Οι φρέζιες της άνοιξης

Για τους παλαιότερους ήταν όντως το λουλούδι της άνοιξης. Οι κήποι σαν ζωγραφιές με τα πολύχρωμα λουλουδάκια τους ανοιχτά, ζωντανά, να μοσχοβολούν, μεγαλωμένες πάνω στο ανθικό στέλεχος από το τέλος του χειμώνα έως τα μέσα της άνοιξης με τα επιμήκη φύλλα της να χαμογελούν, δίπλα σε υάκινθους και κάλλες. «Δεν θέλει νερό, θέλει ήλιο και σκάλισμα αλλά, πάνω απ’ όλα, θέλει αγάπη», μας έλεγε η γιαγιά μας. Η ίδια έβαζε στο τραπεζάκι του διαδρόμου λουλούδια για να ευωδιάζουν οι χώροι και έπαιρνε κηρόσκονη για να φτιάχνει κεριά για την ατμόσφαιρα του σπιτιού.

Οι φρέζιες αντέχουν τουλάχιστον 10 μέρες στο ανθοδοχείο, μέσα στο νεράκι, σε αφήνουν να τις απολαυσεις χορταστικά. Συμβολίζουν την αγνή αγάπη, έτσι πιστεύουν. Στην Ιταλία συμβολίζει το αγαθό της εμπιστοσύνης μεταξύ των ανθρώπων και στην Τουρκία τη δύναμη της ψυχικής υγείας. Ένα τραγουδάκι παιδικό των Σικελών μιλάει για την αθωότητα μιας φρέζιας που γλύτωσε την οικουμένη από τη λάβα.

Printemps qui commence, Η Άνοιξη που φτάνει, του Camille Saint-Saens, από το έργο του Σαμψών και Δαλιδά, με την φωνή της Μαρίας Κάλλας, η μουσική μου πρόταση.

Το κείμενο που ακολουθεί είναι του Στ. Δάφνη και μέσα από μια κοινή ανάμνηση με την σύντροφό του Αιμιλία, ποιήτρια κι αυτή, που αγαπούσε και φρόντιζε πολύ τις φρέζιες του πατησιώτικου κήπου τους, τιμά τον φιλανθή ποιητή μας, τον Κωστή Παλαμά:
«Στο φιλόξενο σπίτι του Κωστή Παλαμά κείνα τα χρόνια, πηγαίναμε κι εμείς οι δύο και πάντα με τον σεβασμό που εμπνέει το προσκύνημα στο ναό μιας τέχνης θείας… Δεν ξέρω πως ο λόγος έπεσε στα λουλούδια. Ο ποιητής ήταν «φιλανθής» καθώς μας το δείχνει και η ποίησή του. Μας εξήγησε την αγάπη του «στα ωραιότερα παιδιά της Φύσης» τα λουλούδια.
– Προτιμώ τη φρέζια, είπε ο Παλαμάς.
– Και όμως, παρατήρησε η Αιμιλία, έξω, στη σκάλα σας και στο μπαλκόνι, είδα διάφορες γλάστρες, με μυριστικά, αλλά ποτέ δεν είδα φρέζιες.
– Ναι, λείπει, ακριβώς, εκείνο που προτιμώ, είπε με παράπονο ο Παλαμάς και κοίταξε την αγαπημένη του σύζυγο.
– Καλά, καλά, Κωστή, χαμογέλασε η Μαρία. Θα φροντίσω ν’ αγοράσουμε μια γλάστρα από την Αγία Ειρήνη.
Η Αιμιλία Δάφνη, τότε -λάμψανε τα μάτια της από χαρά- εζήτησε την άδεια («και την ευτυχία», είπε) να προσθέσει αυτή, «από τον ταπεινό μας κήπο», το λουλούδι που έλειπε, όταν θα ερχότανε ο καιρός του…
Ο Ποιητής ευχαρίστησε την Ποιήτρια των «Χρυσών Κυπέλλων» για την ευγενική της προθυμία και η κουβέντα τους ετελείωσε και για κείνο το δειλινό.
– Έφη, είπε, τέλος, μια μέρα η Αιμιλία, θα πας αυτή τη γλάστρα στο σπίτι του κύριου Παλαμά.
Και το κορίτσι του σπιτιού πήρε τη γλάστρα, που είχε είκοσι-τριάντα ανθισμένες φρέζιες και την έφερε στην οδό Ασκληπιού 3.Ύστερα από μέρες, ήρθε η απάντηση, γραμμένη σε στίχους, που ο Ποιητής τους έστειλε σε μένα με το ακόλουθο γράμμα του, που το έλαβα καθυστερημένο από το Ταχυδρομείο:

3.4.33

Φίλε ποιητή,
Βλέπεις το εσώκλειστο γράμμα με τα ταχυδρομικά του σημειώματα τα ελεεινά που έγραψα τη διεύθυνση σύμφωνα με το σημείωμα της γυναίκας σου και που ευρέθη ανεπαρκής. Σε παρακαλώ, λοιπόν, να της το δώσεις εσύ, ύστερ’ από τόσες μέρες και να ευχαριστήσεις κι εσύ από μέρους μου την ποιήτρια για την ποιητική της προσφορά.
Θυμούμαι πως κάτι μου είχες πει τη μόνη μέρα που συναντηθήκαμε στο γραφείο του Δροσίνη, και αυτή θα είναι η πραγματοποίηση της υποσχέσεώς σου. Σας ευχαριστώ και τους δύο, γιατί και τους δύο, από χρόνια τώρα, θαυμάζω.
Ο γερασμένος φίλος σου
Κωστής Παλαμάς

Χάρηκε, βέβαια, πολύ η ποιήτρια, αλλά δεν ήθελε να τους δημοσιεύσει τους στίχους, αν και ο Παλαμάς προφορικώς, σε κατοπινή επίσκεψή μας, της είχε δώσει την άδεια. Μου έλεγε: «Θα πούνε ότι το έκανα για ρεκλάμα. Ξέρεις ότι εμένα δεν μου αρέσουν αυτά». Αργότερα, που γράφαμε τις «Ιστορίες Λουλουδιών» και της το επρότεινα πάλι, η Αιμιλία είπε: «Καλά. Δημοσίευσέ το εσύ, άμα πεθάνω». Και το έκλεισε πάλι στο συρτάρι της. Τώρα, που κ’ εκείνη έφυγε, φέρνω στη δημοσιότητα το σύντομο ποίημα του Παλαμά, αφού κάθε στίχος του Μεγάλου μας Ποιητή αποτελεί κι ένα πολύτιμο πετράδι στο πολύεδρο και λαμπερό έργο της ζωής του.

Στην Αιμιλία του Στέφανου Δάφνη

Μια γλάστρα. Οι φρέζιες οι ξανθές. Μεσ’ στο Μαρτιού το κρύο
Το πρόσωπό της η Άνοιξη μου ξεσκεπάζει γελαστό/
Άνθια είναι; Είναι του στίχου σου μελωδικό βιβλίο;
Με ξεγελά κάποιο όνειρο. – Ποιήτρια, σας Ευχαριστώ.
29-3-1933
Κωστής Παλαμάς

Λογαριάζω να πάω μια μέρα στον τάφο του Κωστή Παλαμά. Θα διαλέξω ένα λιόχαρο πρωί, που η εαρινή ευδία θα κατεβαίνει μέσα στην ψυχή ευτυχισμός και γαλήνη. Πουλιά να πετούν στον αέρα, πεταλούδες… Θα μαζέψω όλες τις φρέζιες του Πατησιώτικου κήπου μας, και θα τις κρατώ αγκαλιά, σαν κάτι πολύτιμο, γιατί κηπεύτηκαν με φροντίδα και τις συντηρεί η στοργή και η ανάμνηση.
Θα σταθώ μπροστά στον τάφο του Ποιητή, θα τις σκορπίσω στο χώμα του και θα πω:
– Αυτές τις φρέζιες Σου τις στέλνει η Αιμιλία Δάφνη. Δέξου τες με την ίδια καλοσύνη. Είναι χρυσοπόρφυρες άνθινες φλόγες, σαν την δικής Σου καρδιάς. Και είναι ευλαβική προσφορά, όχι μονάχα από το δικό μου ταπεινό χέρι, μα κι από τη Σκιά της Ποιήτριας, που τόσο εξετίμησες την τέχνη κ’ έγραψες, πρώτος, το εγκώμιο στα «Χρυσά Κύπελλά» της… Είναι από τις ίδιες εκείνες φρέζιες, και στις έφερα με συγκινημένη καρδιά και βουρκωμένα μάτια».