Ο Εντουάρ Μανέ (Édouard Manet, 23 Ιανουαρίου 1832 – 30 Απριλίου 1883) ήταν ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους . Θεωρείται ένας από τους θεμελιωτές της μοντέρνας τέχνης ενώ συνδέθηκε έντονα και με το κίνημα του ιμπρεσιονισμού. Αποτέλεσε επιπλέον έναν από τους πλέον αμφιλεγόμενους καλλιτέχνες του 19ου αιώνα.
Ο Μανέ δεν φοβήθηκε τα σκάνδαλα και πολλά έργα του προκάλεσαν την κοινή γνώμη της εποχής του. Το πρόγευμα στην χλόη, ή η Ολυμπία σοκάρισαν το κοινό. Πολλά έργα του απορρίπτονται από το σαλόνι του Παρισιού.
Είναι ένας πολιτικός πίνακας που η λογοκρισία της εποχής του μήνυσε ότι ο πίνακας του «αν και τέλειος τεχνικά δεν θα έχει καμία τύχη να επιλεγεί για το σαλόνι του 1869».
Ποια είναι όμως η ιστορία του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού;
Ο Μαξιμιλιανός Α΄ του Μεξικού ήταν δευτερότοκος γιος του αρχιδούκα Φραγκίσκου Κάρολου των Αψβούργων, Το 1859 του προσφέρθηκε το στέμμα του Μεξικού, το οποίο όμως αρχικά αρνήθηκε. Τελικά το 1863 ύστερα από πιέσεις του Ναπολέοντα Γ΄ δέχθηκε την πρόταση. Στις 28 Μαΐου του 1864 έφτασε στο Μεξικό, όπου σύντομα συνειδητοποίησε τις δυσκολίες που έπρεπε να αντιμετωπίσει αφού το μεγαλύτερο μέρος του λαού ηρνείτο να τον αναγνωρίσει ως νόμιμο Βασιλιά του και παράλληλα πραγματοποιούσε ανταρτοπόλεμο ενάντια στον Γαλλικό στρατό. Προετοίμαζε την στέψη του ως αυτοκράτορα σε μεγαλειώδη τελετή αλλά η στέψη τελικά δεν έγινε ποτέ λόγω της μεγάλης αστάθειας που επικρατούσε στη χώρα όσο ο ίδιος βρισκόταν εκεί. Το 1866 ο Ναπολέων Γ΄ απέσυρε τον γαλλικό στρατό. Αποτέλεσμα αυτής της κίνησης ήταν τελικά να συλληφθεί. Αφού δικάστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο ο Μαξιμιλιανός τουφεκίστηκε στο Κερέταρο στις 19 Ιουνίου του 1867.
Ο Μανέ στον πίνακα θέλει να καταγγείλει σαν υπεύθυνο αυτής της εκτέλεσης τον Ναπολέοντα τον Γ΄ τον επιλεγόμενο μικρό.
Στον πίνακα παρατηρούμε ένα στρατιώτη που αδιάφορος σκαλίζει το όπλο του (δεν συμμετέχει άμεσα αλλά είναι παρών). Η στολή, το γενάκι του και η χαρακτηριστική ίσια μύτη του μας δείχνουν τον ηθικό αυτουργό. Τον Ναπολέοντα τον Γ΄.
Οι στολές είναι του γαλλικού στρατού.
Ο Μανέ εμπνεύστηκε τον πίνακα από ένα παρόμοιο του Γκόγια που απεικονίζει την εκτέλεση των πολιτών που έγινε στις 3 Μαΐου. Όμως αντί για την δυναμική δραματική απεικόνιση του Γκόγια προτιμά την ψυχρή χειρουργική εκτέλεση. Όρθιοι άκαμπτοι (σαν ρομπότ) οι στρατιώτες και ο αυτοκράτορας δημιουργούν ένα κλίμα αδιαφορίας στο οποίο γίνεται η εκτέλεση. Τα χρώματα που διάλεξε είναι ψυχρά και τα πρόσωπα ανέκφραστα. Μετέφερε το γενικό κλίμα της αδιαφορίας στον πίνακα. Οι περίεργοι που παρακολουθούν πάνω από τον τοίχο είναι μέρος της φύσης και έχουν τις ίδιες χρωματικές αποχρώσεις με τα φυτά.
Το μόνο ανθρώπινο είναι τα χέρια των καταδικασμένων που ενωμένα σε μια αλυσίδα βοηθούν τον αυτοκράτορα και τους στρατηγούς του να αντέξουν την σκληρή στιγμή της εκτέλεσης.