Ο ‘Ερωτας, ο Σωκράτης και η Διοτίμα
Στα αρχαία συμπόσια προσκεκλημένοι ήταν μόνο επιφανείς άνδρες, μια παρέα που απήγγελνε ποιήματα, συζητούσε, έπαιζε παιχνίδια, διασκέδαζε με αυλητρίδες και ορχηστρίδες, έπινε, έκανε σπονδές στους θεούς.
Το σκηνικό ενός συμποσίου, μαζί και το όνομα, δανείστηκε ο Πλάτωνας για να στήσει το έργο του «Συμπόσιον ή περί Έρωτος» (περ. το 385 π.Χ.). Στην κορύφωση της συζήτησης, τελευταίος από τους συνδαιτημόνες που αναφέρονται στο έργο, θα πάρει τον λόγο ο Σωκράτης. Με σκοπό να μεταφέρει αυτά που του δίδαξε η Διοτίμα, η σοφή ιέρεια από τη Μαντίνεια, για την πραγματική φύση του έρωτα.
Μα, γυναίκα στο ανδροκρατούμενο «Συμπόσιο»; Ναι, μία και μοναδική.
«Δαίμων Μέγας»* ο Έρωτας
Ο Σωκράτης εξυμνεί τη Διοτίμα, θαυμάζει τη σοφία της, δηλώνει πως πήγε σε εκείνη γιατί ήθελε να μάθει, πείθεται από τα λόγια της. Η Διοτίμα δέχεται να τον διδάξει χωρίς να είναι βέβαιη για το αποτέλεσμα της διδασκαλίας της, θα του περιγράψει, ωστόσο, τη φύση του έρωτα, που είναι άλλη από αυτή που πιστεύουν οι περισσότεροι.
Σωκράτης: «Μα τι τέλος πάντων», είπα, «θα μπορούσε να είναι ο Έρωτας; Μήπως θνητός;»
Διοτίμα: «Σε καμιά περίπτωση».
Ο έρωτας, κατά τη Διοτίμα, είναι ένα δαιμονικό ανάμεσα στα υπερφυσικά όντα και στους ανθρώπους. Ένα δαιμονικό με φύση αντιφατική, μια και γεννήθηκε από την Πενία και τον Πόρο:
«Πρώτον είναι πάντα φτωχός και κάθε άλλο παρά απαλός και ωραίος, όπως νομίζει ο πολύς κόσμος. Αντιθέτως, είναι τραχύς, ρυπαρός, ξυπόλυτος, άστεγος».
Διοτίμα: «Σαν γιος λοιπόν του Πόρου και της Πενίας που είναι ο Έρως βρίσκεται στην εξής κατάσταση: Πρώτον είναι πάντα φτωχός και κάθε άλλο παρά απαλός και ωραίος, όπως νομίζει ο πολύς κόσμος. Αντιθέτως, είναι τραχύς, ρυπαρός, ξυπόλυτος, άστεγος· […] μοιράζεται τη φύση της μάνας του και έχει για συγκάτοικο πάντα τη στέρηση. Σύμφωνα πάλι με τη φύση του πατέρα του, επιβουλεύεται τα ωραία και τα εκλεκτά, είναι γενναίος, ριψοκίνδυνος, ορμητικός, κυνηγός τρομερός, που σκαρφίζεται συνεχώς τεχνάσματα, συγχρόνως όμως προικισμένος με πόθο για τη γνώση της αλήθειας αλλά και επινοητικότητα […].
»Άλλοτε μέσα στην ίδια μέρα ανθεί και ζει, όταν βρει τα μέσα, άλλοτε πεθαίνει, μα ξαναζωντανεύει πάλι χάρη στη φύση του πατέρα του. Ό,τι αποκτά κάθε φορά τρέχει σιγά σιγά και χάνεται. Δεν είναι λοιπόν ο Έρωτας ποτέ ούτε τελείως φτωχός σε μέσα ούτε πλούσιος. Και μεταξύ σοφίας και ανοησίας βρίσκεται πάλι στη μέση.
»Τα πράγματα έχουν δηλαδή ως εξής: κανείς θεός δεν αγαπά τη σοφία, ούτε ποθεί να γίνει σοφός – γιατί είναι. Ούτε και κάποιος άλλος αν είναι σοφός, αγαπά τη σοφία. Όμως, από την άλλη, ούτε και όσοι είναι ανόητοι έχουν τον πόθο να γίνουν σοφοί. Γιατί αυτό ακριβώς είναι το ανυπόφορο στην ανοησία, το ότι, χωρίς να είναι κανείς ωραίος, αξιοσέβαστος και γνωστικός, μένει ικανοποιημένος με τον εαυτό του […]».
Σωκράτης: «Ποιοι είναι λοιπόν, Διοτίμα, εκείνοι που φιλοσοφούν, αν δεν είναι ούτε οι σοφοί ούτε οι ανόητοι;»
Διοτίμα: «Αυτό πια», είπε, «είναι φανερό ακόμα και σε ένα παιδί: όσοι βρίσκονται μεταξύ των δύο. Ένας από αυτούς είναι και ο Έρως. Διότι η σοφία είναι προφανώς από τα ωραιότερα πράγματα, και ο Έρως είναι έρωτας προς το ωραίο».
Πόθος για Καθετί Ωραίο
Ένας «δαίμων μέγας» ο έρωτας λοιπόν κατά τη Διοτίμα, που πότε ανθίζει και πότε πεθαίνει, ακόμα και μέσα στην ίδια τη μέρα. Και που πάντα βρίσκεται ανάμεσα στη σοφία και την αμάθεια.
Γιατί, όπως γεννά το σώμα, γεννά και η ψυχή, και η κυοφορία αυτή είναι η πιο σπουδαία. Κινητήριος δύναμη, και για τα δύο, ο έρωτας, που προκαλεί τον πόθο και τον τοκετό για καθετί ωραίο.
Η γυναίκα, δε, είναι εκείνο το πρόσωπο που μπορεί να εκφράσει τέλεια και τα δύο, τη σωματικότητα και την πνευματικότητα. Ίσως γι’ αυτό ο Πλάτωνας επιλέγει μια γυναίκα για να «διδάξει» τον έρωτα στο «Συμπόσιό» του.
Διαμέσου αντιπροσώπου ωστόσο, του Σωκράτη. Η Διοτίμα είναι μια σοφή απούσα, όπως απούσα είναι και η αυλητρίδα του «Συμποσίου», που «αποβάλλεται» όταν σταματάει η διασκέδαση των συνδαιτημόνων και αρχίζει η συζήτηση. Ένα «δαιμονικό» η γυναίκα, μεταξύ της ύλης και της υπέρβασής της, ικανή για τα πιο ταπεινά αλλά και τα πιο σπουδαία.
Σήμερα, ύστερα από 2.500 χιλιάδες χρόνια, το όνομα της Διοτίμας είναι δηλωτικό δράσεων ενάντια στις έμφυλες ανισότητες. Και η ίδια παρούσα στον μακρύ κατάλογο εκείνων των γυναικών που άλλαξαν τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε.
Η Διοτίμα φέρεται ότι γνώριζε την πυθαγόρεια αριθμοσοφία και, σύμφωνα με τον Ξενοφώντα, είχε γνώση και για τα πλέον δυσκολονόητα γεωμετρικά θεωρήματα. «Πυθαγορική» την αποκαλεί και ο Πρόκλος. Αναφέρεται επίσης ως η ιέρεια που έκανε την «κάθαρσιν» των Αθηναίων μετά τον λοιμό του 429 π.Χ.
Ήταν άραγε μυθικό πρόσωπο; Έτσι πιστεύεται. Αλλά και πάλι, τα πρόσωπα που παρουσιάζει στα έργα του ο Πλάτωνας είναι υπαρκτά. Άραγε, γιατί όχι και η σοφή Διοτίμα; Τίποτα και κανείς, όμως, δεν αποδεικνύει πως, πράγματι, υπήρξε.
*Η λέξη «δαίμων» δηλώνει τα υπερφυσικά όντα που είναι κατώτερα από τους θεούς.
** Συμπόσιον 202d8-204b7 | μτφρ. Σταύρος Τσιτσιρίδης | Πηγή: https://www.greek-language.gr