Του Γιώργου Σεφερτζή / KReport.gr 

Η ουκρανική είναι η τρίτη μείζων κρίση που ο Γάλλος Πρόεδρος αντιμετωπίζει στη διάρκεια της θητείας του.

Από την πρώτη, την κοινωνική των κίτρινων γιλέκων, είχε βγει κερδισμένος. Όχι μόνο διότι πέτυχε εν πολλοίς να την εκτονώσει οργανώνοντας επιτυχώς έναν εκτενή, ζωντανό και μεγάλης διάρκειας δημόσιο διάλογο σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση. Αλλά και γιατί συναντώμενος στο πλαίσιο αυτού του διαλόγου με εκπροσώπους των ενδιαφερομένων φορέων σε όλη σχεδόν την χώρα απαντούσε κατά αυτόν τον τρόπο ταυτόχρονα και σε όλους όσοι τον επέκριναν για βοναπαρτιστική, βολονταριστική και αλαζονική στάση απέναντι στους τοπικούς ενδιάμεσους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς.

Από τη δεύτερη, την υγειονομική, είχε βγει επίσης κερδισμένος. Όχι μόνον λέγοντας το περίφημο εκείνο “ό, τι κι αν κοστίσουν” όταν έλαβε όλα εκείνα τα  γενναιόδωρα έκτακτα μέτρα στήριξης των πληττόμενων από την πανδημία εργαζόμενων και επιχειρήσεων που τον καθιέρωσαν ως μεγάλο προστάτη του λαού. Αλλά και γιατί είχε δώσει επιτυχώς τη μάχη της υπέρβασης της κρίσης μέσα στην κρίση που ξέσπασε εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν η τελευταία βρέθηκε στα πρόθυρα της κατάρρευσης εξ αιτίας των διαφωνιών για την χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων της βορειοευρωπαϊκής προέλευσης και προτεσταντικής έμπνευσης συνθήκης του Μάαστριχτ , για την υιοθέτηση ή μη πιο κεϋνσιανών και φιλικότερων προς το φυσικό περιβάλλον προτύπων οικονομικής ανάπτυξης και για την αμοιβαιοποίηση του ευρωπαϊκού χρέους, με πρώτο βήμα  τη δημιουργία του Ταμείου Σταθερότητας και την από κοινού προμήθεια εμβολίων.

Σε συνδυασμό με την επιτυχία που σημείωσε το γαλλικό πρόγραμμα μαζικών εμβολιασμών κατά του covid19 και με επιστέγασμα του συνολικότερα θετικού απολογισμού της προεδρικής θητείας, το κυριότερο κοινωνικό επίτευγμά του που ήταν η μεγαλύτερη μείωση της ανεργίας που καταγράφτηκε τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, σε πείσμα μάλιστα της επί δυο σχεδόν χρόνια αδρανοποίησης της γαλλικής οικονομίας, ο Μακρόν έβαινε προς την ανανέωση της θητείας του αφήνοντας πίσω του και σε μεγάλη απόσταση τους ανθυποψηφίους του στις επικείμενες προεδρικές εκλογές του Απριλίου.

Βάζοντας μάλιστα ένα τελευταίο στοίχημα με τον χρόνο, πήρε το ρίσκο να μπει στην προεκλογική αρένα ως υποψήφιος την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή εκτιμώντας προφανώς ότι αποφεύγοντας την φθοροποιό εμπλοκή του σε πεζές αντιπαραθέσεις με τους ανταγωνιστές του τα κέρδη που θα αποκόμιζε ασκώντας μέχρι τέλους τα καθήκοντά του ως αρχηγού του κράτους θα ήταν πολλαπλάσια από αυτά που μπορούσε να προσδοκά αναλαμβάνοντας και πάλι καθήκοντα κομματάρχη.

Τον πρόλαβε έτσι η ουκρανική κρίση από τη διαχείριση της οποίας φάνηκε να κερδίζει οριστικά το στοίχημα,  αφού θα ολοκλήρωνε τη θητεία του ως ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας που συμβόλιζε την εθνική ενότητα προ του κινδύνου της γενίκευσης του πολέμου, ως Αρχηγός του μοναδικού στρατού της ηπειρωτικής Ευρώπης που διέθετε πυρηνική αποτρεπτική δύναμη και ως προεδρεύων ενός Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που τώρα θα επιδείκνυε μια απρόσμενη συνοχή αποφασίζοντας την επιβολή αυστηρών κυρώσεων κατά της Ρωσίας και, το κυριότερο, κινιόταν με πρωτόγνωρη ταχύτητα προς την κατεύθυνση της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας δικαιώνοντας και εδώ τις θέσεις που ο ίδιος εξαρχής προωθούσε με επιμονή.

Και πράγματι, από εκεί που δεν το περίμενε – γιατί, όπως οι περισσότεροι Γάλλοι, ήταν ιδιαιτέρως επιφυλακτικός, αν όχι καχύποπτος απέναντι στις διοχετευόμενες από τους Αμερικανούς πληροφορίες περί προετοιμαζόμενης επίθεσης των Ρώσων εναντίον της Ουκρανίας –  θα έβλεπε τα ποσοστά της ευρύτερης αποδοχής του να εκτινάσσονται σε δημοσκοπικά ύψη που δεν είχε καν πλησιάσει στη διάρκεια των προηγούμενων πέντε ετών. Μια νέα πολυσυλλεκτική πλειοψηφία συσπειρωνόταν γύρω του ανακλαστικά συμπεριλαμβάνοντας όλες εκείνες τις δυνάμεις που έστερξαν  αυτόματα να τον στηρίξουν  υπό τις έκτακτες περιστάσεις και προ των νέων απειλών.

Έχει ο καιρός γυρίσματα

Όπως εξελίσσονταν τα πράγματα δεν φαινόταν να χρειάζεται καν να ανανεώσει το πολιτικό του αφήγημα προκειμένου να ανανεώσει και την εντολή του για μια δεύτερη θητεία, δεδομένου ότι υπό κανονικές συνθήκες κανένας απερχόμενος Πρόεδρος δεν μπορεί να ελπίζει στην επανεκλογή του μόνο για ό,τι έχει κάνει και όχι για ό,τι προτίθεται να κάνει. Ωστόσο, με τη διεθνή εμβέλεια που είχαν οι πρωτοβουλίες του και την απήχηση που έβρισκαν οι ταυτόχρονες προσπάθειες στήριξης των Ουκρανών και ανάσχεσης της επιθετικότητας του Πούτιν, όλα έδειχναν ότι ο Μακρόν θα μπορούσε να είναι μια ακόμα εξαίρεση στον κανόνα, όπως υπήρξαν πριν από αυτόν ο κατά τα άλλα ατλαντιστής Μιτεράν, όταν έλεγε ότι οι Αμερικανοί δεν θέλουν να μοιράζονται τον κόσμο με κανέναν,  ή ο γκωλικός  Σιράκ όταν εναντιωνόταν στον πόλεμο στο Ιράκ -κερδίζοντας αμφότεροι μια δεύτερη θητεία. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο η απόσταση του Μακρόν από τη δεύτερη σε σειρά εκλογικής προτίμησης Μαρίν Λε Πεν αυξήθηκε σε ένα εκ πρώτης τουλάχιστον όψεως μη αναστρέψιμο εύρος.

Εντούτοις, ένα μήνα μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και δεκαπέντε ημέρες  πριν από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών η συγκυρία αρχίζει να γυρίζει. Ο πόλεμος τείνει να γίνει μέρος της καθημερινότητας, αλλά η καθημερινότητα έχει δυο αντικρουόμενες όψεις.

Από τη μια ξαναφέρνει στην επιφάνεια ζωτικά προβλήματα ευνοώντας την Μαρίν Λε Πεν που έχει ταυτιστεί μαζί τους έχοντας βάλει το δικό της στοίχημα να επιμείνει μέχρι τέλους στην ατζέντα της μάχης εναντίον της ακρίβειας σε πείσμα της πολεμικής επικαιρότητας. Έτσι, τώρα είναι αυτή που βγαίνει κερδισμένη από το γύρισμα της συγκυρίας, αφού η ανησυχία για την πορεία του τιμάριθμου καταλαμβάνει το εκλογικό σώμα και γίνεται κριτήριο καθοριστικό για την ψήφο του. Εξού και η διαρκής μείωση της διαφοράς που χωρίζει τον προπορευόμενο Μακρόν από τη δεύτερη στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων ακροδεξιά αντίπαλό του.

Από την άλλη διχάζει την κοινή γνώμη και τις πολιτικές δυνάμεις απέναντι στην γεωπολιτική κρίση επηρεάζοντας τόσο την εκλογική ατζέντα όσο και το πνεύμα των δημοσίων συζητήσεων.

Η κοινή επωδός “σταματήστε τον πόλεμο χωρίς να τον κάνετε” απηχεί ασφαλώς το κοινό αίσθημα  των Γάλλων. Ακούγεται, όμως, περισσότερο σαν γρίφος, παρά σαν απάντηση στις αγωνίες μιας κοινωνίας πολιτών που βιώνει την ουκρανική κρίση βυθιζόμενο σε μια συλλογική κατάθλιψη βαρύτερης μορφής από αυτήν που έπαθε με τον εγκλεισμό της  κατά την διάρκεια του  “πολέμου” εναντίον του Covid 19.

«Έχω την εντύπωση ότι έχω πέσει πάνω σε ένα τοίχο αγωνιών» εξομολογείται στον ψυχίατρό του ένας μεσήλικας γάλλος  πολίτης που ζητά τη συμβουλή του για να προστατέψει την ψυχική του υγεία μπροστά στο δράμα της Ουκρανίας και το φάσμα της πυρηνικής απειλής. Είναι ένας από τους χιλιάδες που καταφεύγουν καθημερινά στους ειδικούς γιατρούς με συμπτώματα φοβίας για το αύριο, κρίσης πανικού και παθολογικής αϋπνίας. Μετά από δυο χρόνια υγειονομικής και ένα μήνα ουκρανικής κρίσης, ο Παγκόσιος Οργανισμός Υγείας διαπιστώνει πως η αύξηση των περιστατικών είναι κάθετη και  επιδεινώνει την κοινωνική ψυχολογία καθώς και το πολιτικό κλίμα.

Σίγουρα πάντως δεν κάνει την εξεύρεση ισορροπιών μια εύκολη υπόθεση για τον υποψήφιο πλέον Πρόεδρο Μακρόν. Το εύκολο είναι να κρατήσει τις αποστάσεις του από τις λεκτικές υπερβολές  του Μπάιντεν χωρίς να έρχεται σε σύγκρουση μαζί του. Το έκανε, άλλωστε, χθες λέγοντας σε δημοσιογράφους ότι “εγώ δεν θα χρησιμοποιούσα τέτοιες εκφράσεις” εννοώντας  το “χασάπης” που χρησιμοποίησε ο Αμερικανός Πρόεδρος για να χαρακτηρίσει τον Ρώσο ομόλογό του.

Το δύσκολο, επιστρέφοντας στην καθημερινότητα μετά το ιστορικό διήμερο στις Βρυξέλλες, θα  είναι να απαντήσει σε ζητήματα σαν αυτά που έθεσε ο Ζελένσκι απευθυνόμενος στην Γαλλική Εθνοσυνέλευση και τη Γερουσία από τις οποίες ο Ουκρανός Πρόεδρος ζήτησε την προηγούμενη Τετάρτη αναστολή των εργασιών των Γαλλικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην ρωσική αγορά.

Και το ακόμα δυσκολότερο για τον Μακρόν θα είναι να το κάνει κρύβοντας μάλιστα την απογοήτευσή του για τις νέες αρρυθμίες που επανεμφανίζονται στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ζωή του και η επανεκλογή του θα ήταν ευκολότερη, αν είχε να κάνει με  μια χώρα που έχει μάθει να σκέφτεται μανιχαϊστικά παρά με μια χώρα σαν τη δική του που γέννησε τον διαφωτισμό και αποκαλεί την πνευματική της κοινότητα “Δημοκρατία των γραμμάτων”.