NIΚΟΣ ΚΑΧΤΙΤΣΗΣ
Ελισσάβετ Κοτζιά
Η Ομορφάσχημη είναι Εβραία αυστριακής καταγωγής που επιβίωσε από τον δίχρονο εγκλεισμό της σε απομονωμένο κελί ναζιστικής φυλακής στη Βιέννη. Μετά τον πόλεμο εμμονικά εξιστορεί την περιπέτειά της σε τυχαίους άνδρες με τους οποίους συνάπτει ερωτική σχέση, μερικές όμως ημέρες αργότερα αναίτια την καταστρέφει.
Βλέποντας την κριτική που έγραψα πριν από τριάντα χρόνια (1986) για τη νουβέλα «Ομορφάσχημη» (1960) του εμβληματικού Νίκου Καχτίτση (1926-1970), διαπιστώνω πως πουθενά δεν αναφέρθηκα στα συγκεκριμένα συμβάντα του βίου της αινιγματικής ηρωίδας του. Οπως και το εξίσου αινιγματικό κείμενο του δημιουργού, στάθηκα στη συνθήκη παραλογισμού που διέπει τη συμπεριφορά της Ομορφάσχημης, σε συστοιχία προς τον παραλογισμό που επέβαλε η στρατοπεδική πρακτική του ναζισμού. Η συστηματική έρευνα του Ολοκαυτώματος που μεσολάβησε, και η άρτια φιλολογική επανέκδοση της νουβέλας από την Κίχλη, φέρνει στο φως τον αυτονόητο σήμερα ελλείποντα δεσμό: το τραύμα. Πράγματι, «Η Ομορφάσχημη» δεν αποτελεί πεζογραφία για το Ολοκαύτωμα, όπως παρατηρεί στην αξιοθαύμαστη επιλογική μελέτη του ο Ηλίας Γιούρης. Ο δίχρονος εγκλεισμός της ηρωίδας περιγράφεται μόνο σε δύο σελίδες καθώς δίδεται έμφαση στο πριν και στο μετά. Οπως το άτομο αδυνατεί να βιώσει το αδιανόητο, ομοίως και η λογοτεχνία δεν μπορεί να το αναπαραστήσει. Γι’ αυτό ο Νίκος Καχτίτσης, συνεχίζει ο μελετητής, επιχείρησε να συλλάβει την αλήθεια του γεγονότος όχι μέσα από τις συμβάσεις της ρεαλιστικής αναπαράστασης, αλλά μέσα από τη ρητορική διάθλαση της μεταφορικής γλώσσας. Δεν έκανε δηλαδή θέμα του την ίδια τη γενοκτονία των Εβραίων, αλλά επιδίωξε να ενσωματώσει μέσα στη δομή του κειμένου του τους ρυθμούς, τις διαδικασίες και τις αβεβαιότητες του τραύματος. Αδυνατώντας να αφομοιώσει τη βία του ακραίου συμβάντος, καταλήγει, το άτομο δεν το εγγράφει ως εμπειρία μες στη συνείδησή του, αλλά ως αρνητικό θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομεί τη ζωή του, ως ένα διαρκώς επανερχόμενο αχρονικό φάντασμα που το στοιχειώνει. Εξ ου και η ακατανόητη συμπεριφορά της Γερτρούδης Στερν. Ο παραλογισμός της ζωής της δεν αποτελεί επομένως γενικό μεταφορικό ισοδύναμο του παραλογισμού της ύπαρξης (όπως θεώρησα στο παλαιό κριτικό μου σημείωμα), αλλά ένα πολύ ειδικό μεταφορικό ισοδύναμο της στρατοπεδικής εμπειρίας.
Ο δημιουργός του «Εξώστη» (1964) και του «Ηρωα της Γάνδης» (1967) Νίκος Καχτίτσης εμφανίζεται έτσι να είναι ένας από τους πρώτους Ευρωπαίους πεζογράφους που έπλασαν μια φόρμα προκειμένου να εκφραστεί η μη αφομοιώσιμη βία του ιστορικού παρελθόντος, προκειμένου να διατυπωθεί το εφιαλτικό άρρητο. Πεζογράφος της «φρενιτιώδους» φαντασίας, υπήρξε επιπλέον δεινός αλληλογράφος με παραλήπτες τους ομοτέχνους του Ε. Χ. Γονατά, Τάκη Σινόπουλο και Γιώργη Παυλόπουλο. Στις επιστολές, οι οποίες περιλαμβάνονται στην έκδοση, ο «παιγνιώδης» Καχτίτσης περιγράφει στους φίλους του τη συνάντησή του με μιαν άλλη ομορφάσχημη ανάλογης συμπεριφοράς, τη Γερτρούδη Φίσερ. Σχολιάζοντας τα γράμματα, η φιλολογική επιμελήτρια Γιώτα Κριτσέλη υποστηρίζει πως δεν μπορούμε να ξέρουμε αν η Γερτρούδη Φίσερ υπήρξε πραγματικό πρόσωπο ή όχι, αναμφίβολα πάντως η επιστολική περιγραφή της αποτέλεσε το λογοτεχνικό πρόπλασμα της Γερτρούδης Στερν.
Από τη συνδυασμένη μάλιστα ανάγνωση νουβέλας και επιστολών, η επιμελήτρια προτείνει μία ακόμη προσέγγιση της αινιγματικής ηρωίδας, θεωρώντας πως είναι δυνατόν η έτσι ή αλλιώς διαταραγμένη Γερτρούδη Στερν να μην κλείστηκε καθόλου στη φυλακή (λόγω της ελλιπέστατης περιγραφής του εγκλεισμού της) χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει πως υπήρξε λιγότερο θύμα μιας και κατέληξε να εσωτερικεύσει ως τραύμα την ψύχωση της εποχής που υπήρξε το Ολοκαύτωμα.