Από τη Βιέννη στις Βερσαλλίες

Του Γιώργου Καπόπουλου/KPeport.gr

Μετά την ήττα του Βοναπάρτη στο Βατερλό ολοκληρώθηκαν οι Εργασίες του Συνεδρίου της Βιέννης που διαμόρφωσαν μια μεταπολεμική τάξη πραγμάτων μακράς διάρκειας.

Για ένα αιώνα (1815- 1914) αποφεύχθηκε μια γενικευμένη ευρωπαϊκή και παγκόσμια σύγκρουση.

Το μυστικό της επιτυχίας του Συνεδρίου της Βιέννης ήταν ότι οι νικητές κάλεσαν και τον ηττημένο, την Γαλλία δηλαδή, να λάβει μέρος στην διαμόρφωση της Νέας Τάξης πραγμάτων στην Ευρώπη.

Έτσι ο υπουργός εξωτερικών της Γαλλίας Ταλεϋράνδος κάθισε στο ίδιο τραπέζι με τους εκπροσώπους των νικητών τον αυστριακό Μέτερνιχ, τον απεσταλμένο του Τσάρου Καποδίστρια και τον βρετανό Κάστελρη.

Έναν αιώνα και λίγα χρόνια μετά οι νικητές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και κυρίως οι Μεγάλες Δυνάμεις, Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία και ΗΠΑ, συνέταξαν στις Βερσαλλίες την ομώνυμη Συνθήκη και έδωσαν στην ηττημένη Γερμανία τελεσίγραφο για την  αποδοχή της.

Πέρα από τις απώλειες περιοχών με σχεδόν αμιγή γερμανικό πληθυσμό, η Γερμανία υποχρεωνόταν να πληρώσει θηριώδεις αποζημιώσεις και να αποδεχθεί για δεκαπέντε χρόνια την κατοχή της Ρηνανίας.

Το τι επακολούθησε είναι γνωστό και αποτελεί απόλυτη αντίστιξη του Συνεδρίου της Βιέννης καθώς η Συνθήκη των Βερσαλλιών χάρισε στην Ευρώπη είκοσι χρόνια ειρήνης.

Όταν η σύντηξη του σοβιετικού καθεστώτος οδήγησε τον Δεκέμβριο του 1991 στην διάλυση της ΕΣΣΔ, η πρώτη αντίδραση της Δύσης ήταν η αμηχανία και η ανησυχία για ένα ευρύτερο ντόμινο αποσταθεροποίησης.

Ο Γκορμπατσόφ που πήρε μέρος στην Διάσκεψη Κορυφής των G-7 το καλοκαίρι του 1990 ήθελε την συμμετοχή της Μόσχας σε ένα κοινό με την Δύση Πανευρωπαϊκό Σύστημα Ασφαλείας.

Σε αντίθεση με τα προσεκτικά βήματα του Μπους του πρεσβύτερου, η κυβέρνηση Κλίντον από τους πρώτους μήνες της θητείας της στις αρχές του 1993 επέλεξε να αντιμετωπίσει την Ρωσία όχι με την προσέγγιση του Συνεδρίου της Βιέννης στην Γαλλία αλλά με αυτήν της Συνθήκης των Βερσαλλιών απέναντι στην Γερμανία.

Αντί του Πανευρωπαϊκού Συστήματος Ασφαλείας ή ακόμη και την ένταξη της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ, η Ουάσιγκτον επέλεξε τη διεύρυνση προς Ανατολάς χωρίς να κάνει διάκριση ανάμεσα στα πρώην μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας και τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες στην Ευρώπη και τον Καύκασο.

Παράδοξο της ιστορίας: η Γαλλία που ήταν πλήρως ηττημένη μετά το Βατερλό αντιμετωπίσθηκε με σεβασμό των συμφερόντων της. Αντίθετα η Γερμανία που στις αρχές του 1918 νίκησε στο Ανατολικό Μέτωπο και υποχρέωσε τους Μπολσεβίκους να υπογράψουν την Συνθήκη του Μπρεστ –Λιτόφσκ και λίγους μήνες αργότερα ηττήθηκε στο Δυτικό Μέτωπο υποχρεώθηκε να υπογράψει ταπεινωτικούς όρους που την εγκλώβισαν στον επιθετικό αναθεωρητισμό και τον ρεβανσισμό.

Δίχως υπερβολή η Δύση λειτούργησε απέναντι στη μετασοβιετική Ρωσία στη λογική της αυτοεκπληρούμενης προφητείας, δηλαδή αντί να εγγυηθεί την ασφάλεια των 14 νέων χωρών – μελών του ΝΑΤΟ που εντάχθηκαν μετά το 1997 από την ρωσική απειλή εξέθρεψε και γιγάντωσε έναν επικίνδυνο και απρόβλεπτο επιθετικό ρεβανσισμό στην διάρκεια της μακράς θητείας του Πούτιν στο Κρεμλίνο.

Τώρα  τα δύσκολα για τη Μόσχα, σε περίπτωση που δεν θα υπάρξει πολιτική συμβιβαστική λύση, θα αρχίσουν όταν θέσει υπό τον έλεγχό της ολόκληρη την Ουκρανία.

Θα κινηθεί όπως το Συνέδριο της Βιέννης, αποφεύγοντας να ταπεινώσει τον ηττημένο και αρκούμενη στις εγγυήσεις της ασφάλειας της από το Κίεβο;

‘Η θα κινηθεί στην γραμμή Πούτιν όπως αυτή διατυπώθηκε το καλοκαίρι του 2021 σε άρθρο του όπου αρνείται την ύπαρξη ξεχωριστού Ουκρανικού Έθνους, μια θέση που επανέλαβε πρόσφατα με την διευκρίνιση ότι η κατασκευή διακριτής ουκρανικής ταυτότητας ήταν μια εθνική μειοδοσία των Μπολσεβίκων;


Η συνθήκη των Βερσαλλιών είναι η συνθήκη ειρήνης, η οποία τερμάτισε τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ανάμεσα σε Γαλλία και Γερμανία, δημιουργώντας όμως κατά την άποψη πολλών ιστορικών το έδαφος για να ακολουθήσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος λόγω των τεράστιων οικονομικών αποζημιώσεων που απαιτήθηκαν από τους Γερμανούς.

(Τεράστια διαδήλωση εναντίον της Συνθήκης των Βερσαλλιών, μπροστά στη γερμανική βουλή, το 1919)