Οι  Πομάκοι, είναι ένας βασανισμένος γηγενής Θρακικός πληθυσμός, κυρίως στην οροσειρά της Ροδόπης, βίαια εξισλαμισμένος κάποτε, με δική του γλώσσα, ήθη και έθιμα, εργατικός, δεμένος με τη γη του. Υπέφεραν τα πάνδεινα από όλους τους κατακτητές, που πάτησαν το πόδι τους στη Θράκη.

Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

 

 

        Οι  Πομάκοι, είναι ένας βασανισμένος γηγενής Θρακικός πληθυσμός, κυρίως στην οροσειρά της Ροδόπης, βίαια εξισλαμισμένος κάποτε, με δική του γλώσσα, ήθη και έθιμα, εργατικός, δεμένος με τη γη του. Υπέφεραν τα πάνδεινα από όλους τους κατακτητές, που πάτησαν το πόδι τους στη Θράκη.

        Η συμπεριφορά όμως των Βουλγάρων στις αρχές του 20ου αιώνα, υπήρξε μοναδικά βάρβαρη. Ειδικά μετά τη λήξη των ΒαλκανικώνkΠολέμων και του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που η Βουλγαρία βρέθηκε στο πλευρό των ηττημένων, χωρίς να υποστεί τις πρέπουσες κυρώσεις.

        Το 1919, υπήρξε κρίσιμο έτος για την  Ευρώπη και για τα Βαλκάνια, γιατί κρίθηκε το μέλλον χωρών και λαών, με την Συνδιάσκεψη Ειρήνης.

Η Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων του 1919 ήταν μια πολυεθνική σύνοδος με συμμετοχή 32 αντιπροσώπων διαφόρων κρατών, η οποία οργανώθηκε από τις νικήτριες συμμαχικές δυνάμεις της Αντάντ και των ΗΠΑ στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με στόχο να συσταθεί ένας παγκόσμιος σύνδεσμος των εθνών, που θα λάβει την επίσημη ονομασία Κοινωνία των Εθνών και να τεθούν υπό διαπραγμάτευση οι συνθήκες ειρήνης μεταξύ αυτών και των ηττημένων Κεντρικών δυνάμεων.

        Η συμπεριφορά όμως των Βουλγάρων στις αρχές του 20ου αιώνα, υπήρξε μοναδικά βάρβαρη. Ειδικά μετά τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων και του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που η Βουλγαρία βρέθηκε στο πλευρό των ηττημένων, χωρίς να υποστεί τις πρέπουσες κυρώσεις.

        Το 1919, υπήρξε κρίσιμο έτος για την  Ευρώπη και για τα Βαλκάνια, γιατί κρίθηκε το μέλλον χωρών και λαών, με την Συνδιάσκεψη Ειρήνης.

Η Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων του 1919 ήταν μια πολυεθνική σύνοδος με συμμετοχή 32 αντιπροσώπων διαφόρων κρατών, η οποία οργανώθηκε από τις νικήτριες συμμαχικές δυνάμεις της Αντάντ και των ΗΠΑ στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με στόχο να συσταθεί ένας παγκόσμιος σύνδεσμος των εθνών, που θα λάβει την επίσημη ονομασία Κοινωνία των Εθνών και να τεθούν υπό διαπραγμάτευση οι συνθήκες ειρήνης μεταξύ αυτών και των ηττημένων Κεντρικών δυνάμεων.

*Η Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων, 1919

Ιδιαίτερη σημασία έχει η Διάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων για την Ελλάδα αφού εκεί ο Ελευθέριος Βενιζέλος έθεσε όλα τα εκκρεμή ελληνικά ζητήματα σχετικά με την Βόρειο Ήπειρο, τη Θράκη, την Ίμβρο-Τένεδο και την ελληνική επέκταση στην Μικρά Ασία. Τελικά η Ελλάδα κέρδισε την απελευθέρωση της Θράκης (το 1922 χάσαμε την Ανατολική Θράκη) και την απόβαση στη Σμύρνη (όνειρο που έληξε με τη  Μικρασιατική Καταστροφή).

Ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος που είχε επισκεφθεί το Λονδίνο επέστρεψε στο Παρίσι τον Οκτώβριο του 1919 για να λάβει γνώση των Βουλγαρικών αντιπροτάσεων και να εκφέρει γνώμη σε συνεργασία με τους αντιπροσώπους των λοιπών Βαλκανικών κρατών. Θα παρέμενε στη Γαλλική πρωτεύουσα όλο τον Οκτώβριο.

Με αφορμή αυτή την ειδική παρουσία του Βενιζέλου στο Παρίσι, κινήθηκαν εκπρόσωποι των Πομάκων, ζητώντας να ενταχθούν στο ελληνικό κράτος, μετά την ήττα της Βουλγαρίας και την απελευθέρωση της Θράκης υπέρ των Ελλήνων.

Μεγάλης ιστορικής σημασίας υπομνήματα

Μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα υπομνήματα πομακικών χωριών της Ροδόπης από τον Έβρο έως και πέραν του Νευροκοπίου. Αποτελούν ιστορικά ντοκουμέντα που αποκαλύπτουν τις βουλγαρικές θηριωδίες εις βάρος τους.

Τελικά σήμερα όλοι γνωρίζουμε ότι οι κορυφογραμμές της Ροδόπης αποτελούν σύνορο Ελλάδας- Βουλγαρίας. Οι νότιες υπώρειές της περιήλθαν στην Ελληνική Επικράτεια και οι βόρειες στη Βουλγαρική.

        Το υπομνήματά αυτά απευθύνθηκαν προς τους υπουργούς  Εξωτερικών της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας, των ΗΠΑ, της Ιταλίας, της Ρουμανίας, της Ελλάδας και της Σερβίας. Επίσης απεστάλησαν υπομνήματα στους πρωθυπουργούς της Ελλάδας Ελευθέριος Βενιζέλο και της Μεγάλης Βρετανίας Λόυδ Τζώρτζ και στον πρόεδρο των ΗΠΑ Γούντροου Γουίλσον.

        Το βασικότερο υπόμνημα προέρχονταν από τα χωριά Δόβλεν, Μούγκλα, Ντοσπάτς,  Λοσφάκι, Τσέλτσε, Μιχαήλκοβο, Μπαλαμπάν, Μπέδεν, Κιτσίκ, Καραμπουλάκ, Κιουστεντζίκ κ.λπ. Όλα αυτά τα χωριά βρίσκονται στο άνω ρου του ποταμού Άρδα, ο οποίος περνάει από την περιοχή Τριγώνου νομού Έβρου και εκβάλλει στον ποταμό Έβρο, στο ύψος της Αδριανούπολης. Η περιοχή αυτών των χωριών σήμερα ανήκει στη Βουλγαρία.

        Τα πομακικά υπομνήματα , μεταφρασμένα στα Γαλλικά, είχαν υπογραφεί από τους αντιπροσώπους των κυριότερων χωριών και από το Μουφτή ολόκληρου του καζά.

*Από τις Βουλγαρικές γελοιότητες…  εκχριστιανισμού των Πομάκων. Ο ιερέας του χωριού Μπανίτε της επαρχίας Σμόλυαν, με την αγιαστούρα του. Κολυμβήθρα δεν υπήρχε (πηγή Βικιπαίδεια)

Τα πάθη των Πομάκων

        Οι Πομάκοι διαμαρτύρονταν:

        *Για τον βίαιο εκχριστιανισμό τους. Για το ζήτημα αυτό στο ιστορικό υπόμνημα γίνεται μια αναδρομή στο 1913. Τότε κατά τους Πομακικούς ισχυρισμούς είχε συνεδριάσει το υπουργικό συμβούλιο στη Σόφια υπό την προεδρία του βασιλιά Φερδινάνδου και αποφάσισε να βαφτίσει Χριστιανούς τους Μουσουλμάνους! Και ανέθεσε το έργο αυτό σε κομιτατζήδες. Ιδού τι ανέφεραν στο υπόμνημα προς τις Μεγάλες Δυνάμεις:

«Αι μελαναί σελίδες της ιστορίας της Ιεράς Εξετάσεως της Ισπανίας, ωχριούν προ των μέσων εις ά οι κομιτατζήδες  προέβησαν…».

Τι  έκαναν; Εάν ο Πομάκος επέμενε στην Ισλαμική του πίστη, τον έδερναν με μαστίγιο. Εάν το μέτρο αυτό δεν ήταν αποτελεσματικό άρχιζαν να του τρυπούν το λαιμό με λόγχη. Αν επρόκειτο για γυναίκα, της τρυπούσαν τους μαστούς με λόγχη. Όσοι εξακολουθούσαν να αρνούνται να γίνουν Χριστιανοί καταδικάζονταν σε θάνατο. Το πλέον γελοίο, όπως αναφέρεται σε άλλες πηγές, είναι ότι η βάφτιση γίνονταν από Βούλγαρο ιερέα, που κρατούσε μια αγιαστούρα και τους φώτιζε και από ένα γραμματέα που τους κατέγραφε με το νέο χριστιανικό όνομα. Και αμέσως μετά τους έδιναν να φάνε και ένα κομμάτι… μαγειρεμένο χοιρινό κρέας, είδος απαγορευμένο από το Κοράνιο στους πιστούς του Ισλάμ!!!

Για τις ανήκουστες σφαγές και θηριωδίες κατά των Μουσουλμάνων, η ειδική Ελληνική κοινοβουλευτική επιτροπή, που είχε περιοδεύσει σε Μακεδονία και Θράκη το 1913, είχε αποφανθεί μεταξύ άλλων:

«Πανταχού όπου υπήρχον τοιούτοι ολόκληροι πληθυσμοί, εσφάγησαν ή εκάησαν, χιλιάδες εβαπτίσθησαν δια της βίας επί εξευτελισμώ της Ορθοδόξου Θρησκείας. Τεμένη και σχολεία διηρπάγησαν και χωρία εξηφανίσθησαν τελείως».

        *Για την καταστροφή των τζαμιών τους και τη  μετατροπή τους σε αποθήκες ή καφενεία σε όλα τα χωριά.

        *Για την κατάσχεση των περιουσιών τους.

        *Για τη  μετατροπή των σχολείων τους σε Βουλγαρικά, θέλοντας να εκβουλγαρίσουν όλους τους κατακτημένους πληθυσμούς.

        *Για την απαγόρευση χρήσης της γλώσσας τους.

        *Για την διοικητική υπαγωγή της περιφέρειάς τους στην περιφέρεια Φιλιππούπολης, με στόχο τον αποκλεισμό της εκλογής μουσουλμάνων βουλευτών.

        Επίσης διαμαρτύρονταν για τα ποικίλα δεινοπαθήματά τους, την τρομοκρατία, τους βιασμούς γυναικών από Βούλγαρους στρατιώτες, τους εκβιασμούς για να παίρνουν λύτρα.

        Οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι των βορείων υπωρειών της Ροδόπης, δηλαδή οι Πομάκοι, ζητούσαν ευθέως να ακολουθήσουν την τύχη της λοιπής Δυτικής Θράκης, η οποία είχε τεθεί υπό Διασυμμαχική Κατοχή για την εκδίωξη των Βουλγάρων και ανέτελλε πλέον η πλήρης απελευθέρωσή της και από τους Τούρκους (η Ανατολική Θράκη).

        Οι Πομάκοι της Βόρειας Ροδόπης απειλούσαν να κάψουν τα χωριά τους και να καταφύγουν στην Ελλάδα.

*Άλλο απόσπασμα με υπογραφές στα υπομνήματα των Πομάκων

 

Η απαρίθμηση της φρίκης

 

        Στο υπόμνημα των Πομάκων των χωριών του Άρδα, γίνονταν υπενθύμιση ότι τα δεινά τους είχαν αρχίσει από το 1912, όταν εξερράγησαν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι. Τότε οι Βούλγαροι είχαν εισβάλει στην περιοχή του Ράτζλογκ όπου κατέσφαξαν τους Πομάκους με τις γυναίκες και τα παιδιά τους. Άφησαν μάλιστα εκτεθειμένα τα πτώματα στους δρόμους επί πολλές μέρες. Τότε είχαν πυρπολήσει 16 Μουσουλμανικά χωριά, που τα μετέτρεψαν σε στάχτη. Στην περιοχή Νευροκοπίου είχαν κάψει 50 χωριά και είχαν αποκεφαλίσει περίπου 150 πρόκριτους. Μερικούς τους είχαν δολοφονήσει με λιθοβολισμό.

        Ανάλογα γεγονότα είχαν σημειωθεί στις περιοχές του καζά (επαρχία) του Ντόβλεν, όπου πυρπολήθηκαν 5 χωριά. Εκεί μπήκαν μέσα στο σπίτια και έκλεψαν τα έπιπλα. Σε πολλές γυναίκες έκοβαν τους μαστούς τους. Υπολογίζονταν ότι σε αυτή την επαρχία είχαν χάσει τη ζωή τους 2.500 άτομα. Το 1917 απαγχόνισαν μέσα σε στρατώνα  της περιοχής 17 Μουσουλμάνους.

        Στον καζά του Πασμακλή έγινε τα ίδια. Πυρπολήθηκαν 10 χωριά. Τέσσερα χρόνια μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους το 1917, σε μέρα γιορτής των Μουσουλμάνων ένα Βουλγαρικό στρατιωτικό απόσπασμα περικύκλωσε το τζαμί του χωριού Σαχίν (Εχίνος σήμερα) και τουφέκισε 40 πιστούς.

        Στους καζάδες του Δαγρή Δερέ, του Κίρτζαλι, του Κοτζιά Καβάκ και του Εγρή Δερέ, έγιναν τα ίδια.

        Στα αναλυτικά υπομνήματα των Πομάκων απαριθμούνταν πολλά περιστατικά ωμοτήτων όπως ότι:

        Πυρπόλησαν το χωριό Οσμάν Αγά. Απαγχόνισαν 150 Μουσουλμάνους  στο χωριό Κβανλί Δερέ, που απείχε μισή ώρα από τη Γκιουμουλτζίνα (Κομοτηνή). Έκαψαν τα χωριά Κιοσέ Τεπέ και Καρά Τεπέ με τους κατοίκους τους και σώθηκε μόνο μια γυναίκα. Στα περίχωρα του Σαπχανέ (Σάπες σήμερα) η διέλευση των Βουλγάρων άφησε πίσω της εκατοντάδες πτωμάτων, θυμάτων των Βουλγαρικών λογχών. Τα χωριά των Σαπών κατελήφθησαν από Βούλγαρους χωρικούς, που τα κατακρατούσαν έως το 1919.

*Το Βουλγαροκρατούμενο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη)

Η ανατίναξη τεμένους στο Δεδέαγατς

        Ειδική αναφορά γίνονταν στο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη) όπου δεν κατοικούσαν Πομάκοι, αλλά Οθωμανοί:

        «Βούλγαροι Κομιτατζήδες εισελθόντες εις την πόλιν ταύτην αφού ητίμασαν πάσας τας παρθένους, συνεκέντρωσαν ολόκληρον τον Μουσουλμανικόν πληθυσμόν εις το τζαμίον μηδέν των παιδίων εξαιρουμένων, έθεσαν πυρ εις τούτο και απετελείωσαν τον πληθυσμόν δια βομβών και τουφεκοβολισμών. Έβλεπέ τις κατά τας εκρήξεις των βομβών ανατιναζόμενα εις τον αέρα ολόκληρα μέλη των σωμάτων, υπάρξεων εντελώς αθώων». 

Αλλά και κατά το επόμενο έτος συνεχίσθηκαν οι παρακλήσεις των πομακικών χωριών της περιοχή του Άρδα, που ζητούσαν να προστατευθούν από τη Βουλγαρική βαρβαρότητα και αυθαιρεσία. Στις 7 Απριλίου 1920 σε άλλο υπόμνημα 11 χωρών υπογραμμίζονταν ότι δεν υπήρχε ασφάλεια ζωής και περιουσίας λόγω των εντοπίων και ξένων συμμοριών.

        «Δεν τολμώμεν να μεταβώμεν εις τους αγρούς ημών. Καθημερινώς υποκείμεθα εις πιέσεις των ληστών αυτών».

        Η ορεινή περιοχή των Πομάκων, τελικά μοιράστηκε ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία. Έμειναν μόνο οι οδυνηρές αναμνήσεις των Πομάκων για τις ωμότητες και τις θηριωδίες των Βουλγάρων, που επαναλήφθηκαν για μια τριετία σχεδόν το 1941-1944, όταν η Δυτική Θράκη προσφέρθηκε από τους Ναζί στους συμμάχους τους Βουλγάρους.

Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης

ΠΗΓΕΣ

*Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών

*Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων