Η αρμονία των παραμυθιών – Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν

Γεννήθηκε στις 2 Απριλίου 1805 στο Οντένσε, στο νησί Φιονία της Δανίας. Ο πατέρας του με τον καιρό ξέπεσε και δούλευε παπουτσής, για να ζήσει την οικογένειά του. Αλλά, μην μπορώντας να αντέξει στη φτώχεια, πέθανε πολύ νέος, αφήνοντας το γιο του το Χανς ορφανό, με τη μητέρα του για στήριγμα.
Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν ήταν παιδί με αχαλίνωτη φαντασία. Πολλές φορές τον έβλεπαν να περπατά σαν ονειροπαρμένος και απρόσεκτος. Το μυαλό του κατοικούσε στα ποιήματα και στο διάβασμα. Προσπάθησε άδικα να μάθει την τέχνη του ράφτη, σε αυτήν είχε διακριθεί αρχικά ο πατέρας του. Όταν τέλειωσε το σχολείο άπορων παιδιών, μπήκε σε ένα ραφτάδικο, για να μάθει την τέχνη, αλλά μάταια. Το ενδιαφέρον του κέρδισε το θέατρο, όπου αποστήθιζε ολόκληρες σκηνές από τα έργα που έβλεπε. Όταν ήταν με τους φίλους του, του άρεσε να απαγγέλλει και να τραγουδά.

Το σπίτι – μουσείο στη γενέθλια πόλη

Ήταν δεκατεσσάρων χρονών, όταν, έφθασε στην Κοπεγχάγη, με το όνειρο να γίνει ηθοποιός. Έδωσε εξετάσεις στη Βασιλική Σχολή θεάτρου, αλλά ήταν τόσο άσχημος και αδύνατος, που δεν τον δέχτηκαν. Ευτυχώς η ωραία φωνή του άνοιξε δρόμο. Άρχισε να σπουδάζει μουσική, αλλά αρρώστησε ξαφνικά και έχασε τη φωνή του. Έτσι, το μόνο ταλέντο που του έμεινε ήταν το ταλέντο της ποίησης. Οι στίχοι του άρεσαν, βρήκε κι έναν προστάτη, τον Κέλλαν, που τον έστειλε στο πανεπιστήμιο, τότε κέρδισε και μια βασιλική επιχορήγηση. Το 1827 δημοσίευσε ποιήματά του, έπειτα εξέδωσε μια σειρά έργων που του εξασφάλισαν την παγκόσμια δόξα.
Αφού εξέδωσε αρκετά βιβλία, άρχισε τα ταξίδια. Γερμανία, Γαλλία, Αγγλία, Ελλάδα, Ιταλία, Τουρκία, Ανατολή και Δύση.  Ένα πολύ ενδιαφέρον κομμάτι των γραπτών του καταθέσεων ανήκει στην ταξιδιωτική λογοτεχνία. Το Μάρτιο του 1841 με το ατμόπλοιο «Λεωνίδας» και στις ήρθε στην Ελλάδα όπου έμεινε περίπου ένα μήνα. . Από το ημερολόγιό του: «Πέρα μακριά από τη φωτεινή γαλάζια θάλασσα με χαιρετά η Ελλάδα […] και το δελφίνι που πετά και χαίρεται το κύμα». Με τη βοήθεια Δανών που είχαν εγκατασταθεί εδώ και την φιλόξενη βοήθεια των αδελφών Χάνσεν, των αρχιτεκτόνων, στους οποίους χρωστάμε πολλά αρχιτεκτονικά αριστουργήματα, οργανώθηκαν συναντήσεις στις οποίες ο παραμυθάς διάβασε έργα του σε λογοτεχνικούς αθηναϊκούς κύκλους. Στις περιγραφές του αναφέρει και δύο Σμυρνιούς Έλληνες, τους οποίους γνώρισε σε φιλικό του σπίτι και θαύμασε τον τρόπο τραγουδούσαν ιστορικά δημοτικά τραγούδια σαν αρχαίοι ραψωδοί. Συνόδευαν τα τραγούδια με ένα βενετσιάνικο μαντολίνο και ένα βιολί. Στις 2 Απριλίου του 1841 γιόρτασε τα γενέθλιά του στην Ακρόπολη. Εδώ λοιπόν έγινε 36 ετών. Περιγράφει τον Παρθενώνα: «Στενά μονοπάτια σε οδηγούν ανάμεσα σε σπασμένα κιονόκρανα που είναι σαν το χιόνι, εκθαμβωτικά λευκά…». Επιστρέφοντας κάθε βράδυ  στο μικρό ξενοδοχείο στην οδό Ερμού γράφει ασταμάτητα.

Η Μικρή Γοργόνα, στην Κοπεγχάγη

 

Ξεπέρασε τα σύνορα της μικρής του πόλης. Ξεπέρασε το χώρο και το χρόνο. Ακόμη και σήμερα οι ιστορίες που διαβάζονται και συγκινούν όλους ανεξαρτήτως ηλικίας. Η ζωή του σημαντικότερου παραμυθά δεν μοιάζει πάντως με το «έζησαν αυτοί καλά», είχε κυρίως κακές μάγισσες. Απόκτησε μεγάλη δόξα αλλά η μεγαλύτερη ευτυχία του ήταν η υποδοχή της ιδιαίτερης πατρίδας του, του Οντένσε, που τον τίμησε το 1867.
168 παραμύθια 168 κόσμοι παιδικοί. «Η πριγκίπισσα και το μπιζέλι», «Η βασίλισσα του χιονιού», «Το ασχημόπαπο», «Το μολυβένιο στρατιωτάκι», «Η μικρή γοργόνα», «Τα καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα», «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα», «Η Τοσοδούλα», «Το Χριστουγεννιάτικο Έλατο» . Ταξίδια, βραβεία, λεφτά, γνωριμία με τον αγαπημένο του Τσαρλς Ντίκενς, τόποι μαγικοί, αρχαίοι όπως ο δικός μας και φωτεινοί η πιο μοντέρνοι, δουλειά με τα παιδιά των εργατών εις μνήμη των θλιβερών δικών του δύσκολων παιδικών χρόνων.
Δεν μπόρεσε να κάνει δική του οικογένεια. Αφιερώθηκε στα παιδιά, ανίχνευσε τους φανταστικούς κόσμους τους, αν και δεν απέκτησε ποτέ δικά του.

Στις 4 Αυγούστου του 1875, ο μεγαλύτερος παραμυθάς όλων των εποχών, αναχωρεί για τον καταληκτικό κόσμο της φαντασίας, ύστερα από σύντομη ασθένεια. Ο εθνικός ύμνος της Δανίας έχει δικούς του στίχους, το άγαλμα του είναι αξιοθέατο στην Κοπεγχάγη, τα έργα του βρίσκονται στις βιβλιοθήκες και κυρίως στις μνήμες όλων, είναι ένας ήρωας-σύμβολο της χώρας του. Βρήκε αναγνώριση, δόξα, αλλά ποτέ την ευτυχία. Αποχαιρέτησε τη ζωή καταδικασμένος στην απελπισμένη αναζήτηση της αγάπης που δεν του χαρίστηκε. «Το να ζεις μόνο, δεν είναι αρκετό, του είπε η πεταλούδα. Πρέπει να έχεις λιακάδα, ελευθερία και ένα μικρό λουλουδάκι». Τα λόγια είναι δικά του και μακάρι να τα φυλάμε σαν δικά μας..

Η μουσική μου πρόταση, είναι όχι κλασική, όχι ρομαντική, όχι μπαρόκ. Είναι όμως 100/100 εγκεκριμένη από τον Παραμυθά. Θα νιώσετε σαν να είναι κι αυτός θεατής-ακροατής.