Γιατί Κέρδισε Booker το «Χρονοκαταφύγιο» του Georgi Gospodinov
Συνταγή επιτυχίας: Ένας μυστηριώδης ήρωας παρέα με έναν αφηγητή-κυνηγό του παρελθόντος, ένα ανελέητο παιχνίδι με το παρελθόν και τη νοσταλγία.
Βαθιά αίσθηση της δύναμης των λέξεων και της ανθρώπινης ιλαροτραγωδίας. Προσθέστε βαλκανικό χιούμορ, βαρύ ταμπεραμέντο και «βουλγαρική γκρίνια», όπως λέει ο ίδιος ο Georgi Gospodinov, και έχετε το «Χρονοκαταφύγιο» που κέρδισε το φετινό Booker (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος).
Γεννημένος το 1968, ο Gospodinov ανήκει στους πιο μεταφρασμένους Βούλγαρους συγγραφείς μετά το 1989. Στην Ελλάδα οι εκδόσεις Ίκαρος έχουν εκδώσει το πρώτο του βιβλίο, «Φυσικό Μυθιστόρημα», που κυκλοφόρησε το 1999, αλλά και το δεύτερο μυθιστόρημά του, το «Περί Φυσικής της Μελαγχολίας». Πολυδιαβασμένα και πολυμεταφρασμένα και τα δύο.
Ο Georgi Gospodinov με το «Χρονοκαταφύγιο», στην άψογη μετάφραση της Αλεξάνδρας Ιωαννίδου, μας προσφέρει ένα ταξίδι στον μεγαλύτερό μας φόβο μετά τον θάνατο, στο παρελθόν ως αγκύλωση, ως μνήμη, ως νοσταλγία.
Ο Αφηγητής (χαρακτήρας του βιβλίου) χάνει και ξαναβρίσκει τον Γκαουστίν, ένα alter-ego του συγγραφέα, που έχει γεννηθεί την ίδια χρονιά και έχει ζήσει για αρκετά χρόνια το κομμουνιστικό καθεστώς της Βουλγαρίας.
Ο Γκαουστίν, λοιπόν, όπως και ο συγγραφέας κατά τη συγγραφή, γίνεται ένας flaneur, ένας περιπλανώμενος στον χρόνο, που έχει βγει από τον ρυθμό του κόσμου και τη σύγχρονη πραγματικότητα και έχει δημιουργήσει μια «κλινική για το παρελθόν», με τα ενοίκια πληρωμένα από τον κύριο Σ.
Ο παράξενος αυτός τύπος θα επιστρατεύσει τον Αφηγητή για να του συλλέγει στιγμές παρελθόντος. Και ο ίδιος, όντας καλός στη δουλειά του, θα προσδιορίσει ότι τις καλές στιγμές από το παρελθόν θα τις βρει στα απογεύματα και στις μυρωδιές!
Η κλινική προσφέρει μια πρωτότυπη θεραπεία για τους πάσχοντες από Αλτσχάιμερ και οποιαδήποτε άλλη ασθένεια μνήμης. Κάθε όροφος αναπαράγει λεπτομερώς μια δεκαετία του περασμένου αιώνα. Οι ασθενείς χάνουν την αίσθηση του παρόντος και του μέλλοντος και μεταφέρονται πίσω στον χρόνο, ξεκλειδώνουν και αναβιώνουν τις αναμνήσεις τους.
Έχει διαφορετικά δωμάτια και ορόφους, διακοσμημένα με ακρίβεια από έναν άνθρωπο ακριβή και εμμονικό για τη λεπτομέρεια: συγκεκριμένες μάρκες τσιγάρων, αμπαζούρ, ταπετσαρίες, περιοδικά αρχείου… Δεκαετία προς δεκαετία, αυτά τα θεραπευτικά καταφύγια του χρόνου επιτρέπουν στους ασθενείς να κατοικήσουν στους διαχρονικούς, ασφαλείς χώρους τους.
Έχετε δει το «Αποκάλυψη Τώρα»; To «Χρονοκαταφύγιο» μοιάζει με τον λοχαγό Willard που ανεβαίνει τον ποταμό για να βρει τον συνταγματάρχη Kurtz. Μας οδηγεί όμως πίσω σε ένα ανάποδο ποτάμι μνήμης, στη νοσταλγική φωλιά του υποθετικά καλού παρελθόντος. Πάντα κάτι ψάχνουμε πίσω.
Κατάλογοι με προϊόντα που ποτέ δεν θα είναι δικά σου, ανατολικές αντιγραφές ραδιοφώνων, αφίσες Βούλγαρων ποδοσφαιριστών, η ξύλινη γλώσσα και η γραμμή που δίνει το κόμμα. Η ταυτότητα της Ανατολικής Ευρώπης πασχίζει να ξεφύγει από τη νοσταλγία και τους κινδύνους της. Όπως διάβασα κάπου, η βία που ασκεί το παρελθόν στο παρόν μας είναι αφόρητη και δεν μας αφήνει να προχωρήσουμε μπροστά. Μας καθηλώνει στην ηρεμία, στο σίγουρο, σε έναν τάφο συναισθημάτων.
Οι ασθενείς που παρελαύνουν είναι ιδιαίτεροι. Ένας πρώην μυστικός αστυνομικός καταφθάνει με το πρώην θύμα του, που τώρα πάσχει από άνοια. Ο αστυνομικός λειτουργεί ως προσθετική μνήμη, αποκαθιστώντας στιγμές ευτυχίας στον άνθρωπο που κάποτε καταδίωκε και ενημέρωνε. Ένας Ρουμάνος ασθενής βρίσκει παρηγοριά στο να θυμάται όχι αυτό που έζησε, αλλά αυτό που φαντασιωνόταν: μια ζωή στις ΗΠΑ. Μια γυναίκα που δεν αντέχει να βρίσκεται κοντά σε ντους, ανακαλύπτει ότι είναι επιζήσασα του Ολοκαυτώματος.
Μετά τους ανθρώπους με Αλτσχάιμερ και άλλα προβλήματα μνήμης, η ιδέα του Γκαουστίν θα σκυλευθεί από τους πολιτικούς που θα την εκμεταλλευτούν με έναν παράδοξο τρόπο: θα προκηρύξουν φανταστικά δημοψηφίσματα για το πού θέλει να επιστρέψει κάθε χώρα! Η ιστορική γνώση δεν μπορεί να αποτελέσει μάθημα, αλλά βρίσκει και νοσταλγούς για να επαναληφθεί. Η σύγχρονη Ευρώπη αποκαλύπτεται και δημιουργεί δύο παράλληλες «χώρες χρόνου»: το παρελθόν και το μέλλον.