Το “σχέδιο” Τραμπ και η επόμενη μέρα του πολέμου στην Ουκρανία

20/11/2025

«Το σχέδιο Τραμπ δεν είναι απλώς μια πρόταση ειρήνης — είναι ένα τεστ για όλους τους εμπλεκόμενους.»

Η διαρροή του σχεδίου Τραμπ για την Ουκρανία επανέφερε στο προσκήνιο ένα από τα δυσκολότερα ερωτήματα της σύγχρονης διεθνούς πολιτικής: πώς μπορεί να τερματιστεί  ένας πόλεμος όταν οι δύο πλευρές έχουν αντικρουόμενους, σχεδόν ασυμβίβαστους, στόχους;

Το σχέδιο, το οποίο προβλέπει “δύσκολες” ουκρανικές εδαφικές παραχωρήσεις προς τη Ρωσία με αντάλλαγμα αμερικανικές εγγυήσεις ασφαλείας (κάτι που αμφισβητείται από πολλούς αναλυτές γιατί δεν θα είναι η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ θα αναφερθούν σε εγγυήσεις, το έχουν ξανακάνει στο παρελθόν, αλλά στην πράξη αναιρέθηκε) έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις. Όμως πριν το απορρίψει κανείς ή το αποδεχθεί, αξίζει να εξεταστούν οι παράμετροι που το καθιστούν τόσο περίπλοκο.

Η Ουκρανία ανάμεσα στη στρατηγική ανάγκη και την πολιτική πραγματικότητα

Για την Ουκρανία, το διακύβευμα είναι υπαρξιακό. Μια συμφωνία που κατοχυρώνει μόνιμες εδαφικές απώλειες, ακόμη και αν αποτρέπει περαιτέρω αιματοχυσία, δημιουργεί: πολιτική ένταση, κοινωνικές αντιδράσεις, και ένα αίσθημα ότι η χώρα αναγκάζεται να αποδεχτεί τετελεσμένα υπό πίεση.

Παράλληλα, η Ουκρανία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη δυτική βοήθεια. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι η θέση της δεν μπορεί να διαμορφωθεί ανεξάρτητα από τις αποφάσεις των συμμάχων της. Η ηγεσία του Κιέβου γνωρίζει ότι οποιαδήποτε συμφωνία που μοιάζει με παραχώρηση μπορεί να γίνει πολιτικά επικίνδυνη — αλλά γνωρίζει επίσης ότι η συνέχιση του πολέμου έχει τεράστιο κόστος  που είναι πλέον προφανές ότι δεν μπορεί να επωμιστεί χωρίς έξωθεν βοήθεια. Αυτό είναι το δίλημμα.

 Ρωσία: κέρδη στο πεδίο, αλλά και αβεβαιότητα

Για τη Ρωσία, η πρόταση εξασφαλίζει πολλά από τα στρατιωτικά της κέρδη. Όμως, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η Μόσχα επιδιώκει μια συμφωνία που  θα “παγώσει” τον πόλεμο σε αυτό το σημείο. Η Ρωσία, δεδομένου ότι δεν έχει επιτύχει το μέγιστο των στρατιωτικών της επιδιώξεων – ενδέχεται να θεωρεί ότι ο χρόνος δουλεύει υπέρ της — οικονομικά, παραγωγικά και στρατιωτικά. Η αποδοχή ενός σχεδίου που περιορίζει τις μελλοντικές της κινήσεις μπορεί να θεωρηθεί πρόωρη.

Υπάρχει επίσης ο παράγοντας κύρους: η αποδοχή μιας αμερικανικής ειρηνευτικής πρότασης, ακόμη και ευνοϊκής, ίσως θεωρηθεί ως έμμεση αναγνώριση της αμερικανικής επιρροής. Άρα και η Ρωσία βρίσκεται μπροστά σε ένα σύνθετο πολιτικό υπολογισμό, ενώ βεβαίως δίδεται η εντύπωση στη διεθνή κοινότητα ότι ο καθείς μπορεί να εισβάλει σε μια άλλη χώρα, να αποσπάσει εδάφη και στη συνέχεια να…χειροκροτηθεί γι΄ αυτό!

 ΝΑΤΟ και Ευρώπη: μεταξύ κόπωσης και στρατηγικής σταθερότητας

Η Ευρώπη είναι ίσως ο πιο διχασμένος παίκτης σε αυτή τη συζήτηση. Κάποια κράτη ζητούν αταλάντευτη στήριξη προς την Ουκρανία και απόρριψη κάθε λύσης που επιβραβεύει την εισβολή. Άλλα βλέπουν με ανησυχία: το οικονομικό κόστος, την ενεργειακή αστάθεια – παρ’ ότι πλέον είναι εμφανής η απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο – και την πολιτική κόπωση των κοινωνιών τους, καθώς όσο περνάει ο καιρός το κοινωνικό κράτος θα συρρικνώνεται προς όφελος της αύξησης των αμυντικών δαπανών, με το κίνδυνο τεράστιας κοινωνικής έκρηξης στη βάση.  Ομως ποιος μπορεί να μη συμμεριστεί την αγωνία των χωρών της Βαλτικής για παράδειγμα ή της Πολωνίας που ζουν με την αγωνία μιας επίθεσης εκ μέρους της Ρωσίας; Χωρίς να παραλείψουμε το πολύ σοβαρό ενδεχόμενο η Ρωσία να επιδιώξει να εντάξει επισήμως την Υπερδνειστερία. (Η Υπερδνειστερία είναι μια μη αναγνωρισμένη αλλά ντε φάκτο ανεξάρτητη ημιπροεδρική δημοκρατία με τη δική της κυβέρνηση, κοινοβούλιο, στρατό, αστυνομία, νόμισμα, ταχυδρομικό σύστημα και πινακίδες κυκλοφορίας οχημάτων. Οι αρχές της έχουν υιοθετήσει σύνταγμα, εθνικό ύμνο, εθνόσημο και σημαία (στην οποία χρησιμοποιεί ακόμα το σφυροδρέπανο).

Το ΝΑΤΟ, από την πλευρά του έχει προτεραιότητα τη σταθερότητα στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Ένα σχέδιο ειρήνης που δεν ικανοποιεί τις βασικές αρχές ασφάλειας μπορεί να υπονομεύσει τη συνοχή της Συμμαχίας. Από την άλλη, μια παρατεταμένη σύγκρουση μπορεί να δημιουργήσει ρίσκα που δεν είναι διαχειρίσιμα μακροπρόθεσμα. Το αποτέλεσμα είναι μια δύσκολη ισορροπία: ανάγκη για ασφάλεια, ανάγκη για ενότητα, ανάγκη για ρεαλισμό.

ΗΠΑ: απόπειρα λύσης ή στρατηγικός υπολογισμός;

Το σχέδιο Τραμπ εγείρει το ερώτημα των βαθύτερων κινήτρων της Ουάσιγκτον.
Είναι μια γνήσια προσπάθεια τερματισμού του πολέμου ή ένας τρόπος να ελαφρυνθεί το στρατηγικό βάρος των ΗΠΑ, ώστε να επικεντρωθούν στην Κίνα.Οι αμερικανικές προτεραιότητες μετατοπίζονται σταθερά προς τον Ινδο-Ειρηνικό, γεγονός που επηρεάζει άμεσα το βάθος της εμπλοκής τους στην Ευρώπη.

Δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι το σχέδιο λειτουργεί επίσης ως μέσο πίεσης: προς την Ουκρανία, για να αποδεχτεί ότι το να νικήσει στο πεδίο είναι σχεδόν απίθανο, προς τη Ρωσία, για να αποκαλυφθεί αν πραγματικά επιθυμεί ειρήνη ή επιδιώκει περισσότερα εδαφικά κέρδη, προς την Ευρώπη, για να αναλάβει μεγαλύτερο μέρος του κόστους της ασφάλειάς της. Η δυναμική αυτή εξηγεί γιατί η πρόταση έχει πολλαπλές αναγνώσεις — και γιατί καμία από αυτές δεν είναι απλή.

Δεν υπάρχει εύκολη ειρήνη

Το σχέδιο Τραμπ δεν λύνει τον πόλεμο — αποκαλύπτει όμως τα βαθύτερα προβλήματα που εμποδίζουν την επίλυση: τις εδαφικές αξιώσεις της Ρωσίας, τους φόβους της Ουκρανίας για την ίδια της την ύπαρξη, την ευρωπαϊκή αδυναμία να διαμορφώσει ενιαία πολιτική και τη μετατοπιζόμενη προτεραιότητα των ΗΠΑ.

Το ερώτημα δεν είναι αν το σχέδιο είναι “καλό” ή “κακό”. Το πραγματικό ερώτημα είναι αν οι συνθήκες επιτρέπουν μια λύση που να είναι βιώσιμη — και όχι πρόσκαιρη. Η ειρήνη στην Ουκρανία δεν θα προκύψει απλώς από ένα έγγραφο με 28 σημεία. Θα χρειαστεί μια ευρύτερη ανασύνταξη συμφερόντων, αντιλήψεων και ισορροπιών. Και αυτή η διαδικασία —όπως δείχνει η ιστορία— είναι συνήθως πιο δύσκολη από τον πόλεμο τον ίδιο.

Κερδισμένες οι αμυντικές βιομηχανίες

Πάντως έχει ενδιαφέρον η θέση ορισμένων έμπειρων περί τα διεθνή αναλυτών που ομιλούν για έναν πόλεμο των ηττημένων. Εκτιμούν δηλαδή ότι όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές στην ουσία έχουν ηττηθεί – η κάθε μια για διαφορετικό λόγο – ενώ υπάρχει ένας και μοναδικός νικητής: οι απανταχού στη Δύση αμυντικές βιομηχανίες που λειτουργούν στο φουλ τις μηχανές τους, κάτι σαν ανέλπιστο “χρυσωρυχείο”, σύμφωνα με τίτλο έγκριτης εφημερίδας.

Ρ.Μ.

Previous Story

Giorgos Sisilianos:Εtude compositionelle no 4 – Effie Agrafioti

Next Story

«Τελικά σε ποια παγκόσμια οικονομική εποχή ζούμε ;»