Μάικλ Σαντέλ: Οι κερδισμένοι της ζωής δεν θα πρέπει να είναι επηρμένοι

 Μάικλ Σαντέλ: Η τυραννία της αξίας. Τι έχει απογίνει το κοινό καλό;  – Μετάφραση Μιχάλης Μητσός, εκδόσεις Πόλις 

Σύμφωνα με τον καθηγητή Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, Μάικλ Σαντέλ κανείς δεν είναι άξιος επειδή είναι πλούσιος και κανείς δεν πρέπει να θεωρηθεί ανάξιος επειδή είναι φτωχός. Η επιτυχία, επισημαίνει, είναι απόρροια πολλών παραγόντων, όχι μόνο της ατομικής προσπάθειας και του ταλέντου, αλλά και της προνομιακής κοινωνικής αφετηρίας, των δεξιοτήτων που προσφέρει μια δαπανηρή ανώτερη εκπαίδευση, της δύναμης των δικτύων γνωριμιών και οικογενειακών επαφών αλλά και κυρίως της τύχης, δηλαδή των συγκυριών που για κάποιους αποδεικνύονται εξαιρετικά ευνοϊκές. Γι’ όλους αυτούς τους λόγους, λέει, θα ήταν πιο συνετό οι κερδισμένοι να έχουν ταπεινοφροσύνη και όχι έπαρση.

Δημοκρατία και ταπεινοφροσύνη

Σήμερα δεν έχουμε ιδιαίτερη ισότητα συνθηκών. Οι δημόσιοι χώροι όπου συγκεντρώνονται άνθρωποι από όλες τις τάξεις, τις φυλές, τις εθνότητες και τις θρησκείες είναι ελάχιστοι. Τέσσερις δεκαετίες παγκοσμιοποίησης καθοδηγούμενης από την αγορά έχουν οξύνει τόσο πολύ τις ανισότητες εισοδήματος και πλούτου, ώστε έχουμε οδηγηθεί σε χωριστούς τρόπους ζωής. Εύποροι και φτωχοί σπανίως διασταυρώνονται στη διάρκεια της ημέρας. Ζούμε και δουλεύουμε και ψωνίζουμε και παίζουμε σε διαφορετικά μέρη· τα παιδιά μας πάνε σε διαφορετικά σχολεία. Και όταν ο αξιοκρατικός μηχανισμός διαλογής έχειεπιτελέσει το έργο του, αυτοί που βρίσκονται στην κορυφή δύσκολα αντιστέκονται στη σκέψη ότι αξίζουν την επιτυχία τους, όπως αξίζουν τη θέση τους και εκείνοι που βρίσκονται στον πάτο. Η κατάσταση αυτή τροφοδοτεί μια τόσο δηλητηριώδη πολιτική πραγματικότητα και μια τόσο έντονη ιδεολογική πόλωση, που πολλοί θεωρούν πλέον ότι το να παντρεύονται άνθρωποι διαφορετικών κομμάτων είναι πιο προβληματικό από το να παντρεύονται άνθρωποι διαφορετικών θρησκειών. δεν είναι λοιπόν περίεργο που έχουμε χάσει την ικανότητα να συζητάμε τα μεγάλα δημόσια ζητήματα ή ακόμη και να ακούμε ο ένας τον άλλον.Η αξία ξεκίνησε τη διαδρομή της ως η εμψυχωτική ιδέα ότι με τη βοήθεια της εργασίας και της πίστης μπορούμε να κάμψουμε τη θεία χάρη προς όφελός μας. Η κοσμική εκδοχή αυτής της ιδέας έδινε μια συναρπαστική υπόσχεση ατομικής ελευθερίας. Κρατάμε την τύχη στα χέρια μας. Αν προσπαθήσουμε, μπορούμε να τα καταφέρουμε. αυτό το όραμα ελευθερίας, όμως, μας απομακρύνει από τις υποχρεώσεις που μας δημιουργεί το κοινό δημοκρατικό μας σχέδιο. Ας θυμηθούμε τις δύο αντιλήψεις περί κοινού καλού, από τη σκοπιά του καταναλωτή και από τη σκοπιά του πολίτη. Αν το κοινό καλό συνίσταται μόνο στη μεγιστοποίηση της ευημερίας των καταναλωτών, τότε η επίτευξη μιας ισότητας συνθηκών δεν έχει εν τέλει μεγάλη σημασία. Αν η δημοκρατία είναι απλώς η διαχείριση της οικονομίας με άλλα μέσα, αν δεν είναι τίποτα άλλο από το άθροισμα των ατομικών συμφερόντων και προτιμήσεών μας, τότε η τύχη της δεν εξαρτάται από τους ηθικούς δεσμούς των πολιτών. Μια καταναλωτικού τύπου δημοκρατία μπορεί να επιτελέσει το περιορισμένο έργο της είτε μοιραζόμαστε μια έντονη κοινή ζωή είτε κατοικούμε σε ιδιωτικοποιημένους θύλακες με την παρέα της αρεσκείας μας.

Αν όμως το κοινό καλό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από τη διαβούλευση των πολιτών για τον προορισμό και τους στόχους της πολιτικής κοινότητας που συναποτελούν, τότε η δημοκρατία δεν μπορεί να είναι αδιάφορη για τον χαρακτήρα της κοινής ζωής. Το ζητούμενο δεν είναι η τέλεια ισότητα. Το ζητούμενο είναι πολίτες από διάφορα κοινωνικά στρώματα να συναντιούνται και στη δημόσια σφαίρα. Μόνο έτσι μαθαίνουμε να συζητάμε και να αποδεχόμαστε τις διαφορές μας. Και μόνο έτσι φτάνουμε να νοιαζόμαστε για το κοινό καλό.

Η αξιοκρατική πεποίθηση ότι οι άνθρωποι αξίζουν τα όποια πλούτη η αγορά προορίζει για το ταλέντο τους καθιστά την αλληλεγγύη σχεδόν αδύνατη. Γιατί οι επιτυχημένοι να οφείλουν το παραμικρό στα λιγότερο προνομιούχα μέλη της κοινωνίας; Η απάντηση σε αυτήν την ερώτηση εξαρτάται από το αν θα αναγνωρίσουμε ότι, παρά τους κόπους μας, δεν είμαστε αυτοδημιούργητοι και αυτάρκεις· το ότι βρεθήκαμε σε μια κοινωνία που εκτιμά το ταλέντο μας οφείλεται στην καλή μας τύχη, δεν είναι κάτι που το αξίζουμε.

Η αίσθηση του τυχαίου της κοινωνικής μας θέσης μπορεί να μας εμπνεύσει μια κάποια ταπεινοφροσύνη: «Αν δεν υπήρχε η θεία χάρη, το τυχαίο της γέννησής μου ή το μυστήριο της μοίρας θα μπορούσα να είμαι εγώ στη θέση αυτή». Μια τέτοια ταπεινοφροσύνη θα μας βοηθούσε να απομακρυνθούμε από τη σκληρή ηθική της επιτυχίας, η οποία μας κρατά σε απόσταση. Ακριβώς επειδή ξεπερνά την τυραννία της αξίας και υποδεικνύει μια λιγότερο μνησίκακη και πιο γενναιόδωρη δημόσια ζωή.

Ακούστε τα όσα λέει ο καθηγητής και συγγραφέας του βιβλίου