Τι πραγματικά γίνεται μέσα στις ΜΕΘ
Ημονάδα εντατικής θεραπείας είναι τόπος μεταιχμιακός. Ό,τι συμβαίνει εκεί, σε οδηγεί είτε πίσω στη ζωή, είτε στον θάνατο. Για τους περισσότερους από εμάς, είναι ένας τόπος απολύτως ανοίκειος, τρομακτικός, που ακόμη και σαν σκέψη αποδιώχνουμε. Για τους ανθρώπους που μας μίλησαν, η μονάδα εντατικής θεραπείας είναι το πεδίο μιας καθημερινής, αδιάκοπης αναμέτρησης με τον ιό που έχει προκαλέσει τη μεγαλύτερη υγειονομική κρίση της γενιάς μας. Εδώ και κοντά δυο χρόνια, οι γιατροί, οι νοσηλευτές και οι φυσιοθεραπευτές που εργάζονται στις ΜΕΘ Covid του Εθνικού Συστήματος Υγείας, αντικρίζουν κάθε μέρα το πιο σκληρό πρόσωπο της πανδημίας. Και καλούνται να κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν, με ό,τι έχουν – σε υποδομές, ανθρώπινο δυναμικό και προσωπικές αντοχές.
Με το τέταρτο κύμα της πανδημίας σε πλήρη εξέλιξη, οι άνθρωποι της πρώτης γραμμής καλούνται να παλέψουν και με το πολύ πραγματικό και επώδυνο κόστος της παραπληροφόρησης, της συνωμοσιολογίας και του φανατισμού. Ποτέ ξανά στην πρόσφατη ιστορία δεν εκδηλώθηκε τέτοια θύελλα αμφισβήτησης, διεθνώς, απέναντι στην επιστήμη της ιατρικής. Αλλά όταν κλείνουν οι πόρτες της ΜΕΘ, ο θόρυβος από τις αντεγκλήσεις και οι φωνές της άρνησης μένουν απ’ έξω. Μέσα μετρούν πλέον τα γεγονότα. Κι ακούγονται μόνο οι ήχοι από τα μηχανήματα και οι φωνές των υγειονομικών που αγωνίζονται να κρατήσουν ανθρώπους στη ζωή.Αυτός ο αδιάλειπτος, καθημερινός αγώνας διαρκεί πολλούς μήνες και δεν έχει ορατό τέλος. Οι άνθρωποι των ΜΕΘ Covid παραμένουν στις θέσεις τους, κάνουν 24ωρες εφημερίες, αγωνιούν για τους ασθενείς τους και γιορτάζουν κάθε αποσωλήνωση. Τι εικόνες αντικρίζουν κάθε μέρα, τι σκέφτονται για αυτό που ζούμε, πώς νιώθουν, ποιες είναι οι αντοχές τους;
Μέχρι σήμερα έχουν νοσηλευτεί στις ΜΕΘ του νοσοκομείου μας περισσότεροι από 800 ασθενείς Covid· σήμερα το πρωί κοίταζα τα στοιχεία. Αυτή τη στιγμή στις 37 κλίνες ΜΕΘ που διαθέτουμε, οι ανεμβολίαστοι ασθενείς ξεπερνούν το 85%. Οι λίγοι εμβολιασμένοι είναι άνθρωποι που η ανοσία τους δεν ήταν μάλλον επαρκής λόγω ηλικίας ή υποκείμενων νοσημάτων.
Πέρσι, με το ξεκίνημα της πανδημίας τα πράγματα ήταν πολύ πιο δύσκολα από κάθε άποψη. Ξαφνικά μας έλεγαν ότι είχαμε να αντιμετωπίσουμε έναν θανατηφόρο ιό. Αναπόφευκτα φοβάσαι για τη ζωή σου, διότι είσαι εκείνος που έρχεται στην πιο στενή επαφή με τον ασθενή. Φοβάσαι και για τη ζωή των δικών σου.Τώρα ξέρουμε με τι έχουμε να κάνουμε, γνωρίζουμε πώς μπορούμε να προφυλαχθούμε, αλλά πάνω απ’ όλα, τώρα έχουμε το εμβόλιο, με αποτέλεσμα η ψυχική κόπωση και ο φόβος να έχουν κάπως αμβλυνθεί. Αλλά υπάρχει και η σωματική κούραση, που είναι συσσωρευμένη.Εδώ και ενάμιση χρόνο δουλεύουμε σε δύσκολες συνθήκες, αδιάκοπα, με αναστολή αδειών. Μόνο τον περασμένο Αύγουστο και στις αρχές του Σεπτεμβρίου, όταν παρατηρήθηκε μια κάμψη στις νοσηλείες, μας δόθηκε η ευκαιρία να πάρουμε λίγες ημέρες άδεια. Γιατί, κοιτάξτε, είναι αλλιώς να έχεις 18 κρεβάτια κι αλλιώς οκτώ. Στη μονάδα, ακόμη και ο ένας άρρωστος λιγότερος κάνει τεράστια διαφορά.
Νομίζω, όμως, ότι οι νοσηλευτές ανήκουμε σε εκείνη την κατηγορία των ανθρώπων που στα δύσκολα πεισμώνουν. Πεισμώνουμε και αντέχουμε πολύ. Άλλωστε, όπως και οι γιατροί, δεν έχουμε το δικαίωμα να πούμε δεν αντέχω άλλο. Δεν μας επιτρέπεται να λιγοψυχίσουμε. Πρέπει να πάμε στη δουλειά μας. Για τις νοσηλεύτριες και τους νοσηλευτές στις ΜΕΘ, η σωματική και ψυχική εξάντληση δεν είναι κάτι καινούργιο – είναι πολύ στρεσογόνος χώρος. Το διαφορετικό στην παρούσα φάση ήταν ο φόβος για την ίδια μας τη ζωή –αρχικά τουλάχιστον– και η απαίτηση που προέκυψε να καλύψουμε σε σύντομο χρονικό διάστημα πολύ αυξημένες ανάγκες. Έπρεπε από τη μια στιγμή στην άλλη, σχεδόν, να ανοίξουμε νέες κλίνες. Αλλά το προσωπικό που ήρθε για να τις στελεχώσει ήταν ανεκπαίδευτο, οπότε σε όσα σας έχω περιγράψει για την κόπωση και την επιβάρυνση του προσωπικού προσθέστε και την αναγκαιότητα να εκπαιδευτούν σε σύντομο διάστημα και οι νεότεροι συνάδελφοι.
Αυτό που δεν κατανοούν πολλοί άνθρωποι όταν φωνάζουν «ανοίξτε κρεβάτια ΜΕΘ» είναι ότι τα κρεβάτια μπορεί να υπάρξουν –και υπάρχουν, διότι έχουμε πολλές δωρεές και ήδη έχουμε σημαντική αύξηση κλινών ΜΕΘ τα τελευταία δύο χρόνια– αλλά από μόνα τους δεν λύνουν το πρόβλημα. Το ανθρώπινο δυναμικό που θα τα στελεχώσει είναι πεπερασμένο. Δεν υπάρχουν αρκετοί επαγγελματίες που γνωρίζουν την Εντατική και Επείγουσα Νοσηλευτική. Ο κόσμος πιστεύει πως θα μπει ο άρρωστος στη μονάδα, θα έχει έναν αναπνευστήρα κι ένα μόνιτορ και τελειώσαμε, αυτό ήταν, σώζεται αυτόματα. Όχι, δεν σώζεται έτσι. Οι γιατροί και οι νοσηλευτές στις ΜΕΘ έχουν μακρόχρονη εξειδίκευση.Τι εννοώ, ακριβώς; Ο νοσηλευτής, προκειμένου να μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες των βαρέως πασχόντων ασθενών στη μονάδα χρειάζεται το ελάχιστο έξι μήνες. Και δεν εννοώ να μπορεί να σταθεί μόνος – εννοώ να μπορεί να βρίσκεται στη ΜΕΘ υπό την εποπτεία εμπειρότερου συναδέλφου και να μην είναι επικίνδυνος. Για να μπορεί να εργαστεί αυτόνομα χρειάζεται ένα με δύο χρόνια. Αυτή τη στιγμή, στις ΜΕΘ Covid του Ευαγγελισμού εργάζονται περίπου 110 νοσηλευτές. Από αυτούς, κάτι λιγότερο από τους μισούς έπρεπε να εκπαιδευτούν, σε χρόνους ρεκόρ. Αυτοί οι συνάδελφοι ήρθαν κατά κύματα, και εμπλούτισαν το ήδη υπάρχον προσωπικό. Τοποθετήσαμε νέους κοντά σε έμπειρους συναδέλφους, κάναμε ταχύρρυθμα προγράμματα εκπαίδευσης και νομίζω τα καταφέραμε σχετικά καλά.
Μέσα στις ΜΕΘ υπάρχει διαβάθμιση στη βαρύτητα των περιστατικών. Υπάρχουν ασθενείς που είναι σε βαθιά καταστολή και άρα δεν επικοινωνούν. Αλλά, να ξέρετε, οι διασωληνωμένοι δεν είναι απαραιτήτως σε βαθύ ύπνο. Έτσι κι αλλιώς, όμως, εμείς οι νοσηλευτές επικοινωνούμε με τους ασθενείς μας ακόμα και όταν είναι σε καταστολή. Ένα άγγιγμα, ένα χάδι… Έχουμε δει ότι λειτουργεί.Για τους ασθενείς που επικοινωνούν η εμπειρία της ΜΕΘ είναι εξαιρετικά τραυματική, είναι σοκ. Φανταστείτε τη μονάδα σαν ένα εργοστάσιο που δουλεύει νύχτα μέρα με τους ίδιους ρυθμούς. Τα φώτα είναι πάντα αναμμένα, υπάρχει πολλή φασαρία, μόνιτορς που χτυπάνε, αλάρμς αναπνευστήρων που ακούγονται, πολλή ένταση διαρκώς. Ο ασθενής δεν ξέρει αν είναι νύχτα ή μέρα, ακούει φασαρία είτε είναι πρωί είτε είναι νύχτα, βλέπει τα ίδια πρόσωπα πρωί ή και το βράδυ, με αποτέλεσμα από ένα σημείο και πέρα να αποπροσανατολίζεται χωροχρονικά. Επιπλέον, οι ασθενείς Covid, ακόμα και αυτοί που επικοινωνούν, δεν έχουν ούτε το επισκεπτήριο και άρα καμία επαφή με τους δικούς τους ανθρώπους. Η μόνη επικοινωνία, εφόσον το επιτρέπουν οι συνθήκες, είναι μια τηλεφωνική κλήση ή βιντεοκλήση προκειμένου να ακούσουν τη φωνή τους ή να τους δουν για λίγο.
Αυτό που δεν μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου είναι εικόνες ανθρώπων που έμεναν να κλαίνε μόνοι τους στα επείγοντα την ώρα που παίρναμε τους δικούς τους για να τους ανεβάσουμε στη ΜΕΘ. Κι οι ασθενείς όταν ξυπνούσαν δεν ήξεραν τι είχε συμβεί. Θυμάμαι έναν άντρα που δεν έμαθε ποτέ ότι η γυναίκα του είχε ήδη πεθάνει από Covid στο ΚΑΤ. Κατέληξε και ο ίδιος. Δυο νέοι άνθρωποι, 49 και 52 ετών, ανεμβολίαστοι, χωρίς υποκείμενα νοσήματα. Τι υποκείμενο να έχεις στα 52 σου; Λίγη υπέρταση; Κι έμεινε πίσω ένα παιδί κι ένας παππούς που ερχόταν σε εμάς να πάρει πληροφορίες.
Το τραγικό με αυτή τη νόσο είναι ότι φτάνουν στο νοσοκομείο ολόκληρες οικογένειες. Μας έχει τύχει να νοσηλεύουμε σε απλή κλίνη Covid μητέρα και κόρη ή δυο αδελφές, ή ζευγάρια και το τραγικό είναι να νοσηλεύονται στον ίδιο θάλαμο ή να μαθαίνει ο ένας ότι ο άλλος διασωληνώθηκε. Προσπαθούμε να τους διαφυλάξουμε αποτρέποντας τη νοσηλεία συγγενών στον ίδιο θάλαμο, ώστε να μην βλέπει ο ένας την πορεία του άλλου, όταν αυτό βέβαια είναι εφικτό. Εμείς βλέπουμε τον ιό να θερίζει. Και είναι πραγματικά τόσο κρίμα να υπάρχει το εμβόλιο, με την αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα του στη μείωση της νοσηρότητας και της θνητότητας και όμως κάποιοι να αρνούνται τον εμβολιασμό. Χάνονται άδικα άνθρωποι 40, 45, 50 ετών από μια ανοησία, από ένα πείσμα.
Οι εργαζόμενοι στις ΜΕΘ είχαν και έχουν ψυχολογική επιβάρυνση. Είτε ο ασθενής σου πάσχει από Covid, είτε έχεις έναν 50χρονο με ανεύρυσμα, ή έναν 20χρονο πολυτραυματία σε τροχαίο η επιβάρυνση είναι μεγάλη. Αλλά όταν βλέπεις να τα καταφέρνει και να βγαίνει… Όταν καταφέρουμε να βγάλουμε τον ασθενή από τη μονάδα, παίρνουμε τεράστια χαρά και δύναμη. Άλλωστε ο νοσηλευτής της ΜΕΘ έχει συμβάλει σημαντικά στην καλή πορεία του ασθενούς, οπότε η ικανοποίηση είναι μεγάλη.Στη ΜΕΘ του νοσοκομείου μας υπάρχει ψυχολόγος, ο οποίος είναι στη διάθεση των ασθενών που αναρρώνουν και των οικογενειών τους, αλλά και των γιατρών και των νοσηλευτών. Στην περίοδο της πανδημίας η ανάγκη για ψυχολογική υποστήριξη αναδύθηκε περισσότερο αν και δεν υπάρχει ως κουλτούρα στα νοσοκομεία μας. Τον ρόλο του ψυχολόγου τον παίζουμε πολλές φορές οι συνάδελφοι ο ένας στον άλλον ή και οι δικοί μας άνθρωποι. Είναι πολύ μεγάλη υπόθεση να ανταλλάξεις μια κουβέντα, να μοιραστείς αυτό που βίωσες. Βέβαια δεν θα σας κρύψω ότι πολλοί συνάδελφοι, όταν πλέον φεύγουν από τη ΜΕΘ για να εργαστούν σε άλλα τμήματα, συνειδητοποιούν ότι δεν έχουν μείνει αλώβητοι. Η πολυετής εργασία με βαριά πάσχοντες ασθενείς μπορεί να σε κάνει λίγο πιο αρρωστοφοβικό, να έχεις μεγαλύτερη αγωνία για τους δικούς σου μη τυχόν και νοσήσουν, να φοβάσαι περισσότερο τον θάνατο ή στον αντίποδα βλέποντας κάθε μέρα τόσο πόνο, μπορεί να γίνεις και καλύτερος άνθρωπος. Να διακρίνεις τι έχει αξία στη ζωή και τι όχι.
Τις πιο δύσκολες στιγμές τις έζησα πέρσι όταν πήγα ως εθελοντής στη ΜΕΘ του Ιπποκρατείου στη Θεσσαλονίκη. Σε εκείνη τη φάση δεν είχαν αρκετούς εντατικολόγους. Έμεινα εκεί δεκαπέντε ημέρες και βίωσα μια κατάσταση πρωτόγνωρη, που με σοκάρει ακόμη και σήμερα όταν το σκέφτομαι. Αυτά που έζησαν οι συνάδελφοί μας στη Θεσσαλονίκη τον Νοέμβριο του 2020, εμείς στην Αθήνα δεν τα έχουμε βιώσει. Όταν έφτασα έμαθα ότι η διευθύντρια του νοσοκομείου είχε να πάει σπίτι της μια εβδομάδα. Κοιμόταν σε ένα στρώμα στο γραφείο της. Οι γιατροί κοιμόντουσαν στα πατώματα, γιατί δεν είχαν προβλεφθεί χώροι για να ξεκουραζόμαστε έστω αυτές τις δυο-τρεις ώρες. Δεν φανταζόμασταν ότι θα χρειαζόταν να ανοίξουμε τόσα κρεβάτια ακόμη και μέσα στα χειρουργεία. Εμένα μου είχαν δώσει οι συνάδελφοι ένα ράντσο, επειδή ήμουν φιλοξενούμενος, αλλά η εικόνα των γιατρών που ξάπλωναν σε κουβέρτες στο πάτωμα για να αναπαυτούν για μια ώρα ήταν σοκαριστική. Ήταν μια κατάσταση πολέμου, πραγματικά. Και σκεφτείτε ότι εγώ έφυγα μετά από δυο εβδομάδες. Οι γιατροί εκεί συνέχισαν μέχρι να τελειώσει το κύμα, σε αυτήν την άθλια κατάσταση.
Οι ασθενείς στη δική μας ΜΕΘ είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία ανεμβολίαστοι. Με εκείνους που έχουν καλή πορεία, όταν μας δίνεται η ευκαιρία, το συζητάμε. Οι περισσότεροι μας λένε ότι έχουν μετανιώσει, λένε τι βλακεία έκανα, πολλοί λένε ότι παρασύρθηκαν. Θυμάμαι έναν ασθενή που μου είχε πει «τη μέρα που είχα προγραμματίσει το ραντεβού του εμβολιασμού, μου είπε η κόρη μου «μπαμπά σε παρακαλώ μην το κάνεις, διαβάζω στο ίντερνετ ότι αν κάνεις το εμβόλιο πεθαίνεις». Η κόρη του ήταν 14 ετών. Υπάρχουν βέβαια και ορισμένοι –ελάχιστοι, είναι η αλήθεια– που παραμένουν αμετανόητοι. Πρόσφατα είχαμε έναν 30χρονο ασθενή, ανεμβολίαστο, ο οποίος είχε διασωληνωθεί. Όταν τα κατάφερε και βγήκε από τη μονάδα, ήθελε να μας ευχαριστήσει. Τον ρώτησα τότε αν είχε αλλάξει γνώμη για το εμβόλιο μετά τη δοκιμασία που πέρασε. «Για να πω την αλήθεια, όχι. Ένας γιατρός έξω με είχε συμβουλεύσει να μην το κάνω», μου απάντησε. Με στενοχώρησε πολύ αυτό.
Βρίσκομαι στη νέα ΜΕΘ Covid του Σωτηρία από την πρώτη στιγμή. Έχουν περάσει από εμάς γύρω στους 800 ασθενείς. Αυτό που θα ήθελα να ξέρουν οι συμπολίτες μου που επιμένουν να μην εμπιστεύονται το εμβόλιο είναι ότι οι γιατροί και οι νοσηλευτές του Εθνικού Συστήματος Υγείας δεν έχουμε κακή πρόθεση, όπως δεν έχουμε και όφελος από τα εμβόλια. Είμαστε εδώ για να κάνουμε τη δουλειά μας και η δουλειά μας είναι να σώσουμε κάποιες ζωές. Εκτός από τον μισθό μας, δεν κερδίζουμε κάτι άλλο, δεν έχουμε ωφεληθεί από την πανδημία – κάθε άλλο. Επομένως δεν πρέπει να μας κοιτάζουν με καχυποψία.Υπάρχουν περιπτώσεις συγγενών, λίγες βέβαια, οι οποίοι μας απειλούν με μηνύσεις, γιατί δεν μας πιστεύουν, λένε ότι κακώς προχωρήσαμε σε διασωλήνωση. Μου έχει τύχει ακόμη και να με ειρωνευτεί συγγενής ενός αρρώστου ο οποίος δυστυχώς κατέληξε. Μου λέει «τώρα στο πιστοποιητικό θανάτου θα γράψετε ότι πέθανε από κορονοϊό, για να χαρεί ο Χαρδαλιάς;» Εμείς σε επαφή με τους συγγενείς των ασθενών ερχόμαστε τηλεφωνικά, σπάνια και κατ’ εξαίρεση μπορεί να έρθει κάποιος στον χώρο της ΜΕΘ. Έτσι αυτές οι απειλές κι οι ειρωνείες διατυπώνονται από τηλεφώνου. Εάν γίνονταν και μπροστά μας μπορεί να δεχόμασταν και σωματική βία. Με τέτοιο φανατισμό που υπάρχει μπορεί να συμβεί ακόμη και αυτό. Πάντως, είναι σπάνια τέτοιου τύπου περιστατικά. Οι περισσότεροι συγγενείς μάς ευγνωμονούν, ακόμη και όταν δεν έχουν καλή εξέλιξη οι δικοί τους άνθρωποι.
Τώρα πια, επειδή είμαστε εμβολιασμένοι, οι περισσότεροι δεν φοράμε τη στολή του αστροναύτη που έχετε δει, αλλά μια πιο λάιτ, με την οποία εργαζόμαστε λίγο πιο άνετα. Και πάλι, όμως, με τις μάσκες, το κάλυμμα της κεφαλής και την ποδιά, ιδρώνουμε πολύ, έχεις και την πίεση στο πρόσωπο – τα σημάδια θα τα έχετε δει, φεύγουν μετά από ώρες. Πολλές φορές δυσκολευόμαστε να αναπνεύσουμε, διότι εμείς δεν φοράμε μια απλή χειρουργική μάσκα. Μένουμε στον χώρο των ασθενών τέσσερις ώρες, βγαίνουμε ώστε να πιούμε λίγο νερό, να φάμε κάτι, να ξεκουραστούμε. Όταν αναφέρομαι σε ξεκούραση, δεν εννοώ ότι ξαπλώνουμε – όχι, είμαστε στο γραφείο και κάνουμε άλλη δουλειά. Και μετά ξαναμπαίνουμε μέσα. Είναι αντίξοες οι συνθήκες, είναι αλήθεια. Νοσταλγώ εποχές που έμπαινα μέσα με μια απλή χειρουργική μάσκα.
Μια τυπική μέρα, όταν δεν έχω εφημερία κι εάν όλα πάνε καλά, θα φύγω από το νοσοκομείο γύρω στις 17:00. Χθες είχα εφημερία, που σημαίνει ότι πήγα στη δουλειά στις 9:00 κι έφυγα σήμερα στις 11:00. Στο διάστημα αυτό κοιμήθηκα δυο ώρες. Αυτή είναι η καθημερινότητα της εφημερίας. Κάνω οκτώ τέτοιες 24ωρες εφημερίες το μήνα. Στο μεταξύ, είμαι 41 ετών, το νιώθω στο σώμα μου το ξενύχτι, με κομματιάζει.
Όταν ξέσπασε η πανδημία είχαμε να αντιμετωπίσουμε και το γεγονός ότι δεν υπήρχαν πολλοί εντατικολόγοι και εξειδικευμένοι νοσηλευτές ΜΕΘ. Πάρα πολλοί γιατροί που έχουμε αυτή τη στιγμή στις ΜΕΘ της χώρας δεν έχουν τίτλο εξειδίκευσης εντατικής θεραπείας, αλλά οι περισσότεροι ενσωματώθηκαν και πλέον είναι άξιοι συνεργάτες. Υπήρξε μια μεγάλη προσπάθεια από τις νοσηλευτικές υπηρεσίες των νοσοκομείων και από τους γιατρούς ώστε να εκπαιδευτούν γρήγορα και νομίζω το πετύχαμε. Πιστεύω ότι οι συνάδελφοι που μπήκαν στην Εντατική με την αφορμή της πανδημίας, θα παραμείνουν κοντά μας. Ωστόσο πλέον έχουμε ξεπεράσει τα όρια του εξειδικευμένου προσωπικού. Και κρεβάτια περισσότερα να ανοίξεις, ποιος θα τα δουλέψει; Για να βγάλουμε περισσότερους εντατικολόγους απαιτείται ένα βάθος πενταετίας ή και δεκαετίας.Αν συγκρίνουμε τη νόσο Covid με άλλες πνευμονίες, αυτό που παρατηρούμε είναι ότι η κατάσταση του ασθενούς καθυστερεί να βελτιωθεί. Μπορεί, δηλαδή, να χρειαστεί να μείνει αρκετές ημέρες σε διασωλήνωση και μηχανικό αερισμό πριν δούμε κάποια πρόοδο. Συνήθως, ένας νέος σε ηλικία ασθενής –εννοώ 20 έως 40 το πολύ ετών– που θα πάρει από εμάς κάθε δυνατή βοήθεια, θα αποσωληνωθεί μετά από δύο με τρεις εβδομάδες. Πρέπει να ξέρετε ότι αυτό είναι μεγάλο χρονικό διάστημα.
Υπάρχει μια σύγχυση ως προς τα υποκείμενα νοσήματα, υπάρχει η εντύπωση ότι στη ΜΕΘ φτάνουν άνθρωποι με επιβαρυμένη υγεία. Μα ποια είναι αυτά τα υποκείμενα; Να σας πω. Ένας 30χρονος που είναι λίγο υπέρβαρος; Ή μήπως ο 50άρης με υπέρταση; Αυτά είναι πολύ ήπια υποκείμενα νοσήματα. Αυτός ο ιός είναι τρομακτικός. Μας τρομάζει η μαζική η εισαγωγή νέων ανθρώπων. Βλέπουμε νεότερους από εμάς, με πολύ καλή φυσική κατάσταση, που πηγαίνουν άσχημα και καταλήγουν. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Έχει τεράστιο συναισθηματικό κόστος να χάνεις ασθενή νεαρής ηλικίας. Είμαστε εξοικειωμένοι με τον θάνατο, ναι. Αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό.
Πάντα η χώρα μας, και πριν την πανδημία, δεν είχε πολλά κρεβάτια εντατικής. Με τον Covid το πρόβλημα διογκώθηκε. Και παρότι άνοιξαν επιπλέον κρεβάτια, φάνηκε ότι δεν επαρκούν. Αν τίθεται θέμα προτεραιότητας για το ποιος ασθενής θα μπει στη ΜΕΘ; Λόγω της πίεσης του συστήματος θα προτιμηθεί να δοθεί η κλίνη ΜΕΘ στον νεότερο. Γίνεται διαλογή, να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Γίνεται διαλογή και πρέπει να γίνεται. Από τη στιγμή που έχεις παραπάνω ασθενείς από αυτούς που μπορείς να απορροφήσεις, έχεις κάποια κριτήρια και θα τα ακολουθήσεις. Κι ένα από αυτά είναι κι η ηλικία. Ένα από αυτά, όχι το μόνο.
Ξέρω ότι η πλειοψηφία του κόσμου εκτιμάει τη δουλειά που κάνουμε, αναγνωρίζει τον κόπο μας. Αλλά υπάρχει μια μειοψηφία που μας βλέπει με καχυποψία κι ίσως αυτό είναι αρκετό για να αισθανόμαστε κατά καιρούς μια απογοήτευση. Έπειτα υπάρχουν και κάποιες δηλώσεις πολιτικών προσώπων, από όλα τα κόμματα, για τις ΜΕΘ… Πρόσφατα ακούσαμε ότι είτε μπεις, είτε δεν μπεις στη ΜΕΘ και είσαι διασωληνωμένος σε κοινό θάλαμο, η θνητότητα είναι η ίδια. Πράγμα που είναι αδιανόητο να λέγεται. Οι περισσότεροι από εμάς και ειδικά οι γιατροί της ηλικίας μου –και το λέω γιατί έρχομαι πιο πολύ σε επαφή με γιατρούς του ΕΣΥ της γενιάς μου– αυτό που θέλουμε δεν είναι επίδομα, είναι να έχουμε ψυχική ηρεμία και μια αναγνώριση του έργου μας.Στις ΜΕΘ του εξωτερικού προσφέρεται με οργανωμένο τρόπο συνεχής ψυχολογική υποστήριξη στους γιατρούς που είναι στην πρώτη γραμμή. Εμείς το έχουμε αμελήσει αυτό, τα βγάζουμε πέρα μόνοι μας. Μου έχει τύχει να χρειαστώ στήριξη, ναι. Μου έχει τύχει να βάλω τα κλάματα –πράγμα που δεν μου έχει συμβεί πολλές φορές στην ενήλικη ζωή μου– όταν χάσαμε, προ Covid, ένα παιδί 18 χρονών από βαρύ καρδιολογικό πρόβλημα. Έκανε ανακοπή, προσπαθήσαμε με τους συναδέλφους να τον επαναφέρουμε, δεν τα καταφέραμε. Ήταν ένα 18χρονο παιδί, μετανάστης, ο πατέρας του περίμενε απ’ έξω να του ανακοινώσουμε τι; Ήταν τρομερό. Έκλαιγα, δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω. Δεν υπήρχε κάποια υποστήριξη, να με βοηθήσει να το διαχειριστώ.Αυτά τα βιώνουμε μόνοι. Κι αυτό το πληρώνουν συχνά κι οι οικογένειές μας. Ειδικά τους τελευταίους μήνες μας στηρίζουν σηκώνοντας μεγάλο βάρος λόγω του δικού μας στρες και της ψυχικής κόπωσης. Ξέρετε, κανείς από εμάς δεν διαμαρτύρεται για τα σκληρά ωράρια. Έχουμε μια κατάσταση πολέμου. Αλλά αυτό που βιώνουμε, χωρίς ψυχολογική υποστήριξη, ορισμένους τους οδηγεί στα όρια του burn out. Κάποιοι συνάδελφοι ήδη έχουν καεί, κάποιοι προσπαθούμε να βρίσκουμε διαφυγές ώστε να ξεφύγει το μυαλό μας, αλλά αυτό που ζούμε είναι μια τραγική κατάσταση δίχως τέλος. Πώς το διαχειρίζομαι εγώ; Παίρνω δύναμη από την οικογένειά μου. Σωματικά είμαι πολύ κουρασμένος, έχω συμπτώματα υπερκόπωσης. Αλλά ψυχολογικά η οικογένειά μου με κρατάει. Και μόνο που βλέπω τα παιδιά μου και παίζω μαζί τους, ξεχνιέμαι.
Δουλεύω στη ΜΕΘ του Ευαγγελισμού εδώ και πάνω από 17 χρόνια. Η δική μας δουλειά αρχίζει με το παραπεμπτικό του γιατρού. Πηγαίνουμε αμέσως στον ασθενή, κάνουμε αξιολόγηση και ξεκινάμε την παρέμβαση. Οι ασθενείς Covid έχουν πρόβλημα κυρίως στο αναπνευστικό. Οπότε εκεί τους βοηθάμε αρχικά και σιγά σιγά, όσο βελτιώνεται η κατάστασή τους και σταματάει η καταστολή. Μπορούμε να επικοινωνήσουμε μαζί τους με ερωτήσεις κλειστού τύπου, για παράδειγμα ρωτάμε αν πονούν και μας κάνουν νεύμα. Ή τους δίνουμε οδηγίες και τις ακολουθούν.
Μαζί με όλους τους άλλους επαγγελματίες υγείας που εμπλέκονται, είμαστε στην πρώτη γραμμή. Φυσικά οι γιατροί δίνουν τα φάρμακα, αλλά χωρίς την παρέμβαση του φυσιοθεραπευτή ο ασθενής θα καθυστερήσει πολύ να επανέλθει στις δραστηριότητές του. Αυτό δεν έχει κατανοηθεί αρκετά. Η δική μας παρέμβαση είναι ζωτικής σημασίας. Και μας στενοχωρεί ότι δεν αναγνωρίζεται όσο πρέπει η συμβολή μας, καμιά φορά ακόμη και μέσα στα νοσοκομεία. Ερευνητικά έχει αποδειχτεί ότι οι ασκήσεις που κάνουμε, οι τεχνικές αποκατάστασης που χρησιμοποιούμε, επισπεύδουν την έξοδο του ασθενή από τη ΜΕΘ και από το νοσοκομείο. Και επισπεύδουν και τη συνολική του αποκατάσταση. Δεν είναι αυτό που νομίζει ο κόσμος ότι είσαι σε ένα κρεβάτι στη ΜΕΘ και μένεις εκεί ξαπλωμένος όσες μέρες κι αν περάσουν.
Εάν δει κανείς από ένα μάτι τη ΜΕΘ, μοιάζει με εργαστήρι εντατικής γυμναστικής, όταν οι άνθρωποι πάνε καλά και κινούνται μέσα στη ΜΕΘ, νιώθουν καλύτερα, νιώθουν ότι προοδεύουν κι αυτό έχει ευεργετική επίδραση στην ψυχολογία τους. Αλλά και στην ψυχολογία του προσωπικού. Οι γιατροί χαίρονται όταν βλέπουν τον ασθενή τους να κινητοποιείται, να σημειώνει βελτίωση.Τον πρώτο καιρό της πανδημίας, επειδή είναι και έντονα χειρωνακτική η δουλειά μας, η κούραση μέσα στη στολή ήταν μεγάλη. Ίδρωνες, είχες και μεγαλύτερη δυσκολία να προσφέρεις τις υπηρεσίες σου. Ήταν οπωσδήποτε μια παραπάνω επιβάρυνση. Ταυτόχρονα υπήρχε και ο φόβος για την επαφή με τους ασθενείς Covid. Πριν ξεκινήσει ο εμβολιασμός φοβόμασταν πολύ την επιμόλυνση. Και πράγματι κάποιοι συνάδελφοι κόλλησαν. Ο ένας μάλιστα χρειάστηκε να νοσηλευτεί.Για εμάς, όμως, είναι πολύ σημαντικό το αίσθημα ότι προσφέρουμε, ότι βοηθάμε τον ασθενή να πάει καλύτερα. Κάθε μέρα που περνάει και βλέπουμε να κάνει πρόοδο, έχουμε και μια παραπάνω προσδοκία. Παίρνουμε δύναμη για να τους βοηθήσουμε να συνεχίσουν την προσπάθεια και να βγουν σιγά σιγά από τη ΜΕΘ.
Το δεύτερο κύμα ξέσπασε πολύ ξαφνικά, μας αιφνιδίασε η έντασή του. Ήταν Κυριακή 10 ή 11 Νοεμβρίου του 2020 όταν μας κάλεσαν να αδειάσουμε το τμήμα από non Covid περιστατικά, γιατί έπρεπε να είμαστε έτοιμοι να υποδεχτούμε τους ασθενείς Covid το επόμενο πρωί, που το Παπανικολάου είχε εφημερία. Την Δευτέρα, μέσα σε διάστημα 12 ωρών είχαν γεμίσει οι 11 από τις 12 κλίνες ΜΕΘ. Τόσα περιστατικά μέσα σε τόσο λίγες ώρες από μια νόσο, είναι κάτι που δεν το έχουμε ξαναδεί. Όχι μόνο εγώ, που είμαι στις ΜΕΘ δύο χρόνια, αλλά και συνάδελφοι με πολλά χρόνια εμπειρίας.Όταν έρχεται ένα περιστατικό στη μονάδα, μέχρι να το υποδεχτούμε, να το τακτοποιήσουμε, να το σταθεροποιήσουμε, μπορεί να πάρει μισή ώρα, αλλά μπορεί και μία ώρα, ή και δυο ώρες. Φανταστείτε τι χάος επικρατεί όταν έχουμε μέσα σε τόσο λίγες ώρες 11 καινούργια περιστατικά. Ευτυχώς, όμως, βάλαμε όλοι οι συνάδελφοι το λιθαράκι μας και αντεπεξήλθαμε. Σε όλη τη διάρκεια του δεύτερου κύματος, όταν υπήρχε έλλειψη χεριών υπήρχε πάντα κάποιος που θα βοηθούσε, ήμασταν όλοι stand by, γιατροί και νοσηλευτές. Μπορεί να ήταν κάποιος συνάδελφος σε ρεπό μετά από νυχτερινή βάρδια, αλλά να ερχόταν στο νοσοκομείο για να βοηθήσει. Αυτό το πράγμα έγινε όσες φορές χρειάστηκε. Το δεύτερο κύμα κράτησε τρεις-τέσσερις μήνες. Στις αρχές της άνοιξης άρχισε να φαίνεται ένα φως στον ορίζοντα.
Κάθε φορά που βγαίνουμε από τον χώρο των ασθενών είναι σαν να έχουμε κάνει επίπονη άσκηση. Επειδή τρέχω, μπορώ να σας πω ότι είναι σαν να έχω τρέξει 10 χλμ. Βγαίνουμε καταϊδρωμένοι, αφυδατωμένοι, πεινασμένοι. Πίνουμε λίγο νερό ή τρώμε κάτι κι ετοιμαζόμαστε να ξαναμπούμε. Από τότε που ξεκίνησε η πανδημία και όσο πιο πολύ αυξάνονται τα περιστατικά, η κατάσταση γίνεται δυσκολότερη και για εμάς. Σωματικά ο καθένας το αντέχει όσο μπορεί και στο τέλος πάντα τα καταφέρνει. Το θέμα είναι ότι από το πρώτο κύμα, στο δεύτερο, στο τρίτο, τώρα στο τέταρτο και για όσο θα συνεχιστεί αυτό, συσσωρεύεται το στρες, αυξάνεται η ψυχική κούραση. Μέσα στη μονάδα, με τις μάσκες, έχουμε μάθει πια να καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλο με τα μάτια, πολλές φορές δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε λόγια, αλλά πολλές φορές υπάρχουν κι εντάσεις που υπό άλλες συνθήκες δεν θα υπήρχαν. Αλλά αυτό που μας στοιχίζει περισσότερο είναι όταν χάνουμε νέους σε ηλικία ασθενείς. Υπάρχουν συγκεκριμένοι ασθενείς που δεν μπορώ να ξεχάσω. Κανείς μας δεν ξεχνάει.Έχουμε δει ότι οι ασθενείς που ξυπνάνε και υπάρχει πιθανότητα να αποσωληνωθούν, θα εξελιχθούν καλύτερα από εκείνους που μένουν διασωληνωμένοι για μεγαλύτερο διάστημα. Ωστόσο έχουμε δει ασθενείς οι οποίοι ξύπνησαν και αποσωληνώθηκαν, να παρουσιάζουν ξαφνική επιδείνωση και να πρέπει να ξαναμπούν στα μηχανήματα. Αυτό που λέμε στους ασθενείς που ξυπνούν είναι ότι εκτός από την προσπάθεια που κάνουμε εμείς, πρέπει και οι ίδιοι να δείξουν υπομονή και να καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια ώστε να δυναμώσουν και βγουν νικητές. Κι αυτό θα συνεχιστεί ακόμη και όταν θα έχουν πάει σε κέντρο αποκατάστασης ή και στο σπίτι. Σε όλο αυτό το διάστημα μπορεί να έχουμε πισωγυρίσματα, οπότε είναι ένας διαρκής αγώνας ο οποίος κρατάει από πολλές εβδομάδες μέχρι και κάποιους μήνες.
Από τις αρχές του καλοκαιριού που είμαι στο Ιπποκράτειο, που διαθέτει και γυναικολογική-μαιευτική κλινική, έχουμε νοσηλεύσει αρκετές εγκυμονούσες, στις οποίες έγινε επείγων τοκετός, ώστε να μπορέσουν οι ίδιες να αντεπεξέλθουν αναπνευστικά. Σε όλες τις περιπτώσεις έπρεπε να γεννηθεί το μωρό πρόωρα ώστε να σωθούν οι μητέρες. Όλες ήταν ανεμβολίαστες, ναι. Αυτή τη στιγμή στη δική μας ΜΕΘ το ποσοστό των ανεμβολίαστων ασθενών ξεπερνάει το 90%. Κι όσο συνεχίζεται η πανδημία, όλο και συχνότερα βλέπουμε στη ΜΕΘ ανθρώπους χωρίς υποκείμενα νοσήματα.
Με κάθε ανεμβολίαστο ασθενή, μου βγαίνει ένα μεγάλο «κρίμα» κι ένα μεγάλο «γιατί;» Σκέφτομαι ότι θα μπορούσε να μην έχει φτάσει σε εμάς. Πάντως, όσες φορές έχει τύχει να συζητήσω με άρρωστο που προτού νοσήσει αμφισβητούσε την ύπαρξη του ιού ή την αποτελεσματικότητα του εμβολίου, βλέπω ότι έχει μετανιώσει. Αυτό που μας λένε είναι ότι μόλις βγουν θα προσπαθήσουν να πείσουν όσο περισσότερους μπορούν να κάνουν το εμβόλιο για να μην περάσουν τα ίδια.
Η ενημέρωση των συγγενών γίνεται μια φορά την ημέρα, τηλεφωνικά. Σε ορισμένες περιπτώσεις –λίγες, βέβαια– μάλλον μας ηχογραφούν. Έχουμε πια αποκτήσει κι εμείς εμπειρία και το καταλαβαίνουμε, από την πορεία των ερωτήσεων. Πιστεύουμε ότι το κάνουν με την πρόθεση να καταθέσουν κάποια μήνυση – για παράδειγμα μας ρωτούν για θεραπείες που είναι είτε σε πειραματικό στάδιο, είτε ανύπαρκτες και μας ζητούν τον λόγο γιατί δεν τις εφαρμόζουμε. Είναι πράγματα που έχουν διαβάσει σε διάφορα αναξιόπιστα σάιτ. Προσπαθούμε πάντα να τους εξηγήσουμε ευγενικά την πραγματικότητα, με επιχειρήματα, αλλά πολλές φορές η συζήτηση δεν οδηγεί πουθενά.Όλα είναι γνωστά, άσχετα αν κάποιος δεν θέλει να τα πιστέψει. Εμείς είμαστε εδώ και θα είμαστε, για όλους όσοι θα μας χρειαστούν. Το θέμα είναι ότι αυτήν την περίοδο θέλουμε να έχουμε όσο γίνεται λιγότερη δουλειά, για να μη βλέπουμε αυτά τα περιστατικά που είναι πάρα πολύ βαριά, που βλέπουμε να πεθαίνουν άνθρωποι μπροστά στα μάτια μας, που κάνουμε ό,τι είναι δυνατό και μπορεί να μην τα καταφέρουμε. Αν μπορούσαμε να μεταφέρουμε τις εικόνες που βλέπουμε εμείς κάθε μέρα, αν μπορούσε κάποιος να μπει για λίγο στη θέση μας και να δει με τα μάτια του τι επικρατεί στις ΜΕΘ Covid… Δεν χρειάζεται να νοσήσει κάποιος για να καταλάβει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Όλοι έχουμε κάποιον γνωστό γιατρό, νοσηλευτή, φυσιοθεραπευτή που είναι σε νοσοκομείο, ας ακούσουμε αυτούς και όχι οποιονδήποτε βγαίνει σε ένα κανάλι.Είμαι κουρασμένος φυσικά, αυτή η ρουτίνα σπίτι-δουλειά, με όλο το συναισθηματικό φορτίο, με έχει δυσκολέψει. Μόνο το καλοκαίρι μπορέσαμε να λείψουμε λίγες ημέρες, να ξεφύγουμε. Εγώ για να αντεπεξέλθω αντλώ πολλή δύναμη από την οικογένειά μου. Και για να εκτονωθώ το έριξα στη γυμναστική, αυτή είναι η διαφυγή μου. Θα έπρεπε να έχουμε στοχευμένη ψυχολογική υποστήριξη, οργανωμένα, για τους εργαζόμενους στις ΜΕΘ. Μέχρι να συμβεί αυτό, βασιζόμαστε στους δικούς μας ανθρώπους, στην οικογένειά μας. Αλλά και μεταξύ μας, δίνουμε δύναμη ο ένας στον άλλον, εντελώς αυθόρμητα και φυσικά. Τονώνουμε ο ένας τον άλλον και συνεχίζουμε.
Έτυχε να είμαι στο νοσοκομείο από χθες το πρωί στις 9:30 μέχρι σήμερα στις 16:30. Εφημέρευα χθες και σήμερα συνέχιζα με μικτή εφημερία. Σε αυτό το διάστημα έχω κοιμηθεί τρεις ώρες. Όλοι οι συνάδελφοι κάνουμε αρκετές εφημερίες γιατί είμαστε μια μονάδα 17 κλινών. Είμαστε υπεύθυνοι και για τις εκτιμήσεις στους ορόφους και για τις μεταφορές ασθενών από νοσοκομείο σε νοσοκομείο, αν χρειαστεί. Οι ώρες είναι πολλές, σαφώς, αλλά μπορώ να σας πω ότι περισσότερο είναι η ένταση της δουλειάς. Μπορεί, δηλαδή, σε ένα τετράωρο η μία ώρα να είναι αληθινά εξοντωτική.
Πριν ξεσπάσει η πανδημία ήμουν στον Άγιο Σάββα. Στο Σωτηρία μεταφέρθηκα στις 30 Μαρτίου του 2020, μετά από δικό μου αίτημα. Τον Φεβρουάριο του 2020, σε μία από τις μηνιαίες συναντήσεις για τις λοιμώξεις που κάναμε στον Άγιο Σάββα, είχε έρθει ο κ.Τσιόδρας, ο οποίος μας έκρουσε το καμπανάκι του κινδύνου. Μας είπε ότι αυτό που έχουμε μπροστά μας δεν θα είναι επιδημία, αλλά πανδημία. Ακόμη και τότε, βέβαια, δεν είχαμε αντιληφθεί το κακό που ερχόταν. Μετά άρχισαν τα πρώτα περιστατικά και μου φαινόταν αδιανόητο να συμβαίνει κάτι τέτοιο, να είμαι εντατικολόγος και να μην είμαι στην πρώτη γραμμή. Ακόμη και ως επιστήμονας, ήθελα να είμαι εκεί. Έτσι ζήτησα να μεταφερθώ. Άλλωστε υπήρχαν ανάγκες.Ήταν μια κατάσταση πρωτόγνωρη για όλους, κανείς δεν ήξερε τι να περιμένει, δεν γνωρίζαμε αρκετά για τη μεταδοτικότητα, δεν υπήρχε θεραπεία, δεν ήξερε κανείς πώς να βοηθήσει. Το Σωτηρία είχε δεχτεί τον πρώτο ασθενή Covid στις 12 Μαρτίου. Όταν ήρθα, στο τέλος του μήνα, βρήκα ένα πολύ οργανωμένο τμήμα, οι συνάδελφοι εδώ είχαν ήδη προλάβει και είχαν οργανώσει εξαιρετικά την όλη διαδικασία στη ΜΕΘ, παρόλο που είχαν μεσολαβήσει μόνο λίγες ημέρες από το πρώτο περιστατικό.
Φυσικά το πρώτο διάστημα δυσκολευτήκαμε πολύ με τις στολές. Στην αρχή χρειαζόμασταν 5’ έως 10’ για να τις φορέσουμε, διότι έπρεπε να σκεφτούμε το κάθε βήμα. Έπειτα υπήρχε το βάρος, η θερμότητα, έπρεπε να φοράμε γυαλιά, που θόλωναν από τους υδρατμούς. Μετά από μιάμιση ώρα μέσα στη στολή, είχα την αίσθηση ότι σκέφτομαι πιο αργά από ό,τι συνήθως. Τα πόδια μας ήταν καλυμμένα οπότε έπρεπε και να προσέχουμε να μη γλιστρήσουμε μέσα στη μονάδα.Δεν μπορούσαμε να κινηθούμε πολύ γρήγορα, όπως έχουμε συνηθίσει. Με εκείνη τη στολή δεν είχες και περιφερειακή όραση, δεν μπορούσες, επίσης, να ακούσεις πολύ καλά τι σου έλεγε ο συνάδελφος.Το πολύ σημαντικό ήταν ότι δεν μπορούσε να μεταφερθεί η πληροφορία από μέσα προς τα έξω. Έπρεπε να χρησιμοποιούμε το τηλέφωνο, αλλά ακόμη κι έτσι, ο γιατρός που ήταν έξω δεν σε άκουγε καλά. Βγάζαμε φωτογραφία τα διαγράμματα, τις ανεβάζαμε σε τάμπλετ κι έτσι μεταφερόταν σε όλους η πληροφορία. Αυτά έχουν στο μεταξύ αλλάξει και χαίρομαι πολύ. Οι κρίσεις είναι πάντα μια τεράστια ευκαιρία. Μέσα από το κακό της πανδημίας έγιναν τουλάχιστον κάποια καλά πράγματα. Για παράδειγμα, έχουμε πλέον τον ηλεκτρονικό φάκελο. Ήδη από το δεύτερο κύμα της πανδημίας, είχαμε αυτή τη δυνατότητα οπότε η πληροφορία μεταδίδεται ταχύτατα.
Θυμάμαι μια φορά, ήταν τις πρώτες μέρες στη μονάδα, που αισθάνθηκα πολύ έντονη δυσφορία μέσα στη στολή. Ένιωσα ότι ήθελα πραγματικά να βγω έξω. Πήγα μπροστά σε ένα μηχάνημα αερίου, είδα τον εαυτό μου και με κατέλαβε ένα κλειστοφοβικό αίσθημα. Σκεφτόμουν τι είναι τώρα αυτό που παθαίνω, μήπως είναι αρχόμενη κρίση πανικού; Αλλά το διαχειρίστηκα μόνη μου. Μου πήρε πέντε δεύτερα, είπα τώρα πρέπει να κάνεις αυτό που πρέπει να κάνεις. Και τελείωσε. Δεν μου συνέβη ποτέ ξανά. Τώρα δεν φοράμε πια την ίδια στολή, δεν έχουμε όλο αυτό το βάρος. Μετά τον εμβολιασμό μας άλλαξαν πολλά, είμαστε πιο οπλισμένοι απέναντι στον ιό, ξέρουμε ότι έχουμε μια άμυνα.
Σήμερα γνωρίζουμε πλέον πολλά για αυτόν τον ιό. Αλλά βλέπετε πόσο δυναμική είναι η κατάσταση. Δεν είμαι αισιόδοξη ότι το καλοκαίρι του 2022 θα έχουμε ξεμπερδέψει, όπως ελπίζαμε. Διότι δεν ξέρουμε τι μεταλλάξεις θα προκύψουν. Επίσης δεν ξέρουμε αν θα έχουμε κάποιες θεραπείες στα χέρια μας – διότι ναι, ξέρουμε πολλά, έχουν γίνει πολλά, αλλά θεραπεία ακόμη δεν υπάρχει.Σε κάθε περίπτωση είμαστε εδώ, κι εμείς και εκείνοι που ασχολούνται με το θεραπευτικό κομμάτι, στα εργαστήρια.Το σοκαριστικό με αυτόν τον ιό είναι ότι δεν κάνει διακρίσεις. Βλέπεις μεγάλους σε ηλικία ανθρώπους να υποφέρουν, βλέπεις νέους, βλέπεις ανθρώπους χωρίς καμία συννοσηρότητα. Έχουμε δει ανθρώπους νέους, χωρίς προβλήματα, να έχουν πάρα πολύ κακή εξέλιξη. Κι έπειτα βλέπεις συχνά ολόκληρες οικογένειες. Μπορεί στη μια κλινική να νοσηλεύεται ο πατέρας ή η μητέρα και στην άλλη το παιδί, μπορεί να νοσηλεύονται δυο αδέλφια σε διαφορετικές μονάδες. Είναι ένας ιός πάρα, πάρα πολύ κακός. Αρκεί να κοιτάξει κανείς τις αξονικές ανθρώπων οι οποίοι μια εβδομάδα πριν φτάσουν σε εμάς είχαν μια φυσιολογική ζωή και ξαφνικά έχουν μια παθολογική αξονική. Εάν δείξεις σε κάποιον που δεν έχει σχέση με Ιατρική πώς είναι φυσιολογικά οι πνεύμονες και μετά του δείξεις πώς είναι οι πνεύμονες όταν έχουν πληγεί από αυτόν τον εξαιρετικά επιθετικό ιό, μέσα σε λίγες μόνο ημέρες, θα καταλάβει.
Σε αυτή τη φάση, οι ασθενείς στη ΜΕΘ μας είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία ανεμβολίαστοι, από 25 έως 60 ετών. Δεν είναι άνθρωποι επιβαρυμένοι. Αυτός ο ιός χτυπάει αλύπητα, είναι άνθρωποι που δεν θα έπρεπε να είναι εκεί, σε καμία περίπτωση. Κι έχει τύχει να επικοινωνήσουμε με συγγενείς οι οποίοι είναι επίσης αρνητές. Θέλεις πάρα πολύ να τους εξηγήσεις, το προσπαθείς, με υπομονή. Εγώ πάντα τους λέω ότι είμαστε στην ίδια ομάδα. Δεν είμαστε απέναντι, είμαστε μαζί για τον άνθρωπό σας. Οι περισσότεροι καταλαβαίνουν, αλλά υπάρχουν και εκείνοι που αμφισβητούν τα πάντα. Πολλές φορές είμαι μέσα στη μονάδα και σκέφτομαι «αχ να μπορούσατε να δείτε από κοντά, με τα μάτια σας, όσα συμβαίνουν εδώ». Ή να έβλεπαν τις αξονικές που βλέπουμε εμείς κάθε πρωί. Πιστεύω ότι θα πείθονταν.
Κάθε φορά που αποσωληνώνουμε κάποιον, η ικανοποίηση είναι τεράστια, η χαρά μας απερίγραπτη. Φεύγει η κούραση, αμέσως. Αυτή η χαρά σε αποζημιώνει για όλα. Υπάρχουν άνθρωποι που ήταν μέρες διασωληνωμένοι ή είχαν τραχειοστομηθεί και κατάφεραν να φύγουν νικητές. Υπάρχουν τέτοιοι ασθενείς που επιστρέφουν και μας βλέπουν. Τώρα που σας μιλάω σκέφτομαι συγκεκριμένα έναν ασθενή 54 ετών, τον οποίον είχε τύχει να παραλάβω από άλλο νοσοκομείο στις δύο τα ξημερώματα, το θυμάμαι έντονα. Είχε έρθει σε βαρύτατη κατάσταση, είχε μια μακρά νοσηλεία, αλλά έχει επιστρέψει κανονικά στη ζωή του, χωρίς κανένα έλλειμα. Μου έρχεται να δακρύσω όταν τον σκέφτομαι. Σας αναφέρω έναν. Αλλά είναι πολλοί.Αλλά κι οι δύσκολες στιγμές είναι αμέτρητες. Θυμάμαι έναν ασθενή ο οποίος δεν ήταν διασωληνωμένος, ήταν σε σύστημα υψηλής ροής. Είχε μιλήσει με τη γυναίκα του το πρωί, αλλά μέσα σε λιγότερο από δυο ώρες η κατάσταση του επιδεινώθηκε δραματικά, κατέρρευσε και χρειάστηκε να διασωληνωθεί. Όταν πήρα τη σύζυγό του να την ενημερώσω, μου είπε «κάνετε λάθος, έχετε πάρει λάθος συγγενή, του μίλησα πριν μιάμιση ώρα». Εκείνη την ώρα ήθελα τόσο πολύ να είχα κάνει λάθος. Αλλά έπρεπε να εξηγήσω ότι δεν είχα κάνει λάθος. Δυστυχώς στη συνέχεια ο άνθρωπος εκείνος κατέληξε. Το να παίρνεις αυτά τα τηλέφωνα στους συγγενείς, είναι πολύ δύσκολο συναισθηματικά. Όσες φορές κι αν το έχουμε κάνει, κάθε φορά είναι το ίδιο δύσκολο. Αυτόν τον πόνο που έχει προκαλέσει αυτή η πανδημία, να παίρνεις τηλέφωνο και να λες μόνο δυσάρεστα πράγματα…
Όσο βρίσκεσαι στη ΜΕΘ πρέπει να μπορείς να διαχειριστείς την οποιαδήποτε κατάσταση, γιατί εκείνη την ώρα οφείλεις να είσαι απολύτως αφοσιωμένος σε αυτό που κάνεις. Όμως όταν μπαίνεις στο αυτοκίνητο για να επιστρέψεις στο σπίτι σου, οι σκέψεις έρχονται. Ποιο θα είναι και για εμάς το αποτύπωμα όλων αυτών των εμπειριών, στο μέλλον θα το δούμε. Πώς το διαχειρίζομαι για την ώρα; Όσο κουρασμένη και αν είμαι, δυο με τρεις φορές την εβδομάδα ασκούμαι. Το έχω ανάγκη, είναι σαν θεραπεία. Κι έπειτα, προσπαθώ να βρίσκομαι με φίλους, να αλλάζω παραστάσεις, να συζητάω για πράγματα εκτός δουλειάς. Ακόμη κι όταν οι φίλοι τυχαίνει να είναι επίσης γιατροί, θα συζητήσουμε κάτι άσχετο. Διότι για τη δουλειά συζητάμε όσες ώρες είμαστε εκεί – κι είμαστε πολλές ώρες.