Ο καρδιολόγος, συνθέτης και συγγραφέας Θανάσης Δρίτσας γράφει για τη μουσική του Μότσαρτ και την ενίσχυση της νοημοσύνης
Στoν μέσο άνθρωπο καλλιεργείται σήμερα μια αντίληψη -ως επίδραση Mozart– και αναφέρομαι στον ισχυρισμό ότι η ακρόαση της μουσικής του Μότσαρτ μπορεί να αυξήσει τη γενική νοημοσύνη ή τον δείκτη νοημοσύνης IQ. Στην επιστημονική κοινότητα, ο όρος αναφέρεται σε κάτι πιο συγκεκριμένο: τον ισχυρισμό ότι οι άνθρωποι παρουσιάζουν σύντομες (10-15 λεπτά) βελτιώσεις στον χωρικό συλλογισμό (αντίληψη χωρική/spatial temporal reasoning) όταν ακούνε μικρής διάρκειας αποσπάσματα της μουσικής του Μότσαρτ. Ο όρος έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει τα προφανή οφέλη για την υγεία από την ακρόαση μουσικής – συμπεριλαμβανομένων και των ατόμων που πάσχουν από χρόνιο άγχος, υπέρταση και επιληψία.
Οι ισχυρισμοί γύρω από τη μουσική του Μότσαρτ έχουν τροφοδοτήσει μια βιομηχανία προϊόντων «έξυπνων μωρών» και αναπτυξιακών παιχνιδιών. Το 1998, ο κυβερνήτης της Georgia (USA) Zell Miller ήταν τόσο ενθουσιώδης, που ξεκίνησε ένα πρόγραμμα για τη διανομή CD κλασικής μουσικής σε κάθε νεογέννητο στην πολιτεία του (Holden 1998). Τι μας αποδεικνύουν όμως τα αντικειμενικά στοιχεία; Το να ακούς τις συνθέσεις του Μότσαρτ σε κάνει πιο έξυπνο;
Όσον αφορά τη δημοφιλή έννοια της «επίδρασης Μότσαρτ», η απάντηση είναι αρνητική. Καμία έρευνα δεν έχει ποτέ αποδείξει ότι η απλή ακρόαση της μουσικής του Μότσαρτ μπορεί να έχει μόνιμο αντίκτυπο στη γενική νοημοσύνη ή το IQ. Αντίθετα, όσες θεμελιωμένες μελέτες έχουν αναφέρει μια επίδραση, αυτή περιορίστηκε στον τομέα των δεξιοτήτων χωρικού συλλογισμού και η γνωστική ενίσχυση ήταν πολύ βραχύβια.
Αυτό συνέβη στο πρώτο πείραμα που διεξήγαγε η ψυχολόγος Frances Rauscher (1993), και έτσι προκλήθηκε αυτή η αντίληψη μέχρι και σήμερα. Συνήθως, οι εθελοντές συμμετέχοντες της μελέτης κλήθηκαν να ακούσουν μουσική για περίπου 10 λεπτά και στη συνέχεια, αμέσως μετά, βίωσαν βελτιώσεις στον οπτικο-χωρικό συλλογισμό για περίπου 10 έως 15 λεπτά (Rauscher et al 1993; Hetland 2000; Pietsching et al 2010). Σημαίνει αυτό ότι υπάρχουν στοιχεία που υποστηρίζουν την ύπαρξη ενός πιο περιορισμένου φαινομένου Μότσαρτ που σχετίζεται με μια προσωρινή επίδραση στον χωρικό συλλογισμό; Υπάρχει και θετική και αρνητική άποψη στην συγκεκριμένη υπόθεση.
Από την θετική πλευρά του ζητήματος, οι περισσότερες μελέτες δείχνουν προς την κατεύθυνση κάποιου είδους επίδρασης. Δεν ήταν όμως όλα τα εργαστήρια ικανά να το αναπαράγουν. Και η δύναμη του αποτελέσματος —αν υπάρχει— είναι μάλλον πολύ μικρή. Αλλά φαίνεται ότι υπάρχει κάτι (Pietsching et al 2010).
Από την αρνητική πλευρά αυτό δεν είναι πραγματικά ένα αποκλειστικό φαινόμενο Μότσαρτ, επειδή και άλλα είδη μουσικής –συμπεριλαμβανομένης της ροκ μουσικής μπορεί να παράγουν παρόμοια αποτελέσματα.
Στην πραγματικότητα, είναι πιθανό η επίδραση να μην σχετίζεται καν άμεσα με τη μουσική. Αντίθετα, το φαινόμενο μπορεί να προκαλείται από τα συναισθήματά μας — την θετική επίδραση στη διάθεση και το επίπεδο προσοχής που μπορεί να προκαλέσει η μουσική. Ορισμένα μουσικά κομμάτια μπορούν να μας κάνουν να νιώθουμε περισσότερο χαρούμενοι και γεμάτοι θετική ενέργεια, ενώ αυτό το γεγονός μπορεί προσφέρει μια βελτίωση στην ικανότητά μας να συγκεντρωνόμαστε. Γινόμαστε περισσότερο προσεκτικοί και εστιασμένοι, επομένως αποδίδουμε καλύτερα σε γνωστικές δεξιότητες.
Η υποστήριξη αυτής της ερμηνείας προέρχεται από μια μελέτη σε περισσότερα από 8.000 παιδιά σχολικής ηλικίας που ζουν στο Ηνωμένο Βασίλειο (Schellenberg και Hallam 2005). Ήταν το 1996, όταν το ροκ συγκρότημα, Blur, ήταν πολύ δημοφιλές στη βρετανική νεολαία. Έτσι, οι ερευνητές ανέθεσαν (τυχαία) σε κάποια από τα παιδιά να ακούσουν Μότσαρτ και σε άλλα να ακούσουν Blur.
Μετά από 10 λεπτά ακρόασης, οι μαθητές έκαναν ένα σύντομο τεστ οπτικής-χωρικής ικανότητας και η απόδοσή τους εξαρτιόταν από την ομαδική εργασία: Τα παιδιά που μόλις άκουσαν Blur είχαν καλύτερη απόδοση από τα παιδιά που μόλις άκουγαν Μότσαρτ. Έτσι, το αποτέλεσμα φαινόταν να εξαρτάται από το είδος της μουσικής που άρεσε τα παιδιά και όχι από την ακρόαση της μουσικής του Μότσαρτ συγκεκριμένα.
Θα μπορούσαμε επομένως να υποστηρίξουμε ότι η επίδραση Μότσαρτ δεν υποστηρίζεται από τα αντικειμενικά επιστημονικά στοιχεία. Ίσως η επίδραση αυτή θα πρέπει να αποκτήσει έναν διαφορετικό ορισμό. Θα μπορούσε καλύτερα να οριστεί ως «θετικής διάθεσης δημιουργική μουσική επίδραση». Αλλά τι γίνεται αν δεν χρειάζεται η μουσική προκειμένου να προκληθούν βραχυπρόθεσμες θετικές επιδράσεις στην δεξιότητα χωρικού συλλογισμού;
Ας δούμε μια πειραματική μελέτη κατά τη διάρκεια της οποίας έγινε σύγκριση της μουσικής του Μότσαρτ με αφήγηση λογοτεχνίας. Σε μια μελέτη 28 φοιτητών, οι ερευνητές εξέτασαν δύο συνθήκες: ακούγοντας Μότσαρτ και ακούγοντας ένα διήγημα του Στίβεν Κινγκ. Η μελέτη χρησιμοποίησε έναν διασταυρούμενο σχεδιασμό, που σημαίνει ότι κάθε συμμετέχων υποβλήθηκε και στις δύο ακροάσεις (σε διαφορετικές ημέρες). Και αυτό που βρήκαν οι ερευνητές ήταν ότι τα άτομα είχαν καλύτερες επιδόσεις μετά από όποια εμπειρία προτίμησαν, ακούγοντας μουσική Μότσαρτ ή ακούγοντας το διήγημα (Nantais και Schellenberg 1999). Ήταν μια μικρή μελέτη, που θα πρέπει να αναπαραχθεί και από άλλους ερευνητές και σε περισσότερα άτομα. Αλλά αν υποθέσουμε ότι μερικοί άνθρωποι όντως βοηθούνται από τον Stephen King (και όχι από τον Mozart), τότε θα πρέπει να δοθεί άλλος ορισμός στην συγκεκριμένη επίδραση. Αντί για «επίδραση Μότσαρτ» μια πιο ακριβής περιγραφή θα μπορούσε αποδοθεί ως «ευχάριστη και ενισχυτική βιωμένη εμπειρία».
Είναι αμφισβητούμενο γεγονός ότι οι άνθρωποι συνδέουν συχνά το φαινόμενο Μότσαρτ με τα βρέφη, επειδή κανείς επιστήμονας δεν προσέφερε μέχρι σήμερα αξιόπιστα και αναπαραγόμενα στοιχεία ότι η μουσική του Μότσαρτ μπορεί να προσφέρει γνωστικά οφέλη στα ανθρώπινα βρέφη.
Προφανώς, τα βρέφη ανταποκρίνονται στη μουσική. Οι μελέτες επιβεβαιώνουν ότι τραβάμε την προσοχή τους όταν τους τραγουδάμε και το τραγούδι που απευθύνεται σε βρέφη (όπως και η ομιλία που απευθύνεται σε βρέφη) μπορεί να τα βοηθήσει να αντιλαμβάνονται τους ρυθμούς και τους ήχους της γλώσσας (Nguyen et al 2023). Επιπλέον, τα βρέφη ηρεμούν μέσα από τους ήχους των νανουρισμάτων (Bainbridge et al 2021).
Αλλά πώς προέκυψε η ιδέα ότι ειδικά η μουσική του Μότσαρτ μπορεί να ενισχύσει την γνωστική αντίληψη ενός μωρού; Αυτή η άποψη προήλθε από πειραματικές μελέτες σε πειραματόζωα (τρωκτικά) οι οποίες αναφέρουν γνωστική ενίσχυση μετά την ακρόαση της σονάτας Κ.448 για δύο πιάνα του Μότσαρτ. Σε σύγκριση με ομάδες ελέγχου που άκουγαν εναλλακτική μουσική (π.χ. κομμάτια του Philip Glass ή του Beethoven), τα τρωκτικά πειραματόζωα που εκτέθηκαν στον Μότσαρτ έδειξαν μεγαλύτερη δεξιότητα κατά την πλοήγηση σε έναν λαβύρινθο (Rauscher et al 1998; Aoun et al 2005).
Έτσι, τα επιστημονικά στοιχεία για την επίδραση του Μότσαρτ στα ανθρώπινα βρέφη λείπουν. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η μουσική γενικά δεν σχετίζεται με γνωστική ανάπτυξη. Όπως σημειώθηκε παραπάνω, τα βρέφη μπορεί να μάθουν κάτι για τη γλώσσα όταν τους τραγουδάμε, και υπάρχουν ενδιαφέρουσες ενδείξεις ότι επίσης ωφελούνται τα βρέφη όταν συμμετέχουν σε ρυθμικά μουσικά παιχνίδια.
Μια σειρά από μελέτες υποδηλώνουν ότι τα έμβρυα πραγματικά «ακούνε» όταν οι έγκυες μητέρες τους τραγουδούν ή ακούνε μουσική. Όταν οι ερευνητές εξέτασαν νεογνά λίγο μετά τη γέννηση, τα νεογνά έδειξαν σημάδια αναγνώρισης μελωδιών (μουσική μνήμη) που είχαν ακούσει κατά τη διάρκεια της κύησης.
Αλλά η μουσικοθεραπεία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να μειώσει το άγχος που βιώνουν οι μητέρες (Movalled et al 2023). Φαίνεται επίσης ότι η ακρόαση μουσικής κατά τη διάρκεια του τοκετού βοηθά τις γυναίκες να αντιμετωπίσουν το άγχος και τον πόνο (Hunter et al 2023). Αυτό αυξάνει την πιθανότητα τα βρέφη να ωφεληθούν έμμεσα όταν οι μητέρες τους ακούνε μουσική. Όταν οι μητέρες έχουν λιγότερο άγχος τότε τα βρέφη τείνουν να αναπτύσσονται καλύτερα.
Μερικές μελέτες έχουν αναφέρει ότι αρκετοί ασθενείς απολαμβάνουν ένα αυξημένο θεραπευτικό αποτέλεσμα μετά την ακρόαση της μουσικής του Μότσαρτ. Για παράδειγμα, ενδιαφέρουσες κλινικές μελέτες υποδεικνύουν ότι μια ημερήσια δόση Μότσαρτ – συγκεκριμένα η Σονάτα του Μότσαρτ για δύο πιάνα σε ρε μείζονα (K448) – μπορεί να μειώσει το είδος της εγκεφαλικής δραστηριότητας που προκαλεί επιληπτικές κρίσεις σε άτομα με επιληψία (Dastgheib et al 2014, Brackney and Brooks 2018, Sesso and Sicca 2020, Quon et al 2021). Αλλά οι ασθενείς θα είχαν παρόμοια αποτελέσματα αν άκουγαν μουσική άλλων συνθετών ή αν είχαν υποβληθεί σε άλλη (μη-μουσική) ευχάριστη δραστηριότητα; Το ερώτημα παραμένει σχετικά ασαφές και αναπάντητο ακόμη.
Μερικές μελέτες έχουν κάνει το βήμα της δοκιμής διαφορετικών ειδών μουσικής. Για παράδειγμα, σε πειράματα, άτομα που άκουγαν τη μουσική του Μότσαρτ παρουσίασαν μεγαλύτερες πτώσεις της αρτηριακής πίεσης σε σχέση με άτομα που άκουγαν τη μουσική του Johann Strauss, των ABBA ή των Beatles (Trapp and Voit 2016; Gruhlke et al 2015).
Αρκετές μελέτες έχουν προτείνει ότι οι προσωπικές προτιμήσεις είναι σημαντικές. Για παράδειγμα, η έρευνα για το άγχος δείχνει ότι οι ασθενείς απολαμβάνουν τα μεγαλύτερα αποτελέσματα κατά του άγχους όταν επιλέγουν οι ίδιοι τη μουσική που ακούν (Bradt et al 2013). Και όταν οι ερευνητές έχουν επανεξετάσει αυτό το πεδίο στο σύνολό του, τείνουν να συμφωνούν ότι δεν υπήρξαν αρκετές καλού σχεδιασμού μελέτες- τυχαιοποιημένες, ελεγχόμενες μελέτες – για να βγάλουν αξιόπιστα συμπεράσματα (Dastgheib et al 2014; Pauwels et al 2014; Kühlmann et al al 2016, Bradt et al 2021).