Ελένη Γκίκα: «Υπάρχει έγκλημα και τιμωρία για όλους» Αναλύοντας τον «Τελευταίο Άλυπο»
Όλα ξεκινούν σε μια παραθαλάσσια πόλη όπου μια γυναίκα, φωνάζοντας τα ξόρκια της, πέφτει επάνω σε ένα δολοφονημένο κορίτσι. Στον σκουπιδότοπο, και με τον ίδιο τρόπο, θα βρεθούν δυο ακόμα δολοφονημένα παιδιά. Σειρά έχουν τυφλά χτυπήματα στην παρέλαση. Την υπόθεση αναλαμβάνει ο αστυνόμος Μύρων Αγγέλου και την ίδια ώρα εμφανίζεται ένας παλιός τρομοκράτης…
Κάθε φορά που συνομιλώ μαζί της σκέφτομαι πως είναι η χαρά του δημοσιογράφου καθώς σκάβει βαθιά μέσα της αλλά και στις ψυχές των ηρώων της. Σκάβει όμως και στη γλώσσα , την ποίηση, τη μουσική. Οι λέξεις ξεχειλίζουν σαν ποτάμι με μια σοφία που ξαφνιάζει. Αυτό είναι που την κάνει ξεχωριστή…
Eλένη Γκίκα: «Δεν γίνεται να γράψω στον πόνο επάνω μετωπικά. Με λοξές ματιές αντέχω τον πόνο. Το αστυνομικό είναι η λοξή μου ματιά αυτό είναι για μένα: η λοξή μου ματιά»
-Μιλήστε μας για τον ποιητικό τίτλο του νέου σας βιβλίου «Ο τελευταίος Άλυπος». Πώς προέκυψε;
Συνήθως ο τίτλος ενός βιβλίου προηγείται του βιβλίου. Με τον «Τελευταίο Άλυπο» συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Ήρθε ουρανοκατέβατο όταν με ρώτησαν απ’ τον Αρμό. Στους προτεινόμενους τίτλους ήταν «Η Άγκαθα εξαφανίστηκε» που προηγήθηκε και «Ο τέταρτος Καβαλάρης» που δικαιολογούσε και τον τίτλο της τριλογίας (διότι ως τριλογία το φανταζόμουν «Ιδού ίππος χλωρός», από την Αποκάλυψη). Στην πορεία, όμως, ως ήρωας ο Άλυπος κέρδιζε χώρο και στο τέλος πρωταγωνίστησε με το έτσι θέλω: με την εκδίκηση ή με τη θυσία του ήταν εκείνος που κρατούσε τα νήματα του βιβλίου, εξάλλου.
Μου είπαν βέβαια ότι ως τίτλος είναι αντιεμπορικός. Όμως θεωρώ όλους τους τίτλους μου ως αναπόσπαστο μέρος του κάθε βιβλίου και δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Είναι λες και ο τίτλος να μου κρατά την άκρη του νήματος για να ξεδιπλωθεί αργότερα η ιστορία. Όμως «Ο τελευταίος Άλυπος» είχε και για μένα εκπλήξεις στην πορεία κι έτσι όλα έγιναν κάπως αλλιώς.
«Ταξίδι από τη Σάμο στη Μάνη» του Μανώλη Σαλαμαλέκη
-Πώς ήρθε η έμπνευση ενός αστυνομικού μυθιστορήματος; Tι ήταν αυτό που σας κέντρισε;
Κυρία Χάρδα, αγαπώ μετά πάθους τα αστυνομικά. Οι γρίφοι και τα αινίγματα, εξάλλου, είναι της ζωής και τα συναντάμε καθημερινά. Κατά τη γνώμη μου το πρώτο επίπεδο κάθε βιβλίου οφείλει να είναι μυστηριώδες, όπως και η ζωή. Κι ύστερα σαν απόπειρα είναι η τρίτη μου. Είχε προηγηθεί «Το μπολερό δεν ήταν του Ραβέλ» που κυκλοφόρησε απ’ τον Καλέντη, βέβαια εκείνο ήταν αστυνομικό χωρίς… αστυνόμους, η «Προσωπαγνωσία» από τις εκδόσεις Α-Ω, επίσης χωρίς αστυνόμους και τώρα «Ο τελευταίος Άλυπος» από τις εκδόσεις Αρμός, με… αστυνόμους αυτή τη φορά. Και πιστέψτε με, παρά την αρχική μου απέχθεια τον Μύρωνα Αγγέλου τον λάτρεψα, τους αγάπησα τους δικούς μου αστυνόμους και λέω να συνεχίσουμε να πορευόμαστε και συντροφιά.
-Υπάρχει κάποιος χαρακτήρας στο βιβλίο σας που ταυτίζεστε και έχει στοιχεία από τη ζωή ή τον χαρακτήρα σας;
Δεν θα σας πω «είμαι σε όλους», εκ των υστέρων αναγνωρίζω πώς και στην Όλγα Πετρίδη την κριτικό θεάτρου, και στη Νόρα Ορφανίδη, έχω δώσει δικά μου πολλά. Θα σας φανεί παράξενο αλλά χαρακτηριστικά μου εκ των υστέρων αναγνωρίζω και στον αστυνόμο, τον Μύρωνα Αγγέλου: τη μοναξιά του, το πάθος του για τα λουλούδια και για όλα τα ιαπωνικά…
-Τελικά κυρία Γκίκα μέσα από την ιστορία που ξετυλίγεται με τόσες λεπτομέρειες πιστεύετε ότι οι ένοχοι στο τέλος τιμωρούνται;
Πάντα! Ακόμα κι όταν οι πολλοί δεν το αντιλαμβάνονται. Ακόμα κι όταν η τιμωρία είναι προσωπική, μετωπική, μόνο απ’ εκείνους αντιληπτή. Υπάρχει «έγκλημα και τιμωρία» για όλους. Εξάλλου οι δικοί μου σχεδόν αυτοτιμωρήθηκαν, την περιείχαν την «τιμωρία» τους ακόμα κι ο μικρός Άλυπος, ο οποίος έγινε από άγριος- άγιος, όπως γράφει σ’ ένα βιβλίο του ο πατήρ Νικόλαος Μεσογαίας.
-Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός ότι στο μυθιστόρημα σας συμπεριλαμβάνονται αναλυτικά στιγμιότυπα από τρομοκρατικές ενέργειες. Τελικά ήταν το αστυνομικό μυθιστόρημα ένας κρυμμένος πόθος;
Και κρυμμένος πόθος και φανερός για το αστυνομικό αλλά και εμμονή για τους τρομοκράτες. Ακόμα θυμάμαι από το 1993 τους «Πολίτες της σιωπής» της υπέροχης Νένης Ευθυμιάδη που μας άφησε νωρίς, με την ανθοπώλισσα τρομοκράτισσα! Νύξη είχα κάνει και στην «Αιώνια επιστροφή». Έκανα έρευνα απ’ αυτού χρόνια, ήθελα να καταλάβω το πώς γίνεται εκείνο το «διορθώνω» ή «σώζω τον κόσμο», «σκοτώνω». Με στοίχειωναν «Οι δαιμονισμένοι» του Ντοστογιέφσκι, και «Η επιστροφή του Νετσάγιεφ» του Χόρχε Σεμπρούν. Ο Νετσάγιεφ με στοίχειωνε.
Ελένη Γκίκα:« Γεννηθήκαμε στην κόψη ακριβώς: εκεί που η ιστορία δεν θα μας χρειαζόταν. Και τώρα που άλλαξαν κάπως τα πράγματα, εμείς γονατίσαμε, είμαστε μεσήλικοι πια»
-Είναι πολύ έντονη η ποίηση στο μυθιστόρημα σας. Παραθέτω ένα απόσπασμα:
Αυτός ο κόσμος, αλήθεια, πώς να προστατευθεί; Χωρίς να το θέλω μικραίνω, ξαναγίνομαι ένα απαγορευμένο μεσημέρι, ξαφνικά, το μικρό εκείνο ενοχικό παιδί. Αλλά κάποιος πρέπει να μαζέψει τα συντρίμμια, κάποιος θα πρέπει να βάλει τάξη στο χάος του κόσμου, σε όλον αυτό τον τρόμο, τον φόβο, τον πόνο, σε όλη αυτή την οργή, την ντροπή.
-Ποια βαθύτατη ανάγκη εξυπηρετεί η ποίηση στη γραφή σας και τη προσδίδει στον «Άλυπο»;
Δεν γίνεται τίποτε από πρόθεση, πιστέψτε με, έτσι ακούω την αφηγηματική μου φωνή. Μόνον έτσι μπορούσα να γράψω τον Άλυπο. Σε σημείο που έχω την εντύπωση πως η ποίηση μου βγαίνει από άποψη τονικότητας, μουσικότητας, ακόμα περισσότερο στο πεζό. Αν δεν ακούω αυτή τη μουσική του κειμένου, για μένα δεν υπάρχει καν κείμενο τότε.
– Ξεχώρισα πολλά αγαπημένα αποφθέγματα στο μυθιστόρημα σας αλλά και αναφορές σε μουσικούς και ταινίες.
· Η ευτυχία μπορεί να υπάρξει μόνο μέσα στην αποδοχή
Τζώρτζ Όργουελ
· Αν αλλάξεις τον τρόπο που κοιτάς τα πράγματα , αυτά που κοιτάς θα αλλάξουν
Wayne Dyer
· Yπάρχουν φορές όπου το καλύτερο μέρος για να βρίσκεστε, είναι να είστε μόνοι
Άγνωστος
-Θυμάμαι κάτι αντίστοιχο και σε άλλα βιβλία σας όπως στην «Προσωπαγνωσία». Είναι ένα παιχνίδι με τον αναγνώστη; Κι αν ναι ποιο μήνυμα θέλετε να στείλετε στον αναγνώστη;
Κανένα μήνυμα δεν θέλω να στείλω μ’ αυτά στον αναγνώστη. Αλλά με το συγκεκριμένο βιβλίο και τους συγκεκριμένους ήρωες δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς! Ήταν όλοι μορφωμένοι, αντιφατικοί και πολυσύνθετοι, μεγαλωμένοι όπως όλοι οι άνθρωποι της γενιάς μου μέσα στο σινεμά, τα βιβλία, τα τσιτάτα, τις μουσικές. Έβαλα λοιπόν τις επιρροές τους μπας και τους καταλάβουμε καλύτερα. Ήταν οι επιρροές τους αυτές. Όπως και στην «Προσωπαγνωσία», ήταν οι επιρροές της ηρωίδας.
-Μου άρεσε πολύ η φράση στην έναρξη του βιβλίου «Σε μια στιγμή, κανείς δεν χάθηκε – Αργά γλιστράς στη Συντριβή, είναι μέσα από τη ζωή….Θα ήθελα να μου τη σχολιάσετε.
Έτσι δεν γίνεται! Κι ύστερα λέμε «έτσι ξαφνικά!» Μα τίποτα δεν γίνεται «έτσι ξαφνικά», αργά αργά, ηθελημένα ή μη, το ετοιμάζουμε. Εμείς βαδίζουμε προς τα κει.
-Αισθάνεσθε ότι είστε ένα παιδί μιας προδομένης Επανάστασης; Εν δυνάμει μπορεί να είμαστε όλοι;
Μα δεν είμαστε; Ειδικά η γενιά μου… αν το σκεφτείς, πριν από μας η γενιά του Πολυτεχνείου. Γεννηθήκαμε στην κόψη ακριβώς: εκεί που η ιστορία δεν θα μας χρειαζόταν. Και τώρα που άλλαξαν κάπως τα πράγματα, εμείς γονατίσαμε, είμαστε μεσήλικοι πια.
Γεωργία Χάρδα