Ελλάδα καλεί Ταϊλάνδη, Ινδία και Βιετνάμ
Γεωργοί, κατασκευαστές και άλλοι κλάδοι αναζητούν εργάτες. Αλλά τα γραφειοκρατικά εμπόδια δεν έχουν ξεπεραστεί
Hταν λες και κάποιος τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια. Επί δεκαετίες οι αγρότες της Κεντρικής Μακεδονίας βασίζονταν κυρίως στην εποχική εργασία Αλβανών για τη συγκομιδή. Σταδιακά, όμως, με αποκορύφωμα την περυσινή χρονιά, ο αριθμός τους άρχισε να φθίνει. Προτίμησαν άλλες αγορές, με καλύτερα ημερομίσθια, αφήνοντας δυσαναπλήρωτο κενό. «Ολοι είμαστε μαγκωμένοι», λέει ο Βαγγέλης Καραΐνδρος, ο οποίος έχει κτήματα με ροδάκινα, βερίκοκα και αχλάδια στην Αγία Μαρίνα Ημαθίας. «Το φαινόμενο “περνάω από την πλατεία του χωριού και όλο και κάποιος θα βρεθεί για τη δουλειά” έχει κάνει τον κύκλο του».
Γράφει ο Γιάννης Παπαδόπουλος / Καθημερινή
Παρά την έλλειψη χεριών, η χρονιά βγήκε. Συνέβαλε σε αυτό και η κακοκαιρία. Οι έντονες βροχοπτώσεις πάνω στην ανθοφορία δεν επέτρεψαν τη γονιμοποίηση των λουλουδιών, η μειωμένη καρπόδεση δεν εξασφάλισε πλήρη παραγωγή. Το μέλλον, όμως, προβληματίζει τον κ. Καραΐνδρο, όπως και άλλους αγρότες. Λέει ότι αρκετοί σκέφτονται να μην επεκτείνουν τις καλλιέργειές τους, ορισμένοι μπορεί και να τις μειώσουν. Ο ίδιος δεν σκοπεύει να νοικιάσει κάποια κτήματά του όπως έκανε στο παρελθόν. Εκτιμά ότι κυρίως όσοι διατηρούν μικρό κλήρο θα έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα εύρεσης εργατών. «Πολύς κόσμος που κρατούσε τα χωράφια του, συνταξιούχοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, θα σταματήσει να το κάνει», λέει.
Η έλλειψη δεν παρατηρείται μόνο στον αγροτικό τομέα. Πλήττει και άλλους κλάδους, όπως η οικοδομή. Ο Γιάννης Σύσυλας είναι διευθύνων σύμβουλος κατασκευαστικής εταιρείας, η οποία εξειδικεύεται στο οπλισμένο σκυρόδεμα. Πριν από την οικονομική κρίση, όταν ο πατέρας του ήταν επικεφαλής, το προσωπικό τους έφθανε τα 350 άτομα, εκ των οποίων οι 320 ήταν Αλβανοί. Λόγω της ύφεσης η δουλειά και οι εργάτες μειώθηκαν. Σήμερα, παρότι υπάρχει εκ νέου ζήτηση για έργα, ο κ. Σύσυλας έχει περίπου 30 άτομα προσωπικό και είναι δύσκολο να βρεθούν έμπειρα άτομα. «Πολλοί έφυγαν στο εξωτερικό και όσοι έμειναν άλλαξαν επάγγελμα στα χρόνια της κρίσης. Οταν κόβεται η αλυσίδα είναι δύσκολο να ενωθεί ξανά», λέει.
Αντίστοιχα εμπόδια συναντάει και μια εταιρεία logistics με εγκαταστάσεις στην Αττική, τη Βοιωτία και τη Θεσσαλονίκη. «Σε κάθε συνεργασία που κάνουμε με πελάτες ζητάμε ανοχή και το αντιλαμβάνονται. Αν έχουμε έλλειψη προσωπικού, όλα πάνε πίσω», λέει στην «Κ» εκπρόσωπος της εταιρείας. Αφού άλλες απόπειρες δεν απέδωσαν, στράφηκαν στον θεσμό της μετάκλησης, μήπως και καταφέρουν να βρουν με αυτόν τον τρόπο εργάτες από το Πακιστάν.
Στη μετάκληση αναζητούν λύσεις τα τελευταία χρόνια και εκπρόσωποι του αγροτικού κόσμου, πραγματοποιώντας μέχρι και πρόσφατα ταξίδια στην Ασία. Δεν είναι ξεκάθαρο πόσοι ακριβώς είναι οι εργάτες γης που λείπουν, καθώς δεν φαίνεται να έχει γίνει επίσημη ενέργεια καταγραφής τους. Κάποιες εκτιμήσεις τοποθετούν τον αριθμό τους στις 60.000, άλλες στις 80.000, ορισμένοι μιλούν για περισσότερους.
Ο Χρήστος Γιαννακάκης, αντιπρόεδρος της Εθνικής Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΘΕΑΣ), εξηγεί ότι δεν είναι εύκολη η έγκαιρη αριθμητική εκτίμηση των αναγκών, γιατί το ύψος της παραγωγής είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων. Μια βροχή, ένα χαλάζι ή ένας παγετός μπορούν να καταστρέψουν μέρος της σοδειάς και να περιορίσουν έπειτα τα μεροκάματα. Οπως αναφέρει, η μόνη σαφής καταγραφή προέκυψε το 2020, όταν 32.000 Αλβανοί εργάστηκαν σε καλλιέργειες ανά την Ελλάδα εν μέσω πανδημίας.
Τότε είχε συναφθεί ειδική συμφωνία που επέτρεπε την είσοδό τους για εργασία στη χώρα. «Ετσι λύσαμε τότε το πρόβλημα», λέει ο κ. Γιαννακάκης. «Με τους περιορισμούς όμως της πανδημίας δημιουργήθηκε μια τεράστια ανάγκη σε όλη την Ε.Ε., με αποτέλεσμα την επόμενη χρονιά να ανέβουν τα ημερομίσθια και να επιλέξουν χώρες της Δυτικής Ευρώπης».
Στο κινητό του τηλέφωνο έχει αποθηκεύσει φωτογραφίες που τράβηξε από μια επίσκεψή του στην Ολλανδία. Δείχνει μια σειρά από καινούργιους οικίσκους εργατών γης, σε καθέναν από τους οποίους υπάρχουν δύο κουκέτες. «Εδώ κάνουν το μπάνιο τους, εδώ μαγειρεύουν, δες πόσο προσεγμένα είναι και καθαρά», λέει καθώς δείχνει τα λουτρά και τους κοινόχρηστους χώρους εστίασης και άθλησης. «Οταν έχουν τέτοιες συνθήκες διαμονής και καλύτερες αμοιβές, είναι επόμενο να επιλέγουν αυτές τις χώρες», επισημαίνει.
Ωστόσο, πέρα από αυτές τις διαφοροποιήσεις η προσπάθεια μετάκλησης εργατών γης φαίνεται να σκοντάφτει σε προβλήματα συντονισμού και γραφειοκρατίας. Η ΕΘΕΑΣ έχει επισημάνει στους αρμοδίους τις παρατηρήσεις της. Η διακρατική συμφωνία που υπεγράφη με την Αίγυπτο –μόνο για εργάτες γης– δεν έχει αποδώσει, ενώ έχουν εκφραστεί παράπονα για μη εγκρίσεις βίζας από το ελληνικό προξενείο στο Κάιρο. Αντίστοιχα, οι μετακλήσεις από το Πακιστάν δεν προχωρούν. Σημειώνονται μεγάλες καθυστερήσεις από τις προξενικές αρχές του Ισλαμαμπάντ. Ορισμένοι αγρότες καταβάλλουν το παράβολο των 100 ή 200 ευρώ, πληρώνουν δικηγορικά γραφεία για την προετοιμασία των δικαιολογητικών, δεσμεύουν θέσεις μετάκλησης και λαμβάνουν την απορριπτική απόφαση όταν η καλλιεργητική περίοδος έχει τελειώσει.
Ο κ. Γιαννακάκης ευελπιστεί ότι οι μετακλήσεις θα μπορούσαν να προχωρήσουν καλύτερα με χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Τον Αύγουστο μαζί με αντιπροσωπεία της ΕΘΕΑΣ ταξίδεψε στην Ταϊλάνδη και στο Βιετνάμ. Η Ινδία θεωρείται ακόμη μία χώρα με προοπτικές, όμως οι Ελληνες αγρότες ζητούν σε αυτές τις περιπτώσεις, λόγω της μεγάλης απόστασης και του κόστους μετάβασης και επιστροφής, ο χρόνος παραμονής στη χώρα μας να ξεπερνάει τους εννέα μήνες ή να εξεταστεί η δυνατότητα διετούς παραμονής.
Το Μπανγκλαντές
Μετά την πανδημία, οι Αλβανοί εργάτες γης προτιμούν πλέον χώρες της Δυτικής Ευρώπης, αφού εκεί προσφέρονται υψηλότερες αμοιβές και καλύτερες συνθήκες διαμονής.
Ασήμαντος αριθμός εργατών γης έχει έρθει με μετάκληση και από το Μπανγκλαντές, καθώς οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να ταξιδέψουν στην Ινδία και να λάβουν βίζα από το Νέο Δελχί. Η διακρατική συμφωνία με το Μπανγκλαντές πάντως προβλέπει και κάτι άλλο, άδειες εποχικής εργασίας πενταετούς διάρκειας (με εννέα μήνες παραμονής στην Ελλάδα ανά έτος) για όσους βρίσκονταν στη χώρα μέχρι τις 9/2/2022. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», υπάρχουν και συζητήσεις για απευθείας αεροπορική σύνδεση της Αθήνας με την Ντάκα, ώστε να είναι πιο φθηνή η μετάβαση το τρίμηνο που θα πρέπει να βρεθούν οι εργάτες εκτός Ελλάδας.
Εκτιμάται ότι περίπου 10.000 μετανάστες από το Μπανγκλαντές έχουν ήδη ξεκινήσει τη διαδικασία ή πρόκειται να καταθέσουν τα έγγραφά τους για να λάβουν αυτή την άδεια. Οι Διευθύνσεις Αλλοδαπών και Μετανάστευσης στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις πάντως φαίνεται πως δεν ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο τον σχετικό νόμο 4959/2022, καταλήγοντας σε διαφορετικές αποφάσεις.
«Για πρώτη φορά έπειτα από 15 χρόνια θα έχουμε φέτος νόμιμο ή υπό διαδικασία νομιμοποίησης το μεγαλύτερο μέρος του εργατικού δυναμικού από το Μπανγκλαντές», λέει ο δικηγόρος Βασίλης Κερασιώτης, νομικός παραστάτης των προσφευγόντων στην υπόθεση της Μανωλάδας και διευθυντής της μη κυβερνητικής οργάνωσης HIAS Ελλάδος. «Οπως φάνηκε και από την απόφαση-ορόσημο του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τη Μανωλάδα, η έλλειψη νομιμοποιητικών εγγράφων διαμονής αποτέλεσε τον σημαντικότερο παράγοντα εργασιακής εκμετάλλευσης». Ο ίδιος επισημαίνει ότι οι οποιεσδήποτε νομιμοποιήσεις ή τακτοποιήσεις μεταναστών μπορεί να καταπολεμήσουν το ζήτημα της ανασφάλιστης εργασίας, αλλά όχι της έλλειψης εργατικών χεριών. «Γι’ αυτό χρειάζεται χάραξη μεταναστευτικής πολιτικής μακράς πνοής», τονίζει.
Η «Ευτοπία»
Ο γενικός γραμματέας του Ελληνο-Ινδικού Επιμελητηρίου, Δημήτρης Μελάς, λέει ότι οι διακρατικές συμφωνίες μετάκλησης δεν αρκούν για να λύσουν το πρόβλημα, παρά μόνο εκφράζουν τις προθέσεις δύο κυβερνήσεων για προσφορά και πρόσληψη εργατικού δυναμικού. «Αυτό που χρειάζεται είναι μια υποδομή που θα μπορεί να υποστηρίξει το εγχείρημα», επισημαίνει.
Μαζί με τον πρόεδρο του επιμελητηρίου, Αγγελο Τσαβδάρη, περιγράφουν στην «Κ» ένα πρόγραμμα για Ινδούς μετακλητούς εργάτες που πρότειναν τον περασμένο Φεβρουάριο σε στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης. Το ονομάζουν «Ευτοπία». Θα περιλαμβάνει τη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, με τη λειτουργία ενός δικτύου γραφείων διαχείρισης και σημείων υποδοχής, τα οποία θα συλλέγουν τα στοιχεία των εργατών, θα ελέγχουν εάν τηρούνται οι συμβάσεις εργασίας και θα εξασφαλίζουν τις συνθήκες διαβίωσης.
Σχετικά με τη στέγαση προτείνουν την αξιοποίηση εγκαταλελειμμένων στρατοπέδων, όπου θα μπορούσαν να τοποθετηθούν λυόμενοι οικίσκοι. Αναφέρουν ότι βάσει μιας προσφοράς που έχουν λάβει, απαιτούνται έξι μήνες για την κατασκευή 4.000 σπιτιών 35-40 τ.μ. που θα φιλοξενήσουν 16.000 άτομα. Για να βρεθούν τα σημεία στέγασης λένε ότι θα πρέπει να έχει προηγηθεί καταγραφή των αγροτικών αναγκών ανά γεωγραφική περιοχή και παραγωγική αναγκαιότητα. «Θα υπάρχει οργάνωση και καθημερινά θα δηλώνεται πόσες ώρες δούλεψε κάποιος ή αν ο εργοδότης τον κράτησε για υπερωρίες», λέει ο κ. Τσαβδάρης, προσθέτοντας ότι τα σχετικά στοιχεία θα μπορούν να περνούν και στο πληροφοριακό σύστημα «Εργάνη» του υπουργείου Εργασίας.
Ανάγκη για βελτιώσεις
Για το θέμα της στέγασης των μετακλητών η ΕΘΕΑΣ ζητάει να ενταχθεί στους αναπτυξιακούς νόμους η δυνατότητα επιχορήγησης κατασκευής καταλυμάτων εργατών σε παραγωγούς και επιχειρήσεις του αγροτικού τομέα. Ακόμη ένα ζήτημα προς επίλυση είναι ότι εάν ολοκληρωθεί η απασχόληση ενός μετακλητού σε μια καλλιέργεια δεν δίνεται η δυνατότητα να αξιοποιηθεί περαιτέρω σε μια κονσερβοποιία ή ένα συσκευαστήριο, όπου θα είχε εξαρτημένη σχέση εργασίας.
Τις τελευταίες εβδομάδες εκπρόσωποι της ένωσης είχαν συναντήσεις με αρμόδιους υπουργούς και κατέθεσαν τις προτάσεις τους για απλούστευση των διαδικασιών. Ο νομικός σύμβουλος της ΕΘΕΑΣ, Θοδωρής Καραγιάννης, λέει ότι από τα υπουργεία υπάρχει ανταπόκριση, επισημαίνει πάντως ότι με την υπάρχουσα κατάσταση «ο θεσμός υπολειτουργεί και αυτό θα οδηγήσει σε αρνητική έκρηξη στον χώρο της οικονομίας». «Η μεγαλύτερη αδυναμία της διαδικασίας αφορά την εφαρμογή των διατάξεων, καθώς για την ολοκλήρωση της μετάκλησης εμπλέκεται πλήθος υπηρεσιών που υπάγονται σε διαφορετικά υπουργεία, καθώς και οι ελληνικές προξενικές αρχές», τονίζει.
Ο κ. Γιαννακάκης εκτιμά ότι πλέον δεν απομένει πολύς χρόνος για την έγκαιρη έλευση εργατών τη φετινή σεζόν. «Εάν πούμε ότι η Αποκεντρωμένη κάνει 20 ημέρες για να αξιολογήσει τα στοιχεία και μια πρεσβεία μας θέλει τουλάχιστον δύο μήνες, δεν θα προλάβουμε», λέει. «Ο χρόνος που έχουμε για να φέρουμε εργάτες για ελιές και εσπεριδοειδή είναι πολύ μικρός».