Το Πολυτεχνείο Ζεί!

17/11/2025

Το Πολυτεχνείο Ζεί!

Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη

Ήμουν δεκατεσσάρων. Έφηβη. Από τη Δευτέρα Δημοτικού, τουτέστιν το σωτήριον έτος του 1967,  δεν είχα γνωρίσει ελευθερία. Στο σχολείο ποδιές γαλάζιες με λευκό γιακαδάκι και να έχουν καταργηθεί ακόμη και τα Αποκριάτικα πάρτυ στην αυλή του 1ου Δημοτικού. Κι αργότερα στο γυμνάσιο ποδιές μακριές , σοσόνια λευκά, και απαγόρευση κυκλοφορίας μετά τις 7 το βράδυ.

Ζούσα σε μια Ελλάδα φιμωμένη, όπου η σιωπή δεν ήταν επιλογή αλλά επιβολή. Η απαγόρευση κυκλοφορίας δεν σήμαινε απλώς να μείνεις σπίτι· σήμαινε να μην κοιτάς ψηλά, να μην σκέφτεσαι ελεύθερα, να μην ονειρεύεσαι.

Ο πατερούλης μου, βαθειά πολιτικοποιημένος -παρότι της συντηρητικής παράταξης-, άνοιγε κάθε βράδυ τη Ντόιτσε Βέλλε. Από εκεί μαθαίναμε τα νέα που δεν τολμούσε να πει η ΥΕΝΕΔ. Ήταν σα να ανοίγαμε ένα παράθυρο στον κόσμο, να ανασαίνουμε λίγο αέρα ελευθερίας μέσα στο πνιγηρό δωμάτιο της χούντας. Κι εγώ, με την καρδιά μου να πάλλεται δυνατά, άκουγα τις φωνές των φοιτητών να διαπερνούν τα σύρματα του ραδιοφώνου και να φτάνουν ως το μεδούλι μου.

«Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία». Δεν ήταν σύνθημα. Ήταν κραυγή. Ήταν η φωνή της γενιάς που αρνήθηκε να υποταχθεί. Μια χούφτα φοιτητές, παιδιά σχεδόν, κλείστηκαν στο Πολυτεχνείο και ύψωσαν το ανάστημά τους απέναντι στην επταετία της τυραννίας. Και η Χούντα, τυφλή από φόβο, έστειλε ερπύστριες με νεαρούς στρατιώτες συνομήλικους να ισοπεδώσουν τη νιότη σαρώνοντας τα σιδερένια κάγκελα του Πολυτεχνείου και τους φοιτητές της εξέγερσης.

Θυμάμαι εκείνη τη νύχτα σαν να μην πέρασε ούτε λεπτό. Θυμάμαι το τρέμουλο στα χέρια μου, το σφίξιμο στο στομάχι, την αίσθηση πως κάτι τραγικό συνέβαινε, κάτι όμως που θα άλλαζε για πάντα την πορεία μας. Δεν ήμουν εκεί, μα ήμουν παρούσα. Με το νου, με την ψυχή, με το σώμα μου που πάλλονταν στους ρυθμούς της εξέγερσης.

Πενήντα δύο χρόνια πέρασαν. Οι φωνές εκείνες, που κάποτε έσκιζαν τον αέρα, σήμερα ακούγονται σαν ψίθυροι. Οι ηγέτες της εξέγερσης ενσωματώθηκαν στην πολιτική ζωή του τόπου, έγιναν Λαλιώτηδες και Δαμανάκισσες. Η αγνότητα εκείνων των ημερών φθάρηκε από την τριβή με την εξουσία.

Η σημερινή γενιά, μεγαλωμένη με ελευθερίες που τότε ήταν όνειρο, δεν γνωρίζει καν ποιους τιμούμε σήμερα. Δεν φταίνε· δεν τους μάθαμε να θυμούνται. Τους δώσαμε ανοριακή ελευθερία να παίζουν με τα κινητά , να βιντεοσκοπούν τους συμμαθητές τους όταν τους δέρνουν, γενικά έχουμε επιτρέψει στην εθνική παιδεία την παρεκτροπή από την σύγχρονη ιστορία της χώρας μας.

Μα εγώ θυμάμαι. Θυμάμαι το Πολυτεχνείο όχι ως κτίριο, αλλά ως σύμβολο. Ως φλόγα που άναψε μέσα στο σκοτάδι και δεν έσβησε ποτέ. Θυμάμαι τους φοιτητές όχι ως ήρωες, αλλά ως ανθρώπους που τόλμησαν. Που είπαν «όχι» όταν όλοι έλεγαν «ναι». Που ύψωσαν τη φωνή τους και την έκαναν σεισμό.

Σήμερα, 17 Νοέμβρη, καταθέτω νοερά ένα στεφάνι. Όχι από λουλούδια, αλλά από λέξεις. Από λέξεις που δεν ξεχνούν. Από λέξεις που αντιστέκονται. Γιατί η μνήμη είναι πράξη. Και η πράξη είναι απόρροια πολιτικής και ηθικής ευθύνης.

Αιωνία η μνήμη όλων αυτών που ξεκίνησαν το ξήλωμα της Χούντας. Αιωνία η αγρύπνια μας. Για να μην ξαναζήσουμε τη σιωπή. Για να μην ξαναδούμε ερπύστριες να ισοπεδώνουν την ελπίδα, τη νιότη, τη σπίθα της αντίστασης.

Previous Story

Γιώργος Πρεβελάκης: Παντέρμη Κρήτη!