Χρήστος Αστερίου: “Στη λογοτεχνία πρέπει να έχεις πάθος και να μένεις σταθερός σε αυτό που πιστεύεις. Στο τέλος, ίσως και να δικαιωθείς!”

 

Η κεντρική φωτογραφία είναι της Ζυρράνας Στόικου

Συνέντευξη στην Ελένη Γουρνέλου*

 

Ο Χρήστος Αστερίου είναι ένας από τους  πλέον σημαντικούς συγγραφείς της γενιάς του. Γεννήθηκε το 1971 στην Αθήνα. Σπούδασε Γερμανική Φιλολογία στην Αθήνα, στο Βίρτσμπουργκ και στην Ζυρίχη και εργάζεται στην εκπαίδευση. Κείμενά του έχουν συμπεριληφθεί σε διάφορες θεματικές ανθολογίες κι έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, στα γερμανικά, στα ιταλικά και στα σερβικά. Επιμελήθηκε τις επιστολές του Δ.Π. Παπαδίτσα προς τον Ε.Χ. Γονατά “Να μου γράφεις έστω και βαδίζοντας” (Πατάκης 2001) και μετέφρασε λογοτεχνικά και φιλοσοφικά βιβλία από τα γερμανικά (Κρίστα Βoλφ, Χανς-Γκέοργκ Γκάνταμερ).

Από τις εκδόσεις Πατάκη έχουν εκδοθεί τα βιβλία του «Το γυμνό της σώμα και άλλες παράξενες ιστορίες» (2003), «Το ταξίδι του Ιάσονα Ρέμβη» (2006) επανέκδοση από τις εκδόσεις Πόλις (2013). Από τις εκδόσεις Πόλις, επίσης, έχουν κυκλοφορήσει τα βιβλία του «Ισλα Μπόα» (2012) και «Η θεραπεία των αναμνήσεων» (2019). Το τελευταίο είναι ένα αφήγημα ενδοσκόπησης που εξελίσσεται σε προσωπική καταγραφή αναμνήσεων και συναισθημάτων αλλά και ενός ντοκουμέντου για τη ζωή των μεταναστών δεύτερης και τρίτης γενιάς στην Αμερική.

Ο συγγραφέας μέσα από τη προσωπική εξομολόγηση του ήρωά του και την ανακάλυψη του παρελθόντος του, τη σχέση του με τον πατέρα, τον έρωτα, τη ματαίωση και την ανα-σύσταση της ζωής του, ανακαλύπτει και, κυρίως, αποδέχεται ένα κομμάτι της ταυτότητάς του που τον ‘εξημερώνει’  στην σχέση του με τον οικείο Άλλον αλλά και με τον Εαυτό ως ένα διαρκές ζητούμενο. Μέρος του βιβλίου, όπως μας είπε ο συγγραφέας, έχει γραφτεί στο «Αχλάδι» της Σύρου.

H συνέντευξη παραχωρήθηκε στην Ελένη Γουρνέλου για την εκπομπή «Συναντήσεις» στο empneusi.gr. και έχει αναρτηθεί στην διεύθυνση: https://www.empneusi.gr/podcast/christos-asteriou-sunantiseis/

 

Ελένη Γουρνέλου: Κε Αστερίου καλησπέρα σας. Σας ευχαριστώ πολύ για την αποδοχή της πρόσκλησης του σταθμού ΕΜΠΝΕΥΣΗ που εκπέμπει στη Σύρο και τις Κυκλάδες.

Χρήστος Αστερίου: Καλησπέρα σας. Ευχαριστώ κι εγώ για τη πρόσκληση. Εχω κάποια ιδιαίτερη σχέση με τις Κυκλάδες αφού έχω ζήσει για κάποιους μήνες  στη Σύρο και μερικά χρόνια στην Πάρο.

Ελένη Γουρνέλου: Πράγματι. Και σε μια επικοινωνία που είχαμε, μού είπατε ότι ένα μέρος του τελευταίου σας βιβλίου «Η θεραπεία των Αναμνήσεων» έχει γραφτεί στην περιοχή «Αχλάδι» στη Σύρο. Θέλετε να μας πείτε δυο λόγια για τις εντυπώσεις σας από τη παραμονή στο νησί και αν σας ενέπνευσε κάτι εδώ στη Σύρο στη συγγραφή σας γι’ αυτό το βιβλίο;

Χρήστος Αστερίου: Μου αρέσουν οι Κυκλάδες και πιστεύω ότι κάθε νησί είναι ένας ξεχωριστός κόσμος. Αυτό ισχύει και για το αστικό τοπίο της Ερμούπολης. Έζησα περισσότερο στο «Αχλάδι» βέβαια. Όσο για το θέμα της έμπνευσης να πω το εξής: από τη στιγμή που έχεις καταλήξει στο τι θα γράψεις είναι περισσότερο θέμα δουλειάς. Μπορώ δε να σας πω ότι αυτό το κλισέ ότι ‘είμαι σ’ ένα ωραίο νησί και μπορώ να γράψω’ για μένα δεν ισχύει με την έννοια ότι στα ωραία νησιά θέλω να είμαι συνεχώς έξω οπότε θα πρέπει να προσπαθήσω διπλά. Να παραμείνω μέσα, δηλαδή, να κλείσω τα παντζούρια, να κάνω μια τεχνητή συσκότιση για να μπορέσω να γράψω.

Ελένη Γουρνέλου: Δηλαδή, εσείς όταν γράφετε ένα βιβλίο έχετε, ήδη, κατασταλάξει που πάει  η ιστορία του ή σας πάει μόνη της;

Χρήστος Αστερίου: Δεν μπορώ να προχωρήσω αν δεν έχω, ήδη, έναν σκελετό που μπορεί να πάρει μήνες ή και χρόνια για να διαμορφωθεί. Ξεκινάω έτσι και στην πορεία αλλάζουν πράγματα ή προστίθενται άλλα που δεν μπορώ να τα γνωρίζω από την αρχή.

Ελένη Γουρνέλου: Γνωρίζετε το τέλος ενός μυθιστορήματος όταν γράφετε;

Χρήστος Αστερίου: Ναι, στα δυο τελευταία βιβλία μου το γνώριζα. Στην «Θεραπεία των αναμνήσεων» γίνεται αναφορά σε μια συγκεκριμένη θεραπεία για την άνοια στον τίτλο, η οποία παίζει συγκεκριμένο ρόλο στο κλείσιμο του βιβλίου. Γι’ αυτό και ήξερα εκ των προτέρων πώς θα την χρησιμοποιήσω δραματουργικά.

Ελένη Γουρνέλου: Συνήθως πώς επιλέγετε τα θέματα των βιβλίων σας; Τι σας δίνει αφορμή για ένα θέμα; Το βρίσκετε στην καθημερινότητά σας ή σας απασχολεί σαν άνθρωπο εσάς υπαρξιακά;

Χρήστος Αστερίου: Είναι συνδυασμός. Ομολογώ πως δεν θυμάμαι πότε ανάβει η σπίθα για ένα βιβλίο. Μπορεί να είναι μια ανεπαίσθητη κίνηση, ένας τύπος ανθρώπου που μου προκαλεί το ενδιαφέρον, όπως ένας κωμικός, για παράδειγμα, στο συγκεκριμένο βιβλίο. Πάντα είχα μια αγάπη για τους κωμικούς θεωρώντας τους ανθρώπους με δυο όψεις. Μια φωτεινή που διαφαίνεται στο χιούμορ, σε επαγγελματικό αλλά και σε προσωπικό επίπεδο. Και το λέω αυτό γιατί κάποιος μπορεί να έχει χιούμορ χωρίς να είναι επαγγελματίας, να είναι απλώς ο κωμικός της παρέας. Υπάρχει, όμως, και το σκοτεινό κομμάτι, η μελαγχολική πλευρά που πάντα με ενδιέφερε και ήθελα να ασχοληθώ συγγραφικά μαζί της.

Ελένη Γουρνέλου: Πότε συνειδητοποιήσατε ότι θέλετε να γίνετε συγγραφέας;

Χρήστος Αστερίου: Από μικρός ξεκίνησα με ποιήματα που, για το καλό της ποίησης και το δικό μου, τα εγκατέλειψα γρήγορα. Ήμουν τακτικός θαμώνας στο τυπογραφείο των εκδόσεων «Στιγμή» ως φοιτητής. Εκεί σύχναζαν μεγάλοι συγγραφείς και ποιητές, από τον δάσκαλό μου Ε.Γονατά, τη Κική Δημουλά κ.α. Σκάρωνα κάποια ποιήματα, εξέδωσα και μια ποιητική συλλογή, σιγά- σιγά και ανεπαίσθητα πέρασα στο διήγημα κι από εκεί στη μεγαλύτερη φόρμα.

Ελένη Γουρνέλου: Πώς αισθανόσασταν, τότε, ως ένας νέος που συμμετείχε σε μια ομάδα με καταξιωμένους ανθρώπους του λόγου; Ίσως κάνατε, επίσης, και μια σύγκριση με το σήμερα που δεν είμαι σίγουρη αν υπάρχει μια τέτοια περιέργεια από τους νέους, να συχνάζουν και να γνωρίζουν τέτοιους ανθρώπους από κοντά…

Χρήστος Αστερίου: Δεν θα χρησιμοποιούσα πάντως το ρήμα «συμμετέχω» γιατί ήμασταν αρκετά νέοι. Απλώς καθόμασταν και τους παρακολουθούσαμε με τρομερό δέος. Έπειτα τους ακολουθούσαμε σε κάποια ταβέρνα και αργότερα πολύ δειλά τους εμπιστευόμασταν κάποια κείμενα. Αυτό δεν συμβαίνει σήμερα γιατί δεν υπάρχουν λογοτεχνικές παρέες τέτοιου είδους. Οι παρέες είναι περισσότερο διαδικτυακές, δεν υφίσταται και η έννοια της μαθητείας, να κάτσεις δίπλα σ’ έναν τεχνίτη του λόγου. Αυτό έχει αντικατασταθεί κατά κάποιο τρόπο από τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής.

Ελένη Γουρνέλου: Αφήσατε, λοιπόν τα ποιήματα και αρχίσατε να γράφετε μεγαλύτερα κείμενα, πεζά.

Χρήστος Αστερίου: Ναι. Χωρίς να γνωρίζω τι και πώςΩς φοιτητής έγραψα μια συλλογή διηγημάτων που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ με τίτλο: «Το γυμνό της σώμα και άλλες παράξενες ιστορίες» (2003), μετά με μια σχοινοτενή νουβέλα που δεν άνοιξε τόσο όσο να γίνει μυθιστόρημα «Το ταξίδι του Ιάσονα Ρέμβη» (2006). Ύστερα τα μυθιστορήματα  «Ισλα Μπόα» (2012) και «Η θεραπεία των αναμνήσεων» (2019) και τα δύο από τις εκδόσεις ΠΟΛΙΣ.

Ελένη Γουρνέλου: Μέσα από αυτή σας την εμπειρία θα λέγατε ότι τελικά τα πράγματα έρχονται και μας παίρνουν ή τα επιλέγουμε κι εμείς;

Χρήστος Αστερίου: Είναι μια διαλεκτική σχέση. Συνήθως, σε μεγαλύτερες ηλικίες κάνουμε το λάθος να νομίζουμε ότι ελέγχουμε τα πράγματα λόγω εμπειρίας αλλά αυτό δεν ισχύει. Είναι ένα πάρε-δώσε. Για να περιοριστώ στα συγγραφικά: πολλές φορές τραβάς το βιβλίο να πάει προς τα κάπου συγκεκριμένα αλλά η γλώσσα σε οδηγεί αλλού. Είναι ένα συνεχές αλισβερίσι που τελειώνει μόνο με το ‘τυπωθήτω’.

Ελένη Γουρνέλου:  Από όσα βιβλία σας έχω διαβάσει διακρίνω ότι,  υπάρχει πραγματικά μια καινοτομία στα θέματα που επιλέγετε και το είδα αυτό τόσο στη «Θεραπεία των αναμνήσεων» που συνδυάζει την ‘εξομολόγηση’ σε πρώτο πρόσωπο, το παρελθόν αλλά και τον αυτοσαρκασμό όσο και στο «Ισλα Μπόα» στο οποίο αναφέρεστε σ’ ένα παιχνίδι συμβίωσης σ’ ένα νησί όπου δέκα άνθρωποι, απομονωμένοι απ’ τον πολιτισμό, ο καθένας και η καθεμία με το δικό του παρελθόν, οφείλουν να συμβιώσουν σε καθεστώς πίεσης. Πρόκειται για ένα reality …ένα πείραμα. Είναι ένα βιβλίο που σχολιάζει τον μοντέρνο ανθρωπισμό προσπαθώντας ταυτόχρονα να εμβαθύνει στις παράλληλες απώλειες. Εσείς, πώς βλέπετε να εξελίσσεται ο σύγχρονος πολιτισμός, πράγμα που έτσι κι αλλιώς είναι μια αργή διαδικασία μέσα στον χρόνο; Τι έχει αλλάξει σήμερα κατά τη γνώμη σας και προς ποια κατεύθυνση, αν έχει αλλάξει; Πόσο μας έχει επηρεάσει το διαδίκτυο πολιτισμικά, κάτι, που έτσι κι αλλιώς, ως διαδικασία είναι αργή.

Χρήστος Αστερίου:  Η τεχνολογική επανάσταση που συνέβη τα τελευταία χρόνια είναι συνταρακτική και έχω την εντύπωση ότι δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει επαρκώς. Έχει αλλάξει ριζικά ο τρόπος που υπάρχουμε μέσα από τα δίκτυα, ο τρόπος που επικοινωνούμε και αυτοσκηνοθετούμαστε. Αυτό έχει αργές και λιγότερο αργές επιδράσεις στον ψυχισμό του καθενός. Στην Κίνα, για να δώσω ένα άλλο παράδειγμα, τείνει να δημιουργηθεί ένα κράτος- ‘μεγάλος αδελφός’. Οι εξελίξεις είναι τόσο γρήγορες που αμφιβάλω αν έχουμε τα ανακλαστικά να τις καταγράφουμε λογοτεχνικά. Ζούμε σε μια ενδιαφέρουσα εποχή που δίνει πολλή τροφή για σκέψη και γράψιμο.

Ελένη Γουρνέλου: Δηλαδή, να προβλέψουμε ότι το επόμενο μυθιστόρημά σας μπορεί να έχει σχέση με το διαδίκτυο;

Χρήστος Αστερίου: Όχι, το επόμενο θα είναι μια συλλογή διηγημάτων αλλά δεν θα έχει σχέση με την τεχνολογία. Προσπαθώ να μην επαναλαμβάνομαι.

Ελένη Γουρνέλου: Στο βιβλίο σας «Το ταξίδι του Ιάσονα Ρέμβη» μιλάτε για έναν Έλληνα μετανάστη της Αυστραλίας που αναζητά την ταυτότητά του μέσα από αντιφατικές καταστάσεις αλλά και ανατροπές. Αλλά και ο ήρωας της «της θεραπείας των αναμνήσεων» έχει καταγωγή ελληνική αλλά δεν έχει μόνο αυτή την καταγωγή. Γενικότερα στα βιβλία σας οι πρωταγωνιστές σας είναι και δεν είναι ακριβώς Έλληνες. Προέρχονται από μικτούς γάμους, έχουν ξένα επίθετα ή κατοικούν σε άλλες χώρες. Υπάρχει κάποιος λόγος που το επιλέγετε αυτό; Σας έχει επηρεάσει το γεγονός ότι ζείτε και εργάζεστε στο Βερολίνο;

Χρήστος Αστερίου: Έχω ζήσει συνολικά 8 χρόνια στο εξωτερικό συμπεριλαμβανομένων και των σπουδών. Προφανώς και έχει παίξει ρόλο στην επιλογή των θεμάτων και των ηρώων μου.

Ελένη Γουρνέλου: Λέτε σε κάποιο σημείο στο βιβλίο σας «Ισλα Μπόα» ότι ‘ο ξένος τόπος και το άγνωστο, όσο κι αν τα παλεύεις, με το που περνάει λίγο ο καιρός, σε βάζουν πάντα κάτω κι ότι όποιος έχει βρεθεί στα ξένα πρέπει να υποταχτεί στον τόπο που μένει και να προσκυνήσει τις παραξενιές του αλλά, κυρίως λέτε μέσω της μάνας του πρωταγωνιστή σας πάντα, ότι μόνο όταν κάποιος βρίσκει τα πατήματά του σ’ ένα ξένο τόπο, τότε, τον αποδέχονται’. Για εσάς πόσο εύκολο ήταν και είναι να βρείτε τα πατήματά σας σ’ έναν ξένο τόπο στη συγγραφή ή στην εκπαίδευση ώστε να δημιουργήσετε; Σας βοηθά που είστε ξένος;

Χρήστος Αστερίου: Έχω την τύχη να ζω σε μια πόλη που είναι τρομερά ανοιχτή, στο ΒερολίνοΤρομερά υποστηρικτική ακόμα για τους ξένους συγγραφείς που γράφουν στη γλώσσα τους. Δεν είμαι, με άλλα λόγια, ο τυπικός μετανάστης που ζει σε μια χώρα που θέλει να τον βάλει σε καλούπια. Αυτό που μαθαίνεις ζώντας σε μια μεγαλούπολη όπως το Βερολίνο είναι να κατανοείς τον εαυτό σου, να μην τον υπερεκτιμάς αλλά ούτε και να τον υποτιμάς. Βγαίνεις έτσι από το ΄χωριό’ όπου ενδεχομένως θεωρείσαι κάτι ιδιαίτερο. Εδώ καταλαβαίνεις ότι υπάρχουν εκατοντάδες άνθρωποι που γράφουν με τον ίδιο ή και καλύτερο τρόπο. Αυτό είναι ένα μεγάλο κέρδος όταν ζεις σε μια τέτοια μητρόπολη.

Ελένη Γουρνέλου: Ένα είδος κοσμοπολιτισμού, δηλαδή;

Χρήστος Αστερίου: Όχι με την παλιά έννοια του καλοντυμένου ζευγαριού που ταξίδευε με πολυτελή τραίνα από το Παρίσι στο Λονδίνο. Τώρα κοσμοπολιτισμός είναι το ταξίδι με τη φθηνή αεροπορική εταιρεία, πολύ πιο εύκολο από παλιά. Είναι μια έντονη ζύμωση, εξαιρετικά χρήσιμη από κάθε πλευρά.

Ελένη Γουρνέλου: Βρίσκετε διαφορές ανάμεσα σ’ έναν Έλληνα μετανάστη στο εξωτερικό από έναν μετανάστη ή πρόσφυγα στην Ελλάδα σήμερα; Κι αν ναι, ποιες είναι αυτές οι διαφορές; Το λέω αυτό γιατί κάποτε κάνατε και τη δουλειά του ασφαλιστή και επισκεπτόσασταν σπίτια όπου βλέπατε οικογένειες ξένων που κατοικούσαν στην Ελλάδα.

Χρήστος Αστερίου: Πράγματι. Έχω κάνει πολλές δουλειές. Έχω δουλέψει στην τράπεζα αλλά ευτυχώς κατάφερα ν’ αποδράσω εγκαίρως γιατί αλλιώς δεν θα είχα γράψει τίποτα. Ήταν, όμως, μεγάλο σχολείο και η δουλειά του ασφαλιστή γιατί αναγκαζόμουν να πηγαίνω σε σπίτια άγνωστων σε μένα περιοχών, να παρατηρώ έναν άλλο κόσμο. Υπάρχει αρκετός  συντηρητισμός στην Ελλάδα, παρά τα λεγόμενα, αλλά δεν μου είναι εύκολο να συγκρίνω γιατί, όπως προανέφερα, δεν ζω στη Γερμανία αλλά στο Βερολίνο. Το Βερολίνο είναι ένα νησί στη γερμανική ενδοχώρα, αυτή ήταν και η επονομασία του, μια νησίδα ιδιαίτερης ανεκτικότητας. Στην Ελλάδα αντιδρούμε άλλοτε ως Ευρωπαίοι, άλλοτε ως Βαλκάνιοι κι άλλοτε ως Ανατολίτες. Πάντα έτσι, νομίζω, πως είμασταν, λιγότερο ή περισσότερο. Μοιρασμένοι ανάμεσα στη Δύση και σε μια πιο οπισθοδρομική Ανατολή.

Ελένη Γουρνέλου: Ζώντας στο εξωτερικό πλέον και το γεγονός ότι δεν ακούτε τη γλώσσα σας, σάς κάνει να σκέφτεστε συχνά την Ελλάδα και με ποιο τρόπο; Αναρωτιέστε, επίσης, αν το μυθιστόρημα μπορεί να επιβιώσει εδώ και να ανθίσει; Πώς το βλέπετε από μακριά αυτό;

Χρήστος Αστερίου: Δεν έχει σημασία το που ζώ αλλά το γεγονός ότι γράφω ελληνικά. Είμαι Έλληνας συγγραφέας. Δυστυχώς, παρατηρείται μια διαρκής υποχώρηση στον ήδη μικρό αριθμό αναγνωστών τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Είναι μια υπόθεση λίγων ανθρώπων η συστηματική ανάγνωση λογοτεχνίας.

Ελένη Γουρνέλου: Εσείς έχετε σπουδάσει γερμανική φιλολογία. Πόσο εύκολο θα σας ήταν να γράψετε στα γερμανικά;

Χρήστος Αστερίου:  Όπως συνηθίζω να λέω, ακόμα μαθαίνω ελληνικά και είμαι ευτυχής που μπορώ να γράψω σε μια τουλάχιστον γλώσσα. Δεν θα αποτολμούσα κάτι τέτοιο στα γερμανικά.

Ελένη Γουρνέλου: Κε Αστερίου ποιο είναι το υπαρξιακό κέρδος που μπορεί να έχει ένας συγγραφέας ολοκληρώνοντας ένα βιβλίο; Για εσάς υπάρχει κάτι τέτοιο;

Χρήστος Αστερίου: Δεν ξέρω αν είναι υπαρξιακό κέρδος αλλά σίγουρα πρόκειται για ένα στοίχημα. Είναι ένα βιβλίο που ξεκινά με κάποιες αρχικές σκέψεις, σκόρπιες ενδεχομένως, που προσπαθείς να τις συγκρατήσεις σε κάποιο σημειωματάριο. Και μετά ένας αγώνας να τις κάνεις λογοτεχνία, να δουλέψεις όσα έχεις στο μυαλό σου, να βάλεις το θηρίο κάτω και να καταφέρεις να το καθυποτάξεις….

Ελένη Γουρνέλου: Ποιο είναι το θηρίο;

Χρήστος Αστερίου: Ένα χάος, προσωπικό, υπαρξιακό που αν το δαμάσεις βάζεις σε μια σχετική τάξη τα πράγματα καταφέρνοντας να ψελλίσεις κάτι ελάχιστο μέσα στο χάος. Η ικανοποίηση διαρκεί για λίγους μήνες με την έκδοση του βιβλίου, μετά μπαίνεις στον κόσμο του επόμενου κειμένου και ξεκινάς από το μηδέν.

Ελένη Γουρνέλου: Βγαίνοντας από μια τέτοια διαδικασία, σκληρή, όπως την περιγράψατε, νοιώθετε ότι έχει αλλάξει κάτι σ’ εσάς; Είστε καλύτερος;

Χρήστος Αστερίου: Όχι. Δεν είναι θέμα βελτίωσης. Ξέρετε ότι υπήρχαν μεγάλα καθάρματα που έγραψαν αριστουργήματα. Δεν γίνεσαι καλύτερος από ηθικής πλευράς.

Ελένη Γουρνέλου:  Όταν γράφετε κινείστε από ένα ένστικτο, θα λέγατεή σκεφτόσαστε εγκεφαλικά περισσότερο;

Χρήστος Αστερίου: Είναι ένας συνδυασμός. Πρέπει να υπάρχει εγκεφαλική επεξεργασία του θέματος αλλά όχι μόνο γιατί το βιβλίο θα είναι ψυχρό. Χρησιμοποιείς οπωσδήποτε και τις προσωπικές σου εμπειρίες, όποιες και είναι αυτές. Στο  τελευταίο βιβλίο μου θέλησα να πετύχω ένα συγκεκριμένο ύφος, περίπλοκα απλό. Το κατάφερα με ατέλειωτα γραψίματα και ξαναγραψίματα.

Ελένη Γουρνέλου: Πάντως το κερδίσατε το στοίχημα θα έλεγα, εγώ, ως αναγνώστρια γιατί ήταν ένα βιβλίο που αφενός δεν μπορούσα να διακόψω το διάβασμά του κι από την άλλη ήθελα αμέσως να το ξαναδιαβάσω. Θα έλεγα ότι ‘θεραπεύτηκα’ μέσα από το διάβασμά του και την εξιστόρηση του πρωταγωνιστή σας. Είναι μεγάλη δουλειά να μπορεί ένας συγγραφέας να επικοινωνεί με το αναγνωστικό κοινό και να εκφράζει πράγματα που αφορούν και τους άλλους. Ήθελα να μου πείτε πώς λειτουργεί σε εσάς το θέμα της μνήμης και των αναμνήσεων;

Χρήστος Αστερίου: Η λέξη μνήμη είναι αρκετά γενικός όρος. Στο συγκεκριμένο βιβλίο περνά μεταξύ άλλων και η ιστορία της προσωπικής μου σχέσης με τον πατέρα μου. Δεν είχα σκοπό, όμως, να διηγηθώ μόνο τη δική μου ιστορία. Ακολουθώ μια συγκεκριμένη μέθοδο. Πολλά βιωματικά και πραγματολογικά στοιχεία περνούν μέσα από τον μύθο. Πρόκειται για επινοημένη ιστορία αλλά εντός της υπάρχουν πάρα πολλά βιωματικά στοιχεία.

Ελένη Γουρνέλου: Τι ρόλο παίζει για εσάς το χιούμορ; Το λέω γιατί πραγματικά γέλασα με το βιβλίο σας…εννοώ μέσα από τα παθήματα και τους μονολόγους του ήρωά σας. Εσας πώς σας επηρεάζει στην καθημερινότητα;

Χρήστος Αστερίου: Το χιούμορ, το οποίο, εγώ θεωρώ πολύ σημαντικό είναι κάτι που αφήνει αδιάφορους τους Έλληνες συγγραφείς, αν εξαιρέσει κανείς κάποιους παλαιότερους. Είναι βασικό στοιχείο της ανθρώπινης κατάστασης και εμού προσωπικά, σωτήριο για την επιβίωση.

Ελένη Γουρνέλου: Εσείς έχετε χιούμορ στη προσωπική σας ζωή; Φαίνεστε πολύ σοβαρός….(γέλια)

Χρήστος Αστερίου: Βεβαίως και έχω αλλά είναι διαφορετικό το πώς παρουσιάζεται κάποιος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και διαφορετικό πως αντιδρά εντός της παρέας, στην προσωπική του ζωή. Πρέπει εδώ να διαχωρίσουμε και τα είδη του χιούμορ. Υπάρχει το βρετανικό, φλεγματικό χιούμορ, το χωρατό, κ.ο.κ.  Εμένα με ενδιαφέρει κυρίως η μείξη χιούμορ και ειρωνείας.

Ελένη Γουρνέλου: Ο έρωτας που κι αυτός υπάρχει στα βιβλία σας είναι μια ευκαιρία να γνωρίσουμε καλύτερα τα όριά μας και τον εαυτό μας; Μας ωφελεί ή μας κάνει δυστυχισμένους;

Χρήστος Αστερίου: Μα κάνει και ευτυχισμένους και δυστυχισμένους, ανάλογα πώς τον βιώνουμε, σε ποια φάση της ζωής μας. Είναι βασικό συστατικό στη λογοτεχνία και στον βίο μας. Δεν μπορεί να υπάρξει βιβλίο χωρίς αναφορά στον έρωτα ή τον θάνατο.

Ελένη Γουρνέλου: Ανακαλύπτουμε μέσα από τον έρωτα άγνωστες πλευρές μας και καταλύομε όρια;

Χρήστος Αστερίου: Φυσικά. Ο 58άρης ήρωας του βιβλίου μου είναι αρκετά φοβισμένος από αυτά που του συμβαίνουν. Μπορώ να πω ότι πλησιάζει το ερωτικό αντικείμενο του πόθου, που είναι η νεαρή φοιτήτρια, με φόβο. Δεν θέλει να επιβληθεί ή να αυτοεπιβεβαιωθεί, περισσότερο φοβάται ότι δεν θα μπορέσει να ελέγξει τον εαυτό του. Η δεύτερη πτώση πιστεύει πως θα είναι χειρότερη κι από το διαζύγιο που έζησε. Αμφιβάλει συνεχώς αν θα καταφέρει να διαχειριστεί το ερωτικό παιχνίδι.

Ελένη Γουρνέλου: Εσάς σας αρέσει η επιτυχία ή η αποτυχίας Από τι μαθαίνετε περισσότερο;

Χρήστος Αστερίου: Α, εμένα με θρέφει πάρα πολύ η αποτυχία! (γέλια). Μου αρέσει πάρα πολύ  η επιτυχία αλλά μεγαλώνοντας τα πράγματα αμβλύνονται, αντιλαμβάνεσαι πως όλα είναι σχετικά.

Ελένη Γουρνέλου: Μπορεί πάντως μια αποτυχία να μας καθηλώσει….

Χρήστος Αστερίου: Εκεί φαίνεται και το σθένος του καθενός να πάει παρακάτω. Τι σημαίνει επιτυχία; Ότι έχεις γράψει ένα ωραίο βιβλίο; Πολλοί θα το ισχυριστούν αυτό για τον εαυτό τους. Και λοιπόν; Αν μείνεις εκεί πανηγυρίζοντας κινδυνεύεις να βαλτώσεις.

Ελένη Γουρνέλου: Εσάς σας έχουν επηρεάσει κάποιοι άνθρωποι κι αν ναι ποιοι; Δεν εννοώ τους συγγραφείς που λέγαμε αλλά κι άλλα οικεία πρόσωπα;

Χρήστος Αστερίου: Συγγραφικά με επηρεάζουν οι πάντες και τα πάντα, κλέβω συνειδητά. Ακόμα και μια οδοντοστοιχία μπορεί να μου κινήσει το ενδιαφέρον (γέλια). Γνώριζα έναν άνθρωπο που είχε μια τεράστια οδοντοστοιχία, έλεγες πως όλη του η ύπαρξη περιστρεφόταν γύρω απ’ αυτή, μου έκανε μεγάλη εντύπωση κάθε φορά που τον έβλεπα. Σουρεαλιστικό! Η έμπνευση μπορεί να προκύψει ξαφνικά. Καραδοκεί παντού, ακόμα και στο τετριμμένο.

Ελένη Γουρνέλου: Κι από συγγραφείς;

Χρήστος Αστερίου: Σίγουρα επηρεάστηκα από τον Γονατά με τον οποίο μέναμε και πολύ κοντά. Με επηρέασε ως προς το ήθος. Δεν έκανε μάθημα συγγραφικό. Η στάση ζωής του δίδασκε. Ήταν μια μαγική περίοδος τότε.

Ελένη Γουρνέλου: Κε Αστερίου, ο άνθρωπος κυνηγάει πάντα μια αλήθεια; Αυτό κάνει και ο συγγραφέας ενδεχομένως αλλά που, όταν το τελειώνει, θεωρεί ότι δεν έγινε και τίποτα….

Χρήστος Αστερίου: Μα, προφανώς, δεν έγινε και τίποτα. Ας μην υπερεκτιμούμε τα βιβλία, τις ταινίες, τις μουσικές. Προσφέρουν μια παραμυθία για όσο διαρκούν, αυτό είναι όλο.

Ελένη Γουρνέλου: Είναι ψευδαισθήσεις;

Χρήστος Αστερίου: Ενδεχομένως και να είναι, να πρόκειται μόνο για μια εφήμερη παρηγοριά.

Ελένη Γουρνέλου: Πείτε μας μια αλήθεια που ακολουθείτε συνήθως ως μπούσουλα σε αυτά που κάνετε…αν έχετε υπάρχει, βέβαια, κάτι που έχετε ως δική σας αλήθεια, σαν αστρολάβο στη ζωή σας;

Χρήστος Αστερίου: Σίγουρα υπάρχει κάτι που με τον καιρό το ακολουθείς…δεν ξέρω. Αφήσατε τη δύσκολη ερώτηση για το τέλος. Σε ο,τι αφορά τη λογοτεχνία να δείχνεις πάθος, να μένεις σταθερός σε αυτό που πιστεύεις και να το υπηρετείς με πειθαρχία και προσωπικό κόστος. Ίσως στο τέλος κατά έναν τρόπο να δικαιωθείς.

Ελένη Γουρνέλου:  Σκέφτεστε να επιστρέψετε στην Ελλάδα;

Χρήστος Αστερίου: Βεβαίως. Δεν έχω σκοπό να ζήσω μόνιμα εδώ.

Ελένη Γουρνέλου:  Σας ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη…ξέρω ότι δεν δίνετε συχνά συνεντεύξεις. Ελπίζουμε να σας διαβάσουμε σύντομα σε ένα νέο πόνημα. Έχετε γράψει πέντε βιβλία και είστε, ήδη,  ένας σημαντικό συγγραφέας για μένα τουλάχιστον, οπότε θα αναμένω το επόμενο βιβλίο σας. Είθε να σας δούμε και στη Σύρο ή στην Αθήνα σε κάποια παρουσίαση.

Χρήστος Αστερίου: Κι εγώ σας ευχαριστώ πολύ και χαίρομαι που θα ακουστούν όσα είπαμε στις Κυκλάδες!

 

Η ΕΛΕΝΗ ΓΟΥΡΝΕΛΟΥ γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Στη συνέχεια μετακινήθηκε στη Λέσβο εξαιτίας του Ο. Ελύτη και του Ασημάκη Πανσέληνου και από το 1994 εργάζεται στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Οι βασικές σπουδές της είναι στο αντικείμενο «Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό» της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του ΕΑΠ και το Msc της στη «Κοινωνική Ανθρωπολογία και Ιστορία του Πανεπιστημίου Αιγαίου». Έχει συνεργαστεί με το ραδιοφωνικό σταθμό ΑΙΟΛΟΣ της Μυτιλήνης και τον ΕΜΠΝΕΥΣΗ της Σύρου σε εκπομπές με συνεντεύξεις με ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων. Έχει εκδώσει μια ποιητική συλλογή με τίτλο: «Αστρολάβος» και αρθρογραφεί  σε εφημερίδες της Λέσβου και της Σύρου. Από το 2018 διαμένει μόνιμα στην Ερμούπολη όπου συνεχίζει να εργάζεται στο Πανεπιστήμιο. Μόνιμο ενδιαφέρον και συνοδοιπόρος στη ζωή ο πολιτισμός και η τέχνη, όχι σαν εξαίρεση, αλλά σαν καθημερινότητα.