Φώτης Παπαθανασίου: Πολιτισμός & αισθητική για ολιστική υγεία
Ο Θανάσης Δρίτσας συνομιλεί με τον Φώτη Παπαθανασίου, Γενικό Διευθυντή του Ιδρύματος Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β & Μ Θεοχαράκη. Μια συζήτηση για τον πολιτισμό, την τέχνη, την πολιτική, την ολιστική ιατρική, τον Βάγκνερ, την έννοια της υγείας σε σχέση με τον ανθρώπινο πρόσωπο στα πλαίσια της πανδημίας
Ανέκαθεν θεωρούσα ως ιδιαίτερο προνόμιο την γνωριμία και την επικοινωνία μου με τον κ. Φώτη Παπαθανασίου, τον οποίο (ευτυχώς) γνωρίζω εδώ και πολλές δεκαετίες. Σπάνιος συνδυασμός ευρυμάθειας και πνευματικής καλλιέργειας η οποία έχει αφομοιώσει ιδανικά τα ουσιώδη στοιχεία της ευρωπαϊκής και της κλασικής ελληνικής παιδείας. Ο Φώτης Παπαθανασίου (*) είναι ένας λαμπερός κοσμοπολίτης, εκφραστής ενός μοντέρνου ευρωπαϊκού πνεύματος, το οποίο όμως κατανοεί βαθύτατα και ασπάζεται την ελληνική του καταγωγή. Η ιατρική του ιδιότητα σε συνδυασμό με την στενή/παράλληλη σχέση του με τις τέχνες και τον πολιτισμό τον κατατάσσει, κατά την άποψη μου, στην κατηγορία των σύγχρονων «ιατροφιλοσόφων». Θα ήθελα να τονίσω ότι ο αριθμός των μελών αυτής της κατηγορίας φθίνει προοδευτικά έτσι ώστε το γένος των ιατροφιλοσόφων θα οδηγηθεί σύντομα (με μαθηματική βεβαιότητα) σε οριστική εξαφάνιση.
Ο κ. Φ. Παπαθανασίου με τιμά επίσης με τη διαχρονική παρουσία του στα πλαίσια συναυλιών με έργα μου αλλά και διαλέξεων-παρουσιάσεών μου στο Ίδρυμα Θεοχαράκη. Πάντα προλογίζει και εμπλουτίζει, με τον όμορφο και χαρισματικό λόγο του, όλες αυτές τις εκδηλώσεις.
Προσκάλεσα τον Φώτη Παπαθανασίου σε μια συζήτηση «εκ βαθέων» με άξονα τον πολιτισμό σήμερα, την τέχνη, την πολιτική, την ολιστική ιατρική, το έργο του Ρίχαρντ Βάγκνερ τον οποίο θαυμάζει, τον «επαναστατημένο» Έλληνα, τους αγαπημένους του καλλιτέχνες, το αγαπημένο του έδεσμα-ως bon viveur, την έννοια της υγείας σε σχέση με τον ανθρώπινο πρόσωπο στα πλαίσια της πανδημίας. Στη συνέχεια ακολουθεί αναλυτικά η συζήτησή μου με τον κ. Φώτη Παπαθανασίου:
Πώς αποφάσισες να σπουδάσεις αρχικά ιατρική. Υπήρξαν επιδράσεις από το οικογενειακό περιβάλλον στο ζήτημα αυτό ή άλλοι λόγοι; Ή μήπως ακολούθησες και εσύ το σύνδρομο του καλού μαθητή που στην ελληνική κοινωνία γίνεται κυρίως γιατρός ή δικηγόρος;
Ο παππούς μου εκ μητρός, ο νόνος μου όπως λέμε στην Ζάκυνθο, ο Γεώργιος Μοθωναίος, ήταν ένας λαμπρός γιατρός που είχε σπουδάσει στο Παρίσι την δεκαετία του ‘20 με δασκάλους όλους εκείνους που βρίσκουμε στα φοιτητικά μας βιβλία, με σύνδρομα που φέρουν το όνομά τους. Ήταν κυρίως ένας λαμπρός κλινικός, αλλά και άριστος χειρουργός. Έσωσε γυναίκες προπολεμικά, με ρήξη εξωμητρίου με αυτομετάγγιση! Ο ιατροφιλόσοφος παππούς, ο οποίος θυσίασε την πανεπιστημιακή καριέρα (είχε εκλεγεί Καθηγητής στην Αθήνα) για να μείνει στην ρημαγμένη από τον σεισμό Ζάκυνθο, με έπαιρνε παιδάκι μαζί του στο νοσοκομείο όταν πήγαινα θερινές διακοπές στο νησί. Είναι βέβαιο ότι εκεί μπήκε ο σπόρος.
Έγινες μέσα από την ιατρική σου εργασία πρεσβευτής του όρου «ολιστική ιατρική», έναν όρο που αρκετοί (μεταξύ αυτών και γιατροί) έχουν κάποια σύγχυση σε σχέση με τον ορισμό. Τι είναι ακριβώς η ολιστική ιατρική σήμερα και πώς προέκυψε ιστορικά αυτός ο όρος;
Πράγματι, πριν ειδικευθώ στην Αθλητιατρική επέλεξα να εγγραφώ στο πρώτο αυστηρά επιστημονικό πρόγραμμα «Φυσικής Ιατρικής», όπως το ονόμασε ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου των Παρισίων Pierre Cornillot, ο οποίος, γιατρός και βιοχημικός ο ίδιος, αποφάσισε το 1982 να «ιατροποιήσει» τις λεγόμενες εναλλακτικές ιατρικές μεθόδους (καλύτερα συμπληρωματικές): ομοιοπαθητική, βελονισμός, ωτοβελονισμός, φυτοθεραπεία, οστεοπαθητική. Ήμουν ο πρώτος μη Γάλλος που πήρε αυτό το Δίπλωμα, με δασκάλους τους κορυφαίους του είδους στην Γαλλία, κάποιοι εξ αυτών, όπως ο Michel Bicheron ήταν από τους δημιουργούς των μεθόδων που δίδασκαν.
Έχοντας από το Πανεπιστήμιο Αθηνών της εποχής μια στέρεη ιατρική εκπαίδευση με κορυφαίους Έλληνες γιατρούς της εποχής, ακολουθώντας και το Γαλλικό ésprit clinique και αφού ειδικεύτηκα στην Αθλητιατρική, στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων, με δασκάλους που έγραψαν ιστορία, όπως οι Rodineau, Monod, Pèrez, αποφάσισα, με την επιστροφή μου στην Ελλάδα να ονομάσω το ιατρείο μου Κέντρο Ολιστικής Ιατρικής.
Η Ολιστική ιατρική, στην ουσία είναι απλώς η Ιπποκράτειος ιατρική. Η προσέγγιση του ανθρώπου γίνεται στο Όλον, στο σύνολό του: στην Σωματική, Ψυχική, Νοητική και Κοινωνική διάστασή του. Την προσθήκη της κοινωνικής διάστασης, με την ευρύτερη έννοια, αυτή του περιβάλλοντος στο οποίο ζει ο άνθρωπος, είχαν ήδη επισημάνει ως ζωτική οι Στωϊκοί φιλόσοφοι. Η προσέγγιση του ασθενούς γίνεται στην βάση της λογικής: δεν υπάρχουν ασθένειες, υπάρχουν μόνον ασθενείς. Πρόκειται για εντελώς ανθρωπιστική προσέγγιση, με εξατομίκευση που εκμεταλλεύεται την πολύτιμη σχέση ιατρού-ασθενούς, στην οποία, όπως έχετε πολλές φορές κι εσείς, κ. Δρίτσα, τονίσει, οφείλεται το 30% της θεραπείας.
Ο Ολιστικός ιατρός επιδιώκει το άριστον για τον ασθενή, λαμβάνοντας υπόψη του το όλον του συγκεκριμένου ανθρώπου. Στην προσπάθειά του να ωφελεί ή τουλάχιστον να μην βλάψει ο ολιστικός ιατρός δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει τις συμπληρωματικές ιατρικές μεθόδους, εφόσον κρίνει πρόσφορο, αλλά και την «κλασική» ιατρική, φάρμακα, χειρουργείο κ.λπ. Θα επιλέξει, δηλαδή, χωρίς φανατισμό και ιδεοληψία, ό,τι είναι καλύτερο για τον ασθενή του και όχι ό,τι υπηρετεί τις εμμονές του.
Επιμένω σε αυτό γιατί συχνά αντιμετώπισα τους φανατικούς και των δύο πλευρών. Αυτών που απορρίπτουν μεθόδους που αγνοούν ως τσαρλατανισμό, και από την άλλη ιεραπόστολους των εναλλακτικών που αρνούνται να δώσουν φάρμακο. Με τον αείμνηστο Καθηγητή Γιώργο Τόλη και άλλους εκλεκτούς συναδέλφους ιδρύσαμε πριν 30 χρόνια την Ελληνική Εταιρεία Ολιστικής Ιατρικής, ακριβώς για να τοποθετήσουμε το ζήτημα στην σωστή του διάσταση. Δεν είμαι βέβαιος ότι το πετύχαμε…
Εν κατακλείδι, η ανθρώπινη σχέση ιατρού-ασθενούς, με ολιστική προσέγγιση, ακόμη και στην εποχή των τεχνολογικών αυτοματισμών θα αποτελεί ζητούμενο, όσο υπάρχουν άνθρωποι…
Μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων σου απορρόφησε και απορροφάει κυρίως ο πολιτισμός αλλά και η πολιτική; Γιατί κυρίως ο πολιτισμός; Ποιες είναι οι ρίζες αυτής της βαθιάς σχέσης σου με τον πολιτισμό;
Δεν έχω απάντηση: η ατομική μου ψυχή ή το DNA. Από πολύ μικρός ήμουν φιλοπερίεργος και ήθελα να μαθαίνω την αιτία των πάντων. Νομίζω πως ξεκινώντας με το διάβασμα, ενδιαφέρθηκα για τις τέχνες με πρώτη την μουσική και σχεδόν ταυτόχρονα την γλυπτική, την ζωγραφική, την αρχιτεκτονική. Δεν υπήρχε στο περιβάλλον μου κανείς φιλότεχνος. Ήταν μορφωμένοι άνθρωποι, αλλά για τον λόγο και τις επιστήμες. Καθόλου φιλότεχνοι, πλην του μουσικόφιλου πατέρα μου που με μύησε στην τζαζ και την μπόσα νόβα και στο ιταλικό τραγούδι. Η σχέση μου με την κλασική μουσική είναι τελείως άμεση, αποκαλυπτική. Μπαχ, Μότσαρτ, Μπετόβεν, Βιβάλντι και Μοντεβέρντι με δονούσαν. Και ύστερα γνωρίστηκα με τον Βάγκνερ. Η σχέση αυτή ήταν καταλυτική. Τα βιολογικά αποτελέσματα, ρίγη, συγκλονισμός κ.λπ., πρωτοφανή. Κατάλαβα ότι η μουσική επιδρά άμεσα, δίχως απαραίτητη διαμεσολάβηση του νου και ότι μπορεί να θεραπεύσει ή και να βλάψει.
Από τότε ασχολήθηκα με τις εικαστικές τέχνες και την μουσική μετά πάθους. Τα έξι χρόνια στο Παρίσι μου χάρισαν μεγάλες «απολαύσεις» και γνώση. Επισκέφθηκα όλα τα μουσεία (τον Λούβρο πάνω από 200 φορές, τις μέρες που ήταν δωρεάν), παρακολούθησα εκατοντάδες Όπερες και Συναυλίες, ιδιαίτερα χάρη στο φοιτητικό εισιτήριο της τελευταίας ώρας και άλλους καταπληκτικούς θεσμούς που είχε επινοήσει ο Τζακ Λανγκ και η ομάδα του για να φέρει τις τέχνες στους νέους. Ένας φίλος με σύστησε στον Λανγκ. Εντυπωσιάστηκα τόσο πολύ από αυτόν τον μεγάλο πολιτικό και φιλέλληνα, ο οποίος με κατέστησε σύντομα σύμβουλό του για μουσικά θέματα. Η φιλία αυτή κρατά δυνατή ως σήμερα.
Προσεγγίζεις τον πολιτισμό και την τέχνη με το έργο σου αλλά έχεις σκεφτεί ποτέ ότι μέσα σου ίσως υπάρχει (ή υπήρξε) κάποια ανεκπλήρωτη καλλιτεχνική δημιουργική σπίθα; Υπάρχει κάπου ο Φώτης Παπαθανασίου σε μορφή καλλιτέχνη;
Νομίζω πως όλοι οι φιλότεχνοι κρύβουμε έναν ανεκπλήρωτο καλλιτέχνη. Θα ήθελα να γίνω μαέστρος ή σολίστ πιάνου, αλλά δεν πίστεψα ότι θα γίνω Αρράου ή Μητρόπουλος και έτσι έμεινα στην ιατρική, αλλά, όπως ξέρετε, δεν έκατσα ήσυχος.
Ενώ στη παιδεία σου και στη ζωή σου υπήρξαν καταφανώς ισχυρές επιδράσεις της γαλλικής κουλτούρας όμως λάτρεψες και αφιερώθηκες στην ανάλυση του έργου ενός γερμανού δημιουργού, του Richard Wagner. Από πού έρχεται όλη αυτή η σχέση με τον Βάγκνερ ως πρόσωπο και ως έργο; Τι είναι για εσένα ο Βάγκνερ;
Όπως υπαινίχθηκα και πριν, η σχέση είναι σχεδόν μεταφυσική. Στην πέμπτη δημοτικού η δασκάλα μας μάς ζήτησε να γράψουμε μια εργασία με ελεύθερο θέμα την κλασική μουσική. Έχοντας ακούσει το όνομα Βάγκνερ, όχι ακόμα την μουσική και επειδή μου ηχούσε ωραία, έψαξα στην Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια και οδηγήθηκα στο λήμμα «Η Τετραλογία, Το Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν» (το σωστό, όπως έμαθα όταν έμαθα Γερμανικά είναι του Νίμπελουνγκ). Έτσι έγραψα, στο δημοτικό, για την Τετραλογία, μην έχοντας ακούσει μια νότα. Ήταν, λοιπόν, προδιαγεγραμμένη η σχέση…
Το έργο του Βάγκνερ το προσέγγισα πολύ από την γαλλική άποψη. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Γάλλοι υποστηρικτές του ήταν σημαντικότεροι των Γερμανών: Μπωντλαίρ, Ρενουάρ, Φαντέν-Λατούρ, Ντεμπυσύ, Σαιν-Σανς, Γκωτιέ και τόσοι άλλοι. Όμως η καταλληλότερη ματιά, αυτή που κι ο ίδιος θα διάλεγε, είναι η ελληνική. Ο Βάγκνερ κατάλαβε ότι η ανθρωπότητα έλαβε δύο μεγάλα δώρα: την ομορφιά από τον Απόλλωνα και την αγάπη από τον Χριστό (στο «Τέχνη και Επανάσταση»). Είναι ένας μεγάλος ανθρωπιστής που κατάλαβε την ουσία του Αριστοτέλειου ορισμού της τραγωδίας και την εξέφρασε με το συγκλονιστικό «durch Mitleid wissend» του ΠΑΡΣΙΦΑΛ (γνωστικός από συμπόνοια).
Αν ζούσε σήμερα ο Wagner στην Γερμανία (ή κάπου στην κεντρική Ευρώπη) ποιες πολιτικές θέσεις θα έπαιρνε; Αν ζούσε σήμερα στην Ελλάδα ποιες πολιτικές θέσεις θα έπαιρνε και ποια τύχη θα είχε το έργο του στη χώρα;
Ο Βάγκνερ αγαπούσε την ελευθερία και τον άνθρωπο. Πίστευε στην λυτρωτική δύναμη του έρωτα και της μουσικής. Οι τοποθετήσεις του από την φιλία του με τον Μπακούνιν, μέχρι εκείνη με τον Λουδοβίκο Β΄και οι θέσεις του υπέρ της ενοποίησης της Γερμανίας, ενώ μοιάζουν αντικρουόμενες είναι συνεπείς στις πιο πάνω αρχές. Όσο για το έργο του, ίσως θα ήταν διαφορετικό σήμερα και θα είχε όσους θαυμαστές έχει στην Ελλάδα η μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου.
Ο αείμνηστος (ιατρός παιδίατρος) πατέρας μου, ο οποίος έζησε έναν μακρό βίο, μου έλεγε ότι στην Ελλάδα «δεν αλλάζουν εύκολα τα πράγματα». Άλλωστε βλέπουμε να κυριαρχεί -και όχι μόνον στην πολιτική ζωή- η οικογενειοκρατία και ο νεποτισμός. Η τύχη της χώρας μας μέχρι σήμερα αναδίδει μάλλον συντηρητισμό και καθόλου εκρηκτικές αλλαγές. Ο χαρακτηρισμός του Έλληνα ως επαναστατική φύση δεν συμβαδίζει καθόλου τελικά με τις πρακτικές επιλογές του. Ακόμη και η περιγραφή του Έλληνα ως «αντιστασιακού» πολίτη δεν συμβαδίζει με τις ιστορικές επιλογές του σε κομματικές ομάδες ή πολιτικά πρόσωπα. Θα ήθελα το σχόλιό σου εδώ.
Εν πολλοίς είναι έτσι. Το πρόβλημα όμως δεν προσεγγίζεται με το να θέλουμε να «αλλάξουμε» τον Έλληνα. Ο σωστός πολιτικός ηγέτης πρέπει να γνωρίζει καλά τα προτερήματα και τα ελαττώματα του λαού του και η πολιτική του πρέπει να εξειδικεύεται στην ανάδειξη των αρετών του και στην άμβλυνση των ελαττωμάτων του. Ο Έλληνας είναι ο ατομικιστής που γνωρίζουμε. Γι’ αυτό δεν συνεργάζεται εύκολα, αλλά γι’ αυτό έδωσε και τον ανθρωποκεντρικό πολιτισμό που γνωρίζουμε. Ο Έλληνας ήταν ο πρώτος καλλιτέχνης στην ανθρώπινη ιστορία που υπέγραψε ένα καλλιτεχνικό έργο. Μπορούμε να δούμε την καλή πλευρά αυτού του ατομικισμού που εξαίρει και αναδεικνύει το ανθρώπινο πρόσωπο. Ακριβώς γι’ αυτό, δεν είναι τυχαίο ότι ασπάστηκε την Ορθόδοξη πίστη, όπου αυτό έχει ως κέντρο της. Για τον Έλληνα ο καθένας μας είναι αναντικατάστατος και μοναδικός, αντίθετα με το γελοίο κλισέ.
Αντίθετα οι πολιτικοί μας αρέσκονται να λένε στον Έλληνα ότι πρέπει να αλλάξει σαν να είναι κακό παιδί και να επαναλαμβάνουν το άλλο κλισέ «δεν θα εφεύρουμε την πυρίτιδα», εννοώντας ότι θα αντιγράψουν ξένα πρότυπα και θα τα εφαρμόσουν. Βρίσκω συμπλεγματική την προσέγγιση ότι το ξένο είναι καλύτερο και ανεπαρκή την πολιτική που δεν προσαρμόζει τουλάχιστον το ξένο στην Ελληνική ιδιαιτερότητα. Η ιδιαιτερότητα άλλωστε κάνει τον πλούτο της οικουμένης, πολλώ μάλλον όταν αυτή είναι ελληνική.
Σε απασχολεί στο έργο ενός καλλιτέχνη, που ζει και δημιουργεί στην Ελλάδα, το αν κάνει ή όχι ελληνική τέχνη; Υπάρχει η έννοια ελληνική τέχνη ή (ούτως ή άλλως) η τέχνη είναι παγκόσμιο γεγονός; Νομίζω ο όρος ελληνική τέχνη έχει αποβεί ενοχικός. Υπάρχει μια αγωνιώδης αναζήτηση του ελληνικού στοιχείου η οποία είναι μάλλον ανώφελη, γενιές καλλιτεχνών βασανίστηκαν από αυτό το ερώτημα. Ποια είναι η θέση σου απέναντι στο ζήτημα της ελληνικής ταυτότητας στην τέχνη;
Η ελληνική τέχνη είναι ανθρωποκεντρική και γι αυτό οικουμενική. Δεν είναι κάθε τέχνη ίδια, ούτε οικουμενικής διάστασης. Η ελληνική ταυτότητα μπορεί να εκφράζεται με σύγχρονους όρους. Η ελληνική πνευματικότητα βασίζεται σε αρχές. Η πίστη στις αρχές οδηγεί τον καλλιτέχνη και όχι η στείρα αντιγραφή. Τέτοια παραδείγματα σήμερα είναι το έργο του Βαρώτσου, του Φασιανού, του Βαγγέλη, του Ξανθούλη.
Ποια πρόσωπα επέδρασαν καταλυτικά στις επιλογές ζωής, στην πορεία ζωής και το έργο του Φώτη Παπαθανασίου;
Η γιαγιά μου Δέσποινα, μητέρα του πατέρα μου, ο παππούς που προανέφερα και ο εφοπλιστής και δάσκαλος μου Σπύρος Τσιλιμπάρης. Αυτοί είναι όλοι μακαρίτες, αλλά τους έζησα, εκείνοι που δεν έζησα είναι πολλοί. Ονομάζω μόνο τις καταλυτικές και τρυφερής ηλικίας επιρροές, αλλά δεν είναι ασήμαντες μεταγενέστερες επιρροές στο πλαίσιο της αλληλεπίδρασης με άλλους ανθρώπους στην κοινωνία, στις επιστήμες, τις τέχνες και την πολιτική που δεν θα ονομάσω για να μην ιεραρχήσω και πληγώσω ή αδικήσω.
Ποιος είναι ο ρόλος που παίζουν τα μουσεία σήμερα στην εκπαίδευση και τον πολιτισμό της χώρας μας; Θα μπορούσαν να παίξουν έναν διαφορετικό ή περισσότερο ενεργό ρόλο;
Παίζουν σημαντικό ρόλο. Και μόνο οι σχολικές επισκέψεις που δίνουν εναύσματα βιωματικής σχέσης με την τέχνη στα παιδιά θα έφταναν για να δικαιολογήσουν την ύπαρξη τους. Όμως μπορούν να παίξουν πολύ μεγαλύτερο ρόλο, να γίνουν πιο διαδραστικά και -τα μεγαλύτερα- να αξιοποιήσουν πιο δυναμικά τις πολύτιμες συλλογές τους που βρίσκονται σε αποθήκες. Χρειάζεται επίσης να γίνουν πιο αφηγηματικά. Η αξιοποίηση των ψηφιοποιήσεων χρειάζεται περισσότερο ειδικευμένο προσωπικό και κυρίως πιο μορφωμένο. Η γνώση των νέων μέσων και ένα μεταπτυχιακό σε μια ξένη χώρα δεν καθιστούν κατάλληλο κάποιον ή κάποιαν για να υπηρετήσει ένα μουσείο ή ένα πολιτιστικό ίδρυμα εν γένει. Χρειάζεται ευρύτερη καλλιέργεια και συστηματική δια βίου επιμόρφωση. Είναι το κρίσιμο στοιχείο που λείπει και βλάπτει.
Παρακολουθώ, σε σημαντικούς χώρους, να σπαταλούνται δυσεύρετοι πόροι με εξυπνακίστικες προσεγγίσεις απομίμησης κάθε ξένου πειραματισμού (των ήδη αποτυχημένων περιλαμβανομένων). Το πάθος της καινοτομίας, αληθινής ή πλαστής, δεν μπορεί να υπερβαίνει την ανάδειξη των διαχρονικών αξιών.
Ποια είναι η άποψή σου για ισότιμη συνύπαρξη ελληνόφωνων και ξενόγλωσσων (βλ. αγγλόφωνων) πανεπιστημιακών τμημάτων στη χώρα μας στο εγγύς μέλλον;
Δεν μπορεί να είναι άλλη από θετική. Το θετικό παράδειγμα του Διεθνούς Πανεπιστημίου της Ελλάδος πρέπει να αξιοποιηθεί και να υποστηριχθεί. Ιδιαίτερα απευθυνόμενο προς ξένους φοιτητές.
Η πανδημία έχει προκαλέσει μια μεγάλη κρίση σε όλα τα επίπεδα και, όπως άλλωστε γνωρίζεις καλά, ο ορισμός της υγείας είναι ολιστικός και περιλαμβάνει όχι μόνον την βιολογική υγεία αλλά επίσης την κοινωνική και την ψυχική υγεία. Πιστεύεις ότι η διαχείριση της πανδημίας, στην Ευρώπη αλλά και παγκόσμια, έλαβε υπόψιν τον ολιστικό ορισμό της υγείας;
Αναμφίβολα όχι. Ο πολιτισμός θεωρήθηκε μη ουσιώδης λειτουργία. Το κομμωτήριο ουσιώδης. Δίχως να αμφισβητώ την θετική επίδραση του δεύτερου στον ψυχισμό, αδυνατώ να προσλάβω θετικά το κλείσιμο των βιβλιοπωλείων. Το θεωρώ δείγμα έλλειψης πολιτισμού και όχι μόνο στην Ελλάδα. Οι παγκόσμιες επιλογές είναι αποτέλεσμα, αλλά και αιτία εκβαρβαρισμού προς την τεχνοκρατία και την περιφρόνηση της ανθρώπινης πνευματικότητας.
Ο Μετα-Πανδημικός άνθρωπος θα εξακολουθήσει άραγε να είναι Άνθρωπος με βάση τα χαρακτηριστικά που αποδίδονται στην έννοια Άνθρωπος εδώ και πολλούς αιώνες; Τι είναι τελικά ο «Άνθρωπος»; Υπάρχει μια ενιαία αντίληψη για την έννοια αυτή;
Ο Άνθρωπος είναι αυτός που άνω θρώσκει (δεν έχει σημασία αν ετυμολογικά αυτό ισχύει ή όχι, ισχύει εννοιολογικά). Αυτός που κοιτάζει και προσβλέπει στα υψηλά. Όχι ο Homo από το χώμα. Αυτή η πολύτιμη ελληνική λέξη μας λέει ποιος πρέπει να είναι ο άνθρωπος. Ότι μας διαχωρίζει από την χωμάτινη και ζωώδη ύπαρξη μας αποτελεί το μεγαλείο μας και αυτό αξίζει να επιδιώκουμε. Κατά τα άλλα το όν αυτό μπορεί να είναι και ζώο και μάλιστα πολύ κακό, μπορεί να είναι και μετάνθρωπος με διάφορες high tech προσθήκες, όπως θέλει ο κ. Έλον Μασκ, αλλά αν λείψει η πνευματική διάσταση, για μένα δεν θα έχει καμμιά αξία. Όλα είναι δυνατά, από εμάς εξαρτάται.
Ποια είναι η πρώτη (αυτόματη) σκέψη που έρχεται στο μυαλό σου όταν ακούς τις λέξεις Ελλάδα, Πολιτική, Μουσική, Υγεία, Πολιτισμός;
Είναι τόσο πολύπλοκες οι σκέψεις που μου έρχονται ως εικόνες που θα ήθελα σελίδες για να τις περιγράψω. Θα προσπαθήσω να δώσω κάποιες λέξεις κλειδιά, για να είμαι υπάκουος στην άσκηση που μου βάζεις.
Ελλάδα: πολιτισμός, φιλοσοφία, τέχνη, ποίηση, ακρογιαλιές, πνεύμα. Πολιτική: πόσο πολλά καλά μπορεί να κάνει και δεν κάνει. Μουσική: απόλαυση, ανάταση, εσωτερικό φως. Υγεία: ζωτικό αγαθό, λάμψη πληρότητας. Πολιτισμός: αγωγή ψυχής, ανάταση, βάθος, απόσταση, σοφία.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σου συνθέτης, ζωγράφος, συγγραφέας, πολιτικός, επιστήμονας και ποιο είναι το αγαπημένο σου έδεσμα ή πιάτο;
Ω, αδύνατο να πω έναν: Μπαχ και Βάγκνερ, Βαγγέλης, Γκρέκο, Ντα Βίντσι και Μαντένια, Ροσσέτι, Κοκτώ και Ελύτης, Έλλιοτ, Όμηρος, Πλάτων, Παστέρ, Φλέμινγκ, Καποδίστριας, μακαρόνια με κιμά, Τουρνεντό Ροσσίνι.
Θα άλλαζες κάτι στην πορεία της ζωής σου, όταν κοιτάς προς τα πίσω σήμερα; Κάποιες επιλογές για τις όποιες έχεις μετανιώσει ίσως;
Έχω μετανοήσει για κάποια πράγματα με την ουσιαστική έννοια του όρου: μεταβάλλω νου. Αλλά τα υποθετικά ερωτήματα δεν έχουν αξία. Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα. Θεωρώ πάντως ότι χωρίς την χριστιανική επιρροή της έννοιας της μετάνοιας, ο κόσμος θα ήταν πιο βάρβαρος. Το τι θα άλλαζε κάποιος δεν είναι μονοσήμαντο. Η αλληλεπίδραση γεγονότων θα άλλαζε την αλληλουχία τους, οπότε αν άλλαζες κάτι κακό, μπορεί να άλλαζαν περισσότερα καλά. Μπορούμε να μετανοούμε διδασκόμενοι, αλλά είναι λάθος να ζούμε με το αν…
(*) Ο Φώτης Παπαθανασίου γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα και ειδικεύθηκε στην Αθλητιατρική στο Παρίσι. Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων της Ανωτάτης Σχολής Διεθνών Σπουδών των Παρισίων, στην οποία και δίδαξε Πολιτιστική Διπλωματία και Διπλωματία των Πόλεων ως Αναπληρωτής Καθηγητής επί δεκαετία. Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού τμήματος του Κέντρου Διπλωματικών και Στρατηγικών Μελετών των Παρισίων. Υπήρξε Ειδικός Συνεργάτης του πρώην Υπουργού Πολιτισμού της Γαλλίας, Ζακ Λανγκ.
Ειδικός Σύμβουλος του ΥΠΕΞ . Αντιδήμαρχος Αθηναίων (1999-2002) , μεταξύ άλλων ίδρυσε την Τεχνόπολη και το Μουσείο Μαρία Κάλλας. Γεν.Γραμματέας και Αντιπρόεδρος του ΔΣ της ΕΛΣ . Αν.Καθηγητής Πολιτιστικής Διαχείρισης στο IHU.
Μουσικός Παραγωγός στο Γ’ Πρόγραμμα και στο Thema Radio, έχει παράξει πάνω από 300 εκπομπές. Έχει διευθύνει την παραγωγή περισσότερων από 400 εκθέσεις, συναυλίες, ημερίδες και άλλες εκδηλώσεις.
Από το 2009 είναι Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β & Μ Θεοχαράκη. Το 2016 εξελέγη Πρόεδρος του Συλλόγου των Ιδρυμάτων «ΦΙΛΟΤΗΣ». Έχει τιμηθεί με τα παράσημα: Ιππότου Λεγεώνος της Τιμής, Ταξιάρχη Γραμμάτων και Τεχνών της Γαλλικής Δημοκρατίας, καθώς και Επιστημών και Τεχνών της Αυστρίας.