Αναλύοντας τη συνάντηση Μπάιντεν – Πούτιν και τη νέα γεωπολιτική εποχή. Τη μεθεπομένη της σημαντικής αυτής συνάντησης, ενδεχομένως να δημιουργείται κλίμα ψυχρής ειρήνης μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, αλλά για τον Μπάιντεν η Κίνα παραμένει ο μεγάλος αντίπαλος ενώ η Ρωσία καθίσταται συνομιλητής.
Η συνάντηση του Τζο Μπάιντεν με τον Βλαντίμιρ Πούτιν στην ουδέτερη επικράτεια της Γενεύης ήταν –κατά την έναρξή της– πολύ διαφορετική από όλες τις προηγούμενες συναντήσεις μεταξύ ενός αμερικανού προέδρου και ενός ρώσου (ή σοβιετικού) ηγέτη κατά τη διάρκεια των τελευταίων σαράντα χρόνων.
Ηταν διαφορετική από τη συνάντηση του Ρόναλντ Ρίγκαν με τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, το 1985, που πραγματοποιήθηκε επίσης στη Γενεύη, στον απόηχο της έναρξης της περεστρόικα, η οποία είχε δημιουργήσει ένα κλίμα αισιοδοξίας, μάλλον περισσότερο στη Δύση παρά στη Ρωσία.
Και από τη συνάντηση του Μπιλ Κλίντον με τον Μπόρις Γέλτσιν στο Βανκούβερ, το 1993, όταν ακόμα καλλιεργούνταν η ψευδαίσθηση ότι η Ρωσία θα μπορούσε να καταστεί μία ολοκληρωμένη δημοκρατία δυτικού τύπου.
Διέφερε επίσης από τη συνάντηση ανάμεσα στον Τζορτζ Μπους τον νεότερο και τον Βλαντίμιρ Πούτιν, το 2001 στη Σλοβενία, κατά την οποία ο αμερικανός πρόεδρος είχε δηλώσει πως «κατάφερα να αντιληφθώ τη ψυχή του».
Οσον αφορά τη συνάντηση του ρώσου ηγέτη με τον Ντόναλντ Τραμπ στο Ελσίνκι το 2018, ο προκάτοχος του Τζο Μπάιντεν έφτασε στο σημείο να υπερασπιστεί τον Πούτιν αναφορικά με τη ρωσική εμπλοκή στις προεδρικές εκλογές του 2016, οπότε δεν τίθεται θέμα σύγκρισης μεταξύ εκείνης της συνάντησης και αυτής που έλαβε χώρα την Τετάρτη στη Γενεύη.
Σύμφωνα με τον Πάολο Γκαριμπέρτι, αρθρογράφο της La Repubblica –η πρώτη μεγάλη διαφορά της συνάντησης Μπάιντεν – Πούτιν με όλες τις προηγούμενες, αφορά τις σχέσεις μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, οι οποίες, όπως δήλωσε ο ίδιος ο Πούτιν, μιλώντας στο NBC την προηγούμενη εβδομάδα, τα τελευταία χρόνια επιδεινώθηκαν δραματικά, φτάνοντας στο κατώτατο σημείο τους.
Οι πρεσβείες των ΗΠΑ στη Μόσχα και της Ρωσίας στην Ουάσιγκτον παραμένουν ακέφαλες (αν και το ζήτημα πρόκειται άμεσα να διευθετηθεί), καθώς οι επικεφαλής τους ανακλήθηκαν στις πατρίδες τους, αφότου οι δύο πρόεδροι αντάλλαξαν ανείπωτες προσβολές. Ο Μπάιντεν αποκάλεσε τον Πούτιν «φονιά» ενώ ο ρώσος ηγέτης αρκέστηκε να επισημάνει πως «όταν χαρακτηρίζουμε άλλους ανθρώπους, ή ακόμα και όταν χαρακτηρίζουμε άλλα κράτη, άλλους λαούς, πάντα είναι σαν να κοιταζόμαστε στον καθρέφτη».
Οι… τρίτοι παίκτες
Η δεύτερη, σημαντική, διαφορά σχετίζεται, κατά τον Γκαριμπέρτι, με το διεθνές πλαίσιο. Oταν ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ συναντήθηκε με τον Ρίγκαν πριν από σχεδόν 36 χρόνια στη Γενεύη, ο αμερικανός πρόεδρος το πρώτο που επισήμανε ήταν ότι «οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ενωση είναι δύο πιο σημαντικές χώρες στη Γη, οι υπερδυνάμεις. Είναι οι μοναδικές που θα μπορούσαν να αρχίσουν τον Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά επίσης οι μόνες δύο χώρες που θα μπορούσαν να φέρουν την ειρήνη στον κόσμο».
Πλέον αυτό δεν ισχύει, παρότι τα οπλοστάσια αμφότερων των χωρών εξακολουθούν να προκαλούν τρόμο. Καταρχάς γιατί η ειρήνη, σήμερα, «δεν εξαρτάται μόνο από τους πυραύλους και από εκείνη την ισορροπία που συνοψιζόταν στο ακρωνύμιο MAD», εξηγεί ο Γκαριμπέρτι, αναφερόμενος στο περιβόητο ψυχροπολεμικό δόγμα της «Αμοιβαία Εξασφαλισμένης Καταστροφής – Mutual Assured Destruction.
Σε σχέση με την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου σήμερα υπάρχουν πάρα πολλά ζητήματα –«η κυβερνοασφάλεια, η κλιματική αλλαγή, τα μικροτσίπ, η πανδημία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι περιφερειακές κρίσεις (π.χ. στην Ουκρανία η οποία κατέστη τρόπον τινά μήλον της έριδος ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή)»– που μπορούν ανά πάσα στιγμή να καταστούν παράγοντες αστάθειας, οδηγώντας σε αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις.
Το ότι η σταθερότητα και, κατ’ επέκταση και η ειρήνη, ανά τον κόσμο δεν εξαρτάται πλέον μόνο από τις αμερικανορωσικές σχέσεις το είχε υποστηρίξει πρώτος ο Μπαράκ Ομπάμα –«ακόμη ένας πρόεδρος που επιδίωξε μάταια να κάνει μια νέα αρχή με τον Πούτιν»– χαρακτηρίζοντας τη Ρωσία «περιφερειακή δύναμη» και στρέφοντας το βλέμμα, το δικό του και των ΗΠΑ, προς την ολοένα πιο ισχυρή Κίνα.
Το ότι ο Μπάιντεν και η κυβέρνησή του ανησυχούν περισσότερο για το Πεκίνο παρά για το Κρεμλίνο ο αμερικανός πρόεδρος το έχει δηλώσει πολλές φορές.
Επιστροφή στο μέλλον
Ωστόσο για τον Πούτιν, η συνάντηση της Γενεύης αποτέλεσε «μία εξαργύρωση», υποστηρίζει ο Γκαριμπέρτι, υπενθυμίζοντας πως τα τελευταία χρόνια ο ρώσος ηγέτης επιδίωξε να ανακτήσει τη θέση της Ρωσίας στη διεθνή σκηνή, με την προσάρτηση της Κριμαίας, με την στρατιωτική εμπλοκή της Ρωσίας στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, με τις παρεμβάσεις στις αμερικανικές και ευρωπαϊκές εκλογές, με τις αποστολές πρακτόρων της GRU (της υπηρεσίας πληροφοριών του στρατού) στο εξωτερικό για την εξόντωση αντιπάλων του Κρεμλίνου, με την καταστολή των αντιφρονούντων στο εσωτερικό της χώρας με σοβιετικές μεθόδους. «Είχε χαρακτηρίσει την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης ως “τη μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του 20ου αιώνα. Το τετ-α-τετ με τον Μπάιντεν για τον πρώην αντισυνταγματάρχη της KGB αποτέλεσε τρόπον τινά μια νεκρανάσταση της ΕΣΣΔ”», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γκαριμπέρτι.
Στο να συμβεί αυτό συντέλεσαν σε μεγάλο βαθμό οι ίδιες οι ΗΠΑ. Με το που ανέλαβε την προεδρία ο Τζο Μπάιντεν, ξεκαθάρισε πως μεταξύ των προτεραιοτήτων του συγκαταλέγεται η αποκατάσταση του μετώπου της Δύσης και η προάσπιση των δυτικών αξιών. Εχοντας αυτό κατά νου, επέλεξε να εμπιστευτεί την εξωτερική του πολιτική σχεδόν αποκλειστικά σε «Cold War warriors», πολιτικούς που γαλουχήθηκαν μέσα στο κλίμα του Ψυχρού Πολέμου, όπως ο υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν, ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν, ο επικεφαλής της CIA Γουίλιαμ Μπερνς.
Συνυπολογίζοντας πως καθ’ όλη τη διάρκεια της περιοδείας του στην Ευρώπη ο αμερικανός πρόεδρος δεν σταμάτησε να μιλάει για τη μεγάλη «επιστροφή» – των ΗΠΑ, του G7, του NATO – στη διεθνή σκηνή, ο Γκαριμπέρτι κάνει λόγο για «επαναφορά του παλιού σιδηρού παραπετάσματος, με τις χώρες που κατάφεραν να ξεφύγουν, όπως τα κράτη της Βαλτικής και η Πολωνία, να συντηρούν την εχθρότητα προς τη Μόσχα, και την Ουκρανία να επιδιώκει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ για να προστατευτεί από τη ρωσική απειλή. Στο τέλος ο Πούτιν, ο οποίος είναι εξαιρετικός παίκτης του σκάκι (με φυσιογνωμία, ωστόσο, παίκτη του πόκερ) άδραξε την ευκαιρία», καταλήγει ο ιταλός αρθρογράφος.
Βαλβίδα εκτόνωσης
Οσον αφορά την πρακτική σημασία της συνάντησης, οι δύο ηγέτες κατάφεραν να ορίσουν ένα κοινό σημείο αναφοράς, με στόχο την εκτόνωση των εντάσεων, ανάβοντας το πράσινο φως για την έναρξη διαβουλεύσεων για τα πιο διαπραγματεύσιμα από τα ζητήματα που απασχολούν τις δύο πλευρές (κυβερνοασφάλεια, κλίμα κ.ά.) αλλά και αναγνωρίζοντας ότι εξακολουθούν να έχουν σημαντικές διαφορές, σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα για παράδειγμα. Σημειώνοντας πως πριν εισέλθουν στο σαλόνι όπου πραγματοποιήθηκε η σύνοδος, οι δύο ηγέτες αντάλλαξαν χειραψία «κίνηση η οποία στον καιρό της Covid αποκτά ιδιαίτερη συμβολική σημασία» ο ιταλός αρθρογράφος και αναλυτής σημειώνει πως «για τον Μπάιντεν η Κίνα παραμένει ο μεγάλος αντίπαλος ενώ η Ρωσία καθίσταται συνομιλητής».
Πηγή: Protagon.gr