‘Αρθρο του Νίκου Φιλιππίδη στον Οικονομικό Ταχυδρόμο
Μια βασική αρχή των επενδυτών είναι ότι «τα μετρητά είναι ο βασιλιάς της αγοράς». Εχεις λεφτά, μπορείς να κάνεις πράγματα, επενδύσεις, τοποθετήσεις και γενικά οικονομικά ανοίγματα. Δεν έχεις, τότε δεν δικαιούσαι και… διά να ομιλείς. Μάλιστα είναι σημαντικό πρώτα να βρίσκεις τα λεφτά. Να τα έχεις στο χέρι και μετά να εξαπλώνεσαι. Ολα αυτά ισχύουν από τη λειτουργία των οικονομικών μιας οικογένειας και μιας επιχείρησης μέχρι και μιας ολόκληρης οικονομίας. Στην Ελλάδα, που ό,τι δηλώσεις είσαι, όλα αυτά εφαρμόζονται κατά το δοκούν.
Θυμήθηκα τη συγκεκριμένη αρχή για τα μετρητά παρακολουθώντας τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα σε τηλεοπτική εκπομπή να προσπαθεί να αποκρούσει τις πιέσεις των παρισταμένων για νέες ελαφρύνσεις, τη στιγμή που προσπαθούσε να τους εξηγήσει ότι ακόμα δεν έχουν εφαρμοστεί αυτές που ανακοινώθηκαν τον Σεπτέμβριο στη Θεσσαλονίκη. Για την ακρίβεια, τους είπε ότι έχει εφαρμοστεί μόλις ένα μέτρο. Τα άλλα είναι προγραμματισμένα για το προσεχές τρίμηνο, αλλά κανείς δεν ρωτούσε για αυτά. Ηταν παλιά και ήθελαν να μάθουν για νέα. Ενα συνεχές «γαϊτανάκι» επιδοματολογίας.
Κανείς δεν ρωτούσε το απλό. Αν υπάρχουν λεφτά στο δημόσιο ταμείο. Ούτε καν αν χρειάζονται νέες παρεμβάσεις, αν είναι αναγκαίες στην παρούσα φάση, δεδομένου ότι το πρόβλημα εξελίσσεται και ακόμα δεν γνωρίζουμε την αποδοτικότητα μέτρων που δεν έχουν εφαρμοστεί. Το εντυπωσιακό ήταν ότι τον ρωτούσαν αν θα δοθεί επιταγή ακρίβειας και απαντούσε ότι θα δοθούν 500 εκατ. σε ευάλωτους, αλλά η δυσπιστία παρέμενε. Του έλεγαν αν θα δώσει στους συνταξιούχους αναδρομικά και τους απαντούσε ότι θα δοθούν σε μόνιμη βάση αυξήσεις ύψους 820 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση και η αίσθηση που δημιουργούνταν ήταν ότι δεν δίνει τίποτα.
Για αποκορύφωμα είχε ενδιαφέρον η αντίδραση της «σκιώδους» υπουργού Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ Εφης Αχτσιόγλου, που έβγαζε το συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση έχει επιλέξει να βυθίσει την κοινωνία στην ακρίβεια (!), γιατί επιμένει να αρνείται να μειώσει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα. Λίγο παραπάνω, στην αρχή της ανακοίνωσής της, σχεδόν αυτοαναιρούνταν η προτροπή της, καθώς καταλόγιζε στην κυβέρνηση ότι επιδοτεί με 9,5 δισ. την αισχροκέρδεια. Προφανώς εννοεί ότι κακώς επιδοτεί το ηλεκτρικό ρεύμα και θα έπρεπε να επιδοτεί τη βενζίνη. Ή, τέλος πάντων, κάτι τέτοιο.
Με αυτά και με αυτά, δείχνουμε να μην αντιλαμβανόμαστε τι έγινε τον τελευταίο μήνα στη Μεγάλη Βρετανία. Η τέως πρωθυπουργός ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα οικονομικής επέκτασης άνω των 45 δισ. ευρώ χωρίς να έχει βρει τα λεφτά για να το χρηματοδοτήσει. Πίστευε ότι θα αύξανε χωρίς επιπτώσεις το δημοσιονομικό έλλειμμα, ελπίζοντας ότι από τη μεγάλη ανάπτυξη που θα έφερναν οι παρεμβάσεις της θα καλυπτόταν η ζημιά.
Δεν λογάριασε ωστόσο τις αγορές, οι οποίες έδωσαν μια «σφαλιάρα» εκτοξεύοντας το κόστος δανεισμού και βέβαια στέλνοντας τη Λιζ Τρας σπίτι της. Στην περίπτωση της Ελλάδας το πληρώσαμε μόλις πριν από 7 χρόνια με μη κοστολογημένες παρεμβάσεις που μας έφεραν capital controls και ένα ακόμα μνημόνιο. Ή και ακόμα πιο πίσω, στα τέλη της δεκαετίας του 2000, όταν νομίζαμε ότι το δημόσιο ταμείο είναι ένα βαρέλι δίχως πάτο και οδηγηθήκαμε στη χρεοκοπία.
Καταλαβαίνω ότι το «φιλοθέαμον κοινό» θέλει συνεχείς ελαφρύνσεις και… δημοσιονομικούς χώρους, ωστόσο το βρετανικό μήνυμα είναι ξεκάθαρο. ‘Οποιος κάνει ακρότητες σε αυτό το περιβάλλον τάζοντας παρεμβάσεις χωρίς να υπάρχουν τα λεφτά, θα το πληρώσει στις αγορές. Οχι αυτή τη φορά ύστερα από μήνες, αλλά μέσα σε ένα 24ωρο, την επόμενη ίσως μέρα των εκλογών…