H Montagnola του Hermann Hesse

Γράφει η ‘Εφη Αγραφιώτη

Η Montagnola είναι ένα μικρό χωριό στον δήμο Collina d’Oro, Στο ιταλόφωνο καντόνι του Τιτσίνο, κοντά στα σύνορα Ελβετίας -Ιταλίας. Βλέπει άπλετα τη λίμνη του Λουγκάνο.

Στα ορόσημα του τόπου περιλαμβάνονται το σπίτι όπου έζησε ο Hermann Hesse σε διάρκεια ιση με το μισό της ζωής του, ένα σπίτι όπου έζησε ο George Harrison για περίπου τρία χρόνια στο τέλος της ζωής του, μέχρι να ξεπεράσει τα σοβαρά προβλήματα της υγείας του και το ξακουστό Αμερικανικό Σχολείο στην Ελβετία (TASIS). Η Montagnola ήταν παλαιότερα ανεξάρτητος δήμος, αλλά το 2004 συγχωνεύτηκε με την Agra και την Gentilino για να σχηματιστεί ο νέος δήμος Collina d’Oro.

Το μικρό μουσείο που είναι αφιερωμένο στον Γερμανό νομπελίστα συγγραφέα και ποιητή Hermann Hesse στη Montagnola, έχει κατακτήσει τους Ελβετούς αλλά και τους επισκέπτες της ιταλόφωνης Ελβετίας. Βρίσκεται δίπλα στο προηγούμενο σπίτι του κι ένα μόνιμο έκθεμα που έχει στηθεί στο ξακουστό διπλανό κτίριο, το Torre Camuzzi, μας υποδέχεται θυμίζοντας μας τα σαράντα τρία χρόνια που πέρασε ο συγγραφέας εδώ, στα νότια των Άλπεων, από το 1919 έως το 1962, που επήλθε ο θάνατος. Οι υπεύθυνοι του μουσείου εξακολουθούν να συγκεντρώνουν αντικείμενα και έργα του. Οι επισκέπτες νιώθουν συγκίνηση βλέποντας τα διάσημα γυαλιά του, τη γραφομηχανή και τις ακουαρέλες του, τις πρώτες εκδόσεις των βιβλίων του. Υπάρχει και ηχητικός οδηγός στα ιταλικά και στα γερμανικά για να δίνει πληροφορίες στον επισκέπτη και να τον κατευθύνει, αφηγούμενος εξαιρετικά τις διαδρομές του Hesse και τη σχέση του τοπίου με τα γραπτά του. Είναι πραγματικά πολύ ελκυστικός ο περίπατος στα δρομάκια της Collina d’Oro όπου o Hesse περπατούσε καθημερινά, όταν σου προσφέρουν τόσες ποιοτικού χαρακτήρα πληροφορίες.

Το Μουσείο ιδρύθηκε το 1997 και βρίσκεται δίπλα στο υπέροχο κτίσμα Casa Camuzzi, όπου ο συγγραφέας έζησε από το 1919 έως το 1931 σε ένα διαμέρισμα με όμορφη θέα στη λίμνη του Lugano. Η Casa Camuzzi είναι ένα παλάτι στη Montagnola που μοιάζει με κάστρο. Χτίστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα από τον αρχιτέκτονα Agostino Camuzzi, γεννημένο στην περιοχή, ο οποίος εργάστηκε και για τον Τσάρο Νικόλαο Α’ στο Ερμιτάζ. Η Casa ολοκληρώθηκε το 1853 και κοσμεί την πανέμορφη περιοχή. Είναι σχεδιασμένη σε στυλ μπαρόκ, συμπληρώνεται με νεογοτθικά στοιχεία και πρωταγωνιστούν σε αυτό τα εμφανή στοιχεία παλαιού ρωσικού παλατιού. Μετά το θάνατο του επώνυμου απόγονου του ιδιοκτήτη, το κτιριακό συγκρότημα αγοράστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 από νέο ιδιοκτήτη και ευτυχώς δείχνει εξαιρετικά συντηρημένο.

 

Τον 20ο αιώνα, το κτίριο κατοικήθηκε από γνωστές προσωπικότητες της λογοτεχνίας και της τέχνης: ο νομπελίστας Hermann Hesse ζούσε στην Casa Camuzzi από το 1919 έως το 1931, ο ζωγράφος και εικονογράφος Günder Böhmer από το 1933 έως τον θάνατό του το 1986 και ο ζωγράφος Hans Purrmann από το 1944 έως το 1950. Στη δεκαετία του 1970 κάτοικος ήταν και ο Ελβετός συγγραφέας Hermann Burger, τον οποίο ομολογώ ότι διάβαζα με μεγάλο ενδιαφέρον στη δεκαετία του 1980. Επέλεξε να αυτοκτονήσει το Φεβρουάριο του 1989, παίρνοντας μια τεράστια δόση υπνωτικών χαπιών. Το έργο του Diabelli εκτιμήθηκε το 2008 και χάρη σε μια υπέροχη θεατρική παράσταση στο ελβετικό Vevey.

Ας επιστρέψουμε όμως στον Hesse.

Χάρη στο Ίδρυμα Hermann Hesse της Montagnola, το μουσείο Hermann Hesse κατέστη ζωντανό σημείο συνάντησης για ένα διεθνές κοινό. Κάθε χρόνο διοργανώνεται ένα μεγάλο πρόγραμμα εκδηλώσεων που προσφέρει προσωρινά εκθέματα μαζί με τα μόνιμα, συνέδρια, συναυλίες, ταινίες, περιπάτους και εβδομαδιαίες αναγνώσεις στα ιταλικά και στα γερμανικά. Η επίσκεψη στο Μουσείο μέσα στην ηρεμία της γαλήνιας περιοχής, μας οδηγεί στα χρόνια που ο συγγραφέας του «Siddharta» απολάμβανε την ειρήνη που αναζητούσε και που του επέτρεψε να ζωντανέψει μερικά αριστουργήματα που παραμένουν, πολλές δεκαετίες μετά τον θάνατό του, μερικά από τα πολυδιαβασμένα βιβλία στον κόσμο. Μια «πατρίδα της ψυχής»: αυτό έγινε ο Χρυσός Λόφος στη Montagnola για τον συγγραφέα.

Δίπλα στο μουσείο άνοιξε ένα λογοτεχνικό καφενείο, όπου μπορούμε να αγοράσουμε βιβλία του νομπελίστα και ανατυπώσεις των εικαστικών του έργων.

Ο πατέρας του συγγραφέα ήταν ο Johannes Hesse, γεννημένος στην Εσθονία. Η μητέρα του ήταν η Marie Gundert, που γεννήθηκε στη Βασιλεία της Ελβετίας. Έφεραν στον κόσμο έξι παιδιά. Ο συγγραφέας πάλεψε και ανεξαρτοποιήθηκε ήδη από τα εφηβικά του χρόνια από τις θρησκευτικές υπερβολές και προκαταλήψεις του καιρού του και της οικογένειάς του. Κάποια στιγμή, γράφει στην αυτοβιογραφία του, «αποφάσισα ότι ή θα είμαι ποιητής ή τίποτα». Στο έργο του Κάτω από τον Τροχό περιγράφει την εμπειρία του από την προτεσταντική εκπαίδευση της εποχής εκείνης.

Ο συγγραφέας με την μεγαλύτερη αδελφή του

Ήταν 19 ετών, όταν ένα περιοδικό στη Βιέννη δημοσίευσε το ποίημα Μαντόνα (1896). Ήδη από τότε είχε σοβαρό πρόβλημα με την όρασή του. Από τότε ο συγγραφέας επίμονα διάβαζε πολύ και δήλωνε ότι αγαπούσε πολύ την ελληνική μυθολογία, διάβαζε Goethe και Schiller. Αυτοί οι λογοτέχνες σηματοδότησαν σε μεγάλο βαθμό το έργο του. Μετά από ένα ταξίδι στην Ιταλία είδε μπροστά του τον δρόμο να φωτίζεται από την φαντασία του που ήταν σε συνεχή βρασμό.

Νέος ακόμα, αποφασίζει να παντρευτεί την Maria Bernoulli που ήταν ήδη δέκα χρόνια μεγαλύτερή του αλλά που αυτό δεν τους εμπόδισε. H σύζυγος εργάστηκε ως φωτογράφος και είχε μελετήσει σοβαρά μουσική. Να σημειωθεί ότι ήταν η πρώτη Ελβετίδα που έκανε επάγγελμα της την ανεξάρτητη φωτογραφία. Δυστυχώς όμως, όταν ο ένας από τους γιους του ζευγαριού αρρώστησε από σοβαρή ασθένεια, η μητέρα εμφάνισε σοβαρές κρίσεις σχιζοφρένειας. Ο γάμος διαλύθηκε, ο συγγραφέας επέλεξε σαν φυγή το να ζήσει στη Montagnola. Ακολούθησαν δυο ακόμα αποτυχημένοι γάμοι που τον διέλυσαν ψυχικά. Ήταν ήδη καταθλιπτικός όταν έγραψε το αριστούργημα Ο λύκος της στέπας, το 1927.

Ο Hesse, αισθανόμενος το τι θα συνέβαινε με την άνοδο των Ναζί, αποφάσισε να μη φύγει πια από την Ελβετία αλλά από εκεί εξέφραζε ανοιχτά την υποστήριξή του προς τους Εβραίους. Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, καμία γερμανική εφημερίδα δεν δημοσίευσε άρθρα του για να αποφύγει τυχόν αντίποινα. Κατά τα επόμενα χρόνια της ζωής του, ο Hesse εστίασε στη διαμόρφωση του ονείρου του.. Το τελευταίο μυθιστόρημα του Hermann Hesse, The Glass Bead Game είναι μια συναρπαστική ιστορία της πολυπλοκότητας της σύγχρονης ζωής. Αποτελεί κλασικό λογοτεχνικό έργο της σύγχρονης λογοτεχνίας.Τοποθετημένο στον εικοστό τρίτο αιώνα, διηγείται την ιστορία του Joseph Knecht, ο οποίος έχει μεγαλώσει στην Κασταλία, το απομακρυσμένο μέρος που η κοινωνία έχει προσφέρει στην πνευματική ελίτ, για να αναπτυχθεί και να ακμάσει. Από την παιδική ηλικία, ο Knecht ασχολείται με το Glass Bead Game, το οποίο απαιτεί μια σύνθεση αισθητικής και φιλοσοφίας, την οποία επιτυγχάνει στην ενήλικη ζωή, και γίνεται Magister Ludi (Κύριος του Παιχνιδιού). Ο Hesse προτείνει την ιδέα για μια εκλεκτική κοινωνία. Αυτό θα επιτευχθεί από μια κοινότητα που παίρνει τα καλύτερα στοιχεία όλων των πολιτισμών για να αναδημιουργήσει ένα μουσικό-μαθηματικό παιχνίδι που οδηγεί τον άνθρωπο προς το καλύτερο.

Το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας ήταν δικό του το 1946, όταν η Γερμανία και ο κόσμος άρχισε να αναρρώνει από τις αιματηρές σελίδες της τότε ανθρώπινης ιστορίας.

Ο θάνατος τον κάλεσε ενώ κοιμόταν, στις 9 Αυγούστου 1962, στην Montagnola. Οι ειδικοί διέγνωσαν ότι αιτία ήταν ένα εγκεφαλικό επεισόδιο. Αξέχαστη η φράση του: Δεν πρέπει να είναι στόχος μας το να γίνουμε άλλο πρόσωπο, αλλά να αναγνωρίσουμε άλλους, να τιμούμε τους άλλους για το απλό γεγονός ότι είναι όπως είναι..

Ο Μπρούνο Βάλτερ, θρυλικός Γερμανός διευθυντής ορχήστρας, που πέθανε στις Ηνωμένες Πολιτείες λίγους μήνες πριν από τον νομπελίστα συγγραφέα το 1962, θάφτηκε δίπλα στον Hermann Hesse και ο τάφος του έχει τον αριθμό 6002.

“Χωρίς παρηγοριά” τιτλοφορείται το ποίημα του αυτό:

Στον πρωταρχικό κόσμο δεν οδηγούν μονοπάτια.
Η ψυχή μας δεν παρηγοριέται με στρατιές των αστεριών,
ούτε με το ποτάμι, δάσος και θάλασσα.
Δεν βρέθηκε δέντρο, ποτάμι, ούτε ζώο που διεισδύει στην καρδιά.
Δεν θα βρείτε παρηγοριά παρά μόνον μεταξύ των συνομηλίκων σας.

Η πιο συνηθισμένη επιστροφή μετα την επίσκεψη στο υπέροχο μουσείο δεν μπορεί παρα να είναι το Λουγκάνο, η Δίδυμη αδελφούλα. Άλλοι παίρνουν από εκεί τρένο για την επιστροφή τους, οι περισσότεροι επιθυμούν να απολαύσουν την ρομαντική βόλτα στη λίμνη, στα διάσημα βουναλάκια και στα μοναδικά πάρκα. Εγώ θα σας προτείνω κάτι άλλο όμως: η εκκλησία Santa Maria degli Angioli είναι ένα από τα πιο σημαντικά κτίρια εδώ. Η εκκλησία ανήκε στο μοναστήρι των οπαδών του Αγίου Φραγκίσκου, η κατασκευή της ξεκίνησε το 1499 και ολοκληρώθηκε το 1515. Η εκκλησία Santa Maria degli Angioli φιλοξενεί σημαντικές τοιχογραφίες του Bernardino Luini που ήταν εξέχων μαθητής του Leonardo da Vinci. Eργάστηκε στην εκκλησία και στο μοναστήρι από το 1527 έως το 1530.

Στη Via Pessina πάμε τώρα. Η λέξη «pessina» σημαίνει ιχθυότοπος. Παρατηρήστε τις στοές και τα κτίρια εκεί γύρω. Η Piazza della Riforma είναι η κεντρική πλατεία της πόλης του Λουγκάνο. Το κύριο κτίριο στην πλατεία είναι το Δημαρχείο που χτίστηκε μεταξύ 1840 και 1844 σε νεοκλασικό στυλ. Λογικό είναι να δείτε την Pessina μπροστά στη λίμνη.

Στη Via Nassa, τον κομψό πεζόδρομο, προτείνω να σταθείτε στην μεγάλη σειρά από στοές, που προσδίδουν στην πόλη μια τυπική ιταλική αίσθηση. Θα σας προτείνω να θαυμάσετε την περιοχή του Palazzo Vanoni που δωρίσθηκε στο κράτος το 1885 και χρησίμευσε ως κατοικία του επισκόπου μέχρι το 1938. Σήμερα είναι δρόμος, πλατεία αλλά και σχολείο. Ενδιαφέρον έχει όμως και το μνημείο του Carlo Battaglini, το φιλοτέχνησε ο γεννημένος εδώ γλύπτης Luigi Vassalli. Ο Battaglini (1812-1888) ήταν δήμαρχος για έντεκα χρόνια.
Υπογραμμίζω και την εκκλησία San Carlo Borromeo χτίστηκε τον 17 ο αιώνα και σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Giovanni A. Galassini, για τον οποίο οι πληροφορίες είναι λίγες και ασαφείς. Στην Piazza Dante, στη γωνία αυτής της κεντρικής πλατείας, υπάρχει η εκκλησία του Sant’Antonio Abate. Η εκκλησία χρονολογείται από τον 17ο αιώνα και χτίστηκε μετά την καταστροφή του μοναστηριού στο οποίο ανήκε. Είναι πολύ επιβλητική.

Piazza Cioccaro, μια ακόμα πλατεία, προέρχεται από το “ciochée” μια λέξη στην τοπική διάλεκτο που σημαίνει “πύργος εκκλησίας”. Εδώ μπορείτε να θαυμάσετε ένα από τα πιο όμορφα παλάτια του Λουγκάνο Το Palazzo Riva που είναι τώρα η έδρα του γερμανικού προξενείου.

Ο καθεδρικός ναός του San Lorenzo δεν υστερεί σε ενδιαφέρον. Είναι ρωμαϊκής προέλευσης κτίριο και επισκευάστηκε-αναμορφώθηκε τον 13ο αιώνα. Κτιριακές δυσκολίες οδήγησαν σε αναστήλωση και η υποβλητική εκκλησία ανακηρύχθηκε καθεδρικός ναός το 1884. Όλα αυτά τα προτείνω κυρίως για να πω ότι είναι γραφικό να ταξιδεύει κανείς σε τόσο όμορφα σημεία της γης, γεμάτα ιστορία και πολιτισμό και να χάνει το χρόνο του κοιτώντας.. καταστηματα.

 

Ευχαριστώ τον Νομπελίστα για τις ευκαιρίες που μας έδωσε σήμερα να απολαύσουμε ομορφιά.