Σώτη Τριανταφύλλου: «Έχουμε αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, αντιστεκόμαστε στην ομαλότητα»

23/10/2025

Σώτη Τριανταφύλλου: «Έχουμε αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, αντιστεκόμαστε στην ομαλότητα»

Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα // 

 

 

 

«Είναι οι σχέσεις στοργής που μας κρατάνε όπου μας κρατάνε. Οι ανθρώπινες σχέσεις καθορίζουν το πού ζούμε»

 

 

Μια από τις πιο αναγνωρίσιμες φωνές της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, η Σώτη Τριανταφύλλου, μας προσκαλεί σε ένα λογοτεχνικό ταξίδι ανάμεσα σε εποχές, τόπους και ταυτότητες, με το νέο της έργο «Το Τυφλό Γουρούνι στη Δεύτερη Οδό».

Με φόντο την ποτοαπαγόρευση, τον Μακαρθισμό, τη μετανάστευση και τον Ψυχρό Πόλεμο, η αφήγηση εκτείνεται από τις αρχές του 20ού αιώνα ως το τέλος της δεκαετίας του ’60, περνώντας από το Μέμφις του Τεννεσσή, τη Μόσχα και την Αθήνα. Η Τριανταφύλλου, με τη γνώριμη κοφτερή γραφή της, φωτίζει τις έννοιες της μνήμης, της ταυτότητας, της Ιστορίας και της ανάγκης του ανήκειν.

Περισσότερο από συγγραφέας, είναι στοχαστής της εποχής: αποδομεί βεβαιότητες, ερευνά χαρακτήρες, ανατέμνει κοινωνίες. Η ματιά της δεν παρηγορεί – αμφισβητεί, προβοκάρει, αλλά πάντα με στόχο τη βαθύτερη κατανόηση.

Στο επίκεντρο του μυθιστορήματος βρίσκεται μια οικογένεια μεταναστών που πορεύεται ανάμεσα στην ένταξη και τη ρήξη, στο παρελθόν και το παρόν. Μέσα από τη διπλή αφήγηση –του Κρις και του θείου του Λη– ξεδιπλώνεται μια πολύπλευρη ματιά στην Ιστορία και στους ανθρώπους που τη βιώνουν από τις παρυφές της.

Η Τριανταφύλλου γράφει για τον έρωτα, τον ξεριζωμό, τη διαδρομή προς την ενηλικίωση – και το κάνει με ακρίβεια, βάθος και ελευθερία. Με τρόπο που γεφυρώνει το ατομικό με το συλλογικό, το πολιτικό με το προσωπικό.

Στη συνέντευξη μας μιλά για την έμπνευση πίσω από τον τίτλο, για το πώς η οικογενειακή μνήμη μετατρέπεται σε μυθοπλασία, αλλά και για την ένταση ανάμεσα σε αυτό που ήμασταν, αυτό που γίναμε και αυτό που δεν θα πάψουμε να κουβαλάμε.

 

 

 

-Ο τίτλος του βιβλίου, «Το Τυφλό Γουρούνι στη Δεύτερη Οδό», έχει μια πολύ συγκεκριμένη, σχεδόν κινηματογραφική αίσθηση: θυμίζει εποχές, τόπους και χαρακτήρες που κινούνται στο περιθώριο. Τι σας έκανε να επιλέξετε έναν τόσο ιδιότυπο τίτλο;

«Τυφλά γουρούνια» (blind pigs) ονομάζονταν τα μπαρ που σέρβιραν παράνομα οινοπνευματώδη στη διάρκεια της Ποταπαγόρευσης: η περίοδος αυτή, από το 1919 μέχρι το 1933, έχει σημαδέψει την ιστορία της οικογένειας Φίλιπς. Πάντως, δεν πρόκειται για κοινωνικό περιθώριο, αν και πράγματι ο Τζον Φίλιπς γίνεται ένα είδος γκάνγκστερ και ο θείος Λη γίνεται κομμουνιστής, συγγραφέας του βιβλίου «Αριστερή πλευρίτιδα: αναμνήσεις ενός Αμερικανού Κόκκινου»: οι ήρωες του μυθιστορήματος είναι απολύτως ενταγμένοι στο κοινωνικό σύνολο και δημοφιλείς με τον τρόπο τους. Στο μεταξύ, υπονοείται κι ένας δεύτερος τίτλος (αυτός με την «πλευρίτιδα»), ενώ υπάρχει και ο υπότιτλος «Χρονικό σε πόλεις με ποτάμι». Οι πόλεις είναι η Αθήνα, το Μέμφις του Τεννεσσή και η Μόσχα.

 

-Πόσο «αυτοβιογραφικός» είναι ο Κρις – και τελικά πόσο μπορεί ένας συγγραφέας να ξεφύγει από τη δική του εμπειρία όταν γράφει για τη μνήμη, την απώλεια και την ταυτότητα;

Πάντοτε βάζουμε τον εαυτό μας, έστω σε μια άκρη. Ο Κρις εργάζεται σε μια εφημερίδα και ζει σε μια πόλη όπου όλα γύρω του τα βλέπει οπισθοδρομικά… Η επαρχιακή στενοκεφαλιά, η αμορφωσιά του Νάτου τον κάνουν να παραιτηθεί από τον «Κήρυκα του Μέμφις» και να αναζητήσει τον αδελφό του, που μέσα στην παραξενιά του, αποπνέει ελευθερία. Κι εμένα όλα οπισθοδρομικά μού φαίνονται. Ασφυκτικά μού φαίνονται.

 

 

 

 

-Η αφήγηση εναλλάσσεται ανάμεσα στον Κρις και τα απομνημονεύματα του θείου του. Θεωρείτε ότι αυτή η επιλογή βοηθά να πλησιάσουμε μια πιο σύνθετη, ίσως και πιο ειλικρινή εκδοχή της Ιστορίας;

Δεν είναι εύληπτο βιβλίο… Ο Κρις σχολιάζει το βιβλίο του θείου του και αφηγείται την ιστορία με τον δικό του τρόπο. Έτσι νομίζω ότι μαθαίνουμε την αλήθεια για όλους, αν και μερικά σημεία παραμένουν σκοτεινά: ήταν λοιπόν ο θείος Λη ολίγον κατάσκοπος των Ρώσων; Αν ήταν, μοιάζει με τον δίδυμο αδερφό του, τον Τζον: είναι κατάσκοπος β’ κατηγορίας όπως ο Τζον είναι γκάνγκστερ β’ κατηγορίας… Διότι δεν θα μπορούσε να έχει πρόσβαση σε σημαντικές πληροφορίες: είναι υπάλληλος στα δημόσια έργα, στα φράγματα.

 

-Συχνά στο βιβλίο νιώθει κανείς ότι ο χρόνος «κυλάει προς τα πίσω» ή κινείται κυκλικά. Πώς αυτή η εναλλαγή επηρεάζει τη μνήμη και την κατανόηση των γεγονότων;

Πάντως, η αφήγηση, αν και σε δύο επίπεδα, είναι γραμμική. Ξεκινά από το 1900 και φτάνει μέχρι το τέλος του 1969, διατρέχοντας την αμερικανική, τη ρωσική και την ελληνική ιστορία. Ο αφηγητής, ο Κρις, εξιστορεί όσα ξέρει για τους Φίλιπς, όσα διαβάζει στο βιβλίο του θείου Λη κι όσα καταλαβαίνει από τα γράμματα του παππού του που έχει μείνει πίσω, στην Αθήνα.

 

-Μπορούμε να δούμε τον Κρις ως «επιμελητή» της οικογενειακής ιστορίας; Κι αν ναι, πώς η δική του ματιά χρωματίζει το υλικό που αφηγείται;

Ο Κρις είναι ένας δημοσιογράφος, σχεδόν σαράντα ετών, με μεγάλη οξυδέρκεια και εσωτερική δικαιοσύνη: ως αφηγητής δίνει δίκιο σε όλα τα πρόσωπα, τα καταλαβαίνει, δείχνει ανεκτικότητα· τον βοηθάει ο αντισυμβατικός τρόπος με τον οποίον βλέπει τον κόσμο και τον εαυτό του. Και τα δυο αδέρφια του, ο Ραμόν —που πεθαίνει νέος αλλά όχι προτού κάνει σεξ με την Πέγκυ πίσω από τον κερματοδέκτη της Κόκα-Κόλα— και ο Πάτρικ (ο Πάντυ) που κυκλοφορεί με το μαξιλάρι του, τον Τζέθρο, είναι χαρακτήρες με βλέμμα συγγραφέα. Προσδίδουν στη ζωή νοήματα που δεν έχει από μόνη της.

 

 

 

 

-Πώς το βιβλίο αποτυπώνει τη διχασμένη ταυτότητα του μετανάστη: από την αλλαγή ονόματος (Φιλιππόπουλος → Φίλιπς) μέχρι την εσωτερική σύγκρουση ανάμεσα στον «παλιό» και τον «νέο» εαυτό;

Οι Φίλιπς πήγαν με ενθουσιασμό στις Ηνωμένες Πολιτείες κι από τότε δεν επισκέφτηκαν ποτέ την Ελλάδα. Άφησαν πίσω τους την αθηναϊκή μιζέρια των αρχών του αιώνα και έγιναν Αμερικανοί, όχι «Ελληνοαμερικανοί». Η επαφή του Τζον και του Λη με τους «Ελληνοαμερικανούς», με όσους δηλαδή είχαν προηγηθεί στις ΗΠΑ, είναι μάλλον αδέξια. Αν και ο Λη λατρεύει τη Σοβιετική Ένωση, θεωρεί το Μέμφις «πατρίδα του»· κι όσο για τον Τζον, παντρεύεται μια Ιρλανδέζα· αποχωρεί από τη φυλή και τους φυλάρχους. Το κάπως αυτοβιογραφικό στοιχείο είναι ότι όπου κι αν σταθώ νιώθω στο σπίτι μου· κι αν δεν ξέρω τη γλώσσα τη μαθαίνω. Αν δεν ξέρω τα ήθη και τις συνήθειες, τα μαθαίνω κι αυτά. Κάπως έτσι είδαν τη μετανάστευση ο Τζον και ο Λη.

 

-Η μετανάστευση, όπως παρουσιάζεται στο βιβλίο, φαντάζει περισσότερο ως λύτρωση ή ως μια νέα περιπλάνηση γεμάτη αβεβαιότητες; Είναι το «αμερικανικό όνειρο» πια ένας υπαρκτός στόχος ή περισσότερο λειτουργεί ως μια φαντασίωση που συνεχώς μετατίθεται;

Αν εννοείτε για το τι συμβαίνει σήμερα είναι πολύ μεγάλη συζήτηση. Πολλά έχουν αλλάξει στην αμερικανική κοινωνία μέσα σε έναν αιώνα: μερικά πράγματα έχουν βελτιωθεί πολύ κι άλλα έχουν χειροτερέψει. Αν με τον όρο «αμερικανικό όνειρο» εννοούμε ευκαιρίες πλουτισμού υπάρχουν ακόμα, αλλά έχει γίνει δυσκολότερος ο σχετικός πλουτισμός μέσω μιας ταπεινής εργασίας. Παραλλήλως έχει δημιουργηθεί ένα ολιγομελές στρώμα υπερπλουσίων, οι, κατά τη γνώμη μου, dirty rich. Άνθρωποι που στάθηκαν τυχεροί ή εκμεταλλεύτηκαν τον καπιταλισμό σαν καζίνο. Η αμερικανική απληστία είναι ανατριχιαστική.

 

-Ο Λη και ο Τζον ακολουθούν ριζικά διαφορετικές πορείες, αλλά και οι δύο καταλήγουν στη φυλακή. Μπορούμε να πούμε ότι, παρ’ όλες τις διαφορές, οι δύο αδελφοί υπέκυψαν στην ίδια ιστορική μοίρα;

Δεν «καταλήγουν» στη φυλακή, κάνουν ένα πέρασμα από τη φυλακή· αψηφούν τους νόμους, ο καθένας με τον τρόπο του. Κι ο Κρις τραβάει τα μαλλιά του… Μερικές φορές νιώθει ο ενήλικας στο δωμάτιο.

 

-Ποιος θεωρείτε ότι είναι ο πιο «ομιλητικός» ιστορικός σταθμός στο βιβλίο; Η ποτοαπαγόρευση, ο Μακαρθισμός, ή ο χιπισμός;

Όλα αυτά επηρεάζουν τη ζωή των ηρώων. Αλλά αν τα μελετήσει κανείς από πιο κοντά, δεν είναι ακριβώς όπως τα έχουμε προσλάβει στην Ευρώπη. Πάντοτε με εντυπωσιάζει η άγνοια που υπάρχει εκ μέρους των Ευρωπαίων για τις ΗΠΑ και των Αμερικανών για την Ευρώπη. Ο θείος Λη γίνεται κομμουνιστής σε ένα περιβάλλον δημοκρατίας, αλλά όταν ξεκινά ο Ψυχρός Πόλεμος, το αμερικανικό σύστημα προσπαθεί να αυτοπροστατευτεί, αν και συχνά με φαιδρούς τρόπους. Ο επονομαζόμενος Μακαρθισμός, ο οποίος δεν ήταν καν πρωτοβουλία του καημένου του Μακάρθυ, είχε στοιχεία κωμωδίας. Θα μου πείτε, για μένα όλα τα πράγματα έχουν στοιχεία κωμωδίας…Σωστό κι αυτό. Σίγουρα η Ποταπογόρευση και ο χιπισμός είχαν στοιχεία κωμωδίας, υποκρισίας, υπερβολής, αφροσύνης — ό,τι πρέπει για να γίνουν μυθιστόρημα.

 

– Η μουσική και γενικότερα η ποπ κουλτούρα της εποχής είναι παρούσες, διακριτικά αλλά ουσιαστικά. Ποιον ρόλο παίζουν στη διαμόρφωση της ατμόσφαιρας και στη σκιαγράφηση των χαρακτήρων;

Όταν γράφει κανείς για συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, είναι αδύνατο να αφαιρέσει την περιγραφή του περιβάλλοντος και τη θέση των χαρακτήρων μέσα σ’ αυτό. Στο «Τυφλό γουρούνι» πρωταγωνιστεί η πόλη του Έλβις Πρίσλεϋ αλλά πράγματι το θέμα παρουσιάζεται διακριτικά. Δεν διάλεξα το Μέμφις επειδή είναι η πόλη του Έλβις αλλά επειδή είναι ένας ιδιαίτερος αμερικανικός χώρος που ξέρω καλά και γεννάει ιστορίες, πολλές ιστορίες.

 

 

 

 

 

-Η απόσταση των ηρώων από την κουλτούρα της εποχής τους είναι σημάδι ωριμότητας, παραίτησης ή κάτι άλλο;

Ο αφηγητής ακροβατεί ανάμεσα στη νιότη και τη μέση ηλικία· δεν παρακολουθεί τις ποπ επιτυχίες. Αλλά, δεν μπορείς να ζεις στη δεκαετία του 1960 και να μην ξέρεις τους Beatles, είναι αφύσικο.

 

-Σκεφτόμουν ότι οι χαρακτήρες σας μετακινούνται ανάμεσα σε ηπείρους και εποχές, αλλά μοιάζει να μην μπορούν να ξεφύγουν ποτέ από τον εαυτό τους. Είναι η γλώσσα ή η πατρίδα που τελικά μας κρατάει πίσω;

Είναι οι σχέσεις στοργής που μας κρατάνε όπου μας κρατάνε. Οι ανθρώπινες σχέσεις καθορίζουν το πού ζούμε.

 

-Κυρία Τριανταφύλλου η απεργία πείνας του Πάνου Ρούτσι έφερε ξανά στο προσκήνιο το αίτημα για δικαιοσύνη στα Τέμπη. Θεωρείτε ότι τέτοιες πράξεις έχουν ακόμη πολιτική ή ηθική δύναμη στη σημερινή Ελλάδα;

Δεν χρειαζόταν να περάσει τέτοια ταλαιπωρία ο κ. Ρούτσι. Η υπόθεση θα εκδικαστεί όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις. Αλλά, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιο μυστήριο: ανίκανοι υπάλληλοι σε μηχανισμό που ταλαιπωρείται από ευνοιοκρατία, προχειρότητα, ανευθυνότητα —τι άλλο να βγει στην επιφάνεια...Το δυστύχημα έγινε αφορμή έξαλλης μικροπολιτικής· είναι κρίμα για όλους μας: παραμένουμε κοινωνία εξαιρετικά εύθραυστη, χωρίς θεσμική κουλτούρα. Κι όμως, οι θεσμοί δεν λείπουν· αυτό που λείπει είναι η πολιτική αγωγή, η δημοκρατική παιδεία. Η σπασμωμαδικότητα, η υστερία γύρω από το δυστύχημα κατέδειξε το πόσο αλλοπρόσαλλη και άσοφη κοινωνία είμαστε. Φαίνεται να μην μπορούμε ούτε να πενθήσουμε.

 

-Στην Ελλάδα, ειδικά τα τελευταία χρόνια, υπάρχει μια διάχυτη αίσθηση κοινωνικής κόπωσης και απογοήτευσης — άλλοτε από την πολιτική, άλλοτε από την καθημερινότητα, άλλοτε από εμάς τους ίδιους. Πιστεύετε ότι η εικόνα αυτή είναι αντικειμενική ή είναι μια “φούσκα” που ενισχύεται από τα μέσα και τα social media; Πώς βλέπετε εσείς τη σημερινή ελληνική κοινωνία;

Έχουμε αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, αντιστεκόμαστε στην ομαλότητα. Πιθανώς αυτές τις τάσεις να τις υποδαυλίζουν τα social media αλλά, καθώς δεν συμμετέχω σ’ αυτά, δεν είμαι σε θέση να ξέρω με βεβαιότητα. Σας προτείνω να μη συμμετέχετε ούτε εσείς: αν μη τι άλλο, είναι χάσιμο χρόνου. Υπάρχουν πολλά ενδιαφέροντα πράγματα να κάνουμε: μάθηση, επαφή με τη φύση, επαφή με το σώμα, τεχνολογία, ανθρώπινες σχέσεις. Δεν μας είναι απαραίτητη η ανταλλαγή γνωμών και σχολίων ιδιαίτερα σε ζητήματα όπου ο τυφλός οδηγεί τον τυφλό.

 

 

 

Η Σώτη Τριανταφύλλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1957. Σπούδασε στην Αθήνα, στο Παρίσι, στη Νέα Υόρκη και στο Λονδίνο. Είναι συγγραφέας και ιστορικός των ΗΠΑ.Μεταφράζει από τέσσερις γλώσσες και αρθρογραφεί στον Τύπο.
Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, νουβέλες, δοκίμια και διηγήματα. Από τις Εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα έργα της: Το εργοστάσιο των μολυβιών (2000), Φτωχή Μάργκο (2001), Άλμπατρος (2003), Συγχώρεση (2005), Κινέζικα κουτιά (2006), Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης (2008), Λίγο από το αίμα σου (2008), Ο χρόνος πάλι (2009), Αύριο, μια άλλη χώρα (2009), Ο υπόγειος ουρανός (2010), Για την αγάπη της γεωμετρίας (2011), Σπάνιες γαίες (2013), Μηχανικοί καταρράκτες (2014), Γράμμα από την Αλάσκα (2015), Αστραφτερά πεδία (2016), Το τέλος του κόσμου σε αγγλικό κήπο (2017, Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας), Το λούνα παρκ στο ιερό βουνό (2019), Σικελικό ειδύλλιο (2021), Άκου το λιοντάρι (2023), Η φυγή (νέα έκδοση, 2023), Πιτσιμπούργκο (νέα έκδοση, 2023), Λος Άντζελες. Οδηγώντας στη Νότια Καλιφόρνια (νέα, αναθεωρημένη έκδοση, 2024), Το τυφλό γουρούνι στη Δεύτερη οδό (2025), τα δοκίμια Αριστερή τρομοκρατία, δημοκρατία και κράτος (σε συνεργασία με τον Ηλία Ιωακείμογλου, 2003), Μιλώντας με την Αλίκη για τη φιλοσοφία και το νόημα της ζωής (2012), Πλουραλισμός, πολυπολιτισμικότητα, ενσωμάτωση, αφομοίωση (2015), Μόνοι στον κόσμο: Ευρωπαίοι συγγραφείς, αντιαμερικανισμός και αμερικανική μοναξιά (2019), καθώς και οι συλλογές πολιτικών άρθρων Καρχαρίες και κοριοί. Σημειώσεις για την Τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα (2023), Στο πλοίο των τρελών: Οδηγίες χρήσεως (2024). Επίσης έχει γράψει βιβλία για παιδιά και νέους: Γράμμα από έναν δράκο (2005), Αφρικανικό ημερολόγιο (2008), Η Μιλένα και το φρικτό ψάρι (2011), Η Μαριόν στ’ ασημένια νησιά και στα κόκκινα δάση (αναθεωρημένη έκδοση 2014), Οι αρχαίοι Έλληνες χώνουν τη μύτη τους παντού (2015), Οι αρχαίοι Έλληνες χώνουν τη μύτη τους παντού (ξανά) (2016), Μιλώντας για την Έκφραση-Έκθεση (2017).

fractalart.gr

 

Previous Story

Foti Kllogjeri Δεν είμαι αυτό που βλέπεις