Home Life & Art Ελύτης και Novalis (Από το φως στο σκοτάδι – και πάλι στο φως)

Ελύτης και Novalis (Από το φως στο σκοτάδι – και πάλι στο φως)

by bot

Ελύτης και Novalis (Από το φως στο σκοτάδι – και πάλι στο φως)

Στην σύντομη ζωή του (1772 – 1801, δεν συμπλήρωσε ούτε τα 29 του χρόνια) ο Φρειδερίκος βαρόνος του Χάρντενμπεργκ (πλήρες όνομα: Georg Philipp Friedrich Freiherr von Hardenberg) έγραψε ένα αριστούργημα. Τους «Ύμνους στην Νύχτα» (Hymnen an die Nacht) που τον έκαναν διάσημο με το φιλολογικό του ψευδώνυμο Novalis.

Διακόσια σχεδόν χρόνια μετά, ο Οδυσσέας Ελύτης αφιερώνει στον Novalis ένα από τα τελευταία του ποιήματα. Πρόκειται για το «Ελεγείο του Grueningen» από την συλλογή «Τα Ελεγεία της Οξώπετρας». (Πρώτη δημοσίευση: περιοδικό «Συντέλεια» τεύχος 2-3, 1991).

Η αφιέρωση δεν περιορίζεται μόνο στην προμετωπίδα. Είναι ουσιαστική. Το Ελεγείο αυτό του Ελύτη ανακαλεί τόσο τον άνθρωπο Hardenberg στου οποίου την ζωή και τα πάθη αναφέρεται, όσο και τον μυστικόπαθο ποιητή Novalis – με την τόσο βορινή νύκτια κοσμοθεωρία του.

Στο ιστορικό-θεματολογικό επίπεδο πρέπει να αναφερθεί πως το Ελεγείο δεν μπορεί να κατανοηθεί χωρίς αρκετές γνώσεις γύρω από τη ζωή του Γερμανού ποιητή. Τα ονόματα και οι ημερομηνίες που αναφέρονται στους στίχους του παραμένουν γρίφοι για τον απληροφόρητο. (Ο Ελύτης, αντίθετα με τον Σεφέρη και άλλους, ποτέ δεν υπομνηματίζει τα ποιήματά του – δουλειά για τους ερευνητές!)

Ωστόσο αυτό που εκπλήσσει κυρίως όσους γνωρίζουν την ποίηση του Novalis είναι η προσέγγιση στο κοσμοθεωρητικό – ή καλύτερα υπερβατικό επίπεδο. Θεωρητικά ο γερμανός ρομαντικός αποτελεί τον ποιητικό αντίποδα του ‘Ελληνα ηλιοπότη. Οπαδός του σκότους και της νύχτας, νοσταλγός του θανάτου, συμβολιστής, θρησκευόμενος, πιετιστής, μυστικιστής, πλατωνικός εραστής γυναικείων ειδώλων – τι σχέση μπορεί να έχει με τον ερωτικό μεσογειακό ποιητή που ήδη οι τίτλοι των συλλογών του υμνούν αδιάκοπα το φως;

«Οδός άνω κάτω μία και ωϋτή», έγραψεν ο Εφέσιος. Συμβαίνει άραγε το ίδιο με τους «Υμνους προς την Νύχτα» και το «Φωτόδεντρο»; Κι ο ‘Ελληνας που κάποτε διακύρηξε: «Δεν ξέρω πια τη νύχτα φοβερή ανωνυμία θανάτου» πόσο προσεγγίζει τον Γερμανό που έγραψε: «Δοξασμένη ας είναι για μας η αιώνια νύχτα / δοξασμένος ο αιώνιος ύπνος».

Θα αντιπαραθέσουμε τα δύο ποιήματα – τον τρίτο ‘Υμνο του Novalis (από τον οποίο ο Ελύτης παραθέτει και αμετάφραστο απόσπασμα) και το Ελεγείο. Πριν όμως, δύο γενικές παρατηρήσεις (που θα μπορούσαν να δώσουν αφορμή για χωριστές μελέτες.

Φως – σκοτάδι – φώς

Στα τελευταία του κείμενα ο ποιητής του φωτός βλέπει διαφορετικά το σκοτάδι. Και δεν μιλάω μόνο για το σαφώς νυκτερινό (και συννεφιασμένο) τοπίο στο «Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου». Και στα άλλα βιβλία υπάρχει μια διαφορετική στάση απέναντι στη νύχτα. Δεν θέλω να κουράσω με παραθέματα.

Νομίζω πως είναι φανερό στον επαρκή αναγνώστη πως με τα χρόνια, ο Ελύτης ξεπέρασε την «ηλιακή μεταφυσική» της «τρίτης περιόδου» του για μια πιο σύνθετη μορφή μυστικής εμπειρίας που εμπεριέχει και το σκότος.

Κάποτε έγραφε: «οι Ευρωπαίοι και οι Δυτικοί βρίσκουν πάντα το μυστήριο στη σκοτεινιά, στη νύχτα, ενώ εμείς οι ‘Ελληνες το βρίσκουμε στο φως που είναι κάτι απόλυτο».

Στην τελευταία του περίοδο το πνευματικό τοπίο αλλάζει. Η σκιά δεν είναι μόνο περίγραμμα του φωτός – αλλά παρουσία αυτοδύναμη. Όσο περνάνε τα χρόνια, το σκοτάδι γίνεται πιο υπαρκτό – είναι αδύνατο να το αγνοήσεις. Πρέπει να το υπερβείς.

Έτσι η πορεία δεν είναι πια ευθύγραμμη – προς το φως – είναι παλινδρομική ή μάλλον σπειροειδής. Πάλι προς το φως μέσα από το σκοτάδι. Η εσωστρεφής αυτή εποχή καθιερώνει τον Ελύτη σαν μεγάλο μυστικό και θρησκευτικό ποιητή (με την ευρύτατη έννοια του θρησκεύεσθαι). Σε αυτήν φαίνεται να έχει πια υπερβεί την αντίθεση Φως-Νύχτα. Ακολουθεί την κλασική πορεία του μυστικού που ανεβαίνοντας προς το Ένα ξεπερνάει, αίρει τις φαινομενικές αντιθέσεις.

Η εξιστόρηση αυτής της μετάβασης από το φως στο σκοτάδι (και πάλι στο φως) θα χρειαζόταν πολλή ανάλυση και τεκμηρίωση. Σίγουρα όμως η συνάντηση με τον Novalis είναι ένας σημαντικός σταθμός σε αυτή τη διαδρομή.

Επιρροές

Έχει υπερτονισθεί η σχέση του Ελύτη με Γάλλους ποιητές. Σίγουρα είναι σημαντική (αν και σημαντικότερη επίδραση παραμένουν οι αρχαίοι δικοί μας). Όμως τα τελευταία χρόνια οι Γερμανοί εμφανίζονται όλο και περισσότερο στην ποίησή του. Και σαν ονόματα – αλλά και σαν συνομιλητές.

Υπενθυμίζω ότι στον «Ταξιδιωτικό Σάκκο (ΟΤΤΩ ΤΙΣ ΕΡΑΤΑΙ)» του «Μικρού Ναυτίλου» ανθολογούνται δύο στίχοι του Novalis (από τον 2ο και 3ο «Υμνους στην Νύχτα») και δύο του Hoelderlin. Ο τελευταίος αυτός κατέχει καίρια θέση στο δοκίμιο του ποιητή «Πρόσω ηρέμα» (από την «Ιδιωτική Οδό»). Εκεί αφηγείται ο Ελύτης πως στο ταξίδι της ζωής του τον «παρακολουθούνε με άγρυπνο μάτι ο Φρειδερίκος Χαίλντερλιν από την μια και ο Διονύσιος Σολωμός από την άλλη». Παρακάτω τους ονομάζει «…αγίους όπως ο Σουηβίας και ο Ζακύνθου».

Στον Hoelderlin, δύο χρόνια πρεσβύτερο του Novalis, ο Ελύτης έχει ανακαλύψει μια άλλη εικόνα της Πινδαρικής Ελλάδας, που πρέπει να του στάθηκε πολύτιμη. Η δομή των τελευταίων ποιημάτων του έχει δανειστεί πολλά από την δωρική λιτότητα των ύμνων του Hoelderlin. Σπασμένα ημιστίχια, κοντές φράσεις με αιφνιδιαστική τελεία, παύσεις – όλα απηχήσεις. Και είναι χαρακτηριστικό ότι στα «Ελεγεία της Οξόπετρας» ένα ολόκληρο ποίημα ασχολείται με την μοίρα εκείνου που «ευλαβέστατα υπογραφόταν Scardanelli». (Κι ένα άλλο με τον Διονύσιο Σολωμό).

Θα ήταν χρήσιμη μια μελέτη της παρουσίας των Γερμανών ποιητών στο έργο του Ελύτη. Από όσα γνωρίζω ο ποιητής είχε μάθει μικρός μερικά στοιχεία Γερμανικής γλώσσας. Στα δώδεκά του χρόνια έκανε ένα ταξίδι στην Γερμανία (το οποίο και αναφέρεται στο Ελεγείο). Οι γνώσεις του, του παρέχουν την δυνατότητα, παρ’όλο που διαβάζει τους γερμανούς ποιητές σε γαλλική μετάφραση, να ανατρέχει στο πρωτότυπο (οι εκδόσεις είναι συνήθως δίγλωσσες) και να ακούει τον πρωτογενή ήχο.

Η ιστορία της Σοφίας

Μερικά ακόμα στοιχεία από τον βίο του βαρόνου von Hardenberg απαραίτητα για την κατανόηση των δύο ποιημάτων που θα ακολουθήσουν. (Βαρόνο von Hardenberg τον αποκαλεί ο Ελύτης στην αφιέρωση, πράγμα που θα ξένιζε έναν γερμανό. Ο τίτλος Freiherr είναι ο ταπεινότερος τίτλος ευγενείας και οι κάτοχοί του σπάνια τον αναφέρουν. Είτε τον αποσιωπούν, είτε – αν είναι σνομπ – καλύπτονται από το «von» που θα μπορούσε να υποδηλώνει και υψηλότερη βαθμίδα).

Στις 17 Νοεμβρίου 1794, ο Novalis συναντά για πρώτη φορά την δωδεκάχρονη Sophie von Kuehn. («Σε ένα τέταρτο αποφασίστηκε η ζωή μου»). Η συνάντηση έγινε στον πύργο του Grueningen που ανήκε στην μητέρα της, η οποία είχε παντρευτεί σε δεύτερο γάμο τον λοχαγό von Rockenthien. H Sophie ήταν ένα από τα έξη παιδιά της από τον πρώτο γάμο.

Ο φίλος του Νovalis, ποιητής Ludwig Tieck, έγραψε αργότερα: «Η πρώτη ματιά που έριξε σ’ αυτή την ωραία και άπειρα γοητευτική μορφή, στάθηκε αποφασιστική για όλη την υπόλοιπη ζωή του».

Αρραβωνιάστηκαν τον Μάρτιο του 1795. Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου η κόρη αρρωσταίνει βαριά – και μετά από αλλεπάλληλες εγχειρήσεις πεθαίνει, δεκαπέντε χρόνων, στις 19 Μαρτίου 1797.

Στις 13 Μαΐου του ίδιου χρόνου (δεν είμαι σχολαστικός με τις ημερομηνίες – υπάρχουν όλες στο ποίημα του Ελύτη) ο Novalis επισκέπτεται τον τάφο της αγαπημένης του. Σημειώνει στο ημερολόγιό του:

«Το βράδυ επήγα στην Σοφία. Εκεί ήμουν απερίγραπτα χαρούμενος – αστραπιαίες στιγμές ενθουσιασμού – φύσηξα μακριά μπροστά μου τον τάφο, σαν σκόνη – οι αιώνες ήταν σαν στιγμές – ένιωθα την παρουσία της – πίστεψα πως θα ‘πρεπε πάντα να προηγείται – «.

Η νεκρή Σοφία έγινε Βεατρίκη για ένα ταξίδι όχι στον Παράδεισο αλλά σε έναν άλλο υπέρ-τόπο. «Υψηλότερο χώρο» τον αποκαλεί ο Novalis, χώρο του «μετά-θανάτου» θα τον ονομάσει ο Ελύτης. Ο νεαρός (μόλις 25 ετών) ποιητής αποστρέφει το πρόσωπο από το φως της μέρας «τον βασιλέα της γήινης φύσης» και απευθύνεται στην νύχτα την «βασίλισσα του κόσμου» ενός «άγιου κόσμου» που δεν υπόκειται στις δεσμεύσεις της γήινης ύπαρξης. Δεν γνωρίζει την ανάγκη, την φθορά και τον χρόνο.

Δύο σύμβολα κυριαρχούν στους «Ύμνους»: Φως και σκότος, ημέρα και νύχτα. Σ’ αυτά αντιστοιχούν το εδώ και το επέκεινα, η ζωή και ο θάνατος. ο τελευταίος όμως, ως πλήρωση και λύτρωση. Η νύχτα δεν είναι μόνο «ένα περιεχόμενο του νοείν (κόσμος ή εσώτερος κόσμος) αλλά και ένας τρόπος του νοείν (όργανο)». Γράφει: «Πιο ουράνια από εκείνα τα απαστράπτοντα αστέρια μας φαίνονται τα άπειρα μάτια που ανοίγει μέσα μας η Νύχτα».

Μέσο για την προσέγγιση με το σκότος είναι ο «άγιος ύπνος». Όχι ο φυσικός της κουρασμένης καθημερινότητας αλλά ο ύπνος του κρασιού, του οπίου (αναφέρεται στον δεύτερο ύμνο), του έρωτα, και, τελικά, του θανάτου.

‘Έχουν γραφτεί πολλά για την μυστική εμπειρία του Novalis, τις μακρινές πλατωνικές επιδράσεις και τις εγγύτερες των «πιετιστών» (pietismus) που διατείνονταν πως ο άνθρωπος μπορεί να «ξαναγεννηθεί» και να λυτρωθεί. Οι πιετιστές βέβαια ήταν φανατικοί Χριστιανοί. Αλλά και ο Novalis από τον τέταρτο και κυρίως τον πέμπτο «Ύμνο» εισάγει την μορφή του Χριστού. Ο τάφος της Σοφίας οδηγεί στον Άγιο Τάφο και ο Ιησούς παίζει για το πλήθος των ανθρώπων, τον ρόλο που έπαιξε για τον Novalis η αγαπημένη. Γίνεται μεσολαβητής ανάμεσα στους δύο κόσμους. Αυτή η κάπως απρόοπτη μετάλλαξη, έχει προβληματίσει αρκετούς σχολιαστές. (Δεν θα επεκταθώ. Το κείμενό μου αφορά τον Ελύτη κι όχι τον Novalis κι έτσι εδώ σημειώνω μόνο όσα στοιχεία θα βοηθήσουν στην προσέγγιση του Ελεγείου).

Η αναγεννητική εμπειρία της 13ης Μαΐου 1797 κυοφόρησε τους Ύμνους στην Νύχτα». (Δημοσιεύθηκαν το 1800). Η νεκρή Βεατρίκη έγινε ο «ήλιος της νύχτας» που λυτρώνει από τα «δεσμά του φωτός». Το έργο αποτελείται από 6 μέρη. Τα τρία πρώτα είναι σε πεζό λόγο, το τέταρτο και πέμπτο σε μικτό (στίχοι και πεζό) το έκτο (και το μοναδικό που έχει ξεχωριστό τίτλο: «Νοσταλγία για τον Θάνατο») μόνο σε στίχους.

Το ποίημα στο οποίο αναφέρεται ο Ελύτης είναι ο τρίτος Ύμνος, που αποτελεί ποιητική μετάπλαση και ανάπτυξη της ημερολογιακής σημείωσης που αναφέραμε. Οι μελετητές τον αποκάλεσαν Urhymne (πρωταρχικό ύμνο). Ίσως είναι σκόπιμο να δούμε ολόκληρο το κείμενό του σε πρόχειρη μετάφραση.

Τρίτος Ύμνος

Άλλοτε που έχυνα δάκρυα πικρά, που η ελπίδα μου έλιωνε, αναλυμένη μέσα στον πόνο κι εγώ στεκόμουν μόνος στο ξερό ύψωμα που έκρυβε σε στενό σκοτεινό χώρο την μορφή της ζωής μου – μόνος όπως κανείς δεν υπήρξε μόνος, κυνηγημένος από φόβο ανείπωτο – αδύναμος, σκέψη μοναχά της αθλιότητας.- Όπως κοιτούσα γύρω για βοήθεια, μπροστά δεν μπορούσα και ούτε πίσω, και κρεμόμουνα με άπειρη νοσταλγία στην ζωή που έφευγε, που έσβηνε: – εκεί ήρθε από το γαλανό μακρινό, από τα ύψη της παλιάς μου ευδαιμονίας ένα δέος λυκαυγούς – και με μιας κόπηκε ο λώρος της γέννας – τα δεσμά του φωτός. Μακριά έφυγε η γήινη μεγαλοπρέπεια και η λύπη μου μαζί της, η μελαγχολία χύθηκε σε νέο ανεξιχνίαστο κόσμο – εσύ ενθουσιασμέ της νύχτας, ελαφρέ ύπνε του ουρανού με εκάλυψες – η περιοχή ανέβηκε απαλά ψηλότερα: πάνω από τον τόπο αιωρείτο το απελευθερωμένο, νεογέννητο πνεύμα μου. Το ύψωμα έγινε σύννεφο σκόνης – μέσα από τα νέφη είδα εκστατικά τα χαρακτηριστικά της αγαπημένης. Στα μάτια της αναπαυόταν η αιωνιότητα – έπιασα τα χέρια της και τα δάκρυα έγιναν δεσμός, σπινθηροβόλος και αρραγής. Χιλιετηρίδες τραβούσαν, χάνονταν στα βάθη σαν καταιγίδες. Στον λαιμό της έκλαψα γοητευμένα δάκρυα για την καινούργια ζωή. – Ήταν το πρώτο μοναδικό όνειρο – και μόνο από τότε νιώθω αιώνια αμετάβλητη πίστη στον ουρανό της νύχτας και στο φως του, την αγαπημένη.

                                                               *

Αυτά ο Novalis. Νομίζω πως τώρα είναι καιρός να προσεγγίσουμε το «Ελεγείο του Grueningen» του Οδυσσέα Ελύτη (όλα τα παραπάνω ήταν προετοιμασία). Η αρχή του ηχεί σαν πλατειά ρομαντική μελωδία, με κυνηγητικό κέρας και απηχήσεις σκοτεινών δασών – συμφωνία του Schumann ή του ύστερου Schubert.

Όχι εδώ δεν υπάρχει ούτε καν «μια σκούρα θάλασσα κι ένα κορίτσι στ’ άσπρα», ή τελευταία μεσογειακή εικόνα από το ήδη σκοτεινό «Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου.» Η ατμόσφαιρα είναι ρομαντική, σχεδόν γοτθική (μήπως οι ρομαντικοί δεν μυθοποίησαν το γοτθικό;) και βόρεια.

Η ηρωίδα, Soeffchen (Σοφούλα), παρουσιάζεται στον πέμπτο στίχο, σαν ανταπόκριση στο «μοναδικό όνειρο» (από τον «Τρίτον ‘Υμνο», ο στίχος στα γερμανικά). Το «θραύσμα γαλαζωπό από πέτρωμα» που υψώνει θυμίζει την ενασχόληση του Novalis με την γεωλογία. Γρήγορα όμως, πριν καν σβήσει η εικόνα της κόρης που «περιδιαβάζει κάτω απ’ τις δεντροστοιχίες» εισάγεται η ημερομηνία του θανάτου της. Κι εκεί ο ποιητής αρχίζει μιαν αντίστροφη μέτρηση με σκοπό:

…να σ’ αποκαθηλώσω από τους αριθμούς της νύχτας.

Η πορεία θανάτου της Sophie von Kuhn εικονογραφείται μέρα με τη μέρα από τις εννέα ως τις δεκαεννέα Μαρτίου. Έντεκα ενάριθμοι στίχοι όπου ο Ελύτης προσπαθεί να δώσει μια ποιητική κλίμακα καθόδου στο Μαύρο.

Ωστόσο την αποκαθήλωση ακολουθεί μια εξαίσια παγανιστική αποθέωση, με ερωτιδείς και «μουσική από μακρινούς αστερισμούς». Η μηδενική αρίθμηση δίνει τη θέση της σε μια εικόνα παραδείσια. Που οδηγεί στο συμπέρασμα:

                 Ότι ο έρωτας δεν είναι αυτό που ξέρουμε μήτε

                 αυτό που οι μάγοι διατείνονται

                 Αλλά ζωή δεύτερη ατραυμάτιστη στον αιώνα.

Στους επόμενους στίχους ανακαλείται το όραμα του Novalis («καταμεσίς Μαίου»). Η ανάκληση καταλήγει σε δύο ημιστίχια που στην μουσική τους θυμίζουν εντονότατα Hoelderlin:

Αλλ’ αν ατυχής υπήρξε η φορά των πραγμάτων

‘Εκτοτε μέγιστον ήταν το μάθημα.

Το μάθημα ήταν η, μέσω του έρωτα, υπέρβαση του θανάτου.

Σύμφωνα με τον ορισμό του λεξικού ένα ελεγείο είναι «θρηνητικόν άσμα, θρήνος». Όμως αυτό το ελεγείο (όπως και τα περισσότερα «της Οξόπετρας») ενώ εμπεριέχει θρήνο, δεν είναι πένθιμο, δεν αποχαιρετά, ούτε μοιρολογεί. Είναι μια εκπληκτικής ωριμότητας και σοφίας ενατένιση του Τέλους, από έναν μεγάλο δημιουργό, που, ως την τελευταία στιγμή, ακουμπάει επάνω στον έρωτα και το ωραίο. Απέναντι στον θάνατο βρίσκει «πατήματα και κρικέλια» (ας θυμηθούμε τον Διγενή) και αντιπαραθέτει όραμα, ομορφιά και μετα-θάνατο.

Η πρώτη βιαστική ανάγνωση πείθει πως τα «Ελεγεία της Οξόπετρας» είναι έργο-σταθμός στην πορεία του ποιητή. Πρόκειται για το σκοτεινό αντίστοιχο του «Φωτόδεντρου». Αποτελούν μία στοχαστική και σπαρακτικά γυμνή «μελέτη θανάτου» και ίσως γι αυτό (κι όχι μόνο για τον τίτλο) θυμίζουν μεγάλη ποίηση άλλου Γερμανού ποιητή, τα «Ελεγεία του Duino» του Rainer Maria Rilke.

Ο Ελύτης, στα ογδόντα του, άγγιξε το ύψιστο όριο.

 

Μικρό σχολιαστικό υστερόγραφο: Η ιστορία του Novalis και της Sophie von Kuehn (το υποκοριστικό που της είχε δώσει ο αγαπημένος της ήταν Soeffchen και όχι Sofchen όπως λανθασμένα αναγράφεται στην πρώτη εμφάνιση του Ελεγείου) δεν εκτυλίχθηκε στην Ρηνανία αλλά στην Θουριγγία (και την Σαξωνία), σε περιοχή που μέχρι πριν λίγο ανήκε στην (τέως) Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία. Οι αναφορές στην Ρηνανία μάλλον σχετίζονται με το νεανικό ταξίδι του ποιητή.

Ο σκοτεινός βαρόνος ( Από το μπλογκ του Νίκου Δήμου ) 

You may also like

artpointview.gr @ 2024