Μνήμη Διαμαντή Διαμαντόπουλου, ενός ζωγράφου κυνηγημένου και στη ζωή και στο θάνατο (1914-1995).
… μέσα σε μια φούχτα σκόνη θα σου δείξω το φόβο…
Η βελτιωμένη, παλιότερη μου μελέτη για τον Διαμαντή Διαμαντόπουλο και την γενικότερη αισθητική της γενιάς του ’30 αφού ξεπεράστηκαν οι πολλές, αντικειμενικές δυσκολίες κυκλοφορεί επιτέλους από τις πολύτιμες εκδόσεις University Studio Press. Τις οποίες και ευχαριστώ θερμά.
Ένα ενδεικτικό κεφάλαιο του βιβλίου ονομάζεται: “Ο άγνωστος Διαμαντόπουλος και ο γνωστός Τσαρούχης”.
Μεταφέρω από μνήμης κάποια συμπεράσματα σχολιάζοντας παράλληλα μία κορυφαία σύνθεση του Δ.Δ. Απολύτως επίκαιρη σήμερα, 25η Μαρτίου:
…Κοινό τους στοιχείο η ποιητική και η μεταφυσική του χώρου. Μόνο που ο Διαμαντόπουλος εκφράζει εκείνο τον τρόμο που δεν διαθέτει ο ανυποψίαστος Τσαρούχης. Επίσης, όσον αφορά στη σχέση με το σώμα, τον ομοερωτισμό, την επιθυμία και την απώθηση, την ενοχή και την ωραιοποίηση, την μόνωση και τον εγκλεισμό, ο Διαμαντόπουλος είναι συγχρόνως ερευνητής της φόρμας αλλά και απολογητής του εσώτερου άλγους. Ζωγραφίζει με την προοπτική αλλά και τον τρόμο της ιστορίας μακριά από κάθε διάθεση αφηγηματικής διακόσμησης…
Ο Διαμαντόπουλος ερωτοτροπεί με τη τρέλα, τη γελοιότητα, τη μόνωση, τον απορφανισμό αλλά και το ιερό που τα συνδέει (όταν δεν βουλιάζει στην παράνοια ο ίδιος).
Θεωρώ τη σύνθεση (το τελειωμένο έργο και το προσχέδιο του) που παρουσιάζω εδώ, μοναδική. Η φιγούρα στο πρώτο επίπεδο βουτηγμένη στην ιδιωτεία της καθημερινότητας, καταδικασμένη στην άγνοια και την κοινοτοπία του καλού (!) με τον ήρωα, απόμακρο – αποστασιοποιημένο από τα τρέχοντα δεινά – στο κάδρο του, να γελάει σαρκαστικά. Για την κατάντια των κληρονόμων της χαμένης Επανάστασης. Για το παράλογο ή την φενάκη και του δικού Αγώνα.
Σαρκάζει, με άλλα λόγια, την μικροαστική ευτυχία των κατατονικών και ευνουχισμένων εορταστών που αγνοούν και τους λόγους και τον συμβολισμό και τη μεταφυσική της Εορτής. Καληώρα! Αριστούργημα υπαινιγμών και συμπαραδηλώσεων. Ο Μύθος και και η απόσταση του από το πεζολογικό και στερημένο ύψους και ύφους σήμερα (μου θυμίζει το Μυστικό του Χαλεπά με τη φιγούρα της μικρής κλίμακας που κάτι προσπαθεί να πει στην προτομή του Μεγαλέξαντρου. Εις μάτην). Διαβάστε το διάγγελμα της νέας ΠτΔ με την αφόρητη κοινοτοπία του και ίσως αντιληφθείτε τι θέλω να πω: ” … Δίνουνε ακόμη μια ιστορική μάχη και θα βγούμε νικητές…” Ποιοί; Εμείς που συνέχεια, εδώ και μια τουλάχιστον γενιά, ηττώμαστε, χωρίς πόλεμο. Χωρίς να δώσουμε καν τη μάχη.
Τελικά, τί άλλο είναι η Ιστορία παρά το ατέλειωτο καραβάνι ανθρώπων που έφυγαν, ανθρώπων που έρχονται και ανθρώπων που δεν πρόλαβαν ούτε να φύγουν ούτε να έρθουν…
Τελικά τί είναι τέχνη; Το μέσα μας ρούχο. Το άλλοθι στη γυμνότητά μας. Ισως και η ύστατη δυνατότητά μας για μιαν επανάσταση χωρίς μεσσιανικά πρόσημα· σαν θρησκεία χωρίς μεταφυσική -αλλά με τον τρόμο παρόντα- και σαν φιλοσοφία ενσαρκωμένη σε εικόνες και λέξεις.
Η τέχνη είναι ένα ψέμα πιο πολύτιμο από την οποιαδήποτε χρησιμοθηρική αλήθεια και μια εμπειρία τόσο αποκλειστική όσο και ο θάνατος, που βιώνεται μεν κατά μόνας αλλά και που εξορκίζει τη μοναξιά. Τέχνη είναι επίσης εκείνη η διαδικασία που μεταμορφώνει θαυμαστά την πρόσθεση σε πολλαπλασιασμό για να χορτάσει με λίγα ψάρια τούς πεντακισχιλίους. Μόνο που εδώ το χόρτασμα δεν έχει να κάνει με την πλησμονή, τη συσσώρευση ή την τρέχουσα υπερεπάρκεια «αγαθών». Η δυστυχία καραδοκεί όταν το ατομικό αδυνατεί να καταστεί συλλογικό όσο κι αν στριγγλίζουν διαφημιστικά οι επικοινωνιακές σειρήνες. Ο παρών εγκλεισμός το πιστοποιεί.
Η τέχνη μιας άμεσης κατανάλωσης, που επηρεάζεται από τις στρατηγικές της αγοράς και τη λογική του lifestyle, είναι ό,τι σήμερα δεσπόζει σε παγκόσμιο επίπεδο και αυτό που αποκαλώ coca cola art. Τέχνη που πάει με όλα και επιδιώκει τη «φαντασμαγορία» αντί της μέθεξης.
Ας μην ξεχνάμε ότι η Phantasmagorie είναι κεντρική έννοια της κριτικής του πολιτισμού που επιχειρεί ο Βάλτερ Μπένγιαμιν ακολουθώντας τον Μαρξ όταν αυτός μιλά για τον φετιχισμό του εμπορεύματος, δηλαδή μιαν ψευδαίσθηση κι ένα υποκατάστατο σχέσης. Εν προκειμένω, ο Μποντλέρ υποστηρίζει ως τέχνη το ονειροπόλημα που γίνεται έργο, ταυτίζοντας τον καλλιτέχνη με τον ήρωα της νέας εποχής κι εκείνον που θ’ απαλλάξει την αστική τάξη από την υστερία της.
Σήμερα πάλι περισσεύει η μελαγχολία τής ματαίωσης, καθώς η καλλιτεχνική ιδιαιτερότητα καταπνίγεται ή εξαντλείται άδοξα στο κυρίαρχο περιβάλλον της αισθητικής ταχυφαγίας και της «διασκέδασης» με κάθε τίμημα. Εως την απόλυτη έκλειψη της ύπαρξης εμπρός στη δεσποτεία του θεάματος. Αρα, αντιλαμβάνεστε πως αυτή η τέχνη για την οποία σας μιλώ, μπορεί να λειτουργεί ως μορφή αντίστασης στην επερχόμενη αλλοτρίωση και την επιβεβλημένη άνωθεν ομοιομορφία. Στην ευτυχία της πλήξης, δηλαδή. Αφού μόνο μια κρίση, ένας υπαρξιακός τρόμος, καληώρα, μπορεί να μάς δείξει τον δρόμο.
Εμείς πάλι ομνύουμε σε μιαν έκφραση που δεν αναγνωρίζει αυθεντίες, κατεστημένα ή δυνάστες και θεωρεί όλες τις επιλογές ανοιχτές και νόμιμες· που είναι πολιτική αλλά όχι στρατευμένη, σύγχρονη αλλά όχι εκβιαστικά «μοντέρνα», με συνείδηση εντοπιότητας αλλά όχι τοπική. Μιαν έκφραση τέλος που βούλεται να υπάρχει εντός Ιστορίας όταν η Ιστορία, παραμερίζοντας τα επικοινωνιακά πυροτεχνήματα και τους πυροτεχνουργούς, αρχίσει να επιτελεί το έργο της. Κι έχει πολύ καιρό να γίνει ένα θαύμα σ’ αυτόν τον τόπο.
Τέχνη θα πει να ψιθυρίσουμε την προσωπική μας ιστορία στο αυτί της Αιωνιότητας.
(Γράφω ακούγοντας στο Τρίτο πρόγραμμα τον “Καθρέφτη μέσα στον Καθρέφτη” του Άρβο Περτ, 1976, σκηνοθεσία της αβύσσου δηλαδή και στη μουσική!)
Φωτογραφίες: Η οριστική εκδοχή του έργου όπως είναι παρουσιασμένη στο ΕΛΛΗΝΟΜΟΥΣΕΊΟΝ και το προσχέδιο του όπως δημοσιεύτηκε στον ασπρόμαυρο κατάλογο της Ώρας του Μπαχαριάν το 1975.