«Αγάλματα, φτιαγμένα από νερό

ΜΑΡΙΑ ΜΗΤΣΟΡΑ

Η συνέντευξη δόθηκε στη συγγραφέα – δημοσιογράφο του «Έθνους» Ελένη Γκίκα. 

«Τα πιο αποκαλυπτικά ταξίδια τα έχω κάνει μέσα σε ανθρώπους», ισχυρίζεται. Αλλά η χάρη της έχει φτάσει από τον Πολικό Κύκλο έως την Αϊτή. Κι απ’ το Πεκίνο μέχρι τη Νικαράγουα των Σαντινίστας, τον Ορινόκο και τη Σάντα Φε ντε Μποκοτά. Το γράψιμο είναι και δεν είναι γι’ αυτήν επιλογή. Την παίρνουν «οι άνεμοι ενός άγνωστου ωκεανού», γράφοντας.
Εχει την αίσθηση ότι «είμαστε σαν τα αγάλματα, φτιαγμένα από νερό. Πάντα οι ίδιοι και πάντα άλλοι». Κι έτσι είναι η ίδια. Η ζωή και η γραφή της. Η Μαρία Μήτσορα, μύθος της εφηβείας μου και μια από τις σημαντικότερες ελληνίδες συγγραφείς που επιστρέφει. Ατμοσφαιρική, ποιητική, μαγική και μαγεμένη, ταυτοχρόνως. Επαναστατική και άφθαρτη μέσα στο χρόνο. Αφάνταστα αισιόδοξη, μεσ’ στο ολοκαίνουργιό της βιβλίο που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Πατάκη». «Καλός Καιρός/ Μετακίνηση».
Ο καλύτερος καιρός, για τη Μαρία Μήτσορα.
Την θυμάμαι σα να ‘ναι τώρα έτσι πως έβγαινε παράξενη και αγέρωχη από το σπίτι της, στη Δημοχάρους τότε. Η γάτα της μονίμως σε φλερτ με τον Ερρίκο του «Αντί».
Συναντηθήκαμε… έχει καμιά σημασία πόσα χρόνια μετά; Στη Δεινοκράτους, τώρα. Στα μαύρα και τώρα, εδώ κι αλλού. Με τις λέξεις να κάνουν ταχυδακτυλουργικά κόλπα στα χέρια και το βλέμμα στραμμένο εκεί όπου το δικό μας, ενδεχομένως και να μη φτάσει ποτέ.
«Η αύρα σου μου λέει ότι θα έρθει η στιγμή που θα ανοίξει και πάλι ο καιρός και οι δρόμοι και οι φράσεις, πως θα βρεθεί η λέξη- κλειδί, που έρχεται, που προστάζει, που αποσαφηνίζει, και θα κάνει να υπάρξει κι άλλο καλοκαίρι.
Δε θα πεθάνουμε ούτε από κρύο ούτε από μοναξιά ούτε από τις καταστροφές του πολέμου αλλά ούτε και από ασάφεια». Υπόσχεται. Για περισσότερα, βέβαια, στην κουβέντα μας και στις σελίδες…

– «Αν το αιτούμενο είναι να σου αποκαλυφθεί το πραγματικό σου πρόσωπο, πρέπει να είσαι έτοιμος να παίξεις οτιδήποτε». Ζωή και ασφάλεια να υποθέσουμε, δεν βαδίζουν χέρι- χέρι…

– Ας μη μιλάμε για ασφάλεια. Ας μιλήσουμε για τα ελλείμματα που κινούν την ανθρώπινη ιστορία. Έχουμε ανασφάλεια όταν εγκλωβιστούμε σε ένα έλλειμμα. Διαφορετικά ένα έλλειμμα είναι πρόκληση.

– Γράφοντας, «είσαι έτοιμος να παίξεις οτιδήποτε»;

– Όχι, υποχρεωτικά. Άλλοι παίζουν επειδή η ίδια η δυναμική του παιχνιδιού τους εκπληρώνει. Άλλοι, επειδή η ζωή τους είναι αδιανόητη χωρίς τα ωφέλιμα του παιχνιδιού. Ποντάρουμε οτιδήποτε, στην περίπτωση που το παιχνίδι έχει γίνει ζήτημα ζωής ή θανάτου.

– Και δομικά ολόκληρο το βιβλίο είναι ένας έρωτας ζαριά- ζαριά. Δεδομένου του γεγονότος ότι «κάθε ζαριά καταλύει το Τυχαίο», κυρία Μήτσορα, έχετε γράψει για ένα μοιραίο έρωτα;

Στο «Καλός καιρός/ Μετακίνηση> γράφω για έναν έρωτα που είναι πλήρης. Κανένας έρωτας δεν περιγράφεται και δεν καταγράφεται ως μοιραίος εάν δεν περιέχει την καταστροφή τουλάχιστον του ενός. Έγραψα για έναν έρωτα που είναι το αναπόδραστο ενδεχόμενο της ζωής δύο ανθρώπων, που μέχρι πριν από λίγο δεν συνέκλιναν.

– Είναι ο έρωτας «Περιπέτεια της ψυχής»; Και σ’ έναν έρωτα μπαίνουμε αθέλητα ή ηθελημένα;

– Φυσικά ο έρωτας, αυτός ο αυτοδίδακτος σοφιστής σε οδηγεί σε περιπέτεια της ψυχής. Εσύ, διαλέγεις τις μάσκες σου, παίζεις τις ταυτίσεις του.

– «Την αγαπούσε κιόλας και τη χρειαζόταν, γι’ αυτό θα την έβρισκε». Ο,τι επιθυμούμε, βρίσκουμε;

– Δεν πιστεύω ότι βρίσκουμε όλα όσα επιθυμούμε. Αν είμαστε τυχεροί, βρίσκουμε ένα μεγάλο μέρος τους. Αν σε μια οποιαδήποτε φάση της ανθρώπινης εξέλιξης, εκπληρωνόταν απόλυτα η Επιθυμία, θα σταματούσε ίσως και να υπάρχει ζωή. Γιατί η ζωή είναι εξέλιξη, μέσα από προκλήσεις που υπάρχουν ανάμεσα στον άνθρωπο και στον προορισμό του. Προορισμός του ανθρώπου δεν είναι μόνο το θέλω του.

– «Ποτέ δε σου γράφω για να σκοτώσω το χρόνο, αλλά για να τον κάνω πολύτιμο». Εσείς γιατί γράφετε, κυρία Μήτσορα;

– Σίγουρα γράφω προσπαθώντας να σκοτώσω τον Χρόνο. Τουλάχιστον να τον νικήσω, μέσα στα μέτρα των δυνατοτήτων μου. Σίγουρα γράφοντας μετατρέπω τον χρόνο σε κάτι ουσιωδέστερο, κατ’ αυτήν την έννοια και πολύτιμο.

– Τι έχει αλλάξει και τι έχει παραμείνει όμοιο και απαράλλαχτο από τα διηγήματα «Αννα, να ένα άλλο» μέχρι το μυθιστόρημα «Καλός καιρός/ μετακίνηση»;

– Υπάρχει πάντα η περιήγηση στο εσωτερικό και στο εξωτερικό τοπίο. Στο «Καλός καιρός/ Μετακίνηση» όμως η πόλη εμφανίζεται διαλυμένη, πολιορκημένη θα έλεγα, από το 3ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο κοινωνικός ιστός είναι σαθρός, το μόνο που κρατάει τα πράγματα σε στέρεη σχέση, είναι η αγάπη και ο έρωτας. Οι χαρακτήρες των προηγούμενων βιβλίων, ήταν τέτοιοι, που μιλούσαν για το ανθρώπινη περιβάλλον της πόλης, σαν ό,τι τελικά και υπερθετικά θα εξελιχθεί στο «Καλός καιρός/ Μετακίνηση».

– Υπάρχει έμμονη ιδέα γραφής; Ξέρετε, αυτό που λέμε ένα βιβλίο γράφουμε για μια ζωή, έναν πίνακα ζωγραφίζουμε, μια μουσική σύνθεση πασχίζουμε να ολοκληρώσουμε… εσείς έχετε εμμονές; Είναι αδιακρισία να ρωτήσουμε ποιες είναι;

– Η πόλη είναι το δοχείο των πιθανοτήτων. Έχω μια εμμονή με το εξωτερικό και εσωτερικό τοπίο, σαν κάτι που περιέχει πιθανότητες.

– Αλήθεια, πώς θα χαρακτηρίζατε το καινούργιο σας μυθιστόρημα; Ερωτική ιστορία; Υπαρξιακή; Μια ιστορία αυτογνωσίας…

– Είναι ένα ερωτικό μυθιστόρημα και συγχρόνως μια αλληγορία για την νίκη της ζωής πάνω στον θάνατο. Αλληγορία για την ζωή της πόλης, όπως αυτή στις μέρες μας, περνάει σε μια φάση προθανάτιου ρόγχου απ’ τον εγκλωβισμό των πιθανοτήτων.

– Ο έρωτας εκτός από περιπέτεια ζωής, είναι αυτογνωσία;

new-1.jpg

– Είναι αυτογνωσία. Η γνώση που έχει ο άνθρωπος σχετικά με τον εαυτό του, αφορά και τις δυνάμεις που διαθέτει. Ανάμεσα στα στάδια, ανάμεσα στους μετασχηματισμούς, συνειδητοποιεί αυτήν ακριβώς την δύναμή του.

– Το άλλο μισό μας- πιστεύετε, υπάρχει κυρία Μήτσορα; Και εν τοιαύτη περιπτώσει μια φορά αγαπάμε έτσι δυνατά στη ζωή μας; Αν και οι εραστές του βιβλίου σας αγαπήθηκαν δυνατά και πολύ και σε άλλες ζωές. Πιστεύετε ότι είναι καρμικές κάποιες σχέσεις; («Εχουμε αγαπηθεί με τόσους τρόπους, που μόνο προσωρινά τους ξεχάσαμε, από τότε που για ένα λόγο ανεξήγητο υποχρεωθήκαμε ν’ αλλάξουμε πρόσωπα και σώματα, ονόματα και τόπους»)

– Αυτό είναι ένα τεράστιο φιλοσοφικό ζήτημα. Η κοινωνία κάνει αναγκαιότητα την αναζήτηση και την εύρεση του άλλου μισού. Αυτό όμως που είναι κοινωνικά συμφωνημένο ως ωφέλιμο, σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι εξαντλεί τις ανθρώπινες δυνατότητες, ούτε ότι προσδιορίζει την ανθρώπινη μονάδα. Εδώ μπαίνει και η φαντασία. Το κάρμα, αν υπάρχει, για μένα σαν έννοια λειτουργεί καθησυχαστικά. Για άλλους λειτουργεί ανησυχητικά.

– Κι αν δεν είμαστε διαθέσιμοι; Υπάρχει περίπτωση να περάσει το άλλο μισό μας και να μην το πάρουμε είδηση; («Να σε θυσιάσω γιατί φοβάμαι το θαύμα όσο και το θάνατο»)

– Αυτό έχει σχέση, με την εσωτερική αφή, με την εσωτερική όραση.

– «Ηθος ανθρώπου δαίμων, ο χαρακτήρας είναι η μοίρα, αυτό ισχύει για όλους». Είναι αδιακρισία να σας ρωτήσουμε να μας πείτε κάποιες φορές που ο χαρακτήρας σας έχει πάρει διαστάσεις μοιραίες;

– «Ηθος Ανθρώπου Δαίμων». Έχω κι εγώ, όπως όλοι, μια μοιραία σχέση με τον εαυτό μου.

– Το γράψιμο έχει να κάνει με τον χαρακτήρα μας; Και κατά πόσο παίζει ρόλο η επιλογή;

– Κατ’ αρχήν οι επιλογές δεν είναι το μόνο που περιγράφει τον χαρακτήρα μας. Μπορεί να ζούμε μια πολύ απλή ζωή και να έχουμε μια πολύ άγρια φαντασία. Σίγουρα όμως από τις επιλογές που κάνουμε γράφοντας διαφαίνονται στοιχεία του χαρακτήρα μας.
Το χάρισμα του γραψίματος απαντά σ’ ένα κάλεσμα από το άγνωστο. Γράφοντας τυχαίνει να αισθάνομαι ότι με παίρνουν οι άνεμοι ενός άγνωστου ωκεανού. Π.χ. το τελευταίο κεφάλαιο του «Καλός Καιρός/ Μετακίνηση», το έγραψα σχεδόν καθ’ υπαγόρευση, από έναν άλλο, άγνωστο εαυτό μου.