Γεννήθηκε στο Σαν Μικέλε Μοντόβι της Ιταλίας. Οι γονείς του Ρόσο είχαν προσπαθήσει να τον στείλουν στο πανεπιστήμιο, αλλά στα 19 του επέλεξε την τρομπέτα από την ακαδημαϊκή ζωή και έφυγε από το σπίτι του.

Ήταν αντάρτης κατά τη διάρκεια της απελευθέρωσης του ναζιστικού και φασιστικού Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και έδρασε στη Βάλε Μάιρα, μαζί με τον Τζόρτζιο Μπόκα, και τον Ντέτο Νταλμάστρο, διοικητή των ανταρτών της αντιφασιστικής ταξιαρχίας Giustizia e Libertà στο Partito d’Azione της βόρειας Ιταλίας.

Μετά τη διακοπή της απασχόλησής του σε ένα νυχτερινό κέντρο διασκέδασης από την αστυνομία, επέστρεψε στην πατρίδα του, αλλά λίγο αργότερα αναχώρησε και πάλι για να επανεκκινήσει την καριέρα του.

Σύντομα έγινε ένας από τους πιο γνωστούς τρομπετίστες της τζαζ στην Ιταλία, φτάνοντας στο απόγειο της δημοτικότητάς του τη δεκαετία του ’60. Έγινε γνωστός στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1962, όταν η ηχογράφησή του του “Concerto Disperato” διασκευάστηκε από τον Ken Thorne και την Ορχήστρα του και έγινε επιτυχία με τον τίτλο “The Theme from ‘The Legion’s Last Patrol'”

Το πρωτότυπο του Rosso κυκλοφόρησε γρήγορα από την εταιρεία Durium και μπήκε επίσης στα charts, αλλά ήταν λιγότερο επιτυχημένο από τη διασκευή.

Η παγκόσμια επιτυχία του 1965 “Il Silenzio” έφτασε στο νούμερο 1 στην Ιταλία, τη Γερμανία, την Αυστρία και την Ελβετία και πούλησε πάνω από πέντε εκατομμύρια αντίτυπα μέχρι το τέλος του 1967.

Στις ΗΠΑ έφτασε στην κορυφή τον Νοέμβριο του 1965 στη θέση 32 του Billboard Chart. Τιμήθηκε με χρυσό δίσκο[5].

Ο Ρόσσο πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα το 1994, σε ηλικία 68 ετών.Ευχαριστούμε τον μουσικό παραγωγό Γιάννη Πετρίδη που μας θυμίζει σπουδαίους μουσικούς και τις σημαντικές τους δουλειές.