Ο Ιερός Λόχος των Θηβών ήταν μια από τις κορυφαίες πολεμικές μονάδες που έδρασαν στην Αρχαία Ελλάδα. Ιδρύθηκε το 379 π.Χ. από τον Γοργίδα και απαρτιζόταν από 150 ζευγάρια εραστών Θηβαίων οπλιτών αν και πιθανολογείται πως υπήρχε και σε παλαιότερη εποχή. Στη συνέχεια αναδιοργανώθηκε και απέκτησε μέγιστη φήμη υπό τον Πελοπίδα. Καταστράφηκε ολοκληρωτικά στη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.).
Κατά τον Πλούταρχο, «ἔνιοι δέ φασιν ἐξ ἐραστῶν καὶ ἐρωμένων γενέσθαι τὸ σύστημα τοῦτο» Αυτό που οδήγησε στη δημιουργία αυτού του στρατιωτικού σώματος είναι, όπως σχολιάζει ο Πλούταρχος, το ότι μια μονάδα που βασίζεται στην αγάπη και τη φιλία του ερωμένου και του εραστή, κάνει πιο δύσκολο σε κάποιον να την εγκαταλείψει κατά τη διάρκεια της μάχης.[10] Είναι χαρακτηριστικό πως οι αρχαίοι συγγραφείς συχνά παραθέτουν τη Θήβα ως μια από τις δυο πόλεις-κράτη της ηπειρωτικής αρχαίας Ελλάδας (η άλλη ήταν η Ήλις), όπου ενθαρρύνονταν οι σχέσεις μεταξύ ανδρών και εφήβων.Επίσης, η λατρεία του Ηρακλή ήταν πολύ διαδεδομένη στη Βοιωτία ενώ ο Αριστοτέλης αναφέρει και ιερό αφιερωμένο στον Ιόλαο, σύντροφο και εραστή του Ηρακλή, όπου οι Θηβαίοι εραστές έδιναν υποσχέσεις αμοιβαίας αφοσίωσης.Κατά τον Πλούταρχο, ο Ιερός Λόχος πήρε το πρώτο συνθετικό του ονόματός του από αυτό το έθιμο που αναφέρει ο Αριστοτέλης.Ωστόσο, το γεγονός ότι, κατά τον Πλούταρχο, ο Θηβαίος εραστής δώριζε μια πανοπλία στον ερωμένο, με την ευκαιρία της πολιτογράφησής του, θα μπορούσε να σημειώνει το τέλος της παιδεραστικής σχέσης τους παρά την αρχή της, πρακτική που συνηθιζόταν στην αρχαία Ελλάδα
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι δεν υπάρχει βεβαιότητα για την ακριβή φύση των σχέσεων μεταξύ των μελών του Ιερού Λόχου, κατά τη διάρκεια της συμμετοχής τους σ’ αυτόν. Από τα 11 αρχαία κείμενα (από 9 διαφορετικούς συγγραφείς) που αναφέρονται στον Λόχο, τα έξι μιλούν για σεξουαλική σχέση αλλά, κατά την άποψη του ιστορικού David Leitao, αυτές οι πηγές είναι αρκετά μεταγενέστερες και αμφισβητήσιμης αξιοπιστίας, καθώς αναπαράγουν ερωτική παράδοση της ευρύτερης Ελλάδας η οποία φτάνει μέχρι τον Πλάτωνα. Επιπλέον, οι πηγές αυτές προέρχονται από ηθογραφικά κείμενα και όχι από την καθαρή ιστοριογραφία Υπάρχει όμως και η αντίθετη θέση, ότι το σώμα των αρχαίων πηγών που υποστηρίζουν την παιδεραστική εκδοχή είναι λιγότερο επισφαλές από άλλες πληροφορίες της αρχαίας ιστοριογραφίας τις οποίες έχουμε αποδεχθεί ως αληθινές[14] Μια άλλη κριτική στο σκεπτικισμό του Leitao υποστηρίζει πως ο όγκος των αρχαίων αναφορών στην ερωτική φύση του Λόχου, και των οποίων μεγάλο μέρος είναι σύγχρονες με την εποχή του, είναι πολύ σημαντικός για να μπορεί να απορριφθεί.
Με την ίδια προσοχή πρέπει να αξιολογούνται και οι πηγές που μιλούν για μη ερωτική σχέση μεταξύ των Ιερολοχιτών, οι οποίες φαίνεται να υπερβάλλουν στον υποτίθεται καθοριστικό ρόλο του Λόχου στις μάχες της Τεγύρας και των Λεύκτρων. Οι τελευταίες αυτές πηγές φαίνεται να αντλούν αποκλειστικά από τον Καλλισθένη και τον Έφορο.
In June, 1818, during a visit to central Greece, a young English architect named George Ledwell Taylor went out riding with some friends in order to explore the ruins of an ancient town called Chaeronea. As Taylor’s party neared its destination, his horse took a “fearful stumble,” as he later recalled, on a stone in the roadway; on further inspection, he saw that the stone was, in fact, part of a sculpture. Energetic digging eventually revealed an animal head nearly six feet high—or, as Taylor put it, a “colossal head of the Lion.”
That definite article and the capital “L” are crucial. Taylor realized that he had uncovered a famous monument, mentioned in some historical sources but since lost, known as the Lion of Chaeronea. The Englishman had been studying a work called “The Description of Greece,” by Pausanias, a geographer of the second century A.D., which states that the gigantic figure of the sitting animal had been erected to commemorate a remarkable military unit that had perished there. The lion, Pausanias surmised, represented “the spirit of the men.”
The unit to which those men belonged was known as the Sacred Band. Comprising three hundred warriors from the city of Thebes, it was among the most fearsome fighting forces in Greece, undefeated until it was wiped out at the Battle of Chaeronea, in 338 B.C.—an engagement during which Philip of Macedon and his son, the future Alexander the Great, crushed a coalition of Greek city-states led by Athens and Thebes. Scholars see Chaeronea as the death knell of the Classical Era of Greek history.
Others might find the story interesting for different reasons. Not the least of these is that the Band was composed entirely of lovers: precisely a hundred and fifty couples, whose valor, so the Greeks thought, was due to the fact that no man would ever exhibit cowardice or act dishonorably in front of his beloved. In Plato’s Symposium, a dialogue about love, a character remarks that an army made up of such lovers would “conquer all mankind.”
Sixty years after George Taylor’s horse stumbled, further excavations revealed a large rectangular burial site near the Lion. Drawings that were made at the site show seven rows of skeletons, two hundred and fifty-four in all. For “The Sacred Band” (Scribner), a forthcoming book by the classicist James Romm, the illustrator Markley Boyer collated those nineteenth-century drawings to produce a reconstruction of the entire mass grave. Black marks indicate wounds. A number of warriors were buried with arms linked; if you look closely, you can see that some were holding hands. ♦
The credit for the illustration above has been updated to include Markley Boyer.