Την ίδια στιγµή, τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας παρουσιάζουν μείωση της μικρής και μεσαίας εγκληματικότητας και παραβατικότητας κατά 20%-30%. Αντίστοιχα ενδιαφέροντα συμπεράσματα προκύπτουν και από τα δεδομένα της Eurostat και του Γραφείου του ΟΗΕ για το Εγκλημα και τα Ναρκωτικά, όπου η Ελλάδα εμφανίζεται κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. τόσο στις γυναικοκτονίες όσο και στις ανθρωποκτονίες γενικότερα.

Πώς μπορεί λοιπόν να εξηγηθεί αυτή η δυσαρμονία μεταξύ επίσημων στατιστικών και γενικότερης αίσθησης περί ασφάλειας;

Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο FACTFULNESS ο συγγραφέας Hans Rosling αφιερώνει ένα κεφάλαιο στο ένστικτο του φόβου. Η φράση «η κριτική σκέψη ήταν πάντα δύσκολη, αλλά είναι σχεδόν αδύνατη όταν είμαστε τρομαγμένοι. Δεν υπάρχει χώρος για δεδομένα όταν το μυαλό μας είναι κατειλημμένο από τον φόβο» συμπυκνώνει την προσέγγισή του και εν μέρει απαντάει στη δυσαρμονία που μας απασχολεί. Είναι το περίφημο αίσθημα ασφάλειας ή βασικά το αίσθημα ανασφάλειας, το οποίο βιώνουμε εντονότερα από το πρώτο.

Χρησιμοποιώντας μια σειρά γεγονότων και ιστοριών, ο Rosling καταλήγει πως ποτέ στο παρελθόν η εικόνα ενός επικίνδυνου κόσμου δεν είχε παρουσιαστεί τόσο εκτενώς και τόσο αποτελεσματικά όσο σήμερα. Ενώ οι απειλές αυξάνονται συνεχώς και το αίσθημα ανασφάλειας διογκώνεται, η πραγματικότητα και τα δεδομένα δείχνουν πως ο κόσμος δεν ήταν ποτέ περισσότερο ασφαλής από ό,τι σήμερα ή λιγότερο βίαιος. Το αίσθημα του φόβου είναι αυτό που μας οδηγεί κάθε φορά που αποκαλύπτεται ένα ασύνηθες περιστατικό να είμαστε πεπεισμένοι πως αυτό αποτελεί κανονικότητα.

Υπάρχουν πολλά παραδείγματα που μπορούν να ερμηνεύσουν το αίσθημα ανασφάλειας ή φόβου. Πιο χαρακτηριστικό η τρομοκρατία. Η 11η Σεπτεμβρίου, η Μαδρίτη και το Μπατακλάν δεν είναι η καθημερινότητα, καθώς οι υπηρεσίες ασφαλείας έχουν σημαντικές επιτυχίες για την αποτροπή επιθέσεων και την εξάρθρωση οργανώσεων.

Τα δεδομένα δείχνουν πως ο κόσμος δεν ήταν ποτέ περισσότερο ασφαλής από ό,τι σήμερα ή λιγότερο βίαιος.

Ακόμη και στο ζήτημα της ενδοοικογενειακής βίας και των γυναικοκτονιών δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ελληνική μάστιγα. Το 2010, 22 γυναίκες φονεύθηκαν από άνδρες και οι 10 από αυτές στο ενδοοικογενειακό πλαίσιο, και το 2019, 17 και 12 αντίστοιχα. Το 2014 η Ελληνική Αστυνομία δέχτηκε 3.512 καταγγελίες για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και το 2018 4.722.

Για να µπορέσουµε λοιπόν να συζητήσουμε συγκροτημένα για την ασφάλεια και τις απειλές θα πρέπει να συνυπολογίσουμε ορισμένα δεδομένα. Πρώτον, στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης η πληροφορία διαχέεται με τρελούς ρυθμούς και φτάνει σε απίστευτα μεγάλο αριθμό αποδεκτών. Δεύτερον, οι εγκληματίες και οι τρομοκράτες χρησιμοποιούν την εικονολογία της βίας για να προκαλέσουν περισσότερο φόβο και τρόμο. Τρίτον, η αρνητική είδηση και κυρίως το ασύνηθες ή ιδιαίτερα απεχθές έγκλημα θα τύχει μεγάλης επικοινωνιακής προβολής και διάδοσης. Τέταρτον, ο πληθωρισμός των απειλών έχει εντείνει το αίσθημα κινδύνου των ανθρώπων. Πέμπτον, οι πολίτες έχουν περισσότερες δυνατότητες καταγγελίας περιστατικών.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι βασικό να μπορέσουμε να κάνουμε τον διαχωρισμό μεταξύ κατάστασης και αισθήματος ασφάλειας. Μια επιτυχημένη πολιτική ασφάλειας έχει ως στόχο και τα δύο, αυτό όμως δεν σημαίνει πως πρέπει το δεύτερο να κυριαρχήσει του πρώτου και να δημιουργηθεί μια εικόνα δυστοπίας. Μόνο προβλήματα θα μας φέρει, ενώ η ασφάλεια απαιτεί λύσεις και συναινέσεις.

* O κ. Τριαντάφυλλος Καρατράντος είναι δρ Ευρωπαϊκής Ασφαλείας και Νέων Απειλών, ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.

 ΠΗΓΗ