτή τη φορά. Οι Καταριανοί είναι ένα σχετικά άγνωστο μέγεθος για τη Νότια Ασία, ωστόσο δύσκολα θα μπορούσαν να κάνουν τα πράγματα χειρότερα.
Το ποιος θα επικρατήσει θα καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό από μια άλλη “μάχη”, αυτή τη φορά εντός των Ταλιμπάν. Αν και επικεφαλής του ισλαμικού αυτού κινήματος είναι ένας ανώτατος ηγέτης, ο Χαμπιτουλάχ Αχουντζάντα, το ρεύμα που εκπροσωπεί δεν είναι μονολιθικό. Το Κατάρ είναι ευθυγραμμισμένο με την φράξια που έχει ως επικεφαλής τον μουλά Αμπντούλ Γάνι Μπαραντάρ, ενώ το Πακιστάν υποστηρίζει τη στρατιωτική πτέρυγα, που έχει για ηγέτες της τους Μοχάμαντ Γιακούμπ, γιο του πρώην ανώτατου ηγέτη μουλά Ομάρ, και τον Σιρατζουντίν Χακάνι, επικεφαλής του διαβόητου δικτύου Χακάνι, το οποίο είναι επίσημα χαρακτηρισμένο ως τρομοκρατική οργάνωση από τις ΗΠΑ.
Στην “επιφάνεια”, τα πράγματα φαίνονται καλά για τους Καταριανούς. Ο Μπαραντάρ, ο οποίος ζει στη Ντόχα τα τελευταία τρία χρόνια, έφτασε στην Καμπούλ και αναμένεται να ηγηθεί της νέας κυβέρνησης. Η κυβέρνηση Μπάιντεν φαίνεται να έχει αποφασίσει ότι μπορεί να συνεργαστεί μαζί του: ο διευθυντής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (CIA) των ΗΠΑ Γουίλιαμ Μπερνς πραγματοποίησε μυστικές συνομιλίες με τον Μπαραντάρ τη Δευτέρα.
Αυτό θα ανησυχήσει τους Πακιστανούς, οι οποίοι πιστεύεται ότι έχουν τεταμένες σχέσεις με τον Μπαραντάρ. Εκείνοι του έδωσαν πρώτα καταφύγιο μετά την ήττα των Ταλιμπάν υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, στη συνέχεια ωστόσο τον συνέλαβαν το 2010. Σύμφωνα με πληροφορίες, φέρεται να βασανίστηκε κατά τη διάρκεια της κράτησής του. Οι Καταριανοί, από την άλλη πλευρά, τον αντιμετωπίζουν ως τον ηγέτη εν αναμονή του Αφγανιστάν και έχουν δημιουργήσει ισχυρούς δεσμούς και με άλλα πρόσωπα στην πολιτική του ομάδα εντός των Ταλιμπάν.
Σούρα
Ακόμη όμως και αν ο Μπαραντάρ ηγηθεί της κυβέρνησης, η πραγματική δύναμη εντός των Ταλιμπάν βρίσκεται στη “σούρα” ή “συμβούλιο” του οποίου ηγείται ο Αχουντζάντα, όπου ο Γιακούμπ και ο Χακάνι ασκούν σημαντική επιρροή. Από το 1996 έως το 2001, όταν οι Ταλιμπάν κυβέρνησαν για τελευταία φορά, οι αποφάσεις οι οποίες λαμβάνονταν στην Καμπούλ συναντούσαν συνήθως το βέτο του ανώτατου συμβουλίου στην Κανταχάρ, την πνευματική βάση της ομάδας και έδρα του ανώτατου ηγέτη της.
Εάν οι προστατευόμενοι του Πακιστάν εμφανιστούν ως η κυρίαρχη “κλίκα” εντός του καθεστώτος, το Ισλαμαμπάντ θα είναι πιθανότατα ο κύριος διαμεσολαβητής τους με τον υπόλοιπο κόσμο. Πρόκειται για έργο που το έχουμε ξαναδεί και τελείωσε άσχημα. Την τελευταία φορά, αντί να ενθαρρύνει τους Ταλιμπάν να αναπτύξουν ένα σύγχρονο κράτος χωρίς αποκλεισμούς, το Πακιστάν παραδόθηκε στην σκοταδιστική ιδεολογία τους, υπερασπίστηκε την αντιδραστική κοσμοθεωρία τους και δικαιολόγησε την αταβιστική εσωτερική τους ατζέντα.
Οι δυτικές κυβερνήσεις, ιδιαίτερα οι ΗΠΑ, πλήρωσαν ακριβά για τις υπηρεσίες του Πακιστάν ως “ψιθυριστή” στο αφτί των Ταλιμπάν, αυτό ωστόσο απλώς πλούτισε και ενδυνάμωσε τις ελίτ του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών στο Ισλαμαμπάντ και δεν πέτυχε τίποτε ως προς την ανακούφιση της κατάστασης του αφγανικού λαού ή τον περιορισμό της τρομοκρατικής απειλής που προερχόταν από το Αφγανιστάν.
Μετά την πτώση των Ταλιμπάν το 2001, το Πακιστάν παρείχε ασφαλή καταφύγια για την ανασύνταξη, τον επανεξοπλισμό και την επιστροφή τους στη μάχη. Τα τελευταία 20 χρόνια, οι κυβερνήσεις στο Ισλαμαμπάντ έχουν καταβάλει ελάχιστες προσπάθειες για να βελτιώσουν τη συμπεριφορά των “μουσαφήριδών” τους. Τώρα που επέστρεψαν στην εξουσία, είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι το Πακιστάν θα επιχειρήσει να μετριάσει τις έμφυτες τάσεις τους.
Πλεονέκτημα
Μπορεί το Κατάρ να τα πάει καλύτερα; Την τελευταία δεκαετία, το μικροσκοπικό εμιράτο εμφανίστηκε ως ένας αποτελεσματικός μεσολαβητής μεταξύ Δύσης και Ταλιμπάν. Με τη διαμεσολάβηση τους στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις στη Ντόχα, οι Καταριανοί άνοιξαν το δρόμο για την αμερικανική αποχώρηση και την επιστροφή των ανταρτών στην εξουσία.
Η προσπάθειά τους για επιρροή στην Καμπούλ θα εξαρτηθεί από το εάν ο Μπαραντάρ θα είναι ευγνώμων για τις υπηρεσίες που του παρείχαν – ή και θα θέλει ακόμη περισσότερες. Εάν οι Ταλιμπάν επιθυμούν τη διεθνή αναγνώριση της κυβέρνησής τους, η αιγίδα του Κατάρ θα είναι πιο αποτελεσματική από εκείνη του Πακιστάν, το οποίο αντιμετωπίζεται, ακόμη και ασχέτως με τους Ταλιμπάν, με καχυποψία από τη Δύση.
Εάν επίσης οι Ταλιμπάν θέλουν χρήματα – βοήθεια ή επενδύσεις – η Ντόχα έχει πολύ βαθύτερες τσέπες από το Ισλαμαμπάντ. Αυτό θα είναι ιδιαίτερα σημαντικό τους πρώτους μήνες της νέας κυβέρνησης, όταν οι δυτικές κυβερνήσεις και οι χορηγοί θα αναστείλουν τη χρηματοδότησή τους και θα επανεξετάζουν τη μελλοντική τους στάση. Ακόμη κι αν παραμένουν καχύποπτοι με τους Ταλιμπάν, όσοι θα τείνουν να συνεχίσουν να βοηθούν τον αφγανικό πληθυσμό θα αισθάνονται πιο άνετα να χρησιμοποιούν ως δίαυλο το Κατάρ παρά να βασίζονται στο Πακιστάν.
Τα παλιά αφεντικά
Κανείς όμως δεν μπορεί να ξεγράψει τους παλιούς πάτρωνες των Ταλιμπάν, τουλάχιστον προσώρας. Πρώτον, οι Πακιστανοί έχουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα εγγύτητας. Οι δύο χώρες μοιράζονται χερσαία σύνορα 2.655 χιλιομέτρων, ενώ το Κατάρ και το Αφγανιστάν χωρίζονται από τη στεριά του Ιράν και τον Περσικό Κόλπο. Πακιστανοί και Αφγανοί μοιράζονται επίσης εθνοτικούς και πολιτιστικούς δεσμούς, τους οποίους οι Καταριανοί δεν μπορούν – όσο και να το επιθυμούν – να συναγωνιστούν.
Το πιο σημαντικό, το πακιστανικό κράτος έχει πίσω του μια ιστορία με τους νέους ηγεμόνες στην Καμπούλ, η οποία ανάγεται στη γέννηση των Ταλιμπάν, κηδεμονευμένη από τις υπηρεσίες Πληροφοριών του Ισλαμαμπάντ στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Μέρος αυτών των δεσμών είχε “ξεφτίσει” όταν η κυβέρνηση του στρατάρχη Πέρβεζ Μουσάραφ επέτρεψε την αμερικανική εισβολή στο Αφγανιστάν το 2001, ωστόσο η οργάνωση δεν θα μπορούσε να επιβιώσει χωρίς τη συνεχή, υπόγεια πακιστανική υποστήριξη. Ο Μπαραντάρ μπορεί να υπέφερε στα χέρια των Πακιστανών δεσμοφυλάκων του, ωστόσο πολλοί στη στρατιωτική πτέρυγα των Ταλιμπάν, ηγέτες και μαχητές, θα αισθάνονται σίγουρα ότι οφείλουν στους μέχρι πρότινος οικοδεσπότες τους ένα χρέος ευγνωμοσύνης.
Τέλος, για το Πακιστάν διακυβεύονται πολύ περισσότερα. Για τη Ντόχα, μια φιλική κυβέρνηση στην Καμπούλ θα ήταν ένα πολύ καλό αποτέλεσμα. Για το Ισλαμαμπάντ, είναι μια υπαρξιακή επιταγή, καθώς το πακιστανικό στρατιωτικό δόγμα θεωρεί εδώ και χρόνια ότι το Αφγανιστάν παρέχει στη χώρα “στρατηγικό βάθος” στον ανταγωνισμό της με την Ινδία.
Έτσι, ας είναι όλοι σίγουροι ότι το Πακιστάν θα πολεμήσει πολύ σκληρότερα από το Κατάρ για να αποκτήσει επιρροή στο Αφγανιστάν. Αυτός ο διαγκωνισμός θα μπορούσε μάλιστα να καταστεί πολύ “βρώμικος”.
Των Bobby Ghosh και Hussein Ibish