Ο Δήμος Αθηναίων, πριν από λίγες ημέρες, με απόφασή του, έβαλε «λουκέτο» στην καντίνα καθώς ένας νέος νόμος εξισώνει τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις με τα βενζινάδικα. Δηλαδή για την αδειοδότησή τους, απαιτούνται πλέον αρκετά δικαιολογητικά μεταξύ των οποίων είσοδος – έξοδος, ράμπες και πάρκινγκ, κάτι που πρακτικά είναι αδύνατον να διαθέτει μια καντίνα και μάλιστα στην πλατεία Μαβίλη.

Ετσι το «γκουρμέ των βρώμικων», όπως είχε χαρακτηριστεί, πέρασε στην ιστορία, αφήνοντας όμως πίσω άπειρες αναμνήσεις, από τη νυχτερινή ζωή των δύο προηγούμενων δεκαετιών. Αλλωστε ήταν το σήμα κατατεθέν σχεδόν για όλους τους περαστικούς.

Πολιτικοί, καλλιτέχνες, γνωστοί και άγνωστοι Αθηναίοι, έκαναν μια στάση, πριν την επιστροφή τους στο σπίτι, για ένα «μεταμεσονύχτιο σάντουιτς».

Οπως λέει ο ιδιοκτήτης της, Γ. Οικονομίδης, «εδώ γινόταν μείξη πολιτισμών και κοινωνικών τάξεων. Κάποιοι γνωρίστηκαν και παντρεύτηκαν, ενώ κάποιοι άλλοι χώρισαν...».

Οπως λέει ο ιδιοκτήτης της, Γ. Οικονομίδης, «εδώ γινόταν μείξη πολιτισμών και κοινωνικών τάξεων. Κάποιοι γνωρίστηκαν και παντρεύτηκαν, ενώ κάποιοι άλλοι χώρισαν…».

Ο κ. Γιάννης Οικονομίδης, ιδιοκτήτης της «καντίνας Μαβίλη», μιλώντας στο «Εθνος», έχει να θυμηθεί άπειρες ιστορίες, αστείες, θλιβερές και παράξενες. Από ζευγάρια νεόνυμφων που σταματούσαν μετά το γλέντι για ένα «βρώμικο», μέχρι χωρισμούς, επανασυνδέσεις, αλλά και νέους έρωτες που εκτυλίχθηκαν στην ουρά. «Αλλοι έρχονταν με ακριβά αυτοκίνητα και άλλοι με σακαράκες. Εδώ γινόταν μείξη πολιτισμών και κοινωνικών τάξεων», μας λέει χαρακτηριστικά.

Πλέον, η καντίνα είναι κλειστή και χωρίς φώτα στην πλατεία

Πλέον, η καντίνα είναι κλειστή και χωρίς φώτα στην πλατεία

Η καντίνα όμως πέρασε στο παρελθόν καθώς δεν πληρούσε πλέον τις προδιαγραφές που ορίζει σχετικός νόμος του υπουργείου Ανάπτυξης. Ο Δήμος Αθηναίων, όπως είπε στο «Εθνος» ο αρμόδιος αντιδήμαρχος Γ. Μπρούλιας, «αναγκάστηκε» να την κλείσει παρότι δεν ήταν αυτός ο σκοπός. Αλλωστε ο δήμος εισέπραττε ετησίως 40.000 ευρώ ενοίκιο, από τη συγκεκριμένη καντίνα. «Ηδη έχω ξεκινήσει επαφές με την αστυνομία να βρούμε τρόπο ώστε να ανοίξει ξανά», αναφέρει ο κ. Μπρούλιας προσθέτοντας ότι «η καντίνα στη Μαβίλη είχε πάρει τη σχετική άδεια ύστερα από δημοπρασία».

Οταν έληξε το μίσθωμα στο τέλος του 2014, ο δήμος επέτρεψε στον ιδιοκτήτη να παραμείνει με αποζημίωση χρήσης, για ένα χρονικό διάστημα μέχρι να ξαναγίνουν δημοπρασίες. Ομως με τον νόμο που ισχύει, πλέον δεν δημοπρατούνται θέσεις για στάσιμο εμπόριο, αλλά δίνονται μόνο με κλήρωση. Κάθε χρόνο υπάρχει συγκεκριμένος αριθμός θέσεων, καινούργιων ή ήδη υφιστάμενων που ανήκαν σε ανθρώπους που παραιτούνται ή συνταξιοδοτούνται. Κάθε Ιανουάριο ο δήμος δέχεται αιτήσεις και αφού τις επεξεργαστεί δίνει εκ νέους τις άδειες. Φέτος όμως δεν έχουν οριοθετηθεί ακόμα οι καινούργιες θέσεις καθώς όπως είπε ο κ. Μπρούλιας κανείς δεν κάνει αίτηση στον δήμο για τη χορήγηση σχετικής άδειας.

Το πρόβλημα είναι ότι πλέον οι νέες άδειες δεν δίνονται για κοινόχρηστους χώρους, παρά μόνο σε ιδιωτικούς. Επίσης για να δοθεί η άδεια χρειάζονται συγκεκριμένες προδιαγραφές, όπως η ύπαρξη διαθέσιμου χώρου για παρκάρισμα μπροστά από την καντίνα, ώστε να μη διακόπτεται η κυκλοφορία των διερχόμενων οχημάτων. Ακριβώς, για αυτόν το λόγο, ο δήμος Αθηναίων δεν έχει δώσει νέες άδειες την τελευταία πενταετία.

Το νέο καθεστώς έχει συμπαρασύρει και τις άδειες κουλουριών οι οποίες μέχρι πριν δύο χρόνια έβγαιναν σε δημοπρασία. Συνολικά υπήρχαν στην Αθήνα 100 θέσεις, εκ των οποίων οι 25 ήταν στο κέντρο της πόλης. Οι συγκεκριμένες μάλιστα είχαν χαρακτηριστεί ως «χρυσωρυχεία» και όχι άδικα αφού κάποια πόστα μισθώνονταν από 1.000 έως 3.000 ευρώ τον μήνα. Ομως και αυτό το καθεστώς πέρασε στο παρελθόν αφού πλέον οι άδειες κουλουριών δίνονται με κοινωνικά κριτήρια. Οι δικαιούχοι (χαμηλού εισοδήματος, πολύτεκνοι, άνεργοι κ.λπ.) καταθέτουν αιτήσεις στον δήμο και οι άδειες χορηγούνται κατόπιν κλήρωσης. Μάλιστα το μίσθωμα μιας θέσης πώλησης κουλουριών κυμαίνεται από 250 έως 500 ευρώ ετησίως.

ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΚΑΡΙΜΑΛΗ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΡ. ΧΡΥΣΟΧΟΐΔΗΣ

ΕΘΝΟΣ

 

——

 Εδώ ένα μικρό κείμενο του Γιώργου Χ. Θεοχάρη για την πλατεία Μαβίλη

ΤΗΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ ΜΑΒΙΛΗ ΚΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙΞ ΑΥΤΗΣ ΑΕΙ ΘΑΜΩΝΕΣ

Εικοσάχρονοι στα παγκάκια της πλατείας, ξενύχτια έρωτα και επανάστασης -με συζητήσεις κι αντιγνωμίες χαμηλόφωνες. Κάποιοι, κάποτε, για λίγο ή περισσότερο, στο παρακείμενο ΕΑΤ/ΕΣΑ. Στη Μεταπολίτευση ξενύχτια κραιπάλης. Καντίνα τη νύχτα. Αρώματα μουστάρδας στο ψημένο λουκάνικο. Πορείες στην Αμερικάνικη πρεσβεία -σε λίγα χρόνια μαζί με τα παιδιά μας. Νεράτζια κι αναθέματα στο κτήριο του Gropius. Κι η πλατεία να μας χωνεύει στη μήτρα της ώσπου να διαφύγουμε ψηλά στην Αλεξάνδρας. Αργότερα στου Λώρα. Flower, MG, Fuzz δηλαδή Texas δηλαδή Ginger. Δημητρίου Σούτσου, Βουρνάζου, Τσόχα, Καρτάλη, δρόμοι υγροί της νιότης.. Η μορφή του Καρούζου να διχοτομεί το άπειρο κι ο Γαριβαλδινός να χαίρεται από τον Δρίσκο του αδριάντα του…
Ώσπου έρχεται ώρα, και περνάμε στα ανατολικά παράλια της λεωφόρου. Διασχίζουμε εγκάρσια την Βασιλίσσης Σοφίας κρατώντας τσάντες απ’ τις οποίες εξέχουν μπεζ φάκελοι ακτινογραφιών. Αιγινήτειο, Αρεταίειο, Αλεξάνδρας, κι ως πάνω ψηλά στου Ιπποκράτειου το θέρετρο…
κι ωστόσο αεί ζηλωτές της ζωής, θαμώνες του παρόντος, στο σκαλινό της πλατείας Μαβίλη θα ανταμώνουμε, φίλοι..