Χριστουγεννιάτικες νότες

                                             Γράφει η Εφη Αγραφιώτη 

Τι κάνει άραγε τη χριστουγεννιάτικη μελωδία και το κάλαντο ή το χριστουγεννιάτικο παιδικό τραγουδάκι τόσο αγαπητό, τόσο προσιτό, ανεξαρτήτως της γλώσσας των στίχων του; Η προσδοκία και η ρομαντική ευχή για βελτίωση των ζωών μας; Η ώθηση σε ένα παραμύθι που συνδέει εποχές, πατρίδες, οράματα με τον πόνο και την ελπίδα των ανθρώπων τόσο μοναδικά, που να μοιάζει πραγματικότητα; Και μήπως το κόκκινο χρώμα δεν το επέλεξε εν τέλει ο Άγιος Βασίλης; ( για να θυμηθούμε τον Πιραντέλλο).

Θυμάμαι τέτοιες μέρες τον δάσκαλο που μας έλεγε μια όμορφη ιστορία. Στα μικρασιατικά παράλια, στην μικρή πόλη των γονιών του, τα παιδάκια έψαλλαν κάλαντα το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς, των Θεοφανίων. Έπρεπε να έχουν στα χέρια τραμπούκες, δηλαδή πολύχρωμα μικρά πήλινα τουμπερλέκια (που κάποιες φορές είχαν και δερμάτινα κομμάτια). Κρατούσαν και βαποράκια, πολύχρωμα καράβια με φαναράκια. Ήταν όμως πιο περήφανα τα πιτσιρίκια όταν μπορούσαν να κρατούν τις χάρτινες εκκλησίες που μέσα στο πλατύ χαρτί είχαν φαναράκι που φώτιζε το ομοίωμα της Αγιασοφιάς. Σήμερα το θυμάμαι σαν ιστορία από το υπερπέραν. Όπως και τα κάλαντα της παιδικής μου ηλικίας που ήταν ατέλειωτα, λέγαμε και λέγαμε στίχους!!!
Δια Χριστόν ως ήκουσε,ο βασιλεύς Ηρώδης, αμέσως εταράχτηκε,κι έγινε θηριώδης.
Διότι πολλά φοβήθηκε, δια την βασιλείαν,μην του την πάρει ο Χριστός, και χάσει την αξίαν.
Κράζει τους μάγους και ρωτά, πού ο Χριστός γεννάται, εν Βηθλεέμ ηξέρομε,ως η Γραφή διηγάται.
Τους είπε να υπάγουσι,και όπου τον ευρώσιν,αφού τον προσκυνήσουσιν,να παν να του ειπώσιν Όπως υπάγει και αυτός, για να τον προσκυνήσει, με δόλο ως μισόθεος, για να τον αφανίσει.

Τραμπούκα από το Μουσείο Μπενάκη

Ομολογώ ότι γράφοντας τώρα βλέπω με τη φαντασία μου χιονονιφάδες να χορεύουν και παιδάκια να τραγουδούν με χεράκια ανοιχτά για να τις αγγίξουν κι ας μην είμαι σήμερα ούτε παιδάκι ούτε ταξιδιώτισσα στη Βόρεια Ευρώπη. Όταν ήμουν μικρούλα, θυμάμαι να ακούω αχόρταγα και τις χριστουγεννιάτικες εκπομπές από το ραδιόφωνο, να περιμένω τη βόλτα με τη μαμά και τον μπαμπά στα καταστήματα της Αθήνας, που μαζί με το εορταστικό πνεύμα μας προκαλούσαν και την έκρηξη μιας ιδιότυπης ζήλειας. Γινάτι!!! Γιατί να μην έχουμε κι εμείς όλα αυτά που έχουν οι βιτρίνες των Χριστουγέννων;

 

Θυμάμαι ακόμα πιο ζωντανά τον πατέρα μου να μου περιγράφει ότι σε κάποιες χώρες βόρειες η πιο όμορφη εποχή του χρόνου είναι ο χειμώνας και μάλιστα ο βαρύς χειμώνας. Οι οικογένειες δίπλα στη φωτιά τραγουδούν, κάνουν ευχές, φαντάζονται ιστορίες. Μεγαλώνοντας, έζησα τέτοιες εμπειρίες, που δεν φεύγουν ποτέ από τη μνήμη, ας αναφέρω μόνον τις εκκλησιαστικές χορωδίες στις μικρές πόλεις του ευρωπαϊκού βορρά. Θυμάμαι, μαζί με τζάκι και τραγούδια, πολλές υπέροχες χορωδίες, ενηλίκων και παιδιών, μαθητών σχολείων και ωδείων, να περιφέρονται με τα ζεστά σκουφάκια και τα ακόμα πιο ζεστά γάντια στις γειτονιές των πόλεων και να προσφέρουν χριστουγεννιάτικες γλυκές πεντανόστιμες μπουκίτσες στους περαστικούς. Οι Χριστουγεννιάτικες συναυλίες της δεκαετίας του 80 παίρνουν μέσα μου τεράστιες διαστάσεις και μοιάζουν σαν να παραμένουν σκηνές από τον κινηματογράφο αν και είναι σκηνές από τη ζωή μου.

Θυμάμαι το 1980 στο Βερολίνο να ακούω για πρώτη φορά στην Ακαδημία Μουσικής την «Παιδική ζωή του Χριστού», έργο 25, του Μπερλιόζ. Ο Ρομαίν Ρολλάν γράφει ότι καμιά απ’ τις προηγούμενες συνθέσεις του Μπερλιόζ δεν συναγωνίζεται τη διαύγεια μερικών σελίδων του έργου αυτού. Ο ίδιος ο συνθέτης έγραψε στον Λιστ το Δεκέμβρη του 1854, για την «Παιδική ηλικία του Χριστού»: «Το λέω σε σένα: το μόνο αληθινό εύρημα μου είναι η σκηνή και η άρια του Ηρώδη με τους μάγους. Αυτό έχει μεγαλοπρέπεια κι ελπίζω πως να σου ταιριάζει. Για τα θελκτικά μέρη που συγκινούν τους ακροατές πιο πολύ, εκτός απ’ τη διωδία της Βηθλεέμ, εγώ δεν βρίσκω να έχουν αξιόλογη έμπνευση».

Γυρνώντας πάλι στο Βερολίνο, θυμάμαι ότι στην εισαγωγή, ο ομιλητής μας εξήγησε ότι η εκκλησιαστική ψαλμωδία έγινε σαγηνευτικότερη όταν συνθέτες δόκιμοι στην κλασική γραφή αποφάσισαν να την υπηρετήσουν, ενώ παράλληλα να μην υποτιμούμε ποτέ την ανάγκη του ανθρώπου να πετάει με το νου και το συναίσθημα στη χώρα της αισιοδοξίας και της αρμονίας. Πρόκειται για ένα μεγαλειώδες έργο πολύ μεγάλων ερμηνευτικών απαιτήσεων. Ο συνθέτης εμπνέεται από την απόδραση της Αγίας οικογένειας από το βασίλειο της Ιουδαίας προς την πόλη Σαΐδα της Αρχαίας Αιγύπτου.

Εν τέλει, οι λαοί ανάλογα με το σημείο εγκατάστασης τους δέχτηκαν ήδη τον 15 ο αιώνα με τρυφεράδα τα αγγλικά κάρολς, τα γαλλικά Νοέλ και τα χριστουγεννιάτικα γερμανικά νανουρίσματα και έκτοτε δεν τα εγκατέλειψαν ποτέ μήνα Δεκέμβριο. Οι λόγιοι συνθέτες εμπνευστήκαν από την χριστουγεννιάτικη αύρα. Ο Μεσσίας (HWV 56) γράφτηκε πάνω σε λιμπρέτο του Τσαρλς Τζένενς αλλά χρησιμοποιεί και αποσπάσματα από τη Βίβλο και Ψαλμούς από το Αγγλικανικό Προσευχητάριο. Πρωτοπαρουσιάστηκε στο New Music Hall στο Δουβλίνο στις 13 Απριλίου 1742 και έκτοτε είναι το συχνότερα εκτελούμενο χορωδιακό έργο της δυτικής μουσικής. Αυθόρμητα σκεφτόμαστε και άλλα έργα άλλων συνθετών, πχ τον περίφημο ύμνο του Felix Mendelssohn με τίτλο Hark! The herald angels sing, σύνθεση του 1855, πάνω στο θρησκευτικό κείμενο του Charles Wesley. Ο ύμνος περιλαμβάνεται στο έργο Festgesang, για ανδρικές φωνές και χάλκινα πνευστά, του Μέντελσον. Ακροώμαι! Οι άγγελοι αγγελιοφόροι τραγουδούν «Δόξα στον νεογέννητο βασιλιά»

Ειρήνη επί γης και έλεος ήπιο Θεός και αμαρτωλοί συμφιλιώθηκαν. Χαρούμενα όλα τα έθνη εγερθείτε! Συμμετάσχετε στον θρίαμβο των ουρανών. Με αγγελικό οικοδεσπότη κηρύττουν: Ο Χριστός γεννιέται στη Βηθλεέμ.

Ας αναφέρουμε επίσης τον J. S. Bach και το Ορατόριο Χριστουγέννων BWV248, σύνθεση του έτους 1734, τον Louis-Claude Daquin που εθεωρείτο ο καλύτερος οργανίστας του καιρού του, με τις 12 Παραλλαγές σε Χριστουγεννιάτικα Τραγούδια, σύνθεση του 1739, τον Georg Fr. Haendel με τον Μεσσία του, αλλά και τον Antonio Caldara με την υπέροχη Καντάτα των Χριστουγέννων σύνθεση του 1712, τον Archangelo Corelli με το Concerto per la notte di Natale, τον Pietro Locatelli και το Concerto Grosso “di Natale” που ήταν μάλιστα το πρώτο του έργο, τον Johann Heinrich Rolle με το εντυπωσιακό Ορατόριο των Χριστουγέννων, έργο του1769. Ο συνθέτης αυτός είναι αυτό που εννοούμε « αδικήθηκε μένοντας στη σκιά της εποχής των μεγάλων».

Ας πούμε όμως ότι σύμφωνα με κάποιους, ο Μεσσίας που όλοι απολαμβάνουμε με συγκίνηση και τέρψη τα Χριστούγεννα, γράφτηκε από τον Χέντελ μήνες πριν και χωρίς να στοχεύει στα Χριστούγεννα. Βρισκόταν σε ένδεια και χάρη στην ανάθεση της σύνθεσης του έργου από βρεφοκομείο του Δουβλίνου, έκανε κι αυτός Χριστούγεννα εκείνη τη χρονιά. Ο Μεσσίας κατάφερε να αποσπάσει διθυραμβικά σχόλια αλλά και φανατικές αντιδράσεις. Μια ομάδα Άγγλων κληρικών, αξίωσαν να μην επιτραπεί να παιχτεί το έργο στο Κόβεντ Γκάρντεν, επειδή ήταν θρησκευτικό και δοξαστικό έργο για τον Μεσσία, άρα δεν είχε καμμιά δουλειά στα θέατρα. Ο έμπειρος και τολμηρός οργανωτής των συναυλιών του Χέντελ πήρε πρωτοβουλία να βαφτίσει το αρμονικό αυτό αριστούργημα «Θρησκευτικό Ορατόριο» και αφενός ηρέμησε η κατάσταση, αφετέρου το απήλαυσαν ακόμη περισσότεροι ακροατές σε πολλές πόλεις, όπου και αν παρουσιάστηκε. Τίποτε δεν στάθηκαν εμπόδιο στο περίφημο Halleluijah, που υμνεί τον Μεσσία και θεωρείται αιώνες μετά το δημοφιλέστερο χορωδιακό έργο όλων των εποχών. Είναι ο ήχος που περιμένουμε να ακουστεί στις μέρες των Χριστουγέννων.

Σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε, πέτρα να μην ραγίσει, και ο νοικοκύρης του σπιτιού, χίλια χρόνια να ζήσει.
Και αφού καληνυχτίσουμε, πέστε να κοιμηθείτε, ολίγον ύπνο πάρετε, και ευθύς να σηκωθείτε.
Να βάλετε τα ρούχα σας, εύμορφα να ντυθείτε, στην εκκλησία τρέξετε, εκεί να πορευθείτε.
Ν’ ακούσετε με προσοχή, όλη την υμνωδίαν, του Ιησού μας του Χριστού, γέννησιν την Αγίαν.
Και όταν θα γυρίσετε, εις το αρχοντικό σας, ευθύς τραπέζι στρώσετε, βάλτε το φαγητό σας.

Είναι η στιγμή για την καλοδεχούμενη ελληνική χριστουγεννιάτικη, άδολη ευχή: Καλές γιορτές, καλά Χριστούγεννα!