Ο άνθρωπος ως πρόσωπο και ως ασθενής στη δίνη της πανδημίας. Μια συνομιλία με τον καθηγητή αιματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης Γρηγόρη Γεροτζιάφα
Συνέντευξη: Ο καρδιολόγος Θανάσης Δρίτσας συνομιλεί με τον καθηγητή αιματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης Γρηγόρη Γεροτζιάφα
O καθηγητής Γρηγόρης Γεροτζιάφας (*) συνδυάζει την σπουδαία επιστημονική του εμπειρία με μεγάλη παράλληλη ευαισθησία σε κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο. Παρακολουθώ συχνά τελευταία τις αξιόπιστες και ενδιαφέρουσες απόψεις του οι οποίες διατυπώνονται συχνά δημόσια (ΜΜΕ) μέσα από την (σταθερά ενεργή) διπλή σύνδεση του-με την επιστήμη και την κοινωνία-στα πλαίσια της πανδημίας Covid.
Αποφάσισα να μιλήσω μαζί του για τα κρίσιμα ζητήματα που αφορούν την μέχρι σήμερα διαχείριση αλλά και το μελλοντικό πλάνο διαχείρισης της πανδημίας στα πλαίσια μιας δύσκολης (και συχνά προβληματικής) επικοινωνίας μεταξύ πολιτικής, επιστήμης και κοινωνίας όλη αυτή την σκοτεινή περίοδο.
Μιλήσαμε για τις επιπτώσεις του κοινωνικού αποκλεισμού, την θεμελιώδη επιστημονική στρατηγική της αντιμετώπισης, το ρόλο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), τον ρόλο της πρωτοβάθμιας περίθαλψης σε σχέση με την νοσοκομειο-κεντρική αντιμετώπιση αλλά και την υποχρεωτικότητα για τον εμβολιασμό. Η απάντησή του ήταν σαφής και ξεκάθαρη ότι ο εμβολιασμός πρέπει να είναι υποχρεωτικός. Επίσης ο εμβολιασμός κατά του SARS-CoV-2, όπως δηλώνει ο κ. Γεροτζιάφας, πρέπει να είναι υποχρεωτικός για επαγγελματικές κατηγορίες όπως το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό λόγω του υψηλού κίνδύνου νόσησης από COVID-19.
Ο καθ. Γεροτζιάφας πιστεύει ότι πρέπει να εναντικοποιηθούν οι προσπάθειες για να αυξηθεί η συναίνεση του πληθυσμού. Αυτό όμως θα πρέπει να γίνεται με πειθώ, με υπευθυνότητα, με φαντασία, με διαφάνεια και κυρίως με επιχειρήματα. Δεν γίνεται με την ατομική ευθύνη. Οι απειλές και η καταστολή έχουν αντίθετο αποτέλεσμα. Τονίζει την μεγάλη σημασία της αισθητικής στην εκστρατεία υπέρ του εμβολιασμού και φέρνει ως παράδειγμα την αισθητική της γαλλικής διαφημιστικής καμπάνιας για τον εμβολιασμό (που απευθύνεται σε νέους και ηλικιωμένους) της Agence Régional de Santé με κεντρικό σύνθημα «Ναι, το εμβόλιο μπορεί να έχει επιθυμητές ενέργειες».
Ακολουθεί αναλυτικά η συνομιλία μου με τον καθηγητή κ. Γρηγόρη Γεροτζιάφα:
Πώς εξηγείται (λόγω πανδημίας Covid) η παγκόσμια αναταραχή και η τεράστια επίδραση των περιοριστικών μέτρων στην οικονομία, στην ψυχολογία των λαών, στην κοινωνική δραστηριότητα για μια νόσο της οποίας η (overall) συνολική θνητότητα είναι πολύ χαμηλή; Δεν είναι η νόσος Covid σε καμία περίπτωση ευλογιά ή πανώλης από πλευράς θνητότητας…
Νομίζω ότι δεν μπορούμε να συγκρίνουμε την θνητότητα του COVID-19 με την θνητότητα των μεταδοτικών νοσημάτων που εμφανίστηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα ή παλαιότερα. Ο λόγος είναι ότι η θνητότητα δεν καθορίζεται μόνο από την λοιμογόνο δύναμη και την μεταδοτικότητα του μολυσματικού παράγοντα. Το επίπεδο κοινωνικής ανάπτυξης των κοινωνιών αλλά και το επίπεδο ανάπτυξης της ιατρικής επιστήμης είναι δύο καθοριστικοί παράγοντες που επηρεάζουν την θνητότητα των νοσημάτων. Σήμερα, το επίπεδο ανάπτυξης της ιατρικής επιστήμης, σε όλο τον κόσμο είναι ασύγκριτα υψηλότερο σε σχέση με αυτό της μεταπολεμικής περιόδου.
Επίσης, αισθάνομαι άβολα να μετρώ θανάτους. Ο θάνατος των ασθενών μας είναι μια τραυματική εμπειρία γιατί σηματοδοτεί, μεταξύ άλλων, την αποτυχία των ενεργειών μας. Εχουμε μάθει να παλεύουμε για να θεραπεύσουμε τους ασθενείς μας και να τους κρατήσουμε στην ζωή με όσο γίνεται καλυτερη υγεία. Αρα, τόσο η δράση του κάθε γιατρού όσο και η αποτελεσματικότητα του συστήματος μέσα στο οποίο λειτουργoύμε είναι καθοριστικής σημασίας στην διαμόρφωση της τελικής θνητότητας του COVID-19 όπως και των άλλων νοσημάτων. Δες την εξέλιξη της θνητότητας των ασθενών με COVID-19 που νοσηλεύθηκαν στις μονάδες εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) στο Παρίσι ή στην Νέα Υορκη μέσα στο πρώτο δίμηνο από την έναρξη της πανδημίας στην Δύση, από 60% έπεσε στο 25%. Αντίστοιχα η κλινική εικόνα των ασθενών με COVID-19 που ερχόταν στο νοσοκομείο τον Μάρτη του 2020 ήταν ασύγκριτα σοβαρότερη σε σχέση με την κλινική τους εικόνα τον Μάρτη του 2021. Αυτό συνέβη επειδή οι πολίτες ενημερώθηκαν και πηγαίνουν νωρίτερα στον γιατρό και οι γιατροί της πρωτοβάθμιας περίθαλψης άρχισαν να αναλαμβάνουν μεγαλύτερο ρόλο στην περίθαλψη των ασθενών στο σπίτι. Εχουμε λοιπόν μπροστά στα μάτια μας το αποτέλεσμα της ταχύτατης προόδου στην ιατρική γνώση σχετικά με το COVID-19 που επετεύχθη μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Αυτή η πρόοδος σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα ήταν αδύνατον να επιτευχθεί το 1950 και βέβαια ήταν αδιανόητη το 1918.
Μην ξεχνούμε ότι η ηθική αξία της κάθε ανθρώπινης ζωής σήμερα είναι ασύγκριτα υψηλότερη σε σχέση με 100 ή 50 χρόνια πριν όταν η ανθρωπότητα έβγαινε από τα σφαγεία του Πρώτου και του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Τέλος σήμερα ένας άνθρωπος 80 χρονών, ένας νέος άνθρωπος με καρκίνο, ένας μεσήλικας με στεφανιαία νόσο, εργάζεται, ερωτεύεται, ταξιδεύει, έχει κοινωνική δράση, αγωνίζεται για την ζωή του και ελπίζει ότι θα ζήσει περισσότερο και καλυτερα. Αυτοί οι άνθρωποι το 1970 ήταν ξεγραμμένοι. Σήμερα, εάν αυτοί οι άνθρωποι προσβληθούν από τον SARS-CoV-2 κινδυνεύουν να πεθάνουν ή να νοσηλευθούν στην ΜΕΘ ή να πάθουν πνευμονική εμβολή και να αποκτήσουν επιπλέον σοβαρά και χρόνια νοσήματα. Την ίδια μοίρα κινδυνεύει να έχει, εάν προσβληθεί από τον κορωναϊο, ένας βιομηχανικός εργάτης, μία κάτοικος των περιβαλλοντικά υποβαθμισμένων περιοχών των μεγαλουπόλεων, μια γυναίκα που ζει σε ορεινό χωριό της Ηπείρου ή σε ακριτικό νησί και δεν έχει κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας. Υπό το πρίσμα αυτό ο κορωναϊός αναιρεί τις μεγάλες επιστημονικές και κοινωνικές κατακτήσεις της ανθρωπότητας που επιτεύχθηκαν μετά τον πόλεμο και διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες στην υγεία.
Νομίζω ότι εάν συνεκτιμηθούν όλες αυτές οι συνθήκες γίνεται κατανοητό γιατί από την πρώτη μέρα κηρυξης της πανδημίας οι προσπάθειές μας επικεντρώνονται στην διάσωση της ζωής και της υγείας των πολιτών σε όλο τον κόσμο. Εάν πετυχαίνουμε ή όχι τον στόχο μας και ποιο «μείγμα» μέτρων χρησιμοποιούμε είναι αμιγώς πολιτικό ζήτημα.
Τελικά κλείσαμε μέσα ενενήντα-εννέα (99) ανθρώπους για να προφυλάξουμε τον ένα (1) που διατρέχει υψηλό κίνδυνο. Γιατί λοιπόν δεν περιορίσαμε εκείνον τον ένα (1) που διατρέχει τον υψηλό κίνδυνο; Εδώ η κοινή λογική παραμερίζεται….
Από τα προφίλ που περιέγραψα παραπάνω ποιον θα διαλέγες για να κλείσουμε μέσα ώστε να συνεχιστεί απρόσκοπτα η λειτουργία του εμπορίου, του χρηματιστηρίου, της οικονομίας, του τουρισμού, η κοινωνική μας ζωή κλπ; Νομίζω ότι είναι δύσκολη έως αδύνατη η επιλογή. Αρα δεν είναι θέμα παραλογισμού αλλά διαμόρφωσης ενός συστήματος αντιμετώπισης της πανδημίας στην κοινότητα.
Σε ένα άρθρο, που υπογράφεται από 55 συγγραφείς που είναι διεθνώς αναγνωρισμένοι ειδικοί από 32 χώρες από τις 5 ηπείρους (μεταξύ των οποίων ΗΠΑ, Ρωσία, και Κίνα) και δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό “Thrombosis and Haemostasis” εκτιμάται ότι βρισκόμαστε στην καρδιά μιας μακράς διάρκειας και καταστροφικής κρίσης δημόσιας υγείας. Η γενική εκτίμηση είναι ότι όχι μόνο το 4ο κύμα επίκειται για το φθινόπωρο αλλά ότι η πανδημία θα διαρκέσει. Χρειάζεται λοιπον μια ολοκληρωμένη στρατηγική αντιμετώπισης της πανδημίας η οποία είναι οργανωμένη σε 3 άξονες:
(1) Πρόληψη έναντι της μόλυνσης από SARS-CoV-2, με επίκεντρο το μαζικό και γρήγορο εμβολιασμό
(2) Ανίχνευση και έγκαιρη διάγνωση των ασθενών με αυξημένο κίνδυνο επιδείνωσης της COVID-19, και
(3) Πρόνοια για την έγκαιρη χορήγηση ιατρικής φροντίδας.
Η στρατηγική PDA από τα αρχικά των λέξεων prevention (πρόληψη), detection (ανίχνευση) και anticipation (πρόβλεψη) πρέπει ενσωματωθεί στις εθνικές πολιτικές με στόχο να υποστηρίζει και να επεκτείνει τα Συστήματα Υγείας αξιοποιώντας ψηφιακές λύσεις (π.χ. τηλεϊατρική, ηλεκτρονική υγεία, τεχνητή νοημοσύνη και τεχνολογίες μηχανικής μάθησης) για την διατήρηση της υγείας των πολιτών σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο.
Πιστεύεις ότι o ΠΟΥ (WHO) έπαιξε σημαντικό ρόλο στον συντονισμό των μέτρων και αποφάσεων που ελήφθησαν για την πανδημία; Ακούστηκε ο ΠΟΥ; Ακούγεται σήμερα o ΠΟΥ ή κυριάρχησαν οι πολιτικές αποφάσεις; Είχε ενιαία φωνή η Ευρώπη τελικά στην αντιμετώπιση της πανδημίας Covid;
Στην πρώτη φάση της πανδημίας ο ΠΟΥ έδωσε τις βασικές κατευθυντήριες οδηγίες για την αντιμετώπιση του πρώτου κύματος η οποίες που προέρχονται από την παράδοση του «state humanitarian verticalism». Βασιζόταν δηλαδή στην κλασσική μεθοδολογία αντιμετώπισης των πανδημιών που περιλαμβάνει τις λεγόμενες μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις (non-pharmacological interventions (NPI) δηλαδή τους υποχρεωτικούς καθολικούς φυσικούς φραγμούς προστασίας και αποφυγής κοινωνικών επαφών μαζί με την επιδημιολογική επιτήρηση. Το πρόβλημα βέβαια ήταν ότι η επιδημιολογική επιτήρηση ήταν περισσότερο μια επιθυμία παρά μια εφαρμόσιμη πρακτική έως και τον Μάιο, καθώς η μέθοδος PCR είχε αναπτυχθεί τον Φεβρουάριο (δηλαδή δεν είχε αξιολογηθεί, δεν είχαν παραχθεί αντιδραστήρια κλπ). Άρα πρακτικά το μόνο εφαρμόσιμο «όπλο» ήταν το lockdown. Να μην ξεχνούμε ότι τα σκληρά lockdown εφαρμόστηκαν σε μία περίοδο (Μάρτης – Απρίλης 2020) όπου η ανθρωπότητα απειλήθηκε από έναν πρωτοεμφανιζόμενο ιό που προκαλούσε ένα άγνωστο νόσημα.
Από τον Απρίλη ο ΠΟΥ άρχισε να κωδικοποιεί και να επικαιροποιεί τα θεραπευτικά πρωτόκολλα τα οποία εξελισσόταν ραγδαία. Αυτή ήταν μια τεράστια συνεισφορά του ΠΟΥ καθώς κατά την περίοδο εκείνη ο ρυθμός «παραγωγής» θεραπευτικών σχημάτων ήταν φρενήρης. Στην συνέχεια, ο ΠΟΥ ξεκίνησε την καμπάνια για τον μαζικό και γρήγορο εμβολιασμό ώστε να επιτευχθεί το τείχος συλλογικής ανοσίας σε παγκόσμιο επίπεδο, ανέγνωσε σωστά την τάση του εθνικισμού των εμβολίων που απειλεί να τινάξει στον αέρα το διεθνές σχέδιο εμβολιασμού και έθεσε σε λειτουργία τον μηχανισμό η COVAX (COVID-19 Vaccines Global Access Facility), η οποία συνδιοικείται από την GAVI (the Vaccine Alliance), την Coalition for Epidemic Preparedness Innovations και τον ΠΟΥ, έχει ως στόχο την εξασφάλιση δίκαιης και ισορροπημένης πρόσβασης όλων των χωρών του κόσμου στα εμβόλια. Επιπλέον, ο ΠΟΥ προωθεί την μεταφορά τεχνολογίας σε χώρες με χαμηλό ή μεσαίο εισόδημα, με σκοπό την επιτάχυνση της παγκόσμιας παραγωγής των εμβολίων έναντι του COVID-19.
Ο ΠΟΥ επιτελεί την αποστολή του ως διεθνής «οργανωτής» στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Τα κράτη ή οι υπερεθνικές ενώσεις όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση όπως φάνηκε έχουν μια à la carte προσέγγιση στην γενική γραμμή που διαμορφώνεται από τον ΠΟΥ.
Αν δεν κάνω λάθος, μέχρι να έρθουν τα εμβόλια, κανένα αποτελεσματικό επιστημονικό μέτρο δεν υπήρξε στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Αρχικά μάλιστα θεωρήθηκε ότι τα εμβόλια θα αργούσαν να εμφανιστούν, εμφανίστηκαν νωρίτερα από τις αρχικές προσδοκίες. Η καραντίνα και τα lockdown (κάποιες φωνές τα είχαν χαρακτηρίσει ως θρίαμβο της επιστήμης) είναι μέθοδος κοινωνικής απομόνωσης από την εποχή του black death, δεν είναι σύγχρονη επιστήμη η καραντίνα, είναι κοινή λογική.
Όταν ξεκίνησε η πανδημία το πρόβλημα ήταν τεράστιο και οι παράμετροί του άγνωστοι όπως άγνωστος ήταν ο ιός και το νόσημα που προκαλεί. Η απάντηση ήταν αυτή που έπρεπε, κλείνουμε για να σώσουμε ανθρώπους και να κερδίσουμε χρόνο.
Από τον Ιούνιο το 2020 η γνώση μας εξελίχθηκε. Προτάθηκαν ευέλικτα σχήματα αντιμετώπισης της πανδημίας που περιλαμβάνουν εντατική και στοχευμένη επιδημιολογική επιτήρηση. Ατομική και περιοχική (πχ μέτρηση των επιπέδων του ιού στα λήμματα), ενημέρωση των πολιτών που παρουσιάζουν προφίλ υψηλού κινδύνου σοβαρού COVID-19, εκπαίδευση των γιατρών που εργάζονται στην κοινότητα (ιδιώτες, οργανισμούς ή κέντρα υγείας) για έγκαιρη αντιμετώπιση των ασθενών με COVID-19 και αναγνώριση των ασθενών που βρίσκονται σε κίνδυνο σοβαρού COVID-19, οργάνωση δικτύου πρωτοβάθμιας περίθαλψης κλπ.
Γιατί δεν εξελίχθηκε αντίστοιχα η μεθοδολογία αντιμετώπισης της πανδημίας – κυρίως στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης – είναι πολιτικό ερώτημα. Είναι γεγονός ότι οι κοινωνίες μας εγκλωβίστηκαν με πολιτική επιλογή των ηγεσιών στην διαχείριση stop and go (ή ακορντεόν): όταν γεμίζουν τα νοσοκομεία με αρρώστους COVID-19 (οι οποίοι εκτοπίζουν όλους τους άλλους) κλείνουμε την χώρα και ξανανοίγουμε (μερικώς ή ολικώς ανάλογα με τις εμπορικές ανάγκες και τους τουριστικούς στόχους) όταν το επιδημικό κύμα μπει σε ύφεση περιμένοντας το εμβόλιο το οποίο αντιμετωπίστηκε από την αρχή ως πανάκεια.
Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι η εμμονή στα lockdown, είναι στην πραγματικότητα η εκδήλωση της αποτυχίας διαχείρισης της πανδημίας από τις πολιτικές ηγεσίες και προκύπτει από το νεοφιλελεύθερο «λογισμικό» των κυβερνήσεων στην ΕΕ.
Το lockdown είναι μια κατασταλτική πολιτική και τα κράτη ξέρουν καλά να εφαρμόζουν την καταστολή. Η εφαρμογή μέτρων ατομικής προστασίας είναι ατομική ευθύνη-ο καθένας για τον εαυτό του και ο καλύτερος πετυχαίνει (δεν αρρωσταίνει, δεν μεταδίδει).
Ο τρόπος που τα κράτη της ΕΕ έχουν διαχειριστεί το εμβόλιο εγγράφεται στο ίδιο νεοφιλελεύθερο ιδεολογικό πλαίσιο. Το κράτος κάνει ό,τι χρειάζεται για να προμηθευτεί και να διαθέσει το εμβόλιο το οποίο σε μια διαδικασία «ψεκάστε-σκουπίστε-τελειώσατε» θα εξαφανίσει την πανδημία.
Από τον Σεπτέμβρη όμως ενημερώναμε τους policy makers σχετικά με τα προβλήματα του εμβολιαστικού πλάνου και ότι έπρεπε να επεξεργαστούν σχέδιο Β. Ήταν γνωστό ότι θα υπάρξει πρόβλημα
1. στην παραγωγή (3 εταιρείες, εκ των οποίων οι 2 αμερικάνικες) θα πρέπει να καλύψουν τη ζήτηση σε ΗΠΑ, ΕΕ, ΗΒ και στην παγκόσμια αγορά,
2. στην διάθεση των προϊόντων (π.χ. όταν άρχισε ο μαζικός εμβολιασμός στις ΗΠΑ είχαμε έλλειψη εμβολίων στην ΕΕ),
3. Στον κίνδυνο εμφάνισης μεταλλαγμένων στελεχών με υψηλότερη μεταδοτικότητα που θα ανεβάσουν το κατώφλι του τείχους ανοσίας στην κοινότητα
4. Στην εμφάνιση στελεχών του ιού με αυξημένη ανθεκτικότητα στα υπάρχοντα εμβόλια.
5. Στην κινητοποίηση του συνόλου του πληθυσμού για τον εμβολιασμό ώστε να επιτευχθούν γρήγορα τα υψηλά ποσοστά που χρειάζονται για την οικοδόμηση αποτελεσματικού τείχους ανοσίας.
6. Στην ανισότητα διάθεσης εμβολίων μεταξύ πλουσιότερων και φτωχότερων χωρών αλλά και μεταξύ πλουσιότερων και φτωχότερων πολιτών μέσα στην ίδια χώρα (πάντα υπέρ των πλουσίων). Στο σημείο αυτό σημειώνω ότι το ζήτημα δεν είναι μόνον ανθρωπιστικό αλλά και πολύ πρακτικό καθώς το τείχος ανοσίας πρέπει να χτιστεί σε επίπεδο παγκόσμιου πληθυσμού προκειμένου να ελεγχθεί η πανδημία.
Οποιοσδήποτε επιστήμονας έχει ζητήσει χρηματοδότηση για ένα τουλάχιστον project στην καριέρα του γνωρίζει ότι υπάρχει ένα ειδικό κεφάλαιο όπου πρέπει να περιγράφουν οι περιορισμοί και οι αδυναμίες του project (limitations and weaknesses) καθώς επίσης και τα διορθωτικά μέτρα που προβλέπονται.
Η απάντηση των κυβερνήσεων ήταν η σιγή σχετικά με τα αναμενόμενα προβλήματα και ο καθησυχασμός των πολιτών «λίγο ακόμη υπομονή στο lockdown και τελειώνουμε με την πανδημία». Για μια ακόμη φορά βλέπουμε ότι η διαχείριση από τις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (μιλώ για αυτά που γνωρίζω και για τον λόγο αυτό δεν αναφέρομαι σε χώρες της Αμερικής, της Ασίας ή της Αφρικής) γίνεται με όρους ιδεολογικής προσέγγισης: ο εμβολιασμός των πολιτών αντιμετωπίζεται ώς θέμα ατομικής ευθύνης και marketing. Αντίθετα ο εμβολιασμός, όπως και οι άλλες ενέργειες για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι θέμα πολιτικής δημόσιας υγείας, δημόσιας επικοινωνίας και πειθούς. Η επιτυχία δηλαδή του εμβολιαστικού προγράμματος είναι υπόθεση του κράτους και της κοινότητας.