Home Life & Art Στάθης Πολίτης, “Η Σπείρα”. Παρουσίαση του βιβλίου στο Επί Λέξει 19 Απριλίου

Στάθης Πολίτης, “Η Σπείρα”. Παρουσίαση του βιβλίου στο Επί Λέξει 19 Απριλίου

by bot

 

 

Στις 19 Απριλίου 2024 στο βιβλιοπωλείο Επί Λέξει, επί της οδού Ακαδημίας31, ο πατρινός δημοσιογράφος Στάθης Πολίτης παρουσιάζει στο κοινό της Αθήνας το πρώτο του μυθιστόρημα με τον τίτλο “Σπείρα”

Το βιβλίο θα παρουσιάσουν οι: Αντώνης Παπαγιαννίδης, Βίβιαν Ευθυμιοπούλου και Δημήτρης Ινταρές.

Την παρουσίαση και τη συζήτηση θα συντονίσει ο Ανδρέας Τσιλίρας, υπεύθυνος εκδόσεων «Το Δόντι».

Η Σπείρα είναι μια ιστορία για τον άνθρωπο και τους δαίμονές του, για τον τρόπο με τον οποίο οι ανθρώπινες ιστορίες διαλέγονται με την ιστορία και εντάσσονται στο μεγάλο κάδρο της, για το θεό και το διάβολο που συνομιλούν μέσα μας, για την ελπίδα που έρχεται ως πολιορκητικός κριός με τη δύναμη της ανθρώπινης φύσης και ανοίγει διάπλατα μια πόρτα εκεί όπου όλα φαντάζουν ερμητικά κλειστά…

Από τις Πολιτείες του αμερικανικού Νότου έως τη Γαλλική Ριβιέρα του Μεσοπολέμου, από το Λονδίνο του 1937 έως την Πάτρα της δικτατορίας του Μεταξά, και από την εμφυλιοπολεμική Ισπανία έως την ακμάζουσα Νέα Υόρκη της δεκαετίας του 1950, στο βιβλίο του Στάθη Πολίτη ξετυλίγεται μια ιστορία για τη φιλία και τον πόλεμο, για την αγάπη και το κακό που μπορεί να κάνει άνθρωπος σε άνθρωπο.

Μα πάνω απ’ όλα ξετυλίγεται μια ιστορία για τη δύναμη της συνέχειας που πηγάζει από την ίδια τη φύση του ανθρώπου και γεννά την ελπίδα που μας κάνει ν’ αντέχουμε κακουχίες, να υπερνικούμε εμπόδια και να παλεύουμε για τα όνειρά μας.

Η Σπείρα του Πολίτη έχει αφετηρία ένα από τα αρχαιότερα σύμβολα που χρησιμοποιείται από την παλαιολιθική εποχή στον Ελλαδικό χώρο ως σύμβολο της ζωτικής δύναμης, της ανάπτυξης και της συνεχούς ροής των πραγμάτων.

Η Σπείρα είναι ένα ταξίδι.  Ταξίδι στην ιστορία, στους ανθρώπους, στις καταστάσεις, στους τόπους.

(απόσπασμα από το βιβλίο- Κυανή Ακτή, 1919)

«Η Κυανή Ακτή βίωνε απαστράπτουσα ένα καλοκαίρι ξεχωριστό. Έμοιαζε, θαρρείς, με εξωτική χορεύτρια που λικνιζόταν όλο χάρη κάτω απ’ το άγρυπνο βλέμμα του πρίγκιπα ήλιου της.

Η ευθύνη, όμως, για την όλη ευφορία εκείνου του καλοκαιριού, δεν έπεφτε αποκλειστικά στα ειδυλλιακά τοπία και το ασύγκριτο κλίμα της μεσογειακής λεκάνης.

Μετά από τόσα καλοκαίρια που το μαύρο σύννεφο του Μεγάλου Πολέμου την είχε σκεπάσει, η Ευρώπη μπορούσε επιτέλους ν’ απολαύσει το πρώτο καλοκαίρι του φωτός».

δύο φωτ. από την παρουσίαση του βιβλίου στην Πάτρα, γενέτειρα του Στάθη Πολίτη 

Το βιβλίο διερευνά γνωστούς και άγνωστους τόπους στην ανθρώπινη ψυχή και την ανθρώπινη συνείδηση και θέτει ερωτήματα που ξεπερνούν το χρονικό πλαίσιο της πλοκής του και φτάνουν στο σήμερα με την ίδια ένταση.

Πόσο ευρύχωρη είναι η ανθρώπινη συνείδηση  ιδίως μετά από ακραία τραυματικά βιώματα;

Τι είναι η φιλία και ποια η κινητήριος δύναμή της; Πόσο μας καθορίζει ο έρωτας και κατά πόσο ο όποιος εγκλωβισμός σε μια ανάμνηση είναι  μια δική μας κατασκευή;

Ποια είναι η αντοχή των ανθρωπίνων σχέσεων απέναντι στο χρόνο;

Ποιο είναι το πρόσωπο του φασισμού και ποια η σχέση του με το χρήμα; Και τελικά, αλλάζει ο άνθρωπος την ιστορία ή η ιστορία τον άνθρωπο;

Η φθορά και η αναγέννηση είναι επί της ουσίας  ο άξονας πάνω  στον οποίο κινείται η σκέψη του συγγραφέα,  ο οποίος μεταχειρίζεται κομβικές στιγμές της παγκόσμιας ιστορίας του 20ου αιώνα προκειμένου να μιλήσει για τα όνειρα, τις αγωνίες, τις απογοητεύσεις, το φόβο του τέλους και το ίδιο το τέλος μιας στιγμής, μιας ζωής ή μιας κατάστασης.

Να μιλήσει για την προδοσία ενός ανθρώπου ή ενός ονείρου, την βύθιση στα σκοτεινά ύδατα και την ανάδυση σε ένα καινούργιο μέλλον για το οποίο θα παλέψεις αν και πίστευες ότι αυτή η δύναμη, της πάλης, σε έχει εγκαταλείψει όπως και το προνόμιο της καλοτυχίας.

Αυτή είναι η ζωή, μας λέει ο Πολίτης. Αυτή είναι και η μαγεία της. Η τάξη της διαδοχής σκοτάδι-φως.

Χωρίς να αναλώνεται σε περιγραφές, θα λέγαμε  ότι αυτές είναι μόνο οι απολύτως απαραίτητες, ο συγγραφέας της Σπείρας καταφέρνει να δημιουργεί ατμόσφαιρες που σε μεταφέρουν με μια εξαιρετική ευκολία στην εποχή,  στην πόλη και στην κατάσταση, σαν να έχεις μπροστά σου ένα ολόκληρο σκηνικό, για το οποίο ωστόσο δεν έχεις λάβει όλες τις πληροφορίες και το κατασκευάζεις κι εσύ με τη φαντασία σου.

Αυτή η ικανότητά του καθώς και ο συνοπτικός λόγος, η πολύ καλή χρήση της ελληνικής, οι νευρώδεις και πειστικοί διάλογοι, δείχνουν ότι έχουμε να κάνουμε με τα πρώτα βήματα ενός ταλαντούχου παραμυθά.

Ενός παραμυθά που μπλέκει στην ιστορία του φανταστικά και ιστορικά πρόσωπα, τους δίνει φωνή και διακριτή προσωπικότητα, επικοινωνεί τα συναισθήματά τους και τις σκέψεις τους, αλλά ταυτόχρονα τους εγκαταλείπει όπου χρειάζεται για να αποδώσει την αίσθηση του έρμαιου των καταστάσεων ή του κινούμενου από τις εξωτερικές συνθήκες.

Τελευταία αλλά όχι έσχατη σημείωση, η άνεση με την οποία περνάει  από τον ένα τόπο στον άλλο, στον ίδιο ή σε διαφορετικό χρόνο, μεταφέροντας αρώματα και μύθους πόλεων.

Αρώματα όπως αυτό που ανέδυε η Πάτρα του 1937 από όπου και το παρακάτω απόσπασμα.

«Σηκώθηκε αχάραγα σχεδόν και πήρε να κατηφορίζει προς τη θάλασσα.

Αν αυτή η πόλη δεν είχε σύντροφό της τη θάλασσα θα είχε χάσει το μυαλό του.

Έφτασε στον Μόλο και κατευθύνθηκε προς τις βαρκούλες που ήταν δεμένες εκεί. Ήθελε να πάρει μία και να χαθεί στο πέλαγο. Να προσπαθήσει έστω για λίγο ν’ αδειάσει το μυαλό του. Με τα πολλά, κατάφερε να συνεννοηθεί μ’ ένα παλικάρι κι επιβιβάστηκε με προορισμό ένα κοντινό ψαροχώρι το οποίο είχε ακούσει αρκετές φορές απ’ τον Ανδρέα. Ήταν ένα γαλήνιο πρωινό. Ο ήλιος μόλις είχε ξεπροβάλει πάνω απ’ τις κορυφές του βουνού που έστεκε άγρυπνος προστάτης της πόλης.

Ένα απαλό δυτικό αεράκι τους χάιδευε τις πλάτες.

Είχε ακούσει τους ντόπιους να το λένε μαΐστρο.

Δεν άργησαν να φτάσουν στον προορισμό

τους.

Πήδηξε από τη βάρκα και πήρε να περπατάει δίπλα στη θάλασσα. Τα βουνά στην απέναντι πλευρά του κόλπου της Πάτρας είχαν βαφτεί με λογιών αποχρώσεις του κίτρινου, του πορτοκαλί, του χρυσού.

Γαλήνη έξω. Τρικυμία μέσα.»

 

(απόσπασμα από τον Ισπανικό Εμφύλιο).

«Βαδίζοντας με τα χίλια ζόρια προς το δωμάτιο, ο Χοσέ Αντόνιο γύρισε και του είπε: «Η Γκερνίκα έγινε σύμβολο, φίλε. Κάπου διάβασα πως ένας παλαβός ζωγράφος την έκανε και πίνακα. Τον περιφέρουνε μάλιστα σε όσες περιοχές κρατούν ακόμα οι σύντροφοι για να τους αναπτερώνει, λέει, το ηθικό. Ό,τι και να πει όμως κανείς, αν δεν τα έζησε όλα αυτά, αν δεν τα είδε με τα μάτια του, αν δεν σηκώθηκαν οι τρίχες στο πετσί του, αν δεν σταμάτησε για λίγο η καρδιά του, τίποτα δεν μπορεί να γράψει, να τραγουδήσει ή να ζωγραφίσει που ν’ αγγίζει έστω την εφιαλτική τους πραγματικότητα.

Μόνο εμείς ξέρουμε τι ήταν η Γκερνίκα. Μόνο εμείς μπορούμε να πούμε τι ήταν το Αλκάθαρ, ο Χαράμα, η Γουαδαλαχάρα. Μοναχά εμείς μάθαμε τι θα πει πόλεμος».

(απόσπασμα από την Αμερική του 1954)

«Τη θυμόταν τόσο ξεκάθαρα εκείνη τη στιγμή. Ήταν σε μια από τις αγαπημένες τους απογευματινές βόλτες στον πράσινο πνεύμονα της Νέας Υόρκης, το Σέντραλ Παρκ. Τις μέρες που δεν είχαν πολλή ώρα μπροστά τους συνήθιζαν να μπαίνουν από την Άπερ Γουέστ Σάιντ και να περπατούν μόνο μέχρι την έξοδο του Κολόμβου, στη νότια πλευρά. Τα Σαββατοκύριακα όμως το διέσχιζαν όλο, πάντοτε ξεκινώντας από τη βόρεια πλευρά του πάρκου. Περνούσαν τις λίμνες, ξεκουράζονταν για λίγο σε κάποιο από τ’ αναρίθμητα παγκάκια του και συνέχιζαν. Η μοιραία μέρα ήταν ένα από εκείνα τα πρώτα απογεύματα της άνοιξης που το πάρκο ξυπνούσε για τα καλά από τη χειμερία νάρκη του.

Ευωδίαζε ολάκερο. Λογιών λογιών αιθέριες μυρωδιές τους συναντούσαν καθώς το διέσχιζαν ράθυμα, αγκαλιασμένοι, μόνοι μέσα στο πλήθος των εκατοντάδων νεοϋορκέζων που έκαναν το ίδιο. Σ’ αυτόν τον ανοιξιάτικο οργασμό, στα μάτια του Χοσέ Αντόνιο κυριαρχούσε μια νεράιδα, η κατάξανθη Κάρολαϊν του. Ένα πλάσμα τόσο τέλεια σμιλευμένο που δεν μπορούσε παρά να ήταν δημιούργημα κάποιας ανώτερης ύπαρξης.

Την είχε σταματήσει μπροστά στο σιντριβάνι της Βηθεσδά. Είχε αγκαλιάσει το πρόσωπό της με τα χέρια του κι είχε χαθεί στο γαλάζιο των ματιών της.

«Θέλω να ζήσω όλη μου τη ζωή μαζί σου», της είχε πει. Τίποτε λιγότερο, τίποτε περισσότερο. Δεν έπρεπε να είχε μείνει εκεί. Έπρεπε να είχε απεκδυθεί τον ψεύτικο εαυτό του και να της παρουσιαστεί γυμνός, πληγωμένος, αλλά γενναίος.

Η αγάπη της θα τον είχε λυτρώσει. Η αγάπη της θα τον είχε σώσει — σαν σύγχρονο παραλυτικό στην κολυμβήθρα της Βηθεσδά.»

_

Ο Στάθης Πολίτης γεννήθηκε το 1983 στην Πάτρα. Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, συνέχισε με μετεκπαίδευση στο LSE. Στο Λονδίνο έζησε για άλλα τρία χρόνια, εργαζόμενος στον ξενοδοχειακό όμιλο Accor. Επιστρέφοντας στη γενέτειρά του, δραστηριοποιήθηκε επιχειρηματικά στον χώρο του διαδικτύου με διάφορα εγχειρήματα, κύριο εκ των οποίων είναι το thebest.gr. Ως σύμβουλος επικοινωνίας έχει να επιδείξει συνεργασίες με πατρινές και πανελλαδικής εμβέλειας επιχειρήσεις. Ως αρθρογράφος έχει κατά καιρούς συνεργαστεί με έντυπα και διαδικτυακά Μέσα Ενημέρωσης. Έχει αναπτύξει πολυσχιδή εθελοντική δράση, ενώ έχει διατελέσει μέλος του Δ.Σ. του Απόλλωνα Πάτρας και παραμένει φανατικός καρναβαλιστής, επικεφαλής του Πληρώματος 95. Είναι παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών. Η «Σπείρα» είναι το πρώτο του μυθιστόρημα.

ΠΗΓΗ 

You may also like

artpointview.gr @ 2024