Αν ανήκετε στην γενιά των millennials, οι ευχές σας λογικά, εκτός από τα παραπάνω, θα περιλαμβάνουν και το «να βρω επιτέλους να νοικιάσω ένα σπίτι». Για τους νέους μεταξύ 22 έως 35, η κατάσταση πριν δέκα – δεκαπέντε χρόνια είχε ως εξής: τέλος σπουδών, είσοδος στην αγορά εργασίας, εύρεση σπιτιού, μετακόμιση, και τα υπόλοιπα είναι γνωστά – και διαφορετικά για τον καθένα. Σήμερα η σειρά αυτή διακόπτεται αιφνιδίως και με βία, καθώς η επέλαση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, αλλά και άλλοι οικονομικοί παράγοντες, βγάζουν την εύρεση σπιτιού από την συνάρτηση και την καθιστούν ως την άγνωστη, μεταβλητή χ. Τι σημαίνει αυτό; Ότι το να είσαι νέος, φοιτητής, πτυχιούχος ή νεοεισαχθείς στην αγορά εργασίας, δεν συνεπάγεται του ότι θα μπορέσεις παράλληλα να εξασφαλίσεις την αυτονομία σου, μένοντας μόνος και μετακομίζοντας μακριά από την οικογενειακή εστία.
Η δυσκολία ξεκινάει από την στιγμή που ξεκινάς να ψάχνεις που θα μείνεις. Η Αθήνα μοιάζει η ιδανική επιλογή φυσικά, θέατρα, μαγαζιά, Εξάρχεια, Παγκράτι, κέντρο, vegan εστιατόρια, μουσεία και εκθέσεις, όλα απτά, όλα κοντά, όλα ενδιαφέροντα. Και εκεί που γεμάτος χαρά και ανυπομονησία πατάς το πλήκτρο για να αναζητήσεις σπίτι στο διαδίκτυο, ανακαλύπτεις σχετικά άμεσα, πως η Αθήνα προσφέρει τα πάντα, εκτός από κατοικίες. Βρίσκεις ένα διαμέρισμα σε παλιά πολυκατοικία που μοιάζει καλό, κάπου στην Νέα Σμύρνη ή το Κουκάκι, το επισκέπτεσαι και ανακαλύπτεις ότι στο τέλος του μήνα από τον μισθό σου, που διαμορφώνεται στα 900 με 1200 ευρώ, θα πρέπει να δίνεις τα μισά για το ενοίκιο. Συμβιβάζεσαι, προχωράς μέσα στο σπίτι και βλέπεις ότι τελικά είναι πολύ μικρότερο από ότι φαινόταν στις φωτογραφίες της ιστοσελίδας. Το πάτωμα είναι ξηλωμένο σε ένα σημείο, τα κουφώματα προπολεμικά και η κουζίνα θυμίζει ταινία του 50, ενώ περιμένεις από στιγμή σε στιγμή να εμφανιστεί από κάπου η Βασιλειάδου. Αναστεναγμός, ένα «σας ευχαριστώ πολύ» και μια ηρωική έξοδος από την πολυκατοικία, είναι η ακολουθία.