Home Προσωπα Φανή Ματσινοπούλου: «Δεν είμαστε μόνοι∙ έχουμε ο ένας τον άλλον»

Φανή Ματσινοπούλου: «Δεν είμαστε μόνοι∙ έχουμε ο ένας τον άλλον»

Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα // *

by bot

«Προσμένουμε το μέλλον και αποφεύγουμε το δύσκολο και πολλές φορές δυσβάσταχτο παρόν, που κυλά αργά και βασανιστικά. Προσμένουμε το μέλλον γιατί το ένστικτο και η ανάγκη μας για την απόλαυση της ζωής μάς κάνει να πιστεύουμε ότι θα είναι καλύτερο από τη ζοφερή μας πραγματικότητα. Ταξιδεύουμε σ’ ένα μέλλον όπου όλα θα είναι πιο όμορφα, πιο εύκολα, πιο ανθρώπινα. Ναι, ονειρευόμαστε, σχεδιάζουμε και καλά κάνουμε∙ κι ας γελάει ο Θεός και το σύμπαν. Εμείς έτσι θα συνεχίσουμε. Γιατί όταν θα σταματήσουμε τα όνειρα και τα σχέδια, θα σταματήσει και η ζωή μας»

 

 

Η συλλογή διηγημάτων «Κόκκινο σε βαθύ γαλάζιο» της Φανής Ματσινοπούλου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις 24γράμματα αποτελεί ένα λογοτεχνικό ταξίδι γεμάτο αντιθέσεις, όπου το πάθος και η ένταση συναντούν την ηρεμία και την γαλήνη. Μέσα από σύνθετους χαρακτήρες και ιστορίες που ισορροπούν μεταξύ χιούμορ και μελαγχολίας, η συγγραφέας αναδεικνύει βαθύτερες ανθρώπινες ανησυχίες και συναισθήματα. Το κόκκινο και το γαλάζιο, διαμορφώνουν ένα σκηνικό όπου οι ήρωες παλεύουν με την καθημερινότητά τους, αναζητώντας την εσωτερική τους αλήθεια.

 

 

-Πώς εμπνευστήκατε τον τίτλο «Κόκκινο σε βαθύ γαλάζιο» και τι συμβολίζει για εσάς;

Το κόκκινο, το αγαπημένο μου. Αυτό που είναι γεμάτο αντιθέσεις, όπως και η ζωή μας∙ η ζωή μου. Το χρώμα της χαράς και του ενθουσιασμού. Του πάθους, της δύναμης και του θάρρους. Αλλά και το χρώμα της καταστροφής, της βίας και του θυμού. Του θυμού της φύσης για τις πληγές που της προξενεί ο άνθρωπος.

Το γαλάζιο της απεραντοσύνης, του ουρανού και της θάλασσας. Της ανάγκης για ηρεμία και αλήθεια∙ της επιθυμίας για γαλήνη, αρμονία και ένωση με τα βαθύτερα συναισθήματά μας. Αυτό που σβήνει τον θυμό και κατευνάζει το πάθος από το υπερβολικό κόκκινο που έκαψε και συνέθλιψε τη ζωή του ήρωά μου.

 

-Η συλλογή διηγημάτων σας χαρακτηρίζεται από ιστορίες ευχάριστες ή μελαγχολικές, με δόσεις χιούμορ. Πώς καταφέρνετε να ισορροπήσετε αυτά τα διαφορετικά συναισθήματα;

Όπως ακριβώς τα ισορροπεί η ζωή και η φύση. Αν το σκεφτούμε καλά, το τοπίο της ζωής μας είναι βαθιά μελαγχολικό. Από την πρώτη στιγμή της ζωής του, ένα παιδί έρχεται να ζήσει σ’ έναν βίαιο και απάνθρωπο κόσμο. Στη συνέχεια. μετατρέπεται σ’ ένα ανώνυμο γρανάζι μιας μηχανής που τη χαρακτηρίζει η κοινωνική αδικία, οι παράλογες ανισότητες και η σύνθλιψη της προσωπικότητάς του από τις κάθε λογής εξουσίες. Σ΄ αυτή τη δυστοπία έρχεται ως αντίδοτο το χιούμορ. Το χιούμορ με τη δύναμή του είναι ανεκτίμητο δώρο για τη ζωή μας∙ εξαιρετικά επιδραστικό γιατί δρα υποδόρια και με λανθάνοντα τρόπο, αποφορτίζοντας από τη δύσκολη πραγματικότητα. Το χιούμορ είναι στάση ζωής γιατί μας λυτρώνει από την αγωνία, κατευνάζει το άγχος, μαλακώνει τις πληγές και απομακρύνει τους φόβους. Ενισχύει την επικοινωνία με τους ανθρώπους γύρω μας, που τόσο μας λείπει. Το χιούμορ είναι το άρτυμα που νοστιμίζει και κάνει πικάντικη την άνοστη ζωή μας. Τέλος, το χιούμορ κρύβει μια βαθιά συνενοχή ανάμεσα στον δημιουργό και τον αναγνώστη.

 

-Οι ήρωες του βιβλίου σας υπερασπίζονται την καθημερινότητά τους, μετατρέποντας τα ασήμαντα σε σημαντικά. Ποιο ήταν το κίνητρο πίσω από αυτήν την προσέγγιση;

Οι ήρωές μου είναι οι απλοί, καθημερινοί άνθρωποι, όπως όλοι μας. Έρχονται να ζήσουν μια παρά φύσει ζωή σ’ έναν σκληρό και στεγνό από ευαισθησία κόσμο. Ο αγώνας επιβίωσης στον οποίο καλούνται να αντεπεξέλθουν είναι τόσο δύσκολος, που κάπου χάνουν την απόλαυσης της ζωής και όλα τα σημαντικά και τα όμορφα που αυτή θέλει να τους προσφέρει. Κι όμως, η καθημερινότητά μας που τη θεωρούμε ασήμαντη, είναι γεμάτη από ευκαιρίες για να ανακαλύψουμε τις δυνάμεις που κρύβουμε μέσα μας, να επαναστατήσουμε ενάντια στο σαράκι που μας στερεί την ομορφιά αλλά, κυρίως, για να ξεδιπλωθούμε, να απελευθερώσουμε το συναίσθημά μας, να κάνουμε ένα βήμα προς τους συνανθρώπους μας. Γιατί, στην πραγματικότητα, δεν είμαστε μόνοι∙ έχουμε ο ένας τον άλλον κι όλοι μαζί πορευόμαστε στο συναρπαστικό ταξίδι της ζωής.

 

-Ποιες προσωπικές εμπειρίες ή παρατηρήσεις από τη ζωή σάς ενέπνευσαν περισσότερο στη συγγραφή αυτών των διηγημάτων;

Η καθημερινότητα είναι η πιο πλούσια πηγή έμπνευσης για εμένα και τα κείμενα αυτά ήταν η έκφραση της φωνής που ακούω διαρκώς μέσα μου. Τι πιο φανταστικό από την πραγματικότητα! Οι δυνάμεις που κρύβουμε – που και οι ίδιοι δεν γνωρίζουμε πολλές φορές – για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε μπροστά, να επαναστατήσουμε ενάντια στην ψυχρή διεκπεραίωση των εικοσιτετραώρων μας, να κατανοήσουμε τους λιγότερο τολμηρούς και πιο αδύναμους.

 

-Η μοναξιά και οι τραγωδίες των ηρώων σας παίζουν σημαντικό ρόλο στο βιβλίο. Πώς αντανακλούν την ανθρώπινη φύση;

Από μικρό παιδί με γοήτευε η ανθρωπογεωγραφία της ζωής. Μου άρεσε να παρατηρώ συνεχώς και βαθιά τους ανθρώπους. Ήταν ένα από τα αγαπημένα μου παιχνίδια. Κοιτούσα τους ανθρώπους στα μάτια και πάντα αναρωτιόμουν τι θησαυρούς μπορεί να κρύβει η ανθρώπινη ψυχή αλλά και πόσα σκοτάδια. Μέσα σε αυτό το τοπίο οι ήρωές μου καλούνται, όχι απλώς να επιβιώσουν, αλλά να ζήσουν. Κάποιοι τα καταφέρνουν, κάποιοι όχι∙ είτε γιατί είναι πιο αδύναμοι είτε γιατί η ίδια η ζωή δεν τους αφήνει. Το «απρόοπτο», αυτό που έρχεται και γκρεμίζει τα πάντα∙ αυτό με συγκλονίζει και με συντρίβει, όπως τους ήρωές μου.

 

-Στο βιβλίο σας, αναφέρετε ότι οι ήρωές σας προσμένουν το μέλλον, ακόμη και αν αυτό κρατά μια ολόκληρη ζωή. Πώς αντιλαμβάνεστε τη σχέση του ανθρώπου με το χρόνο και την προσμονή;

Προσμένουμε το μέλλον και αποφεύγουμε το δύσκολο και πολλές φορές δυσβάσταχτο παρόν, που κυλά αργά και βασανιστικά. Προσμένουμε το μέλλον γιατί το ένστικτο και η ανάγκη μας για την απόλαυση της ζωής μάς κάνει να πιστεύουμε ότι θα είναι καλύτερο από τη ζοφερή μας πραγματικότητα. Ταξιδεύουμε σ’ ένα μέλλον όπου όλα θα είναι πιο όμορφα, πιο εύκολα, πιο ανθρώπινα. Ναι, ονειρευόμαστε, σχεδιάζουμε και καλά κάνουμε∙ κι ας γελάει ο Θεός και το σύμπαν. Εμείς έτσι θα συνεχίσουμε. Γιατί όταν θα σταματήσουμε τα όνειρα και τα σχέδια, θα σταματήσει και η ζωή μας.

 

 

 

-Η λογοτεχνία συχνά θεωρείται ως απόδραση από την πραγματικότητα, αλλά το βιβλίο σας έρχεται να υποστηρίξει το αντίθετο. Μπορείτε να μας πείτε περισσότερα γι’ αυτή την αντίληψη;

Πόσο εύκολο είναι να ξεφύγουμε από την πραγματικότητα; Είναι εδώ και μας προκαλεί συνεχώς. Κι ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους είναι η αδιαφορία, η απάθεια και συνήθεια. Πώς μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι όταν η εικόνα της σύγχρονης πραγματικότητας είναι ζοφερή κι εφιαλτική για πολλούς συνανθρώπους μας. Πείνα και σιτοδεία, φτώχεια, πόλεμοι, κλιματική αλλαγή απειλούν την καθημερινή ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων. Σύμφωνα με επίσημες στατιστικές, χάνονται 7 άνθρωποι το λεπτό σε χώρες όπως, Σουδάν, Αιθιοπία, Υεμένη, Συρία, Αφγανιστάν από την πείνα και τις άθλιες συνθήκες υγιεινής. Η συρρίκνωση των ατομικών ελευθεριών, η καταπάτηση των θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων, η στέρηση της ζωτικής ανάγκης των ανθρώπων να ζουν ελεύθεροι και να απολαμβάνουν μία αξιοπρεπή ζωή, είναι κάποια μόνο από τα ζητήματα που με αγγίζουν. Οι συνθήκες απαιτούν άμεση κινητοποίηση και ευαισθητοποίηση των κοινωνικών αντανακλαστικών στις δυστοπικές μορφές ζωής που καλούμαστε να ζήσουμε.

 

-Υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος ήρωας ή διήγημα στο βιβλίο σας που ξεχωρίζετε και γιατί;

Όλοι οι ήρωες έχουν κάτι από εμένα κι εγώ κάτι απ’ αυτούς. Μαζί πορευθήκαμε σε αυτή τη συλλογή, μιλήσαμε, γελάσαμε και δακρύσαμε, συγκρουστήκαμε και συμφιλιωθήκαμε. Θα είναι για πάντα μέσα και δίπλα μου. Όλοι τους έχουν κάτι ξεχωριστό αλλά είναι αληθινοί και ανθρώπινοι∙ στα φυσικά τους χρώματα. Ο γιος του Λαέρτη αγωνίζεται για το όνειρό του. Το κορίτσι του ορφανοτροφείου διψάει για συναίσθημα και ανθρώπινη επαφή, ριψοκινδυνεύοντας τα πάντα. Η μάνα και η κόρη βάζουν στην άκρη τον θυμό και τις διαφορές τους κι αφήνουν την καρδιά τους ελεύθερη. Ο Κωνσταντίνος, αδύναμος και ψυχρός αρνείται να αποδεσμευτεί από τις αγκυλώσεις του και βυθίζεται στην αιώνια μοναξιά. Ο άντρας της Μαρίνας ξεπερνάει τον εαυτό του, το πάθος του για εκδίκηση κι απελευθερώνεται. Η Ούρσουλα επαναστατεί ενάντια στους αυστηρούς νόμους και κανόνες, στους οποίους υπάκουε τυφλά και κάνει την υπέρβαση. Αλλά ο μπαμπάς της Μυρσίνης αρνείται να δεχτεί το τσουρούφλισμα της ζωής του κι αναζητεί τη γαλήνη στο βαθύ γαλάζιο. Πώς θα μπορούσα να τους ξεχωρίσω;

 

-Οι ήρωές σας είναι «ψυχές πληγωμένες» που μεταμορφώνονται σε σύμβολα. Πώς πετυχαίνετε αυτήν τη μεταμόρφωση μέσα από τη γραφή σας;

Οι ήρωές μου είναι οι μοναχικές φιγούρες του μελαγχολικού τοπίου της ζωής μας. Κάποιοι απ’ αυτούς βρίσκουν τη δύναμη και προχωρούν. Κάποιοι άλλοι, όχι. Σε μερικούς η ζωή δείχνει το πολύ σκληρό και αποτρόπαιο πρόσωπό της. Οι άνθρωποι γύρω μας, οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας είναι καθημερινά σύμβολα κι ας μην το γνωρίζουν οι ίδιοι. Μέσα από τον καθημερινό τους αγώνα γίνονται σύμβολα ζωής και ελπίδας. Αυτοί κινούνται και μέσα στις σελίδες του βιβλίου μου.

 

-Ποιος ήταν ο μεγαλύτερος σας φόβος και η μεγαλύτερη σας χαρά κατά τη διαδικασία συγγραφής αυτής της συλλογής διηγημάτων;

Η λογοτεχνία με μάγεψε από τα παιδικά μου χρόνια. Από μικρή έφτιαχνα εικόνες, ιστορίες, που σπάνια όμως έγραφα στο χαρτί. Αυτό έγινε σε μεγαλύτερη ηλικία. Ίσως φοβόμουν λιγάκι να εκτεθώ και να ρισκάρω. Όταν ένιωσα ότι είμαι έτοιμη, κατέθεσα ένα κομμάτι της ψυχής μου για ό,τι με προβληματίζει και με συγκινεί, για όλα όσα δεν μπορώ να εκφράσω δυνατά. Ήταν μια ενδόμυχη, ακατανίκητη ανάγκη να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους γύρω μου. Ήταν το αποτέλεσμα της σιωπής μου. Ας πούμε ότι ήταν μία έκφραση της αδυναμίας μου. Αντλώ δύναμη από αυτή την αδυναμία. Ο φόβος, λοιπόν, της έκθεσης έχει μετουσιωθεί στη δύναμη και στη χαρά που μου δίνει συγγραφή.

 

-Ποιο είναι το κύριο θέμα που διαπερνά όλα τα διηγήματά σας στη συλλογή αυτή και γιατί το επιλέξατε;

Οι ανθρώπινες σχέσεις, έτσι όπως διαμορφώνονται από τη ζωή. Τα προσωπικά αδιέξοδα, οι στόχοι και τα όνειρά μας, ο αγώνας μας να προχωρήσουμε ως άνθρωποι παραπέρα. Η αμφιβολία γι’ αυτόν εδώ τον κόσμο και τον ίδιο μας τον εαυτό. Ας είναι η λογοτεχνία η σπίθα, που θα γίνει αργά αργά φλόγα, που θα ξεσηκώσει τους ανθρώπους να αρνηθούν επιτέλους τη ζωή της κατευθυνόμενης μηχανής.

 

-To διήγημα σας με τίτλο «Η Διάψευση» κέρδισε το 1ο βραβείο στον διαγωνισμό του εκδοτικού οίκου «Παράξενες Μέρες». Μιλήστε μας γι’ αυτό.

Το θέμα της «Διάψευσης» τριγυρνούσε πολύ καιρό στο μυαλό μου. Μέσα από αυτήν την ιστορία τίθενται πολλά θέματα όπως, η κακοποίηση των γυναικών, η μονογονεϊκή οικογένεια, οι προσδοκίες και τα όνειρά μας, ο εκφοβισμός, τα στεγανά και οι αγκυλώσεις που μας κρατούν δέσμιους του ίδιου μας του εαυτού και τέλος, η αγάπη της μάνας για το ξεχωριστό παιδί της – ευτυχώς, όλοι είμαστε ξεχωριστοί! Πρόκειται, ουσιαστικά, για μια ιστορία αποδοχής και αγάπης που εκφράζεται από μια γυναίκα που δεν έχει πτυχία και περγαμηνές∙ στην πραγματικότητα είναι αγράμματη. Όμως, η αγάπη για το παιδί της υπερνικά τις προκαταλήψεις τής εποχής και ξεδιπλώνει το μεγαλείο τής ψυχής της. Η ιστορία είναι γραμμένη σε μεσσηνιακή ντοπιολαλιά, η οποία – όπως όλες οι ντοπιολαλιές – με την αυθεντικότητα και τον πλούτο της αποτελεί ένα εξαιρετικό και ανεκτίμητο στοιχείο του γλωσσικού μας πολιτισμού. Ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου τον εκδοτικό οίκο «Παράξενες Μέρες» για την ευκαιρία που μου έδωσε και την τιμή που μου έκανε.

 

 

 

 

Η Φανή Ματσινοπούλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, στην Κυψέλη του Select, της Quinta και του Paesano. Η αγάπη της για τα βιβλία άρχισε στα εννέα της χρόνια, όταν τα μεσημέρια διάβαζε κρυφά στη βιβλιοθήκη του πατέρα της. Όταν αυτός την ανακάλυψε, την πήρε από το χέρι και την ταξίδεψε στον μαγικό κόσμο της λογοτεχνίας.

 

*Η Γεωργία Χάρδα είναι βιβλιόφιλη δημοσιογράφος

Fractalart.gr

You may also like

artpointview.gr @ 2024