Η ιδιοκτησία της εφημερίδας Guardian στο Ηνωμένο Βασίλειο απολογήθηκε δημοσίως για την εμπλοκή του ιδρυτή της και των συνεργατών του στο διατλαντικό δουλεμπόριο. Ο ιδρυτής του, δύο αιώνες πριν, είχε αποκτήσει χρήματα από το εμπόριο σκλάβων
Έκθεση που δημοσιεύθηκε την Τρίτη αποκαλύπτει πως ο Τζον Έντουαρντ Τέιλορ και εννέα από τους συνεργάτες του είχαν σχέσεις με τη δουλεία κυρίως μέσω της βιομηχανίας υφασμάτων. Η εταιρεία Scott Trust είχε αναθέσει σε ιστορικούς από τα Πανεπιστήμια του Νότιγχαμ και του Χαλ να ερευνήσουν πιθανές διασυνδέσεις με το δουλεμπόριο του δημοσιογράφου και εμπόρου βάμβακος Τζον Έντουαρντ Τέιλορ και 11 οικονομικών υποστηρικτών του που το 1821 ίδρυσαν την εφημερίδα Manchester Guardian, πρόγονο του σημερινού εντύπου.
Η διευθύντριά του έγραψε: «Για όλους εμάς στον Guardian, σημασία έχει τι θα κάνουμε σήμερα». Μια υπόθεση που θα μπορούσε να διδάσκεται στις σχολές Πολιτικών Επιστημών. Ακόμη καλύτερα, στα σχολεία.
Στο πινγκ πονγκ, το οποίο είναι εξαιρετικό σπορ και σας το συνιστώ ανεπιφύλακτα, υπάρχουν κάποιοι πόντοι που κερδίζονται από καθαρή τύχη. Οσο καλός παίκτης και αν είσαι, είναι αδύνατον να στείλεις επίτηδες το μπαλάκι να ξύσει το δίχτυ και να είσαι και βέβαιος ότι θα περάσει από την αντίθετη πλευρά και δεν θα φρενάρει πέφτοντας στη δική σου. Οταν πετυχαίνουμε τέτοιους πόντους, τους παίρνουμε μεν, αλλά ζητάμε πάντα από τον αντίπαλο συγγνώμη.
Σε κάνει να αισθάνεσαι καλύτερα η συγγνώμη του αντιπάλου όταν σου έχει πάρει το ματς με έναν τέτοιον πόντο; Δεν θα ήταν πιο δίκαιο αν οι «κωλόφαρδοι» πόντοι δεν αναγνωρίζονταν;
Το δίδαγμα εδώ είναι πολλαπλό:
Πρώτον, στη ζωή shit happens. Δεν μπορείς να το αποφύγεις αυτό, ακόμη κι αν κλειστείς σε γυάλα. Διότι κι αν δεν έρθουν απέξω, θα προκαλέσεις κάποια εσύ στον εαυτό σου.
Δεύτερον, πρέπει να αποδέχεσαι αυτά που συμβαίνουν και να μην αναλώνεσαι διαρκώς στην «αδικία» που σε βρήκε, είτε είναι όντως τέτοια είτε όχι. Διότι έτσι κινδυνεύεις να δεις τη ζωή σαν μια ατελείωτη σειρά από αδικίες, παύοντας ο ίδιος και να προσπαθείς, αλλά και να βλέπεις συνολικά τις δικές σου ευθύνες.
Τρίτον, τι σου λέει ο αντίπαλος εκείνην τη στιγμή; Σου λέει «δεν το έκανα επίτηδες», σου λέει «το βλέπω ότι είναι άδικο», σου λέει «λυπάμαι που σου πήρα τέτοιον πόντο». Αλλά, shit happens, σέρβιρε τώρα και πάμε παρακάτω. Και σερβίρεις.
Διάβαζα για τον Guardian που ζήτησε μια μεγαλειώδη και πολύ γενναία «συγγνώμη» για το παρελθόν του. Ο ιδρυτής του, δύο αιώνες πριν, είχε πάρει χρήματα από το εμπόριο σκλάβων και τα σχετιζόμενα· μιλάμε για μια εποχή κατά την οποία όλη η παγκόσμια οικονομία βασιζόταν στο εμπόριο σκλάβων, δεν νομίζω, συνεπώς, ότι θα έβγαινε κανείς να μαλώσει τον Guardian σήμερα για κάτι που έκαναν οι άνθρωποί του το 1830. Θα μπορούσαν άνετα να το κάνουν γαργάρα και κανείς δεν θα έπαιρνε χαμπάρι τίποτε.
Η διευθύντριά του, όμως, είπε ότι «το γεγονός ότι τότε υπήρχαν άλλες συνθήκες, δεν πρέπει να αποτελεί δικαιολογία» και ανακοίνωσε, μαζί με το τραστ στο οποίο ανήκει το ιστορικό αυτό βρετανικό Μέσο, μια σειρά από (πολλές και ακριβές και συγκεκριμένες) δράσεις για να εξιλεωθεί. Είναι εξιλέωση η συγγνώμη; Είναι και εξιλέωση, υπό την έννοια της μετάνοιας, το οποίο δεν είναι καθόλου κακό, δεν χρειάζεται να ζούμε σε έναν προτεσταντικό κόσμο στον οποίο θα τιμωρείσαι σε όλες τις ζωές, επίγεια και αιώνια, για ό,τι έκανες. Η συγγνώμη είναι και αποζημίωση. Δίνει στο θύμα των πράξεών σου ένα πολυπόθητο «κλείσιμο» των μεταξύ σας λογαριασμών. Μια ανακούφιση. Του δίνει να καταλάβει ότι τουλάχιστον έχεις καταλάβει το κακό που του προκάλεσες. Και την ελπίδα ότι θα προσπαθήσεις να μην το κάνεις ξανά.
Η συγγνώμη, όμως, έχει αξία μόνο σε μία περίπτωση, είτε πρόκειται για ατομική, ομαδική ή συλλογική: Να συνοδεύεται από πράξεις που δείχνουν ότι την εννοείς. Αλλιώς, από πανίσχυρο όπλο των ανθρωπίνων και κοινωνικών σχέσεων γίνεται όπλο χειρισμού. Είναι πολύ λεπτή αυτή η διάκριση, δεν είναι όμως πολύ δύσκολο να την κάνεις. Αυτός που απολογείται ειλικρινά δεν πρόκειται να επιρρίψει ευθύνες σε κανέναν άλλον. Δεν θα πει ποτέ «φταίω μεν, αλλά…». Διότι τον αφορούν οι δικές του ευθύνες και μόνο και επ’ αυτών θα αναλάβει δράση. Και θα πληρώσει και τις συνέπειες, έχουν «ταμείο» τα λάθη. Αυτός που απολογείται ειλικρινά θα ανασκουμπωθεί από το επόμενο δευτερόλεπτο να διορθώσει ό,τι διορθώνεται, δεν θα κάτσει να κάνει πολλές κουβέντες. Η συγγνώμη αρκεί από μόνη της όταν την εννοείς, όλες οι λέξεις που μπαίνουν δικαιολογητικά από δίπλα της την αποδυναμώνουν. Η συγγνώμη έχει την έννοια της ανάληψης ευθυνών, όχι να τις πετάς αλλού. Πολλώ δε μάλλον στο ίδιο το θύμα.
Προφανώς ο κόσμος είναι γεμάτος από αδικίες. Αν δεν ήταν, δεν θα καθόμασταν εδώ να γράφουμε σεντόνια κάθε μέρα, μπας και τις εντοπίσουμε και τις διορθώσουμε. Θα ήμασταν ξάπλα στα λιβάδια. Και βρίσκεσαι συχνά αδικούμενος. Αυτό δεν σε καθιστά αυτομάτως επαγγελματία θύμα, εκτός εάν επιλέξεις αυτόν τον ρόλο. Μπορείς αντ’ αυτού να επιλέξεις τον ρόλο εκείνου που θα συνεχίσει τη ζωή του και θα προσπαθήσει να αμβλύνει τις αδικίες, με απλά λόγια να κάνει τον κόσμο καλύτερο.
Διαβάζοντας το άρθρο της διευθύντριας του Guardian, ένα σημείο μου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση. Αναρωτιέται πώς και όλα αυτά τα χρόνια δεν μπήκε κανείς, στην προοδευτική αυτή εφημερίδα, στη διαδικασία να βγάλει τους σκελετούς από την ντουλάπα και να τους δει κατά πρόσωπο. Το προσπερνάει πολύ γρήγορα, όμως. Με μια απλή φράση: «Για όλους εμάς στον Guardian σημασία έχει τι θα κάνουμε σήμερα, πώς θα διορθώσουμε τα πράγματα». Είναι μια υπόθεση που θα μπορούσε να διδάσκεται στις σχολές πολιτικών επιστημών. Ακόμη καλύτερα, στα σχολεία.